Ένα σπίτι ασφαλές από το Φόβο: Το δικό μου Αμερικανικό Όνειρο

Temple Beth El Jefferson City

Η μικρή συναγωγή στο Μισούρι, που η μητέρα μου ακόμη λατρεύει. Από τον Gsevy (Δικό του έργο) [CC BY-SA 4.0], από Wikimedia Commons

Ξεκίνησα να το γράφω τον Ιούνιο του 2015 μετά την επίθεση στην εκκλησία του Τσάρλεστον. Ήταν σαν να είχα χτυπηθεί από ένα κεραυνό, ούσα μάρτυρας σε ένα ακόμα πογκρόμ στη χώρα που έδωσε στην εβραϊκή οικογένειά μου καταφύγιο. Συνειδητοποίησα ότι ζούσα έξω από τα τείχη του shtetl, των παλιών εβραϊκών οικισμών της Ευρώπης, επιτρέποντας τη βία να συνεχίζεται ανεξέλεγκτα, επειδή δε συνέβαινε σε μένα. Αναμάσησα σελίδες και σελίδες λέξεων. Ως κάτοικος Ολλανδίας, αντιμετώπιζα τη δική μου παράλυση στο πρόσωπο εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων που έφθασαν στην Ευρώπη. Ως πολίτης των ΗΠΑ, ένιωθα ότι ήμουνα εκτός της ιστορίας. Κάποια από αυτά όμως είναι εδώ και αναδύονται σε μια στιγμή. Υπάρχει μια συναισθηματική δέσμευση, ακόμα με εμποδίζει η αδυναμία μου να δράσω αποτελεσματικά. Είμαι αηδιασμένη από τα δικά μου όρια. Από την ανάγκη μου να επιβιώνω, να πληρώνω φόρους, να ζω μέσα σε πλαίσια.  

Δεν μαρτυρούσα αυτά τα λόγια μέχρι πριν από λίγο. Άφησα μακρυά τα περισσότερα από αυτά και αυτό είναι ότι έχει απομείνει. Αυτό είναι το Αμερικανικό μου Όνειρο. Είναι το ένα που μου κληροδότησαν οι παππούδες μου: ένα σπίτι ασφαλές από το φόβο.

Τα μελαχρινά παιδιά των μεταναστών 

Υπήρξε μια εποχή, που το να είσαι Εβραίος ήταν μια μορφή μαυρίλας. Όταν οι Εβραίοι είχαν διωχθεί από την ΚΚΚ και έπρεπε να αλλάξουν τα ονόματά τους από Cohen σε Crane ή από Levy σε Johnson: όταν ο Ari έγινε Mark και η Esther, Edith. O εξαιρετικός θείος μου, ο πρώτος από την οικογένειά του που γεννήθηκε στην Αμερική, του άρεσε να λέει μια ιστορία σχετικά με το πώς σαμποτάρισε την πολιτική ενός πολυκαταστήματος που ήταν ενάντια στην πρόσληψη “Έγχρωμων ή Εβραίων”, πουλώντας τις ομπρέλες τους, όταν έβρεχε, και βάζοντας στην τσέπη στη συνέχεια τα χρήματα. Όταν ο πατέρας μου, που ήταν μικρό αγόρι, έπαιζε μπέιζμπολ για το Γυμνάσιο Χιουζ στο Σινσινάτι, οπαδοί της αντίπαλης ομάδας φώναζαν, ”Χιουζ, Χιουζ, αράπηδες και Εβραίοι”. H σχολική επετηρίδα του δείχνει μόλις ένα μικρό και κοκαλιάρικο μελαψό αγόρι.

“Εμείς φαινόμαστε όλοι σαν μαύροι”, μου εξήγησε ο πατέρας μου. Όλα αυτά τα μαυρομάλλικα παιδιά των μεταναστών.

