- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Περί γλώσσας: Οι διάφορες αποχρώσεις των περσικών στην Ευρασία

Κατηγορίες: Κεντρική Ασία και Καύκασος, Αφγανιστάν, Ιράν, Ουζμπεκιστάν, Τατζικιστάν, Εθνότητα & φυλή, Ιστορία, Λογοτεχνία, Μέσα των πολιτών, Πολιτική, Ταξίδια, Τέχνες - Πολιτισμός

Σε περιοχές όπως η Μπουχάρα, η γλώσσα που θα συναντούσαμε – ακόμα φαινομενικά μια παραλλαγή περσικών – θα ήταν σχεδόν ακατανόητη σε κάποιον που γνώριζε «τυπικά περσικά». Το ίδιο ισχύει και για το Αφγανιστάν, ακόμη και για το ίδιο το Ιράν. Τα επίσημα περσικά των ΜΜΕ είναι σχεδόν πανομοιότυπα εντός και εκτός συνόρων, αλλά οι προφορικές διάλεκτοι ποικίλουν σε μεγάλο βαθμό ανά πόλη και χωριό. (Φωτογραφία: Sergio Tittarini μέσω Flickr, CC BY-NC 2.0)

Η ακόλουθη δημοσίευση συνεργάτη  [1]από το EurasiaNet.org [2] είναι του James Pickett.  [3]Αναδημοσιεύεται με άδεια.

Είναι τα τατζίκικα διάλεκτος των περσικών; Ή μια γλώσσα από μόνη της; Τι τη διαφοροποιεί από τις ποικιλίες που επικρατούν στο Αφγανιστάν και το Ιράν; Δεν υπάρχει εύκολη απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα, διότι οι ίδιες οι κατηγορίες που χρησιμοποιούμε για να σκεφτούμε περί γλώσσας στην Κεντρική Ασία και αλλού είναι ανεπαρκείς.

Εξετάστε αυτά τα παράδοξα: Ένας φοιτητής που εκπαιδεύτηκε σε σύγχρονα περσικά σε ένα αμερικανικό ή ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο δεν θα δυσκολευόταν να κατανοήσει τα ραδιοτηλεοπτικά νέα στην τατζίκικη γλώσσα, αν και αρχικά δεν θα ήταν σε θέση να διαβάσει το κυριλλικό αλφάβητο των τυπωμένων εκδόσεων. Και στα παζάρια σε μέρη όπως η Μπουχάρα ή το Χουτζάντ, η γλώσσα που συναντάμε – ακόμα φαινομενικά τα τατζίκικα – θα ήταν σχεδόν ακατανόητη σε κάποιον που γνώριζε “τυπικά περσικά”. Το ίδιο ισχύει και για το Αφγανιστάν και το ίδιο το Ιράν. Η επίσημη γλώσσα των ΜΜΕ είναι σχεδόν πανομοιότυπη (εκτός από το αλφάβητο στην περίπτωση των τατζίκικων) εντός και εκτός συνόρων, αλλά οι ομιλούμενες διάλεκτοι ποικίλουν εξαιρετικά ανά πόλη και ανά χωριό.

Αυτή η βασική γνώση θεωρείται δεδομένη από τους μελετητές με χρόνια εμπειρίας που μελετούν τα περσικά (με τις διάφορες ονομασίες τους) και ζουν στο Ιράν και την Κεντρική Ασία. Αλλά είναι ένα γλωσσικό πλαίσιο που λείπει από τα περισσότερα περσικά εγχειρίδια και εξαρτάται ενεργά από έναν σαφώς εθνικό τρόπο κατανόησης της δυναμικής των γλωσσών στην περιοχή.

Οι γλωσσικές κατηγορίες, με τις οποίες είμαστε περισσότερο ή λιγότερο κολλημένοι οργανώνονται κατακόρυφα από το έθνος-κράτος, κάτι που ταυτόχρονα αποκρύπτει τη βαθιά ποικιλομορφία των τοπικών διαλέκτων (μαζανταράνι, μπουχάρι, καμπούλι και πολλές άλλες), ενώ ταυτόχρονα υπονοεί βαθιά διαφοροποίηση ανά χώρα που δεν υφίσταται στην πραγματικότητα, μεταξύ φαρσί, νταρί και τατζίκικων.

