- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Οι προεδρικές εκλογές το 2017 στη Γαλλία φαίνoνται ασυνήθιστες. Γιατί;

Κατηγορίες: Δυτική Ευρώπη, Γαλλία, Διακυβέρνηση, Διεθνείς Σχέσεις, Εκλογές, Μέσα των πολιτών, Πολιτική
[1]

Χάρτης που δείχνει τον κορυφαίο υποψήφιο στον πρώτο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών του 2012, στις ακόλουθες περιοχές: μητροπολιτικά διαμερίσματα, υπερπόντια διαμερίσματα και εδάφη, και στο εξωτερικό (Γάλλοι που διαμένουν εκτός Γαλλίας). Φρανσουά Ολάντ -> ροζ, Mαρίν Λε Πεν -> γκρι, Νικολά Σαρκοζί -> μπλε. Πηγή: BigonL στην wkipedia, άδεια CC-BY-30

Οι γαλλικές προεδρικές εκλογές το 2017 θα λάβουν χώρα την Κυριακή 23 Απριλίου και 7 Μαΐου. Στη συνέχεια θα ακολουθήσουν οι κοινοβουλευτικές εκλογές στις 11 και 18 Ιουνίου. Οι εκλογές που έρχονται φαίνονται διαφορετικές σε σχέση με τις προηγούμενες για πολλούς λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι ότι για πρώτη φορά στο πλαίσιο της Πέμπτης Δημοκρατίας, ο απερχόμενος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ έχει επιλέξει να μην θέσει υποψηφιότητα μετά το τέλος της θητείας του. Άλλοι όμως λόγοι, εγχώριοι και διεθνείς, δίνουν ένα άρωμα αβεβαιότητας στη συγκεκριμένη προεκλογική εκστρατεία.

Τα παραδοσιακά κόμματα βρίσκονται σε δύσκολη θέση

Το 2012, τα παραδοσιακά κόμματα, το Σοσιαλιστικό Κόμμα και το Κόμμα  των Δημοκρατικών, είχαν μονοπωλήσει τις πρώτες θέσεις σε κάθε διαμέρισμα στον πρώτο γύρο. Κατά πάσα πιθανότητα αυτό δεν θα συμβεί φέτος: οι υποψήφιοι αυτών των κομμάτων  έρχονται στην 3η και 4η θέση στις τελευταίες δημοσκοπήσεις πολύ πίσω από τη Μαρίν Λε Πεν, υποψήφια του Εθνικού Μετώπου, και του Εμάνουελ Μακρόν, υποψήφιο του κινήματος En Marche.

Ο Φρανσουά Φιγιόν, υποψήφιος των Δημοκρατικών, είναι μπλεγμένος σε νομικά θέματα με το σκάνδαλο των πλαστών θέσεων εργασίας της συζύγου του, Penelope. Ο Μπενουά Αμόν, υποψήφιος του Σοσιαλιστικού Κόμματος, έχει μείνει στάσιμος στο 16% των προθέσεων για ψήφο στις δημοσκοπήσεις μετά τη νίκη του στα προκριματικά της αριστεράς.

Η τάση αυτή επιβεβαιώνει μια υποψία απέναντι στα συνήθη πλαίσια άσκησης πολιτικής και μια επιθυμία για ισχυρή αλλαγή. Ο Jean-Philippe Dubrulle είναι υπεύθυνος μελετών στο τμήμα γνώμης και επιχειρηματικής στρατηγικής στην l'Ifop. Ο ίδιος εξηγεί γιατί αυτές οι εκλογές είναι διαφορετικές [2]:

Σήμερα βλέπουμε δύο μάλλον αντιφατικές τάσεις: από τη μία πλευρά μία πτώση της συμμετοχής (ή τουλάχιστον μία έλλειψη ενδιαφέροντος) και από την άλλη έναν μεγαλύτερο πλούτο της πολιτικής προσφοράς. Η έλλειψη ενδιαφέροντος δικαιολογείται από το γεγονός ότι οι άνθρωποι είχαν την εντύπωση ότι κανείς δεν εκπροσωπούσε τις ιδέες τους. Ήταν ο μεγάλος υποψήφιος της αριστεράς και ο μεγάλος υποψήφιος της δεξιάς και αυτό είναι όλο. Σήμερα η προσφορά είναι πολύ πιο ποικίλη με διακριτές γραμμές αριστερά και δεξιά έτσι ώστε αυτό να οδηγεί σε δύο πολύ ισχυρούς πόλους. Παρά το γεγονός ότι οι Γάλλοι έχουν ήδη μια καλή ιδέα για τους υποψηφίους που θα διαγωνιστούν, η προσφορά δεν έχει ακόμη καθοριστεί. Οτιδήποτε μπορεί να συμβεί. Γινόμαστε μάρτυρες σαφώς σε μία άρνηση των υποψηφίων του παρελθόντος. Μήπως όλα αυτά θα οδηγήσουν σε μία αύξηση της κινητοποίησης ή σε μία πτώση; Είναι πολύ νωρίς για να το πει κανείς.

