- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Κούρδος ανταποκριτής βρίσκεται αντιμέτωπος με ποινή φυλάκισης στην Τουρκία για δημοσιεύσεις στο Twitter και Facebook

Κατηγορίες: Τουρκία, Ανθρώπινα Δικαιώματα, Λογοκρισία, Μέσα & δημοσιογραφία, Μέσα των πολιτών, Πόλεμος - Συγκρούσεις, Πολιτική, GV Advocacy
On 26 July 2015, Turkish police special forces stormed Gazi Cemevi, a place of worship for Alawites, with tear gas and rifles at Istanbul’s Gazi neighbourhood. The operation aimed at confiscating the body of Günay Özarslan, who was killed in a police raid two days before --public funerals is a form of protest for the minorities in Turkey. Photo by Hayri Tunç.

Στις 26 Ιουλίου 2015, Τουρκικές ειδικές δυνάμεις εισέβαλαν στο Gazi Cemevi, τόπο λατρείας για τους Αλαουίτες, με δακρυγόνα και όπλα. Η επιχείρηση στόχο είχε την κατάσχεση της σορού του Günay Özarslan, που σκοτώθηκε σε επιδρομή της αστυνομίας δύο μέρες πριν. Οι δημόσιες κηδείες αποτελούν αφορμή διαμαρτυρίας για τις μειονότητες στην Τουρκία. Η φωτογραφία είναι του Hayri Tunç.

Οργανώσεις για τα Δικαιώματα εδώ και καιρό κάνουν αναφορά [1]για την “πορεία της Τουρκίας προς τον αυταρχισμό”. Η ιστορία του φυλακισμένου Κούρδου δημοσιογράφου υπογραμμίζει τη δυσχερή θέση των δύο ομάδων – την εθνοτική μειονότητα των Κούρδων και των εργαζομένων στα μέσα ενημέρωσης – που έχουν πληγεί περισσότερο από την τάση αυτή.

Ο Hayri Tunç, Κούρδος δημοσιογράφος από την ανεξάρτητη ιστοσελίδα ειδήσεων Jiyan [2], αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης πολλών ετών για επτά tweets, 11 δημοσιεύσεις στο Facebook και 2 βίντεο στο YouTube.

Βασισμένο στο υλικό των εν λόγω δημοσιεύσεων, Δικαστήριο στη Κωνσταντινούπολη τον παρέπεμψε για προφυλάκιση στις φυλακές Σηλυβρίας [3] τον Φεβρουάριο, με την κατηγορία για “τρομοκρατική προπαγάνδα”, “υποκίνηση εγκληματικών πράξεων” και “εξύμνηση εγκληματικών πράξεων”.

Λαμβάνοντας υπόψη πολλαπλές περιπτώσεις, οι κατηγορίες που παρατάχθηκαν μπορούν να οδηγήσουν σε φυλάκιση πάνω από 20 χρόνια, ωστόσο, δεδομένου του γεγονότος πως ο Tunç δεν έχει προηγούμενο ποινικό μητρώο, οποιαδήποτε απόφαση πιθανότατα να είναι μικρότερη.

Μέχρι πρόσφατα, το πεδίο ενδιαφέροντος του Tunç ήταν η αποκάλυψη ιστοριών αποκλεισμού και πάλης στις φτωχογειτονιές της Κωνσταντινούπολης, όπου επί δεκαετίες διαμένει η κουρδική μειονότητα.

Ως δημοσιογράφος που ασχολείται με βίντεο, διαπρέπει στην τεκμηρίωση συγκρούσεων μεταξύ αριστερών διαδηλωτών και τούρκικης αστυνομίας.

Βίντεο από το δικό του κανάλι στο YouTube [4] έχουν αγγίξει χιλιάδες θεατές και έχουν παρουσιαστεί σε σημαντικά μέσα όπως το ρωσικό RT και το γαλλικό France 24.

Το προσωπικό Twitter feed [5] του Tunç αποτελεί μία ανεξάρτητη υπηρεσία πληροφόρησης για 13,6 χιλιάδες ακόλουθους, χάρη στις αναφορές του και για την άλλη πλευρά της κουρδικής σύγκρουσης.

