- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Πώς να μην περάσετε έξι φριχτούς μήνες στην Ουγκάντα

Κατηγορίες: Ουγκάντα, Ανάπτυξη, Διεθνείς Σχέσεις, Ιδέες, Μέσα & δημοσιογραφία, Μέσα των πολιτών, Γέφυρα

Δε μας επιτρέπεται να είμαστε σύνθετοι, όπως κάθε άλλη κοινωνία”. Βράδυ στην κεντρική Καμπάλα. Φωτογραφία: Zahara Abdul, χρησιμοποιείται με άδεια.

Συχνά αναγκαζόμαστε να κάνουμε αυτή τη συζήτηση. Μια συζήτηση, την οποία μπορούν να νιώσουν οικεία πολλοί από όσους μένουν σε μέρη του λεγόμενου Παγκόσμιου Νότου.

Συνήθως, πρόκειται για μια ιστορία για την περιπέτεια κάποιου σε μια από τις χώρες με όλους αυτούς τους “όμορφους ανθρώπους” και τα εξωτικά τοπία. Για μένα, υπάρχει κάτι που με προειδοποιεί σε αυτές τις ιστορίες. Συμβαίνει, όταν μπαίνω στο Facebook και βλέπω μια δημοσίευση κοινοποιημένη από ένα φίλο και απλά τη λέξη “Ε!” να τη συνοδεύει. Στην Ουγκάντα, αυτός ο μικρός ήχος μπορεί αν ενσωματώσει κάθε συναίσθημα κάποιου για κάτι. Έτσι, όταν είδα αυτό το “E!” σαν απάντηση σε ένα άρθρο από την καναδική εφημερίδα The Globe and Mail, έπρεπε να πατήσω να το δω.

Το άρθρο με τίτλο Τα ταξίδια μου στην Ουγκάντα, όπως και η ζωή, δεν ήταν και τόσο τέλεια όπως στις φωτογραφίες, [1] προέρχεται από μια νεαρή γυναίκα, που έρχεται στην Ουγκάντα ως ασκούμενη σε μια πρωτοβουλία μικρο-χρηματοδότησης και καταλήγει να βιώνει έξι μήνες φρίκης—κάτι που της διδάσκει το μάθημα ότι ο κόσμος δεν είναι γεμάτος από καλούς ανθρώπους.

Αφήνοντας στην άκρη την ιδέα ότι οι εικόνες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι απαραίτητα πλήρης αποτύπωση της ζωής των ανθρώπων, αυτή η “ειδική ανταπόκριση” από μια Justina Li “ανακάλυψε” κυρίως την άγρια πλευρά της ζωής στην Καμπάλα. Η εξιστόρησή της περιλαμβάνει μια ληστεία, έναν οδηγό λεωφορείου, που το σκάει με τα λεφτά της και ψεύτικες φιλίες κάθε είδους. Νιώθει προσωπικά στοχευμένη λόγω του χρώματος του δέρματός της και γράφει για τις διακρίσεις που βιώνει ως αποτέλεσμα αυτού. Αν και είναι αλήθεια ότι όλα αυτά συμβαίνουν στην Ουγκάντα, όπως και σε άλλα μέρη του κόσμου, η κυρία Li αφηγείται αυτές τις ιστορίες με μια δόση μελοδράματος, την οποία η Globe and Mail προφανώς θεωρεί ότι αποτελεί τέλεια τροφή για το κοινό τους.

Η συντάκτρια έπειτα ταξιδεύει στη Ρουάντα και γράφει ότι ένιωσε φόβο στα σύνορα, χωρίς να τεκμηριώνει από τι προήλθε ο φόβος της. Θα σας συγχωρούσα, αν πιστεύατε ότι τα σύνορα Ουγκάντας-Ρουάντας και ο φόβος της κυρίας Li μήπως την συλλάβουν εκεί πέρα αποτελούσαν σκηνή από την Αμερική του Τραμπ ή από το Φρούριο Ευρώπη. Πουθενά στην αφήγησή της δεν αναρωτιέται από πού πηγάζουν οι φόβοι της, ειδικά καθώς σπάνια ακούει κανείς για συλλήψεις ταξιδιωτών στα σύνορα.

Ο Binyavanga Wainaina καιρό πριν υπενθύμισε στον κόσμο [2] πως όταν γράφεις για την Αφρική, δεν πρέπει να ξεχνάς να αναφέρεις όμορφα τοπία και όμορφα παιδιά. Και το άρθρο της Li πληροί τέλεια την προϋπόθεση αυτή, καθώς αναφέρει “μια απίστευτη πεζοπορία στη ζούγκλα και ένα πανέμορφο ηλιοβασίλεμα”.

Στιγμιότυπο από το άρθρο της Justina Li στην Globe and Mail.

Αργότερα, ωστόσο, γράφει: “Πάλευα να προσπαθήσω να ανήκω. Ξεχώριζα σαν τη μύγα μες στο γάλα στην τοπική κοινότητα”. Μια εξαιρετική δήλωση, κατά τη γνώμη μου. Υποθέτει ότι κάποιος μπορεί να έρθει από τον Καναδά, να βρεθεί ξαφνικά στην Ουγκάντα ​​και βουαλά, ξαφνικά ‘ανήκεις κάπου’. Αναφέρει τις προσπάθειές της να ‘ανήκει κάπου’, όπως το να φορέσει ένα τοπικό φόρεμα και να φτιάξει τα μαλλιά της “αφρικανικά”, αλλά εκπλήσσεται που αυτά τα πράγματα δεν της προσδίδουν αρκετή αξιοπιστία για να προσδώσουν μια αίσθηση ότι ανήκει εκεί – κάτι που χρειάζεται χρόνο, πολύ σκληρή δουλειά, κατανόηση και συμβιβασμούς σε πολλές περιπτώσεις, εκτός από το να νιώθεις άνετα με το χρώμα του δέρματός σου.

