Μια Σύρια αναρωτιέται: “Είμαι ικανή να σκοτώσω;”

This 2012 photograph shows a Syrian boy holding anti-aircraft rounds up to the camera and smiling in the newly liberated town of Marayan in northern Syria. Photograph by Syria Freedom, shared on flickr and used under (CC BY 2.0

Αυτή η φωτογραφία από το 2012 δείχνει ένα αγόρι από τη Συρία να κρατά αντιαεροπορικά φυσίγγια και να χαμογελάει στο φωτογραφικό φακό, στην πόλη Μαραγιάν στη βόρεια Συρία. Φωτογραφία: Syria Freedom, κοινοποιήθηκε στο flickr και χρησιμοποιείται με άδεια CC BY 2.0.

Η δημοσίευση αυτή αποτελεί τμήμα ενός ειδικού αφιερώματος από άρθρα της blogger και ακτιβίστριας Marcell Shehwaro, η οποία περιγράφει την πραγματικότητα της ζωής στη Συρία κατά τη διάρκεια της συνεχιζόμενης ένοπλης διαμάχης μεταξύ των δυνάμεων υπέρ του τωρινού καθεστώτος και αυτών που αποζητούν την κατάρρευσή του.

Είμαι ικανή να σκοτώσω;

Αν κάποιος μου είχε κάνει την ερώτηση αυτή πριν από πέντε χρόνια, όταν ήμουν ένα άτομο που διακοσμούσε το γραφείο της με τη ρήση του Ιησού προς τον Πέτρο “Βάλε το μαχαίρι σου πίσω εις την θέσιν του, διότι όσοι επήραν μαχαίρι εναντίον του πλησίον των, θα πεθάνουν με μαχαίρι”, πιθανότατα θα είχα απαντήσει ταχύτατα και αφελώς: “Αδύνατον! Ούτε έχω την ικανότητα ούτε την επιθυμία να τερματίσω τη ζωή κάποιου. Και χωρίς περαιτέρω σκέψη πιθανότατα θα είχα προσθέσει: “Όποιος κι αν είναι αυτός, ό,τι φρικαλεότητες μπορεί να έχει διαπράξει”.

Πάντοτε μας αρέσει να σκεφτόμαστε ότι είμαστε ωραίοι. Δεν στοχεύουμε να μυρίζουμε θάνατο, θεωρούμε ότι είμαστε οι αγγελιαφόροι της ζωής. Μας αρέσει να σκεφτόμαστε ότι είμαστε σε αυτό τον πλανήτη για να τον κάνουμε ένα καλύτερο μέρος. Ότι είμαστε εδώ για έναν ανώτερο σκοπό. Ότι είμαστε ζωντανοί για να υμνούμε τις ζωές των άλλων και να εμπλουτιζόμαστε από αυτές, όχι να τις εξευτελίζουμε και να τις αφαιρούμε. Πριν από πέντε χρόνια, δεν ήμουν υπέρ της έκτρωσης ή της θανατικής ποινής. Μισούσα τα όπλα και τη βία και πίστευα ότι η αλλαγή καμώνεται με αγάπη.

Σήμερα, δεν ξέρω πλέον σε τι να πιστέψω. Είναι ο πόλεμος. Το να ζεις στο μεταίχμιο μεταξύ ζωής και θανάτου συνέχεια. Ή θα χρειαζόσουν ένα ένστικτο επιβίωσης που να σε ωθεί πάντοτε προς τον αναπόφευκτο θάνατο του εχθρού σου είτε θα παραδινόσουν. Ένας από τους δυο πρέπει να πεθάνει και να θριαμβεύσει ο άλλος. Η βία επανακαθόρισε τα πάντα: τις ελπίδες, τα πιστεύω μας, την εμπιστοσύνη μας στον κόσμο. Πολύ νωρίς, έπρεπε να ξανασκεφτώ απαντήσεις σε πολλές ερωτήσεις γεμάτες βία: Είμαι δολοφόνος; Είμαι ικανή να σκοτώσω; Θέλω να σκοτώσω;

“Πριν από πέντε χρόνια, δεν ήμουν υπέρ της έκτρωσης ή της θανατικής ποινής. Μισούσα τα όπλα και τη βία και πίστευα ότι η αλλαγή καμώνεται με αγάπη. Σήμερα, δεν ξέρω πλέον σε τι να πιστέψω.”

