- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Ρουάντα: Από την Αποικιοκρατία και τη Γενοκτονία προς την επανάκαμψη

Κατηγορίες: Υπο-Σαχάρια Αφρική, Ρουάντα, Ανθρώπινα Δικαιώματα, Διακυβέρνηση, Εθνότητα & φυλή, Ιστορία, Μέσα των πολιτών, Νομικά, Οικονομικά & επιχειρηματικότητα, Πόλεμος - Συγκρούσεις, Πολιτική, Υγεία, Φύλο & ισότητα

Η 1η Ιουλίου ήταν μια πολύ ιδιαίτερη ημέρα στη Ρουάντα, καθώς η χώρα γιόρτασε τα 50 χρόνια ανεξαρτησίας της και τα 18 χρόνια απελευθέρωσής της, που έφερε τέλος στη γενοκτονία της Ρουάντα. Η ανεξαρτησία από το Βέλγιο αποκτήθηκε την 1η Ιουλίου 1962 και η γενοκτονία έλαβε επίσημα τέλος στις 4 Ιουλίου 1964.

Στην ιστοσελίδα interpeace.org διαβάζουμε [en] [1]:

Πρόκειται για μια σημαντική εβδομάδα στη Ρουάντα [2]. Πριν από 50 χρόνια, την 1η Ιουλίου 1962, η Ρουάντα κέρδισε την ανεξαρτησία της. Και δεν τελείωσε, στις 4 Ιουλίου 1994, οι κάτοικοι της Ρουάντα απελευθερώθηκαν από το γενοκτονικό καθεστώς. Και μονάχα τον τελευταίο μήνα, έκλεισαν επίσημα τα παραδοσιακά δικαστήρια “γκακάκα” στη χώρα και σηματοδότησαν τη λήξη μιας περιόδου μεταβατικής δικαιοσύνης.

Unburied bones of victims of the Rwandan genocide at a memorial centre. Image by Flickr user DFID - UK Department for International Development (CC BY-NC-ND 2.0). [3]

Άθαφτα οστά από θύματα της γενοκτονίας της Ρουάντα. Φωτογραφία: Flickr, user DFID – Βρετανικός Τομέας για την Παγκόσμια Ανάπτυξη (CC BY-NC-ND 2.0).

Ωστόσο, όπως σωστά σημείωσε ο Πρόεδρος Πολ Καγκάμε στην ομιλία του προς το έθνος [en] [4] την 1η Ιουλίου 2012, μόλις στα τελευταία 18 χρόνια ο λαός της Ρουάντα:

“επανέκτησε την αξιοπρέπεια και την ταυτότητα που είχε απωλέσει, πρώτα επί αποικιοκρατίας και έπειτα, τι ειρωνεία, επί ανεξαρτησίας”.

Προκειμένου να αντιληφθεί κανείς τους δεσμούς μεταξύ των δυο αυτών περιόδων, η ιστοσελίδα newsofrwanda.com εξήγησε [en] [5]:

Στις 24 Μαρτίου 1957, ο Γκρεγκουάρ Καγιμπάντα [en] [6], με τη βοήθεια του Καθολικού Επισκόπου Περουντίν, συνέγραψε το περίφημο μανιφέστο Μπαχούτου, στο οποίο για πρώτη φορά ένα πολιτικό πρόβλημα ερμηνευόταν με φυλετικούς όρους, απαιτώντας τη χειραφέτηση των Μπαχούτου και ένα φυλετικό σύστημα ποσόστωσης στην εκπαίδευση και στην εργασία.

H Margee Ensign, νυν Πρόεδρος του Αμερικανικού Πανεπιστημίου [7] της Νιγηρίας, μίλησε για [8] τη γένεση της γενοκτονίας στη Ρουάντα [en]:

Οι αποικιακές και θρησκευτικές δομές και πολιτικές βοήθησαν στην εδραίωση των βάσεων της γενοκτονίας του 1994, όταν περίπου 1 εκατομμύριο άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Το 1994, όσο η παγκόσμια κοινότητα έστρεφε αλλού το βλέμμα της, το Πατριωτικό Μέτωπο της Ρουάντα σταμάτησε τη γενοκτονία.

Στην παρουσίασή της, η Margee Ensign πρόσθεσε [8]:

Να πως ήταν η χώρα το 1994:

  • Πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι – κυρίως Τούτσι – σφαγιάστηκαν
  • Αποδεκατίστηκαν οι υποδομές
  • Καταστράφηκε η κοινωνική συνοχή
  • Εξαλείφθηκαν όλοι οι βασικοί τομείς της χώρας: εκπαίδευση, γεωργία, υγεία, δικαιοσύνη και οικονομία

Τα τελευταία 18 χρόνια, επιτεύχθηκαν πολλά όσον αφορά την συμφιλίωση και την κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη.