Η μητέρα του, η πολυαγαπημένη μου γιαγιά, αποκαλούσε τους Μαύρους ανθρώπους Schwartzes  - μαύρος, στα γίντις. Παρά τις προκαταλήψεις της, την περνούσαν συχνά για μαύρη και αρκετές φορές της είχαν ζητήσει να καθίσει στο πίσω μέρος του λεωφορείου. Στις μέρες μας, το μόνο μέρος που θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε να σκεφτεί ότι ήταν μαύρη είναι το Σποκάν, η Ουάσιγκτον ή η Ουκρανία.

Members of my family.

Τα μέλη της οικογένειάς μου το πρώτο μισό του 20ού αιώνα.

Το Αμερικανικό όνειρο

Όταν οι τυχεροί μου συγγενείς έφτασαν στις Ηνωμένες Πολιτείες κάποια στιγμή στις αρχές της δεκαετίας του 1900—που είχαν τραπεί σε φυγή λόγω απίστευτης δίωξης που θα γινόταν χειρότερη τις επόμενες δεκαετίες — στάθηκαν ικανοί να κάνουν σπίτι. Μπόρεσαν να γίνουν γρήγορα, και χωρίς να απολογηθούν, Αμερικανοί σε μικρές νοτιοδυτικές πόλεις. Πόλεις με λίγους, εάν υπήρχαν, Εβραίους. Η Αμερική ήταν ένα μέρος, που τους προσέφερε ασφάλεια και ελευθερία.

Δεν υπήρχε νοσταλγία στην οικογένειά μου, καμία λαχτάρα για τον παλιό κόσμο. Αντί για αυτό, υπήρχε μια δραστηριοποίηση για να ξεχάσουν: τη μητρική τους γλώσσα, άρνηση της ίδιας της ύπαρξής τους, μια πλήρης διαγραφή του παρελθόντος: τόσο πολύ, που οι λεπτομέρειες για το από πού κατάγονταν οι συγγενείς μου παρέμεναν ένα μυστήριο για πολύ, πολύ καιρό.

Η μητέρα του πατέρα μου ήρθε στην Αμερική, όταν ήταν έξι. Η τελευταία της ανάμνηση ήταν το πογκρόμ. Σε μια από αυτές, είδε την παιδική της φίλη να τσακίζεται από τους μπάτσους. Μου το είπε ως ένα πραγματικό γεγονός. Δεν υπήρχαν ίχνη συναισθήματος στην αφήγηση- καμιά προσπάθεια να κερδίσει συμπάθεια. Ο τρόπος που μου το είπε αυτό ήταν ξερός και γρήγορος. Όταν έφτασε στο σπίτι, η μητέρα τής είπε: ”Ντίνα, είναι ώρα να πάμε στην Αμερική”.

Εμείς είχαμε αυτό, το Αμερικανικό όνειρο. Για μας ήταν απλό: ένα σπίτι χωρίς φόβο. Ένα μέρος, όπου μπορούσαμε να κοιτάξουμε μπροστά, όχι πίσω. Ένα μέρος, όπου οι Εβραίοι δεν σκοτώνονταν εκατομμύρια και όπου ο νόμος μας περιόριζε, αλλά όχι για πολύ.

Δυο Αμερικανίδες 

Σαν να ήμουνα δυο Αμερικανίδες μαζί: μια Αμερικανίδα που ήταν τρομοκρατημένη από το σφετερισμό της κρατικής βίας, ο περισσότερος από τον οποίο, ήταν κατευθυνόμενος εκτός συνόρων. Και εγώ ήμουν η εγγονή μεταναστών, που ήξερε με βεβαιότητα ότι όφειλε τη ζωή της σε αυτή την καταπληκτική χώρα και στην προστασία της. ”Μπορώ να δηλώσω με μεγάλη βεβαιότητα ότι αν η οικογένειά μου παρέμενε στην Λιθουανία, στη Ρουμανία, ή στη Ζώνη Εγκατάστασης της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, θα είχε εξαφανιστεί. Διαγραμμένοι από τον κόσμο όπως οι οικογένειες στη Συρία, τη Ρουάντα, την Μπιάφρα και την Ερυθραία”.