Η αναπόφευκτη αύξηση του λαϊκισμού στις δυτικές δημοκρατίες

Η νίκη του Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες, του Brexit στη Μεγάλη Βρετανία, της ακροδεξιάς στην Ουγγαρία και μία γενικευμένη άνοδος των λαϊκιστικών κομμάτων στην Ευρώπη είναι τα πιο εμφανή συμπτώματα της απόρριψης της παγκοσμιοποίησης και της θέλησης για εσωστρέφεια σε πολλές χώρες. Ο Olivier Costa, διευθυντής έρευνας στο CNRS και για το Sciences Po Bordeaux  κάνει μία ανάλυση σχετικά με την κοινή αιτία [3]αυτών των τάσεων στις δυτικές δημοκρατίες:

Οι άνθρωποι έχουν την αίσθηση ότι το μέλλον είναι μαύρο και οι παλιές συνταγές των κατεστημένων κομμάτων δεν λειτουργούν. Ως εκ τούτου, πολλοί μπαίνουν στον πειρασμό να στηρίζονται σε νεοεισερχόμενους στην πολιτική σκηνή οι οποίοι προσφέρουν νέες λύσεις. Τα νήματα είναι συχνά λίγο μεγάλα, αλλά με κάποιο τρόπο, οι άνθρωποι δεν νοιάζονται. Υπάρχουν εκείνοι που πιστεύουν σε αυτά που προτείνουν αυτοί οι νεοεισερχόμενοι λέγοντας ότι δεν έχουν δοκιμαστεί, και εκείνοι που βρίσκονται σε μία λογική διαμαρτυρίας,σε ένα “το ποτήρι ξεχείλισε” σε σχέση με τα καθιερωμένα κόμματα. Επίσης, η επιτυχία αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι τα παραδοσιακά κόμματα δεν είναι σε θέση να προσφέρουν μια εναλλακτική λύση.

Εξασθενημένες υποψηφιότητες 

Λίγες εβδομάδες πριν από τις εκλογές, κανένα από τα φαβορί δεν καταφέρνει να ξεχωρίσει οριστικά. Η Μαρίν Λε Πεν είναι στην κορυφή των δημοσκοπήσεων, αλλά αντιμετωπίζει επίσης νομικά προβλήματα, [4] συμπεριλαμβανομένης της έρευνας της εικονικής πρόσληψης πολλών ευρωπαϊκών κοινοβουλευτικών βοηθών, τη χρηματοδότηση της προεκλογικής εκστρατείας της για τις κοινοβουλευτικές εκλογές  και τις  προεδρικές του 2012 από κεφάλαια ρωσικά ή η άρση της ευρωπαϊκής κοινοβουλευτικής ασυλίας της για «διάδοση βίαιων εικόνων». Οι νομικές απειλές που βαραίνουν τον Φιγιόν ήταν το κεντρικό θέμα σε όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης καθώς και οι υποσχέσεις του να αποσυρθεί, αν έπρεπε να του απαγγελθεί κατηγορία:

Ο Εμάνουελ Μακρόν εξακολουθεί να είναι μια άγνωστη οντότητα και δεν απολαμβάνει την υποστήριξη ή τη δομή ενός παραδοσιακού πολιτικού κόμματος. Ο Μπενουά Αμόν συγκεντρώνει μόλις και μετά βίας τις δυνάμεις της αριστεράς και κληρονομεί παρά τη θέληση του συνέπειες της πιο αντιδημοφιλούς πενταετής θητείας της 5ης Δημοκρατίας.

Όλοι αυτοί οι παράγοντες κάνουν αυτές οι εκλογές να είναι μία από τις πιο αβέβαιες των τελευταίων δεκαετιών και ανεξάρτητα από το νικητή, το έργο της διακυβέρνησης σε μια χώρα όλο και περισσότερο διχασμένη θα είναι μια τρομερή πρόκληση για να ξεπεραστεί.