Κιργιστάν, ένα καταφύγιο για Κεντροασιάτες δημοσιογράφους εν μέσω αγάπης και αγώνα

Πολιτικός χάρτης της Κεντρικής Ασίας. Με άδεια CC-A-SA 3.0.

Ακολουθεί δημοσίευση συνεργάτη από το EurasiaNet.org και την Zukhra Iakupbaeva από το Κιργιστάν, η οποία γράφει επίσης για το Global Voices. Αναδημοσίευση με άδεια.

Σε μια δύσκολη γειτονιά για τους δημοσιογράφους, το Κιργιζιστάν είναι ένα σχετικά ασφαλές καταφύγιο. Με τα χρόνια, δημοσιογράφοι από διάφορα μέρη της Κεντρικής Ασίας έχουν μετακομίσει μόνιμα εκεί συχνά για ασφάλεια και επαγγελματική ανάπτυξη, άλλες φορές για πιο προσωπικούς λόγους.

Ο δείκτης ελευθερίας του Τύπου των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα για το 2016 αφηγείται κάτι ξεκάθαρα. Η Κεντρική Ασία δεν είναι φιλόξενο έδαφος για την ελεύθερη ροή πληροφοριών και την ανεξάρτητη δημοσιογραφία. Έθνη όπως το Τουρκμενιστάν και το Ουζμπεκιστάν βρίσκονται στο τέλος της λίστας, μαζί με μέρη όπως η Βόρεια Κορέα και η Αιθιοπία. Εν τω μεταξύ, τα ΜΜΕ στο Τατζικιστάν έχουν υποστεί μακροχρόνια πίεση, αλλά η καταστολή έχει ενταθεί από τα τέλη του 2015 και προκάλεσε τη φυγή δεκάδων δημοσιογράφων.

Οι ιστορίες τριών δημοσιογράφων μεταναστών από διάφορα σημεία της Κεντρικής Ασίας είναι ενδεικτικές του τρόπου, με τον οποίο η πρωτεύουσα Μπισκέκ εδραιώθηκε ως κύριος προορισμός για όσους αναζητούν δημιουργική και πνευματική ελευθερία.

Η Diana Rakhmanova, 27χρονη δημοσιογράφος από το Τατζικιστάν, δήλωσε ότι μια επίσκεψη στο Κιργιζιστάν το 2010 για να παρακολουθήσει ένα τριήμερο πρόγραμμα που διοργάνωσε ο γερμανικός τηλεοπτικός σταθμός Deutsche Welle άλλαξε εντελώς την κατανόησή της περί δημοσιογραφίας.

“Αυτό που με συγκλόνισε περισσότερο όταν ήμουν στην Μπισκέκ ήταν ο καθημερινός μορφωμένος κόσμος που ενδιαφέρονταν για την πολιτική, οι οποίοι είχαν πρόσβαση σε πληροφορίες από κρατικούς αξιωματούχους. Οι κρατικοί αξιωματούχοι φοβούνται τους δημοσιογράφους και υπήρχε ενεργή χρήση κοινωνικών δικτύων”, δήλωσε η Rakhmanova στο EurasiaNet.org, καθώς πίναμε καφέ σε ένα από τα πολλά καφέ της Μπισκέκ.

Ένα διάλειμμα επέτρεψε στην Rakhmanova να γνωρίσει έναν ντόπιο δημοσιογράφο, που της πρόσφερε δουλειά στην Μπισκέκ, όπου επέστρεψε ένα χρόνο μετά το εργαστήριό της. Έπρεπε να κάνει σκληρές προσαρμογές, είπε. “Δεν μπορούσα να θυμηθώ κανένα επώνυμο του Κιργιζιστάν και δεν είχα ιδέα για τις κοινοβουλευτικές παρατάξεις”, είπε.