“Πήγα σε μια νέα χώρα, πιστεύοντας ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων στον κόσμο ήταν αξιόπιστοι, με καλές προθέσεις. Έφυγα ηττημένη”, γράφει η Li. Συγγνώμη για αυτό, αλλά ταξίδεψες χιλιάδες μίλια σε μια άλλη χώρα για να κάνεις πρακτική σε μια πρωτοβουλία μικροχρηματοδότησης, όπου το 77% του πληθυσμού είναι κάτω από 30 ετών και αντιμετωπίζει πάνω από 22% ανεργία στους νέους. Στην πραγματικότητα, για όσους βρίσκονται μεταξύ 15-24 ετών, το ποσοστό ανεργίας είναι 83%. Έχεις σκεφτεί για ποιο λόγο δόθηκε αυτή η θέση πρακτικής άσκησης σε σένα και όχι σε έναν από τους χιλιάδες νέους της Ουγκάντα ​​που αναζητούν τέτοιες ευκαιρίες;

Σε όλο το άρθρο, μου γεννιούνταν ερωτήματα. Μήπως η Li σκέφτηκε ποτέ ότι οι άνθρωποι γύρω της θα μπορούσαν να είναι παγιδευμένοι με ανησυχίες παρόμοιες με τις δικές της; Μήπως αναρωτήθηκε ποτέ τι έφερε εκείνη σε εκείνο το μέρος; Γιατί προσδοκούσε από εμάς να της προσφέρουμε σε ασημένιο πιάτο ευκαιρίες και γνώση; Αξιολόγησε τη δική της θέση στο όλο πλαίσιο, όπως το γιατί ένας “εθελοντής τουρίστας” σαν αυτή στάλθηκε να αποκτήσει δεξιότητες σε ένα μέρος του κόσμου, όπου πάνω από 2.000 άλλοι άνθρωποι θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την ίδια ευκαιρία και δεν το κάνουν; Δε θα μπορούσε να βοηθήσει μια μικρή έρευνα για τον τόπο; Και δεν υπήρχε κανείς με τον οποίο να δούλεψε, του οποίου θα μπορούσε να θυμηθεί το όνομα; Ίσως μια κυρία που να σου σέρβιρε τα γεύματα που είπες ότι έτρωγες μόνη σου; Κάποιος που σε καλωσόρισε στο γραφείο μικροχρηματοδότησης στις πρώτες μέρες σου; Δεν υπήρξε καμιά πράξη καλοσύνης καθ’ όλη τη διάρκεια της διαβίωσής σου στην Ουγκάντα ​​άξια αναφοράς; Ή ίσως τώρα έγινες πλέον μια από τους ειδικούς περί Αφρικής που βλέπουμε να αναδύονται γύρω μας εξαιτίας της “καλής κατανόησης των άλλων πολιτισμών” που απέκτησες κατά τη διάρκεια του σύντομου περάσματός σου στην “πατρίδα”;

 

Για να σας βοηθήσω να απαντήσετε σε αυτές τις ερωτήσεις, σας παρακαλώ να ρίξετε μια ματιά στη δημοσίευση “Το Σύνδρομο του Λευκού Σωτήρα σας είναι επιζήμιο για την ανάπτυξή μου [3]” από τον TMS Ruge. Ο Ruge λέει ότι το ψευδώνυμό του είναι “Μορφωμένος Θυμωμένος Αφρικανός”, και υποθέτω ότι έτσι είμαι και εγώ. Λειτουργείτε υπό αυτό το σύνδρομο ανεξαρτήτως εθνικότητάς σας. Ναι, περάσατε φριχτά, αλλά σας προτείνω να ρίξετε μια ματιά στο “The Reductive Seduction of Other People's Problems [4]” για να καταλάβετε γιατί.

 

Το άρθρο της Li τελειώνει με μια οικεία αίσθηση. Αφού ανέπτυξε τα μπερδέματά της με τους κακούς Ουγκαντιανούς, ολοκληρώνει τη δημοσίευσή της με αυτή τη φράση: “Η Ουγκάντα ​​είναι μια πανέμορφη χώρα με όμορφους ανθρώπους με απίστευτες ιστορίες, που μου έδωσε τόσες πολλές ευκαιρίες”. Ωστόσο, το άρθρο δεν αναφέρθηκε ποτέ για κανέναν από αυτούς τους “όμορφους ανθρώπους” ούτε για τις απίστευτες ιστορίες τους. Και εκτός από το ότι είμαστε “όμορφοι” – ένας πολύ συνηθισμένος χαρακτηρισμός που χρησιμοποιούν οι ξένοι, οι οποίοι προτιμούν να αποφύγουν να μιλάνε για την πραγματικότητα – δεν μας επιτρέπεται ποτέ να είμαστε και κάτι άλλο. Δεν μας επιτρέπεται να είμαστε σύνθετοι, όπως κάθε άλλη κοινωνία. Η άποψη για ένα λαό που είναι μετέωρη ανάμεσα στο “όμορφος” και “ανέντιμος” δεν είναι επιζήμια για την ανάπτυξη και την πρόοδο, που υποτίθεται ότι έχετε έρθει για να προωθήσετε εδώ; Ελπίζουμε ότι η Li θα αναρωτηθεί επ’ αυτού.