Πριν από τον 20ό αιώνα, τα περσικά χρησίμευαν ως μια εξαιρετικά ομοιόμορφη γλώσσα υψηλού πολιτισμού από τα Βαλκάνια ως τη δυτική Κίνα, που δεν περιοριζόταν ολωσδιόλου στη σύγχρονη χώρα του Ιράν. Όπως και τα λατινικά στην Ευρώπη ή τα σανσκριτικά στην Ινδία, ήταν μια λογοτεχνική γλώσσα, την οποία πολλοί μορφωμένοι άνθρωποι μπορούσαν να γράψουν, αλλά πολύ λιγότεροι μιλούσαν ως μητρική γλώσσα. Βασικά, η γλώσσα ήταν γνωστή ως περσική γλώσσα (φαρσίi) παντού και η γραπτή γλώσσα αποτέλεσε τη βάση για τις σύγχρονες γλώσσες νταρί και τατζίκικα, όροι που σπάνια χρησιμοποιούνταν για να περιγράψουν μια γλώσσα πριν από τον 20ό αιώνα. (Το επίθετο “Τατζίκ(ικ)ος” χρησιμοποιήθηκε για ανθρώπους, όχι όμως για γλώσσα) και ο όρος “νταρί” χρησιμοποιήθηκε σε μεσαιωνικά κείμενα και αναφερόταν στα περσικά, αλλά χωρίς καμία αποκλειστική σχέση με τους σύγχρονους όρους Νταρί ή Αφγανιστάν, παρά τους εθνικιστικούς ισχυρισμούς περί του αντιθέτου).

Επομένως, αν η λογοτεχνική περσική γλώσσα αποτέλεσε τη βάση όλων αυτών των γλωσσών, τι ακριβώς είναι τόσο τατζίκικο στην τατζίκικη γλώσσα; (Το ίδιο ισχύει και για τα νταρί και τα φαρσί). Αυτή η ερώτηση περιπλέκεται από την ανεπάρκεια των κατηγοριών μας. Αν κάποιος έχει κατά νου τα επίσημα τατζίκικα των ΜΜΕ και των γλωσσικών εγχειριδίων, η απάντηση είναι “όχι και πολλά”, εκτός από το αλφάβητο. Και ένα ξεχωριστό αλφάβητο δεν κάνει μια γλώσσα: αλλιώς η πρόσφατη μεταρρύθμιση στο αλφάβητο στο Ουζμπεκιστάν από κυριλλικό σε λατινικό θα είχε εφεύρει αποτελεσματικά μια νέα γλώσσα.

Η γνώση γραμματικών μορφών περιορισμένες στην Κεντρική Ασία, αν και όχι απαραίτητα αποκλειστικά για το Τατζικιστάν, κωδικοποιήθηκαν στα εγχειρίδια γραμματικής κατά τη διάρκεια της σοβιετικής εποχής και συνεπώς επιβιώνουν στα σύγχρονα εγχειρίδια αγγλικής γλώσσας.

Για παράδειγμα, η φράση “man rafta istāda būdam” (“εγώ πήγαινα”) εμφανίζεται παράλληλα με τη λογοτεχνική παραλλαγή, παρόλο που η δομή αυτή δεν θα έβγαζε νόημα στην Τεχεράνη. Το λεξιλόγιο είναι συντριπτικά περσικό ετυμολογικά, με τα τουρκικά και ρώσικα αντιδάνεια να έχουν αποκοπεί από τέτοια γλωσσικά εγχειρίδια. Οι σπουδαστές που κατέχουν το περιεχόμενο των τατζίκικων εγχειριδίων – οι πιο διαδεδομένες επιλογές είναι του Baizoyev και του Khojayori αντίστοιχα – θα ήταν συνεπώς έτοιμοι να συνομιλήσουν με μορφωμένους συναδέλφους στο Ιράν, στο Τατζικιστάν και στο Αφγανιστάν.