Η εθνικότητά της ως ταταρική τη βοήθησε να συνηθίσει ορισμένες πτυχές της γλώσσας. «Καταλαβαίνω, όταν οι άνθρωποι μου απαντούν στα κιργίζικα, όταν έχω ρωτήσει στα ρωσικά. Αυτό οφείλεται στο ότι γνωρίζω πολύ καλά ταταρικά. Η οικογένειά μου στο Τατζικιστάν τα μιλά ελεύθερα”.

Περιστασιακά, οι περιφερειακές εντάσεις δημιούργησαν γραφειοκρατικές παρενοχλήσεις. “Μία φορά δεν μου επιτράπηκε να διασχίσω τα σύνορα του Κιργιζιστάν από το Καζακστάν εξαιτίας ενός περιστατικού πυροβολισμού σε ένα αμφισβητούμενο τμήμα των συνόρων Κιργιστάν-Τατζικιστάν”, ανέφερε. “Είμαι επίσης Ρωσίδα πολίτης, οπότε το ρωσικό διαβατήριο με βοήθησε να περάσω τα σύνορα τότε”.

Η Rakhmanova δήλωσε ότι δεν είχε σχέδια να επιστρέψει στο Τατζικιστάν.

“Δεν θέλω να επιστρέψω στο Τατζικιστάν, γιατί δεν θα ήμουν σε θέση να συνηθίσω την έλλειψη ελευθερίας του λόγου”, είπε. “Και έχω οικογένεια εδώ, ένα σύζυγο και ένα γιο ενός έτους”.

Σε άλλες περιπτώσεις, τα οικογενειακά θέματα και οι σχέσεις μερικές φορές αποτελούν εμπόδια για επαγγελματικά κίνητρα για τους δημοσιογράφους.

Ο Elyor Nematov, 28χρονος φωτορεπόρτερ από την Μπουχάρα του Ουζμπεκιστάν, δήλωσε ότι οι φίλοι του εξεπλάγησαν, όταν αποφάσισε να μετακομίσει στην πρωτεύουσα του Κιργιζιστάν, Μπισκέκ. Εξήγησε ότι ήθελε να είναι πιο κοντά στον αρραβωνιαστικό του, ο οποίος ζούσε στην πρωτεύουσα και αργότερα ανακάλυψε ευκαιρίες να εξασκήσει τις ικανότητές του ως φωτογράφου ντοκιμαντέρ.

Ο Nematov είπε ότι πίσω στο Ουζμπεκιστάν του προκαλούσε προβλήματα όχι η δουλειά του, αλλά η πίστη του, ως μπαχαϊστής.

“Όταν ήμουν φοιτητής, η αστυνομία υποψιαζόταν ότι μπορεί να ήμουν εξτρεμιστής, γιατί είμαι πιστός Μπαχάι. Στην Τασκένδη, η αστυνομία με κρατούσε για 15 ημέρες, επειδή υποτίθεται ότι τους αντιστάθηκα, όταν διεξήγαγαν μια ειδική δράση κατά του εξτρεμισμού. Στην πραγματικότητα, με κατέγραφαν και τους ζήτησα να μου δείξουν τα έγγραφά τους και να μου εξηγήσουν γιατί συνελήφθην”, είπε.

Ο Nematov υιοθετεί μια χαλαρή φιλοσοφία για το πού ζει. “Δεν αισθάνομαι σύνορα, η βάση μου είναι το Κιργιζιστάν, αλλά γράφω και δημοσιεύω για την Κεντρική Ασία”, είπε.

Όπως και η Rakhmanova, ο Nematov δεν έχει άμεσα σχέδια να εγκαταλείψει το Κιργιζιστάν. Αντ’ αυτού, το όνειρό του προς το παρόν είναι να δημιουργήσει ένα κέντρο φωτορεπορτάζ ντοκιμαντέρ στην Μπισκέκ, το οποίο θα υποστήριζε ανθρώπους που κάνουν τη δουλειά του σε όλη την Κεντρική Ασία.

