
Ο Συνταγματάρχης Paulo Malhães καταθέτει στην Εθνική Επιτροπή Αλήθειας της Βραζιλίας τον Μάρτιο του 2014. Φωτογραφία: Marcelo Oliveira / ASCOM – CNV
[Όλοι οι σύνδεσμοι οδηγούν σε σελίδες στα πορτογαλικά]
Στα τέλη Μαρτίου, ο συνταγματάρχης απόστρατος Paulo Malhães έφτασε στο κτίριο της Εθνικής Επιτροπής Αλήθειας της Βραζιλίας (CNV) καθισμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο και φορώντας γυαλιά ηλίου. Επρόκειτο να ξεκινήσει μία από τις πιο ισχυρές καταθέσεις που έχουν ακουστεί μέχρι στιγμής για την περίοδο της δικτατορίας της χώρας, η οποία διήρκεσε από τις 31 Μαρτίου 1964 έως τις 15 Μαρτίου 1985.
Μόλις ένα μήνα αργότερα, στις 25 Απριλίου 2014, ο ομολογήσας βασανιστής και δολοφόνος βρέθηκε νεκρός. Σύμφωνα με πληροφορίες που δημοσίευσε η αστυνομία, ο Malhães, με τη σύζυγό του και έναν υπάλληλο, κρατούνταν όμηροι από τρεις άνδρες στην κατοικία του Malhães στη Νόβα Ιγκουασού του Ρίο ντε Τζανέιρο.
Η αστυνομία εξετάζει τις θεωρίες καταστροφής αρχείων, εκδίκησης και ένοπλης ληστείας, καθώς οι ληστές τράπηκαν σε φυγή με την προσωπική συλλογή όπλων του συνταγματάρχη, ως πιθανά κίνητρα για το έγκλημα. Η έκθεση του ιατροδικαστή υπέδειξε θάνατο από φυσικά αίτια. Η οικογένεια έχει ήδη επιβεβαιώσει ότι ο 76χρονος Malhães έπασχε από καρδιακή πάθηση. Η σύζυγος του συνταγματάρχη και ο υπάλληλός του έμειναν ζωντανοί.
Παρόλα αυτά, το CNV ζήτησε από την ομοσπονδιακή αστυνομία να συμμετάσχει στην έρευνα της υπόθεσης.
Ομολογία χωρίς μετάνοια
Σύμφωνα με πληροφορίες που δημοσίευσε το περιοδικό Carta Capital, κατά τη διάρκεια «ιδιωτικών καταθέσεων» ο Malhães κατέθεσε ότι φοβόταν για τη ζωή του. Ο συνταγματάρχης αρνήθηκε να δώσει ονόματα κυβερνητικών πρακτόρων, που συνεργάστηκαν μαζί του κατά τη διάρκεια του στρατιωτικού καθεστώτος, ισχυριζόμενος ότι «δεν μπορούσε να του διαφύγουν τα ονόματα, επειδή θα έθετε σε κίνδυνο τη ζωή του».
Στις καταθέσεις που έδωσε στην Επιτροπή Αλήθειας του Σάο Πάολο και στην Εθνική Επιτροπή Αλήθειας, ο Malhães ομολόγησε και περιέγραψε την πρακτική των βασανιστηρίων, των δολοφονιών και της απόρριψης των σορών, η οποία περιελάμβανε την αφαίρεση οδοντικών τόξων και τον ακρωτηριασμό σωμάτων για να καταστεί πιο δύσκολη η αναγνώριση. Τον περασμένο Φεβρουάριο, ανέλαβε την ευθύνη για την εξαφάνιση της σορού του πολιτειακού βουλευτή Rubens Paiva, μια πολύ γνωστή υπόθεση από την εποχή της δικτατορίας, αλλά λίγο αργότερα ανακάλεσε την κατάθεσή του.