“Μπορώ να δηλώσω με μεγάλη βεβαιότητα ότι αν η οικογένειά μου παρέμενε στην Λιθουανία, στη Ρουμανία, ή στη Ζώνη Εγκατάστασης της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, θα είχε εξαφανιστεί. Διαγραμμένοι από τον κόσμο όπως οι οικογένειες στη Συρία, τη Ρουάντα, την Μπιάφρα και την Ερυθραία”.

Με τα χρόνια, έχω καταλάβει ότι το Αμερικανικό Όνειρο, που αγκάλιαζε την οικογένειά μου, δεν αγκάλιασε τις οικογένειες των μελαψών ατόμων. To Αμερικανικό όνειρο θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο από εκείνους, που μπορούσαν να εξαφανιστούν μέσα στο οπτικό μωσαϊκό των προνομίων. Είναι πιθανόν ότι κατά το πρώτο κομμάτι του 20ού αιώνα οι Εβραίοι ήταν ορατά διαφορετικοί και αντιμετωπίζονταν ως παρείσακτοι, αλλά προς το τέλος, το έθνος των λευκών διευρύνθηκε και συμπεριέλαβε και εμάς. Το να μοιάζεις με Εβραίο δεν ήταν πλέον κάτι ασυνήθιστο, πέρα από επιλογή.

Οι μελαμψοί Αμερικανοί αντιμετώπισαν ρατσιστικές δομές τόσο ριζωμένες, που όσοι ήμαστε έξω από τις δομές αυτές, δεν είχαμε ακόμη συνειδητοποιήσει ότι υπήρχαν. Γνωρίζαμε ότι οι μαύροι και οι Εβραίοι αντιμετώπιζαν τη διάκριση στην αγορά και στην κατοχή ιδιοκτησίας, αλλά όχι πόσο δομική ήταν και πόσο πολύ αυτή έβλαπτε τους μαύρους από ό,τι τους Λευκούς Εβραίους. Στεγαστικά δάνεια και χρηματοδότηση δεν δίνονταν σε συγκεκριμένες περιοχές πόλεων, όπου ήταν κυρίως Μαύροι (πρακτική κόκκινης γραμμής). Τα συμβόλαια κτηματομεσιτικών υπηρεσιών εμπόδιζαν τις πωλήσεις σπιτιών σε μαύρους και Εβραίους. Περιουσίες κλάπηκαν. Περιουσίες οικογενειών καταστράφηκαν. Η κυβέρνηση εργάστηκε ενεργά για να εμποδίσει τους μαύρους να έχουν περιουσία. Γνωρίζουμε για τους νόμους του Jim Crow, αλλά έχουμε ξεχάσει τις sunset towns. Και αυτό δεν ήταν μόνο στο Νότο. Ήταν σε όλη τη χώρα. Και αν σκέφτεσαι ότι έχει τελειώσει, κάνεις λάθος. Αρπακτικά πιστωτικά προγράμματα κρατούν τους φτωχούς ανθρώπους φτωχούς και μερικές τράπεζες μπορεί ακόμη και να ελέγχουν τους φίλους στο Facebook πριν την έκδοση δανείων.

“Γνωρίζουμε για τους νόμους του Jim Crow, αλλά έχουμε ξεχάσει τις sunset towns. Και αυτό δεν ήταν μόνο στο Νότο. Ήταν σε όλη τη χώρα. Και αν σκέφτεσαι ότι έχει τελειώσει, κάνεις λάθος.”

