Κατάρρευση πρόσφατης εκδοχής νομοσχεδίου στη Βραζιλία για το ηλεκτρονικό έγκλημα

Brasil's national congress. Photo by Mario Roberto Durán Ortiz via Wikimedia. Released to public domain.

Το κτίριο όπου στεγάζεται η συνέλευση της Γερουσίας της Βραζιλίας. Φωτογραφία από το Mario Roberto Durán Ortiz μέσω Wikimedia, δημοσιευμένη σε δημόσιο διαδικτυακό χώρο.

Ύστερα από την άσκηση έντονων πιέσεων από τους υπέρμαχους των δικαιωμάτων των χρηστών στο Διαδίκτυο, οι εισηγητές της νέας νομοθεσίας για το διαδικτυακό έγκλημα στη Βραζιλία αφαίρεσαν μερικά από τα πιο επίμαχα στοιχεία του νομοσχεδίου στις 11 Απριλίου. Οι επικριτές των τροποποιήσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη πέτυχαν επίσης να εξασφαλίσουν την αναβολή της προκαταρκτικής ψήφου για το τέλος του μήνα.

Οι βελτιώσεις αφορούν ένα καίριας σημασίας μέρος της αναφοράς από την Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής σχετικά με το Ηλεκτρονικό Έγκλημα (CPI dos Crimes Cibernéticos), η οποία δημοσιεύθηκε στις 31 Μαρτίου και θα τροποποιούσε βασικά σημεία του Marco Civil, το ‘νομοσχέδιο δικαιωμάτων’ για το Διαδίκτυο της Βραζιλίας, που έγινε δεκτό με πανηγυρισμούς σε όλο τον κόσμο — το πρώτο παγκοσμίως που αφορά στον τομέα αυτό στα θέματα της προστασίας της διαδικτυακής ελεύθερης έκφρασης, της αμεροληψίας στο Διαδίκτυο και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων.

Η Επιτροπή ιδρύθηκε πέρσι τον Αύγουστο, με στόχο να προτείνει ένα θεσμικό πλαίσιο για να αντιμετωπιστεί πιο αποτελεσματικά το διαδικτυακό έγκλημα.

Η αναφορά έχει προκαλέσει παγκόσμια κριτική από τους υπερασπιστές των ψηφιακών δικαιωμάτων, από τη Βραζιλία και αλλού. Στις 11 Απριλίου, ο Tim Berners-Lee, δημιουργός του Παγκόσμιου Ιστού, απηύθυνε δημοσίως ανοιχτή επιστολή στους Βραζιλιάνους νομοθέτες ζητώντας τους να ”αναθεωρήσουν την αναφορά”. Ένα αίτημα που δημοσιεύθηκε από το Ινστιτούτο για την Τεχνολογία και την Κοινωνία στο Ρίο, έναν οργανισμό ψηφιακών δικαιωμάτων, έχει μαζέψει περισσότερες από 10.000 υπογραφές μέχρι τώρα. Μετά τις επικρίσεις, ο ομοσπονδιακός Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης Espiridiao Amin, ο οποίος είναι ο εισηγητής της επιτροπής, έδωσε στη δημοσιότητα στις 11 Απριλίου μία νέα έκδοση της αναφοράς, με ελάχιστες αλλαγές στα πιο αμφιλεγόμενα σημεία της νομοθεσίας. Αλλά για πολλούς επικριτές, αυτό δε στάθηκε αρκετό για να προστατευθούν οι θεμελιώδεις αρχές του σχεδίου Marco Civil.

Μεταξύ των προτάσεων που εκφράστηκαν στην αναφορά, οι υπερασπιστές των δικαιωμάτων ελεύθερης έκφρασης βρίσκουν τρία ζητήματα ιδιαιτέρως ανησυχητικά: πότε και με ποιο τρόπο οι εφαρμογές του Διαδικτύου θα πρέπει να υποχρεώνονται να αφαιρούν περιεχόμενο, εάν οι υπηρεσίες εφαρμογής και παρακολούθησης του νόμου θα μπορούν να ζητούν από τους παρόχους Διαδικτύου να αποκαλύπτουν τις IP διευθύνσεις των χρηστών χωρίς δικαστική εντολή και αν οι δικαστές θα μπορούν να ζητούν από τους παρόχους να μπλοκάρουν τη διακίνηση δεδομένων σε εφαρμογές σε κάποιες περιπτώσεις.