Το πιο ανελέητο μέρος στην Κεντρική Ασία για ανεξάρτητους δημοσιογράφους και ερευνητές είναι το Τουρκμενιστάν. Οι πολύ λίγοι εκείνοι που τολμούσαν να ασχοληθούν με την ανεξάρτητη δημοσιογραφία βρέθηκαν στο έλεος του εκφοβισμού, των συλλήψεων και των σωματικών επιθέσεων.

Η Olga, 33 ετών, ήρθε στην Μπισκέκ από το Τουρκμενιστάν το 2001. Τώρα εργάζεται ως πολιτική αναλύτρια σε ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα στην Μπισκέκ και γράφει περιστασιακά κείμενα για θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εκπαίδευσης και πετρελαίου και φυσικού αερίου στο Τουρκμενιστάν.

Η Olga ταξίδεψε για πρώτη φορά στο Κιργιζιστάν ως φοιτήτρια. «Πέρασα σχεδόν όλο το πρώτο μου έτος στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Κεντρικής Ασίας στην Μπισκέκ στη βιβλιοθήκη. Ήθελα να διαβάζω συνέχεια, ήταν απίστευτη ευχαρίστηση”, δήλωσε η Olga στο EurasiaNet.org, ζητώντας να χρησιμοποιήσουμε ψευδώνυμο.

Τα μέσα της δεκαετίας του 2000 ήταν μια σκοτεινή εποχή για μάθηση στο Τουρκμενιστάν. Τον Φεβρουάριο του 2005, ο εκλιπών Πρόεδρος Σαπαρμουράτ Νιγιάζοφ αποφάσισε ότι οι επαρχιακές βιβλιοθήκες ήταν άχρηστες, καθώς οι περισσότεροι χωρικοί δεν ήξεραν καν να διαβάζουν. Σύμφωνα με αυτό το σκεπτικό, ο Νιγιάζοφ διέταξε το κλείσιμο σχεδόν όλων των βιβλιοθηκών της χώρας, με εξαίρεση μερικές μεγαλύτερες και φοιτητικές βιβλιοθήκες.

Αυτή και άλλες πολιτικές που σχεδιάστηκαν για να εξασφαλίσουν την απομόνωση του Τουρκμενιστάν από τον κόσμο οδήγησαν την Olga να καταλάβει ότι οι επιλογές της θα ήταν περιορισμένες στην πατρίδα. “Έμεινα στο Κιργιστάν, γιατί ήταν δύσκολο να βρω δουλειά [σχετική με τα προσόντα μου] στο Τουρκμενιστάν”, δήλωσε η Olga, προσθέτοντας ότι περιοριζόταν από το ότι δε γνώριζε τουρκμένικα. “Οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου, που άνθιζαν εκείνη την εποχή, θα ήταν η πιο πιθανή επιλογή, αλλά έψαχνα περισσότερο στον τομέα της κοινωνικής ανάπτυξης”.

Ερωτηθείσα αν είχε σχέδια να επιστρέψει ποτέ στο Τουρκμενιστάν, η Olga δήλωσε ότι προτιμούσε να μην το σκέφτεται και επικεντρώνεται στις περαιτέρω σπουδές της και στον εξάχρονο γιο της. Η αίσθηση της ελευθερίας που της ενσταλάσσεται από τις εμπειρίες της στο Κιργιστάν θα ήταν δύσκολο να συμβιβαστεί με τη διάχυτη καταστολή στο Τουρκμενιστάν.

Για να υπογραμμίσει πόσο δύσκολο είναι το περιβάλλον στην πατρίδα, η Olga υπενθύμισε ότι όταν εκτυλισσόταν η επανάσταση του Κιργιζιστάν το 2005, ήταν φοιτήτρια στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Κεντρικής Ασίας. Οι γονείς της έλαβαν κλήση από τις υπηρεσίες ασφαλείας. “[Εκπρόσωποι ασφαλείας] ενδιαφέρονταν να μάθουν αν συμμετείχα στην επανάσταση”, είπε.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.