Ένα σπίτι γεμάτο φόβο

Εμείς τα έχουμε δει όλα έως τώρα. Να θρηνούμε οικογένειες. Μαύροι άντρες και γυναίκες να σκοτώνονται μπροστά στα μάτια μας. Οικογένειες να μένουν χωρίς καν την ελπίδα της δικαιοσύνης. Είναι αδιαμφισβήτητα φανερό σε μένα ότι οι μαύροι στην Αμερική έχουν υποστεί ένα πογκρόμ μετά από τα πογκρόμ γενεών. Δεν είχαν πάρει σοβαρά τους φόβους τους. Είχαν αρνηθεί το μέλλον τους και τη θέση τους στον κόσμο. Κοίτα το μακελειό στο Ρόζγουντ της Φλόριντα, τις πορείες στην Tούλσα της Οκλαχόμα, τους θανάτους στη Γέφυρα Ντάνζιγκερ μετά τον Τυφώνα Κατρίνα, το μακελειό στην εκκλησία του Τσάρλεστον. Τόσες πολλές τραγωδίες για μένα για να τις βάλεις σε κατάλογο. Τόσα πολλά πογκρόμ.

Ακριβώς όπως η προγιαγιά μου κάποτε μια φορά φοβήθηκε για τα παιδιά της, γονείς μαύρων παιδιών ακόμα φοβούνται για τα δικά τους. Μοιράζονται τις ίδιες ανησυχίες. Θα έρθουν στο σπίτι σώα και αβλαβή; Τι μπορώ να κάνω; Πού μπορώ να πάω;

Συμμαζεύοντας τον πόνο σου 

Σε αντίθεση με τη γιαγιά μου, οι μαύροι στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν είχαν πουθενά να πάνε. Δεν υπάρχει μέρος στον κόσμο, που να προσκαλεί πλήθος μαζών στα εδάφη του. Όλοι το γνωρίζουμε αυτό. Και δεν είναι όπως οι ρατσιστικές δομές, δεν είναι παγκόσμιες. Ρωτήστε ανθρώπους από την Ερυθραία, που τους σκότωσαν για να τους πάρουν τα όργανά τους. Ρωτήστε τις οικογένειες Σύριων, που μαραζώνουν στα στρατόπεδα προσφύγων. Ρωτήστε τους πρόσφυγες, που κλείστηκαν στην φυλακή από την αυστραλιανή κυβέρνηση. Ρωτήστε τις Μεξικανο-αμερικανικές οικογένειες που εξαθλιώθηκαν από τις σπαραξικάρδιες πολιτικές.

Τώρα, περισσότερο από ποτέ, είναι ώρα για τις Ηνωμένες Πολιτείες να πετύχουν τις υποσχέσεις τους απέναντι στους πολίτες και σε αυτούς που αναζητούν καταφύγιο. Ζωή. Ελευθερία. Στέγη. Εμείς πρέπει να κάνουμε τις μειονότητες να νιώθουν ασφαλείς. Αυτό είναι το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε για αυτούς.

“Τώρα, περισσότερο από ποτέ, είναι ώρα για τις Ηνωμένες Πολιτείες να πετύχουν τις υποσχέσεις τους απέναντι στους πολίτες και σε αυτούς που αναζητούν καταφύγιο. Ζωή. Ελευθερία. Στέγη. Εμείς πρέπει να κάνουμε τις μειονότητες να νιώθουν ασφαλείς. Αυτό είναι το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε για αυτούς”.

Πρέπει να βάλουμε στην άκρη τον πόνο μας και το παρελθόν μας και όλο αυτό το φορτίο που κουβαλάμε και να κάνουμε το Αμερικανικό Όνειρο για σπίτι και ζωή χωρίς φόβο, πραγματικότητα για τον καθένα.