Το πρώτο ζήτημα είναι αυτό που δέχθηκε τη μεγαλύτερη τροποποίηση στη νέα αναφορά. Στην πρώτη εκδοχή, μία προτεινόμενη αλλαγή στο νομοσχέδιο Marco Civil ζητούσε να αφαιρείται από τις ιστοσελίδες και τα κοινωνικά μέσα συκοφαντικό περιεχόμενο — π.χ. δημοσιεύσεις που αποδεδειγμένα είναι  “επιβλαβείς για την προσωπική τιμή” — μέσα σε 48 ώρες από τη στιγμή που θα λαμβάνουν ειδοποίηση ή αίτημα από ένα πρόσωπο που θίχτηκε από κάτι που ελέχθη — και αυτό, χωρίς δικαστική εντολή.

Στην τωρινή εκδοχή, οι διαδικτυακές εφαρμογές θα πρέπει να αφαιρούν αντίγραφα από το περιεχόμενο που έχει ήδη κριθεί παράνομο από δικαστή, χωρίς την ανάγκη έκδοσης νέας δικαστικής εντολής. Επίσης αφαιρέθηκε η προθεσμία των 48 ωρών.

Το νέο κείμενο του άρθρου 21 του Marco Civil διαβάστηκε ως εξής:

Os provedores de aplicação deverão tomar as providências técnicas, nos limites de suas aplicações, para assegurar que o conteúdo infringente, objeto da ordem judicial ou da notificação de que trata esta Seção, continue indisponível em caso de cópia, dispensada a necessidade de nova ordem judicial ou notificação para a retirada desses novos materiais.

Οι πάροχοι ίντερνετ θα πρέπει να λάβουν τα τεχνικά μέτρα, μέσα στα όρια των δυνατοτήτων τους, έτσι ώστε να εξασφαλίσουν ότι το παραβιαστικό περιεχόμενο, το οποίο υπόκειται σε δικαστική εντολή ή γνωστοποίηση που αναφέρεται σε αυτό το Τμήμα, παραμένει μη διαθέσιμο σε περίπτωση που έχει αναπαραχθεί, απαλείφοντας την ανάγκη για νέα δικαστική εντολή ή γνωστοποίηση για την αφαίρεση του [αναπαραχθέντος] περιεχομένου αυτού.

Στη δικαιολόγηση που δίνεται στην αναφορά, δηλώνεται ότι οι τρέχουσες προϋποθέσεις στο νομοσχέδιο Marco Civil καθιστούν δύσκολη την αφαίρεση επιβλαβούς περιεχομένου όταν αυτό αναπαράγεται — στο Marco Civil αναφέρεται περιφραστικά η “αδιαμφισβήτητη τοποθεσία του υλικού” όταν γίνεται μνεία στην αφαίρεση περιεχομένου. Σύμφωνα με την αναφορά, το τρέχον σύστημα είναι ”άδικο προς το θύμα, το οποίο αναγκάζεται να ζητήσει νέα δικαστική εντολή κάθε φορά που εμφανίζεται το κακόβουλο περιεχόμενο.”

Για την υπέρμαχο των δικαιωμάτων των χρηστών του Ίντερνετ Oficina Antivigilancia, η νέα εκδοχή ενέχει και πάλι κάποιες ανησυχητικές πλευρές:

Nos preocupa o modo como esta obrigação será implementada, principalmente no que tange conteúdos em que o público intencionalmente deseja subverter o bloqueio, uma vez que técnicas sofisticadas (e outras até nem tanto, como “flipar”/espelhar a imagem de vídeos ou acelerar sutilmente a velocidade da reprodução) podem ser muito difíceis de se detectar tecnicamente, ainda mais dado o volume de novas postagens nas principais plataformas como Youtube, Facebook e Twitter.