Από πέρυσι το καλοκαίρι, όταν μία χαμηλής έντασης σύγκρουση μεταξύ της κουρδικής ένοπλης ομάδας του PKK και του τουρκικού κράτους κλιμακώθηκε σε ολομέτωπο ανταρτοπόλεμο, η τουρκική κυβέρνηση επέβαλε τη λογοκρισία σε κουρδικά ΜΜΕ, [6] απαγορεύοντας τη λειτουργία σε πάνω από εκατό ανεξάρτητες ειδησεογραφικές ιστοσελίδες, μεταξύ των οποίων και την Jiyan [7].

(Ενημέρωση: ο συγγραφέας αυτού του άρθρου δεν είναι συντάκτης της Jiyan).

Μεταξύ των υποκειμένων στις πολλαπλές αιτήσεις κατάργησης από πλευράς Τουρκίας προς το Twitter ήταν σημαντικοί Κούρδοι δημοσιογράφοι, συμπεριλαμβανομένου του Hayri Tunç.

Ο λογαριασμός του Tunç κυριάρχησε τρεις φορές σε τέτοιου τύπου αιτήσεις, σύμφωνα με τα στοιχεία που αναφέρθηκαν από ακτιβιστές για τα δικαιώματα στο κυβερνοχώρο και τον καθηγητή νομικής του Πανεπιστημίου Bilgi στη Κωνσταντινούπολη, Yaman Akdeniz: για πρώτη φορά τον Αύγουστο [8], μετά το Σεπτέμβρη [9]και άλλη μία τον Ιανουάριο [10].

Αυτή η επιμονή οδήγησε τη Τουρκία στο να γίνει  ο κορυφαίος παγκόσμιος λογοκριτής του Twitter [11].

To Facebook είναι λιγότερο διαφανές στο να αποκαλύψει τις αιτήσεις της κυβέρνησης, ωστόσο ο Tunç ανέφερε πως έχασε την πρόσβαση στο λογαριασμό του πολλές φορές, ενώ το Instagram αφαίρεσε τις φωτογραφίες του [12] που τεκμηρίωναν τις συγκρούσεις στη Κωνσταντινούπολη.

Παρόλα ταύτα, όταν τα επανειλημμένα αιτήματα λογοκρισίας της κυβέρνησης απέτυχαν να φιμώσουν τον Tunç, κυρίως επειδή το Twitter συνήθως αποτυγχάνει να συμμορφωθεί [13] σε αιτήματα κατάργησης που αφορούν δημοσιογραφικό περιεχόμενο, η αστυνομία έκανε έφοδο στο σπίτι του τον Οκτώβρη και τον έθεσε υπό κράτηση, επειδή “αποτελεί μέλος μιας τρομοκρατικής οργάνωσης και για ” διάδοση τρομοκρατικής προπαγάνδας”.

Κατηγορήθηκε ακόμη και [14] για “πολυθεϊσμό” κατά τη διάρκεια της αστυνομικής ανάκρισης.

Είναι ξεκάθαρο πως ο Tunç τιμωρείται για τις αναφορές της σύγκρουσης σε πραγματικό χρόνο, με tweets [15] όπως το παρακάτω, από τον Ιούλιο του 2015:

Η YDG [νεανική υποομάδα του PKK] δήλωσε πως έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια απελευθέρωσης του Alipaşa στην Αμέντ [Κουρδικό όνομα για τη πόλη Ντιγιάρμπακιρ, ανατολικά της Τουρκίας].

Το συγκεκριμένο tweet παρείχε οπτικές ενδείξεις για τον επερχόμενο αστικό πόλεμο, μόλις ένα μήνα πριν ο Τούρκος διοικητής της πόλης εκδώσει απαγόρευση κυκλοφορίας.

Το Δεκέμβρη, τεκμηρίωσε σε ένα βίντεο στο YouTube [17] πώς η πολύμηνη απαγόρευση κυκλοφορίας στην Ανατολή προκάλεσε συγκρούσεις με την αστυνομία (από το 1:45) στις κουρδικές γειτονιές της Κωνσταντινούπολης.