Γι’ αυτό υποστηρίζω την κίνηση #BlackLivesMatter. Όχι επειδή η ζωή μου ή οποιουδήποτε άλλου έχει μικρότερη αξία: επειδή δεν μπορώ να παραβλέψω ό,τι έχω δει. Δεν μπορώ να αγνοήσω ό,τι ξέρω. Δεν μπορώ να μην βάλω τον εαυτό μου στη θέση της μαύρης γυναίκας, που θρηνεί για ένα αγαπημένο της πρόσωπο. Δε μπορώ να διαγράψω την ιστορία ή ό,τι γνωρίζω για αυτήν. Ξέρω ότι, όταν οι ζωές των άλλων γύρω μας έχουν αξία και όταν καταλαβαίνουμε την ιστορία τους και βλέπουμε τα μοτίβα, τότε μπορούμε να τα αλλάξουμε.

Προνόμιο

Συνήθιζα να λέω ότι είμαι εγγονή μεταναστών. Η οικογένειά μου δεν είχε σκλάβους ή δεν έγραψε τους νόμους του Jim Crow. Όχι, εμείς ήμαστε διωκόμενοι στην Ανατολική Ευρώπη, την ώρα που η Αμερική ήθελε μετανάστες για να μπορούν να ασφαλίσουν τη χώρα τους από τα Πρώτα Έθνη και τους Μεξικανούς. Θα μπορούσα να πω στον εαυτό μου ότι δεν έχω συμβάλει στις αδικίες του παρελθόντος. Εκείνη την εποχή, δεν είχα καταλάβει ότι εκείνες οι αδικίες συνεχίστηκαν και στο παρόν.

Σιγά σιγά, το προνόμιό μου έγινε σε μένα φανερό. Άρχισε σταδιακά. Η ευκολία, με την οποία μπορούσα να βρω την πρώτη μου δουλειά. Οι μπάτσοι, που παρενόχλησαν ένα ζευγάρι Λατίνων, επειδή δε διέσχισαν το δρόμο σωστά, ενώ, όταν εγώ έκανα το ίδιο την ίδια ώρα, δε δέχτηκα καμία προειδοποίηση. O μπάτσος που κορόιδευε εμένα και το φίλο μου, όταν καπνίζαμε χόρτο σε ένα παρκαρισμένο αυτοκίνητο. Οι Αφρο-Αμερικανοί συνάδελφοι, που έλεγαν ιστορίες για τις παρενοχλήσεις από την αστυνομία σαν να ήταν κάτι φυσιολογικό. Αυτό το ένιωθαν κάθε μέρα. Όπως μου είπε ο πρώην συνάδελφός μου, Malcolm Martin: ”Δεν μπορώ καν να θυμηθώ την πρώτη φορά που με πλησίασε η αστυνομία.”

Στα πενήντα μου χρόνια και κάτι παραπάνω, η αστυνομία με έχει σταματήσει δυο φορές. Δυο φορές το μήνα για τους συναδέλφους μου δεν ήταν κάτι το αξιοσημείωτο.

Και αυτή είναι η κορυφή του παγόβουνου. Είναι ό,τι μπορώ να δω. Υπήρχαν τόσοι πολλοί τρόποι που επωφελήθηκα, έχοντας μάγουλα σαν μήλα, μπούκλες σαν της Σίρλεϊ Τεμπλ και άσπρο δέρμα. Τα περισσότερα από αυτά αόρατα σε μένα. Ακόμα και με τα προνόμιά μου, εγώ θα αγωνίζομαι. Δεν είναι λες και δεν έχω κανένα φόβο. Δεν είναι λες και δεν αντιμετωπίζω καμία αδικία.

Ακόμα κουβαλάω αιώνες πόνου βαθιά θαμμένες στο DNA μου. Υπάρχει μια πολύ μεγάλη θλίψη μέσα μου. Μία απειλητική αποκάλυψη. Ένας φόβος, που μου ανήκει. Δεν πρόκειται να τον κρύψω. Δεν πρόκειται να ζητήσω από τους άλλους να δώσουν προτεραιότητα στον πόνο μου. Δεν πρόκειται να κάνω την αναγνώρισή του μια απαίτηση για να επέμβω και να κάνω ό,τι ελάχιστο μπορώ.

Μια έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε παλιότερα στο Medium.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.