Μας ανησυχεί σε ό,τι αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα εφαρμοστεί αυτή η δέσμευση, κυρίως όταν πρόκειται για περιεχόμενο την αφαίρεση του οποίου θέλει το κοινό σκόπιμα να υπονομεύσει, αφού εξελιγμένες τεχνικές (και άλλες όχι τόσο πολύ, όπως το αναποδογύρισμα ή το καθρέφτισμα της εικόνας ή η επιτάχυνση της αναπαραγωγής των βίντεο) είναι πολύ δύσκολο να ανιχνευθούν τεχνικά, ιδιαίτερα αν σκεφτούμε τον όγκο των νέων δημοσιεύσεων που ανεβαίνουν στις κύριες πλατφόρμες του Ίντερνετ όπως το Youtube, το Facebook και τοTwitter.

Παρά το προφανές αυτό βήμα προς τα εμπρός, η νέα εκδοχή έχει διατηρήσει τις άλλες δύο αμφιλεγόμενες προτάσεις. Μία άλλη τροποποίηση του Marco Civil θα επιτρέπει τις υπηρεσίες παρακολούθησης και εφαρμογής του νόμου να ζητούν από τους παρόχους ίντερνετ και εφαρμογών να αποκαλύπτουν τις IP διευθύνσεις των χρηστών χωρίς δικαστική εντολή στην περίπτωση που αυτές υπόκεινται σε ποινική έρευνα.

Το άρθρο 10 του σχεδίου Marco Civil, το οποίο μεριμνά για την προστασία των προσωπικών δεδομένων των χρηστών, θα υποστεί την παρακάτω διόρθωση:

A autoridade policial ou Ministério Público poderão requisitar ao provedor de conexão ou aplicação de internet, independentemente de autorização judicial, o endereço IP utilizado para a geração de conteúdo específico objeto de investigação criminal.

Η αστυνομική αρχή ή ο εισαγγελέας μπορεί να ζητήσει από τον πάροχο πρόσβασης στο ίντερνετ ή από τον πάροχο διαδικτυακής εφαρμογής, ανεξαρτήτως δικαστικής εξουσιοδότησης, τη διεύθυνση IP που χρησιμοποιείται για την παραγωγή συγκεκριμένου περιεχομένου που υπόκειται σε ποινική έρευνα.

Η λογική πίσω από αυτή την πρόταση, λέει η αναφορά, είναι ότι “Είναι σημαντικό ενισχύσουμε την ιδέα ότι αυτό που προτείνεται δεν είναι να απελευθερώσουμε την πρόσβαση των αστυνομικών δυνάμεων στα δεδομένα κανενός χρήστη του ίντερνετ…Οι χρήστες του Διαδικτύου που δεν έχουν διαπράξει κάποια εγκληματική πράξη θα έχουν εξασφαλισμένη τη διατήρηση της ιδιωτικότητάς τους. Αλλά εκείνοι που κάνουν χρήση του Διαδικτύου για να διαπράττουν εγκλήματα θα εντοπίζονται αμέσως.”

Για τους υπέρμαχους των δικαιωμάτων των χρηστών του Διαδικτύου, το πρόβλημα σε αυτή την ιδέα έγκειται στο γεγονός ότι εξουδετερώνει τη λογοδοσία που φέρει το δικαστικό σύστημα στην κοινωνία. Πολλές πολιτικές γραμμές κρατών σε όλο τον κόσμο δηλώνουν ότι μόνο ένας δικαστής διαθέτει την κατάρτιση για να καθορίσει αν ένα περιεχόμενο παραβιάζει το νόμο ή όχι, και αν ο χρήστης που το δημιούργησε είναι εγκληματίας ή όχι.