Είναι αλήθεια ότι η αργκό και οι νεολογισμοί θα αποτελούσαν πρόκληση, όταν μετακινείσαι μεταξύ των τριών χωρών. Αν κάποιος ήθελε να πει «δορυφόρος», τα τατζίκικα λεξικά λένε «hamsafar» και τα φαρσί λεξικά «mahvāra», για παράδειγμα. Αλλά δεν υπάρχει διαφυγή από την καμπύλη μάθησης που σχετίζεται με την εμπλοκή σε εξειδικευμένους τομείς. Επιπλέον, η αυστηρή προσκόλληση σε μια εθνική γλώσσα δεν αποτελεί πανάκεια, καθώς οι λέξεις αντιδάνεια για τεχνικούς όρους περιπλέκουν την εικόνα περαιτέρω. Επιστρέφοντας στο παράδειγμα του «δορυφόρου», οι περισσότεροι Τατζίκοι πιθανότατα δεν θα χρησιμοποιούσαν καμία από τις προαναφερθείσες παραλλαγές και αντ’ αυτού θα χρησιμοποιούσαν το ρωσικό όρο «sputnik».

Με άλλα λόγια, η κυρίαρχη παιδαγωγική προσέγγιση είναι κατάλληλη για διπλωμάτες, δημοσιογράφους και λογοτέχνες. Αν κάνεις όμως ένα βήμα εκτός του ελίτ αυτού κύκλου, ωστόσο, αυτή η εικόνα αλλάζει δραματικά. Αν με τον όρο “Τατζίκ” κάποιος έχει κατά νου τη γλώσσα της εστίας και του παζαριού, τότε αποδεικνύεται ότι υπάρχουν πολλές ποικιλίες περσικών.

Οι συνήθεις διάλεκτοι στην Κεντρική Ασία αναμιγνύουν ελεύθερα όχι μόνο περσικές, τουρκικές και ρωσικές λέξεις, αλλά και γραμματικές μορφές και συντακτική δομή. Οι σπουδαστές που επιτυγχάνουν υψηλούς βαθμούς σε ένα μάθημα τατζίκικων μπορεί να εκπλαγούν, με το να διαπιστώσουν ότι η ζωντανή γλώσσα που συναντούν στην Μπουχάρα – όπου η τοπική διάλεκτος γίνεται κατανοητή ως «τατζίκικα» – είναι σχεδόν ακατανόητη. Για να φτάσει κανείς σε αυτό το επίπεδο, θα πρέπει να μελετήσει τη γλώσσα όπως ομιλείται και όχι τη γλώσσα που οι μεταρρυθμιστές θα ήθελαν να ομιλείται.

Ούτε αυτή η κατάσταση περιορίζεται στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας. Παρόλο που η εκπαίδευση στα επίσημα περσικά έχει διεισδύσει πολύ πιο βαθιά στο Ιράν (δεν χρειάζεται να ανταγωνιστεί με την αυτοκρατορική γλώσσα των ρωσικών), το Ιράν φιλοξενεί ένα φάσμα τοπικών διαλέκτων, κάποιες αναμφισβήτητα πιο συχνές από εκείνες που βρίσκονται στην Κεντρική Ασία. Το ίδιο ισχύει και στο Αφγανιστάν, όπου γλώσσες όπως η πάστο και η αγγλική προσφέρουν συστατικά για τις τοπικές διαλέκτους.

Οι σπουδαστές που επιθυμούν να ασχοληθούν με αυτές τις δημώδεις μορφές δεν είναι συνήθως τυχεροί. Τα εγχειρίδια και τα προγράμματα γλωσσών είναι αυστηρά συνδεδεμένα με το τριμερές φαρσί-νταρί-τατζίκ και όταν εισάγονται “δημώδη” στοιχεία, η παραλλαγή στο μυαλό είναι αυτή της Τεχεράνης, που μεταμφιέζεται ως κοινή προφορική διάλεκτος για τη γλώσσα ως σύνολο. Υπάρχουν μερικά παραδείγματα εξαιρέσεων σε αυτόν τον κανόνα, όπως ο διορατικός, αλλά δύσκολος να αποκτηθεί, οδηγός για την καθομιλουμένη τατζίκικη γλώσσα από τους Aliev και Okawa (Colloquial Tajiki Phrasebook, 2009). Ως επί το πλείστον, ο ανθρωπολόγος και ο εργάτης της ανάπτυξης (για τους οποίους τα επίσημα περσικά μπορεί να είναι λιγότερο χρήσιμα) είναι μόνοι τους.