Όταν ρωτήθηκε πόσους ανθρώπους είχε σκοτώσει, ο συνταγματάρχης απάντησε ψυχρά: «Όσους ήταν απαραίτητο». Από την έναρξη της αποστολής της CNV το 2012, ο Malhães ήταν ο πέμπτος πράκτορας που κατέθεσε ενώπιον δημόσιου κοινού, ο δεύτερος που παραδέχτηκε την επαναλαμβανόμενη πρακτική βασανιστηρίων και ο πρώτος που ομολόγησε τη συμμετοχή του σε τέτοια εγκλήματα.
Δεν παραδέχτηκε ποτέ τη λύπη του. Αντιθέτως, μόλις ξεκίνησε η ακροαματική διαδικασία, δήλωσε:
Como faço com tudo na vida, eu dei o melhor de mim naquela função. […] Eu cumpri o meu dever. Não me arrependo.
Όπως κάνω με όλα στη ζωή, έδωσα τον καλύτερό μου εαυτό σε αυτή τη δουλειά. […] Εκπλήρωσα το καθήκον μου. Δεν το μετανιώνω.
«Η δικαιοσύνη στα χέρια σου»
Ο θάνατος του Malhães ανάγκασε τη Βραζιλία να δει τη δικτατορία της ως μια εποχή που, ίσως, δεν έχει τελειώσει. Επίσης, έδωσε αφορμή για μια συζήτηση σχετικά με τους εγκληματίες του πρόσφατου παρελθόντος, που δεν τιμωρήθηκαν ποτέ. Ο νόμος περί αμνηστίας, που εξακολουθεί να ισχύει στη χώρα, δεν επιτρέπει τη δίκη των βασανιστών.
Ο blogger και ακτιβιστής Douglas Belchior – γνωστός ως Negro Belchior – είπε ότι λυπάται για τον θάνατο του βασανιστή, υπενθυμίζοντας το κύμα λαϊκής δικαιοσύνης, που εξαπλώθηκε σε όλες τις πόλεις της Βραζιλίας στις αρχές του 2014:
Foi acerto de contas por parte de grupos ligados a resistência à ditadura? Foi vingança por parte de família e amigos de algum torturado? Não acredito. É mais razoável imaginar que se trata de uma ação com a intenção de intimidar possíveis futuros delatores das atrocidades cometidas pelas forças oficiais do Estado durante os anos da repressão.
Mas, quero tratar aqui da mensagem que fica: A ideia da justiça feita pelas próprias mãos. Assassinatos, torturas, desaparecimentos e linchamentos cada vez mais frequentes e banalizados, a começar pela ação das polícias, cujos exemplos não faltam. E que agora se vê promovido por “populares”.
O discurso fascista se fortalece: “É a ausência da lei! Bandido faz o que quer e a população se sente desprotegida. A tendência é que façam justiça com as próprias mãos!”
Ήταν ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών, που ανέλαβαν ομάδες αντίστασης, που σχετίζονταν με τη δικτατορία; Ήταν εκδίκηση από την οικογένεια και τους φίλους ενός θύματος βασανιστηρίων; Δεν το πιστεύω. Είναι πιο λογικό να φανταστούμε ότι πρόκειται για μια ενέργεια με μοναδικό σκοπό τον εκφοβισμό πιθανών μελλοντικών πληροφοριοδοτών για τις φρικαλεότητες, που διέπραξαν οι επίσημες δυνάμεις του κράτους κατά τη διάρκεια των ετών της καταστολής.
Αλλά θέλω να μιλήσω εδώ για το μήνυμα που παραμένει: την ιδέα της δικαιοσύνης στα χέρια μας. Δολοφονίες, βασανιστήρια, εξαφανίσεις και λιντσαρίσματα, πιο συχνά κάθε φορά και πιο ασήμαντα, ξεκινώντας από αστυνομικές ενέργειες, των οποίων τα παραδείγματα δεν μας λείπουν. Και αυτά τώρα προωθούνται από τον «λαό».
Ο φασιστικός λόγος ενισχύεται: «Είναι η απουσία νόμου! Ο εγκληματίας κάνει ό,τι θέλει και ο πληθυσμός αισθάνεται απροστάτευτος. Η τάση είναι να παίρνεις τη δικαιοσύνη στα χέρια σου».