Ο χρήστης του Twitter $diegorrcc είπε:

Νέα αναφορά του νομοσχεδίου #CPICiber εισηγείται πρόσβαση χωρίς την ανάγκη για δικαστική εντολή στη διεύθυνση IP του συντάκτη κειμένου ‘εγκληματικού περιεχομένου’. Ποιος το ορίζει αυτό; (1/2)

Μόνο μία δικαστική εντολή μπορεί να ορίσει εάν το περιεχόμενο ενός λόγου είναι παράνομο. Όχι απλώς η βούληση των αστυνομικών και των εισαγγελέων (2/2) #CPICiber

Τέλος, η αναφορά επίσης διατήρησε το σημείο που λέει ότι το δικαστικό σύστημα μπορεί να ζητήσει από τους παρόχους ίντερνετ να μπλοκάρουν ολόκληρες εφαρμογές του Διαδικτύου και ιστοτόπους. Δεν είναι σαφές σε ποιες περιπτώσεις μπορεί να εφαρμοστεί αυτό το μπλοκάρισμα — απλά λέει ότι οι εφαρμογές που ‘σχετίζονται’ με εγκληματική συμπεριφορά μπορούν να υποβληθούν σε λογοκρισία.

Η βελτίωση επίσης μπορεί να δώσει χώρο σε μία εξαίρεση στην αρχή της ουδετερότητας στο Διαδίκτυο. Το άρθρο 9 του Marco Civil θα υποβληθεί στην παρακάτω διόρθωση:

Esgotadas as alternativas de punição previstas na legislação aplicável sem que se faça cessar conduta considerada criminosa no curso de processo judicial, o juiz poderá obrigar que os provedores de conexão bloqueiem o acesso ao conteúdo ou a aplicações de internet relacionados àquela conduta, consideradas a proporcionalidade, o  alcance da medida, a  gravidade do crime e a celeridade necessária para promover a efetiva cessação da referida conduta.

Η αναφορά δικαιολογεί την πρόταση αυτή ως το μόνο τρόπο με τον οποίο το δικαστικό σύστημα της Βραζιλίας θα μπορούσε να αφαιρέσει εφαρμογές που φιλοξενούνται σε ξένους εξυπηρετητές, στην περίπτωση που παραβιάζουν δικαιώματα που προστατεύονται από το νόμο της χώρας — όπως για παράδειγμα ιστότοποι που παρέχουν υλικό παιδικής πορνογραφίας ή υλικό που έχει κατοχυρωθεί με πνευματικά δικαιώματα.

Στη δικαιολόγησή της η αναφορά λέει:

A solução possível é se determinar aos provedores brasileiros de conexão, que obedecem à jurisdição brasileira, que neguem tráfego ao destino que tenha sido considerado ilegal no curso do processo judicial. Desta forma, ainda que o hospedeiro estrangeiro não possa ser obrigado a apagar o conteúdo ilegal de seus servidores, o acesso a esses será prejudicado pela medida técnica implementada por provedores brasileiros de conexão.

Μία πιθανή λύση είναι να ορίσουμε ότι οι βραζιλιάνικες εταιρείες παροχής υπηρεσιών ίντερνετ, εκείνες που υπόκεινται στο νόμο της Βραζιλίας, αρνούνται την κίνηση δεδομένων προς τον προορισμό που έχει θεωρηθεί παράνομος μέσα από τη δικαστική διαδικασία. Με αυτό τον τρόπο, παρ'όλο που ο ξένος πάροχος δε μπορεί να υποχρεωθεί να αφαιρέσει το παράνομο περιεχόμενο από τους εξυπηρετητές, η πρόσβαση σε αυτόν θα παρεμποδίζεται από τα τεχνικά μέτρα που θα εφαρμόζονται από τους βραζιλιάνικους παρόχους ίντερνετ.

Επίσης λέει ότι η πρακτική αυτή συνηθίζεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Χιλή, κάτι με το οποίο είναι αντίθετοι κάποιοι υπερασπιστές του Διαδικτύου. Επίσης δεν είναι ξεκάθαρο εάν μία τέτοια κατάσταση θα προκαλούσε το μπλοκάρισμα των εφαρμογών που δεν παρέχουν παράνομα τις υπηρεσίες τους, αλλά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για εγκληματικές πράξεις — αυτό ήταν που προκάλεσε το μπλοκάρισμα της εφαρμογής WhatsApp πέρσι στη Βραζιλία.

 

 

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.