Αυτό δεν πρέπει να συμβαίνει. Εάν υπάρχει ένα πράγμα που έχει αποδείξει η ιστορική ακαδημαϊκή γνώση των τελευταίων δεκαετιών, αυτό που καταλαβαίνουμε σήμερα ως “έθνη” και “εθνότητες” είναι το προϊόν αμφισβητούμενων και συχνά πολύ πρόσφατων ιστορικών διαδικασιών. Αυτές οι ιδέες δεν έχουν ακόμη φιλτραριστεί στη γλωσσική παιδαγωγική με κανέναν ουσιαστικό τρόπο, αλλά δεν είναι πολύ δύσκολο να φανταστεί κανείς μια εναλλακτική προσέγγιση.

Πράγματι, μια τέτοια ολοκληρωμένη προσέγγιση είναι ήδη διαθέσιμη – για τα αραβικά. Τα περισσότερα αραβικά γλωσσικά προγράμματα επικεντρώνονται στην επίσημη γλώσσα που επικρατεί σε ολόκληρο τον αραβικό κόσμο, προσφέροντας παράλληλα στοχοθετημένες εισαγωγές σε διάφορες περιφερειακές διαλέκτους, με ιδιαίτερη προσοχή στην πιο διαδεδομένη – τη διάλεκτο του Καΐρου. Θεωρείται δεδομένο ότι τα ταξίδια των φοιτητών δεν τελειώνουν στο τέλος του προγράμματος, καθώς θα πρέπει αναγκαστικά να χρησιμοποιούν την επίσημη γλώσσα ως πλατφόρμα για περαιτέρω εξειδίκευση σε μια τοπική διάλεκτο, τεχνικό πεδίο ή λογοτεχνικό είδος.

Το μόνο που συγκρατεί τα περσικά από μια παρόμοια προσέγγιση είναι η επιμονή των εθνικών κατηγοριών. Μια ολοκληρωμένη παιδαγωγική που παρουσιάζει μια κοινή επίσημη γλώσσα που υπερβαίνει τα εθνικά σύνορα, σε συνδυασμό με την έκθεση στην περιφερειακή και ιστορική πολυμορφία, θα προετοίμαζε καλύτερα τους μαθητές της γλώσσας για τις πραγματικότητες που θα συναντούσαν επί τόπου και θα βοηθούσε στην υπονόμευση των εννοιολογικών στεγανών του εθνικού κράτους.

Προς το παρόν, η εκδοχή “κάντο-μόνος-σου” μιας τέτοιας προσέγγισης δεν είναι αδύνατη, αλλά σίγουρα προκλητική λόγω έλλειψης υλικών. Οι σπουδαστές θα πρέπει να ασκήσουν πίεση για να συγκεντρώσουν πόρους από όλες τις διαλέκτους υπό μια περίπλοκη σειρά από αντιφατικές επικεφαλίδες. Αλλά ακόμη και μια βασική εκτίμηση των περιορισμών των γλωσσικών μας κατηγοριών ανοίγει την πόρτα σε έναν πολύ πιο ποικιλόμορφο και ενδιαφέροντα κόσμο.

Σημείωση του συντάκτη: Ο James Pickett είναι Επίκουρος Καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Pittsburgh. … Ενδιαφέρεστε για τις τρομερές λεπτομέρειες που υποστηρίζουν τα επιχειρήματα που παρουσιάζονται εδώ; Το άρθρο αυτό είναι προσαρμοσμένο από το βιβλίο του James Pickett “Categorically Misleading, Dialectically Misconceived: Language Textbooks and Pedagogic Participation in Central Asian Nation-Building Projects”, έρευνα της Κεντρικής Ασίας, Μάιος 2017.