Το πρώτο σοκ ήρθε όταν άνοιξαν πυρ προς το μέρος μας, προς το μέρος μιας ομάδας εντελώς ειρηνικών διαδηλωτών. Στέκονταν εκεί: μοιάζανε με μας στα πάντα, εκτός από το όνειρο. Μιλούσαν τη γλώσσα μας, κάποιοι από αυτούς ήταν ακόμα και από την ίδια πόλη με μας. Έπρεπε να αποδεχτώ ότι ο δολοφόνος είναι ένα άτομο σαν και μένα. Ίσως μέχρι χτες να συχνάζαμε στα ίδια μέρα και να χορεύαμε με τα ίδια τραγούδια. Ίσως ο δολοφόνος αυτός να ήταν ερωτευμένος με την Παλιά Πόλη του Χαλεπιού, όπως κι εγώ. Ίσως είχε κοπέλα, που να είχε γνωρίσει σε κάποια καφετέρια ή στο πανεπιστήμιο. Πώς έγινε ξαφνικά δολοφόνος, με εντολές του Σουλτάνου; Από πού προήλθε αυτή η ετοιμότητα να σκοτώσει; Πώς μπορεί ένα άτομο, που δε φαίνεται να έχει κάποιο προσωπικό κέρδος από το σύστημα, να μετατρέπεται σε μια τέτοια δολοφονική μηχανή; Ήθελα να πιστεύω ότι ήμουν καλύτερη από αυτό το τέρας. Ότι κανείς άνθρωπος και καμιά ιδεολογία δεν θα με έπειθε ποτέ να κάνω κάτι τέτοιο.

Το ερώτημα επανήλθε, όταν πυροβόλησαν τη μητέρα μου και ξανά όταν ήμουν υπό έρευνα. Τότε, ευχήθηκα να πεθάνει ο ερευνητής, ειδικά αφότου απείλησε να βλάψει την οικογένειά μου. Πραγματικά δεν μπορούσα να κρίνω αν ο κόσμος θα ήταν καλύτερος, αν το άτομο αυτό έπαυε να υπάρχει. Ευχήθηκα το θάνατό του και ένιωσα ντροπή για αυτό. Ο νέος μου εαυτός θεωρεί ότι ο θάνατος ορισμένων ανθρώπων μπορεί και να είναι κέρδος για την υπόλοιπη ανθρωπότητα; Κι όχι ότι κάθε μία ζωή είναι “ιερή”; Κι ότι το να σκοτώσεις κάποιον μπορεί να σώσει χιλιάδες ζωές; Φυσικά, ευχόμουν ξανά και ξανά για το θάνατο του Μπασάρ Αλ Άσαντ — το ονειρεύτηκα κιόλας πολλές φορές. Έπαιζα υποσυνείδητα το Θεό, αποφασίζοντας ποιος είχε το δικαίωμα να ζήσει και ποιος όχι; Σίγουρα! Περιβαλλόμουν από υπέροχους ήρωες, που έπεφταν νεκροί λόγω της βίας ανθρώπων που υποτίθεται πίστευα πως είχαν δικαίωμα να ζουν. Η εξίσωση ήταν πολύ δύσκολη. Αχ, πόσο είχα αλλάξει! Και πόσο άλλαξε η ωριμότητα αυτή την αφελή ρομαντική ιδέα πως ο κόσμος θα αλλάξει με αγάπη.

Όλα αυτά ασκούσαν λιγότερη πίεση από το να ζεις στη γραμμή του πυρός. Από εκεί, βλέπαμε το στρατό μόλις λίγα βήματα μακριά από τα σπίτια μας. Επιλέξαμε τις τοποθεσίες αυτές, γιατί ήταν λιγότερο πιθανό να αποτελέσουν στόχους αεροπορικών επιθέσεων. Από το στρατό αυτό, που μας βομβαρδίζει μέρα-νύχτα. Υπήρχε ένα σημείο ελέγχου κοντά, όπου μπορούσαμε να τους δούμε να πίνουν τσάι και και να τους ακούμε να μας βρίζουν στα γουόκι-τόκι τους, στο Χαλέπι τα λέμε “γροθιές”. Το σύνηθες μαύρο χιούμορ στο σπίτι μας ήταν το τι θα κάναμε, αν έμπαινε ο στρατός μέσα. Όπως και με καθετί τρομακτικό, χρειαζόταν να το αντιμετωπίσουμε με χιούμορ για να αποσιωπήσουμε το φόβο. Ένας φίλος μάς ζήτησε να μην τον ξυπνήσουμε, αν έμπαινε ο στρατός, κι ένας άλλος είπε ότι θα πηδούσε από το μπαλκόνι, ενώ εγώ θα ισχυριζόμουν ότι έπεσα θύμα απαγωγής από τους φίλους μου.

Το σύνηθες μαύρο χιούμορ στο σπίτι μας ήταν το τι θα κάναμε, αν έμπαινε ο στρατός μέσα. Όπως και με καθετί τρομακτικό, χρειαζόταν να το αντιμετωπίσουμε με χιούμορ για να αποσιωπήσουμε το φόβο. Ένας φίλος μάς ζήτησε να μην τον ξυπνήσουμε, αν έμπαινε ο στρατός, κι ένας άλλος είπε ότι θα πηδούσε από το μπαλκόνι…”

Ένας είπε ότι θα χρησιμοποιούσε όπλο και θα τους πολεμούσε μέχρι θανάτου κι ένας άλλο είπε ότι κάλλιο να ανατιναζόταν, από το να τον συλλάβουν ζωντανό. Εδώ μας φτάνουν οι εικόνες του θανάτου από μαρτύρια. Ψιθύρισα: Δεν νομίζω ότι είμαι ικανή να διαπράξω φόνο. Επικράτησε σιγή κι έπειτα όλοι άρχισαν να γελάνε με τον “τρόπο εκφοράς της πρότασής μου”. Ένας από αυτούς αποκρίθηκε, με τη βαριά προφορά του Χαλεπιού: Τι είπες, αδελφή; Επανέλαβα την απάντηση, έχοντας την αυτοπεποίθηση ενός ανθρώπου που πιστεύει στην ηθικότητα της πράξης της: Δε θα σκοτώσω!