Όλο αυτό το υλικό περιλαμβάνεται στο νομικό έγγραφο του κατηγορητηρίου, που επανεξετάστηκε από τον συγγραφέα, ως απόδειξη “τρομοκρατικής προπαγάνδας” και “συνέργειας και δοξασίας εγκληματικών πράξεων”.

Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που στη Τουρκία αναφορές δημοσιογράφου στο PKK οδήγησαν στη φυλακή.

Τον περασμένο Αύγουστο, οι ανταποκριτές του Vice News Jake Hanrahan, Philip Pendlebury, και ο συνάδελφος τους Mohammed Ismael Rasool συνελήφθησαν για παρόμοιες “κατηγορίες τρομοκρατίας [18]“. Ο Hanrahan και ο Pendlebury απελάθηκαν, ενώ ο Rasool αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση, αφού πέρασε πάνω από τέσσερις μήνες στη φυλακή [19].

Ωστόσο Κούρδοι δημοσιογράφοι αντιμετωπίζουν τέτοιες απειλές καθημερινά στη Τουρκία.

Σύμφωνα με την Επιτροπή Προστασίας των Δημοσιογράφων (CPJ), τουλάχιστον 7 Κούρδοι [20]δημοσιογράφοι συνελήφθησαν στη Τουρκία τους τελευταίους τρεις μήνες και ένας άλλος πέθανε [21] σε ένα υπόγειο στη Σιζρέ, μία κουρδική πόλη υπό απαγόρευση κυκλοφορίας, καθώς κάλυπτε προσπάθειες βοήθειας τραυματισμένων ανθρώπων κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων.

Όσο αναφορά τις διώξεις δημοσιογράφων από πλευρά Τουρκίας για “κατηγορίες τρομοκρατίας”, η CPJ ανέφερε [22]νωρίτερα ότι “ασαφείς αντιτρομοκρατικοί και νόμοι του ποινικού κώδικα επέτρεψαν στις Τουρκικές αρχές να συγχέουν την κάλυψη των απαγορευμένων ομάδων και την διερεύνηση ευαίσθητων θεμάτων με την απόλυτη τρομοκρατική και αντικρατική δραστηριότητα”.

Μετά τη σύλληψη του Tunç, η CPJ προειδοποίησε [23] περαιτέρω πως “η Τουρκία έχει ανανεώσει τη τακτική της να φυλακίζει δημοσιογράφους που εκφράζουν κριτική, σε αντίποινα για το έργο τους”.

Όταν ο αριθμός των απαγορευμένων δικτυακών τόπων [24] τον περασμένο Οκτώβρη στη Τουρκία ξεπέρασε τους 100.000, ομάδες υπεράσπισης της ελευθερίας του διαδικτύου απαίτησαν [25] από τη Τουρκική κυβέρνηση να παύσει την διαδικτυακή λογοκρισία των ανεξάρτητων ειδησεογραφικών οργανισμών και των πολιτών – δημοσιογράφων.

Πριν ξεκινήσει αυτή η μαζική λογοκρισία, η ίδια κυβέρνηση υπήρξε ο χειρότερος δεσμοφύλακας των δημοσιογράφων για δύο συναπτά έτη, το 2012 [26] και 2013 [27].

Η περίπτωση του Hayri Tunç μας υπενθυμίζει πόσο σημαντική είναι η ανεξαρτησία των δημοσιογράφων στη Τουρκία, πόσο σημαντικό είναι να εξαπλωθούν οι ειδήσεις μέσα από τα κοινωνικά μέσα ενημέρωσης, αλλά και επίσης πόσο εύκολο είναι για την τουρκική Κυβέρνηση να λογοκρίνει και να φυλακίζει δημοσιογράφους, χωρίς την επιδίωξη σοβαρών ακυρώσεων τέτοιων καταδικών από τους Δυτικούς εταίρους της Άγκυρας.

Η πρώτη ακρόαση της υπόθεσης Tunç πραγματοποιήθηκε 11 Μαρτίου στην Κωνσταντινούπολη.