Γνωρίζοντας τη σημασία της εθνικής συμφιλίωσης, η νέα κυβέρνηση επειγόταν να δείξει στους επιζώντες και στη διεθνή κοινότητα την ύπαρξη και αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης. Για την δίωξη όλων όσοι ενεπλάκησαν στη γενοκτονία, περίπου 2 εκατομμύρια άνθρωποι, θα χρειάζονταν πολλά χρόνια βάσει του σύγχρονου δικαστικού συστήματος. Η κυβέρνηση εισήγαγε το θεσμό των παραδοσιακών δικαστηρίων Γκακάκα [9] το 2001.

Ο Jean-Baptiste Kayigamba εξήγησε τα γκακάκα [10] στο newint.org [en]:

Κατά τις δίκες αυτές, οι κατηγορούμενοι λάμβαναν μικρότερες σε διάρκεια καταδίκες, σε αντάλλαγμα ομολογούσαν και ενθαρρύνονταν να ζητήσουν συγχώρεση από την οικογένεια του θύματος. Οι επιζώντες μπορούν τέλος να ανακαλύψουν πώς σκοτώθηκαν οι αγαπημένοι τους και πού βρίσκονται τα απομεινάρια τους.

Ο Will Jones παρέθεσε τα συμπεράσματά του [en] [11] σχετικά με το έργο και τα αποτελέσματα των γκακάκα:

Τον Ιούνιο του έτους αυτού, η Ρουάντα ολοκλήρωσε ένα πείραμα δίχως προηγούμενο σε όλο τον κόσμο στον τομέα της μεταπολεμικής δικαιοσύνης. Από το 2001, περίπου 11.000 δικαστήρια σε κάθε γωνιά της Ρουάντα συνέρχονταν για να διεκπεραιώσουν τη σωρεία εγκλημάτων που άφησε πίσω της η γενοκτονία της Ρουάντα, στην οποία δολοφονήθηκαν μεθοδευμένα περίπου 800.000 Τούτσι από Χούτου και Τούα. Τα δικαστήρια αυτά γίνονταν εβδομαδιαία. Ανέλαβαν περίπου 1,9 εκατομμύριο υποθέσεις, περίπου 400.000 υπόνοιες διαπράξεων γενοκτονίας. Αυτό έγινε με κόστος περίπου 40 εκατομμυρίων δολαρίων.

Μετά τη λήξη της γενοκτονίας της Ρουάντα, η χώρα έχει κάνει σημαντική κοινωνικοοικονομική πρόοδο. Στον τομέα της πολιτικής, η Ρουάντα είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο, όπου στο Κοινοβούλιο έχει περισσότερες γυναίκες απ’ ό,τι άνδρες.

Ωστόσο, τα ρεκόρ της Ρουάντα στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι και τόσο λαμπρά. Στην ετήσια αναφορά της, που υποβλήθηκε τον Μάιο του 2012 στην Επιτροπή του ΟΗΕ εναντίον των βασανιστηρίων, που αποκηρύσσει τη χρήση βασανιστηρίων και άλλων επιβλαβών πρακτικών ανά τον κόσμο, η Διεθνής Αμνηστία είχε ως δακτυλοδεικτούμενο το καθεστώς του Προέδρου Πολ Καγκάμε. Συζητώντας τα στοιχεία, η ιστοσελίδα jambonews.net σημείωσε [en] [12]:

Η οργάνωση κατέγραψε 18 κατηγορίες βασανισμών και άλλων επιβλαβών πρακτικών. Υπογράμμισε επίσης περιπτώσεις βίαιων εξαφανίσεων, παράνομων κρατήσεων και έλλειψης πρόσβασης σε δικηγόρους, μέλη οικογενείας και ιατρική βοήθεια, αντίθετα με τη Συνθήκη εναντίον των Βασανιστηρίων και άλλων Σκληρών, Απάνθρωπων ή Απαξιωτικών Συμπεριφορών ή Τιμωρίας (CAT).

Οι εθνο-φυλετικές διακρίσεις και εντάσεις μετά την ανεξαρτησία της χώρας οδήγησαν στη γενοκτονία του 1994 εναντίον των Τούτσι. Υπολογίζεται πως περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους μέσα σε διάστημα 100 ημερών.