Κι έτσι ξεκίνησε μια συζήτηση που θα κρατούσε ώρες, μέχρι που κάποιος τους με ρώτησε: Κι αν ο στρατιώτης πήγαινε να σε σκοτώσει; Απάντησα: Tότε θα πέθαινα. Καλύτερα να είμαι το θύμα παρά ο δολοφόνος. Συνέχισε: Κι αν ο στρατιώτης πήγαινε να σκοτώσει εμένα; Κι αν μπορούσες να με σώσεις; Κι αν ο στρατιώτης πήγαινε προς το σπίτι των γειτόνων να σκοτώσει την Aiisha; Η Aiisha ήταν η κόρη των γειτόνων, που χτυπούσε κάθε μέρα την πόρτα μας για να μαζέψει πλαστικά μπουκάλια. Ήταν τόσο μικρή, που δεν την έβλεπες από το ματάκι της πόρτας.

Δεν μπορούσα να γνωρίζω αν ήμουν πράγματι ικανή να αφαιρέσω μια ζωή αλλουνού και δεν ήμουν σίγουρη αν η ανικανότητα αυτή δεν ήταν από μόνη της άλλη μια μορφή δολοφονίας. Έχω αλλάξει, έχω παραμορφωθεί πλέον. Πρόκειται μάλλον για μια λογική εξήγηση ή απλά ωρίμασα.

Η βία αυξανόταν. Πύραυλοι σκουντ, αυτοσχέδιες βόμβες-βαρέλια, ρουκέτες, οβίδες, φίλοι να πεθαίνουν από βασανιστήρια. Και με κάθε ιστορία που θυμόμουν (ή δε θυμόμουν, το μυαλό μου με αποτρέπει και καταπιέζει τις μνήμες αυτές), ολοένα και συρρικνωνόταν η βεβαιότητα πως ήμουν ένα άτομο που δεν σκοτώνει ούτε θέλει να σκοτώσει. Το Ισλαμικό Κράτος αναπτυσσόταν στις απελευθερωμένες περιοχές και ξεκίνησε να απαγάγει δημοσιογράφους, έναν-έναν. Τρέξαμε τότε στους ένοπλους φίλους μας ζητώντας προστασία: μια σημαντική ουσιώδης αντίφαση. Θέλαμε να κρατήσουμε την ηθική μας υπεροχή, η οποία όμως εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό στη βία άλλων, όχι στη μη-βία.

Μέχρι και σήμερα, δεν καταλαβαίνω τον πόλεμο αυτό και τις δολοφονικές του εξισώσεις. Αυτός ο πόλεμος…Δεν ξέρω αν βγάζει στην επιφάνεια το χειρότερο εαυτό σου ή σε αλλάζει. Το άτομο που λήστεψε το σπίτι του γείτονα, αφότου ο γείτονας εγκατέλειψε τη χώρα: δεν πιστεύει ότι θα το είχε κάνει, αν δεν ήταν ο πόλεμος. Το άτομο που εύχεται το θάνατο όλων όσοι δεν μοιράζονται τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις: δε συνειδητοποιεί ότι έκρυβε μέσα του τόσο μίσος.

Τα ερωτήματα και οι αβεβαιότητές μου μπορεί να μη σας ενδιαφέρουν. Μπορεί να είστε εντελώς βέβαιοι, όπως κι εγώ κάποτε, ότι είστε ή δεν είστε ικανοί να διαπράξετε φόνο. Το ερώτημά μου όμως παραμένει: είναι κάθε ζωή “ιερή”; Ακόμα κι η ζωή ενός μαχητή του ISIS, που βασανίζει μέχρι θανάτου άλλους ανθρώπους; Η παθητική παράδοση στο δολοφόνο σου δεν αποτελεί άλλη μια μορφή δολοφονίας; Αυτοκτονίας; Το να βάζεις τέλος στη ζωή σου ή τις ζωές άλλων, που υποτίθεται προστάτευες; Το να ζω συνεχώς παρέα με το θάνατο σε σημείο εξοικείωσης και να περνάω τόση ανησυχία και αβεβαιότητα…Μήπως αυτό είχε ως αποτέλεσμα η απάντηση στο αρχικό μου ερώτημα να είναι πλέον: “Ε λοιπόν, στ’ αλήθεια δεν ξέρω”;

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.