Οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων – Αλβανία, Βοσνία και Ερζεγοβίνη, ΠΓΔΜ, Κοσσυφοπέδιο, Μαυροβούνιο και Σερβία – φιλοξενούν σημαντικούς μουσουλμανικούς πληθυσμούς. Στοχεύοντας την προπαγάνδα του προς αυτά, το Ισλαμικό Κράτος προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τις πληγές των Γιουγκοσλαβικών πολέμων της δεκαετίας του '90, κατά τους οποίους διαιρέθηκε ο λαός κατά εθνική και θρησκευτική κατεύθυνση.
Στις 8 Ιουνίου, το Al Hayat Media, ένα ΜΜΕ του ISIS (γνωστό επίσης ως ISIL, Daesh και Ισλαμικό Κράτος), δημοσίευσε το 10ο τεύχος του ηλεκτρονικού περιοδικού τους Rumiyah. Διανεμήθηκε σε εννέα γλώσσες, συμπεριλαμβανομένων των βοσνιακών, με κάθε έκδοση να παρέχει εξατομικευμένο περιεχόμενο στους υποστηρικτές τους σε διάφορες περιοχές του κόσμου.
Το Rumiyah πάντα δημοσιευόταν στα βοσνιακά, αλλά το τεύχος αυτό σηματοδότησε την πρώτη φορά που είχε ένα μήνυμα ειδικά για τους πολίτες των Δυτικών Βαλκανίων. Σε αυτό, το ISIS ισχυρίζεται ότι «δεν έχουν ξεχάσει» την περιοχή όπου θα φέρουν «αίμα για τους εχθρούς και μέλι για τους φίλους». Η ρητορική είναι γεμάτη απειλές για τους “άπιστους” Σέρβους και Κροάτες και μνημονεύει εγκλήματα πολέμου κατά των μουσουλμάνων από τους προηγούμενους πολέμους. Το μήνυμα περιλαμβάνει ιδιαίτερα τρομερές απειλές για τους “murtadd”, έναν όρο που σημαίνει κάποιον που έχει αποποιηθεί τη θρησκεία του ή αιρετικό, αναφερόμενο στην πλειονότητα των τοπικών Μουσουλμάνων της Βοσνίας, της Σερβίας, της Αλβανίας, του Κοσσυφοπεδίου και της ΠΓΔΜ, που δεν υποστηρίζουν κανένα είδος ισλαμικού ριζοσπαστισμού.
Ενώ πολλοί μουσουλμάνοι ζουν και στις άλλες βαλκανικές χώρες, οι ανακοινώσεις του ISIS δεν τις ανέφεραν, ούτε τις πρωτεύουσές τους ως μελλοντικούς στόχους για τους “στρατιώτες τους, που θα κόψουν κεφάλια και θα χύσουν το αίμα των απίστων, μέχρι να γονατίσουν και να αποτίσουν φόρο τιμής”. Ένας Βούλγαρος χρήστης του Twitter σχολίασε ότι το προτιμούν.
За втори път “Ислямска държава” явно ни пренебрегва като враг, достоен за внимание. Аз съм ок да продължават по същия начин.
— Хайманата (@apkarageorgiev) June 9, 2017
Για δεύτερη φορά “το Ισλαμικό Κράτος” μας παραμερίζει δημόσια ως εχθρό που δεν αξίζει την προσοχή του. Είμαι απολύτως εντάξει με αυτό, αν συνεχίσουν στο ίδιο πνεύμα.
Το Rumiyah δεν είναι η μόνη προσπάθεια τους να στοχεύσουν το τοπικό κοινό.
Έχουν επίσης δημιουργηθεί πρόσφατα νέα κανάλια, κυρίως στην εφαρμογή μηνυμάτων Telegram. Όλες οι πληροφορίες που περιέχουν είναι στα βοσνιακά, συμπεριλαμβανομένων βίντεο, αφισών, μεταφράσεων δηλώσεων από το ISIS και άλλων ειδών προπαγάνδας. Ένα από τα νεότερα κανάλια δημιουργήθηκε στις 8 Ιουνίου, την ημέρα που κυκλοφόρησε το τελευταίο τεύχος του Rumiyah. Επί του παρόντος, υπάρχουν τέσσερα μεγάλα κανάλια, τα οποία είναι πολύ δραστήρια.
Μια οδυνηρή κληρονομιά πολέμου
Η θρησκευτική ταυτότητα διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο κατά τη διάρκεια των ένοπλων συγκρούσεων που ξέσπασαν στην πρώην Γιουγκοσλαβία από το 1991 έως το 2001. Οι εθνικιστές πολιτικοί ανέθρεψαν και εκμεταλλεύτηκαν διαχωρισμούς σε εθνοτικές και θρησκευτικές γραμμές, στρέφοντας τον έναν ενάντια στον άλλο πρώην γείτονες που ζούσαν με «αδελφοσύνη και ενότητα» (το επίσημο σύνθημα της διαλυμένης ομοσπονδίας).
Οι περισσότεροι Βαλκάνιοι εθνικιστές χρησιμοποιούν τη θρησκευτική ταυτότητα της πλειοψηφίας της εθνοτικής ομάδας που ισχυρίζονται ότι αντιπροσωπεύουν ως μέρος των ιδεολογιών τους. Ομάδες όπως αυτές ισχυρίζονται ότι για να είσαι καλός Κροάτης, πρέπει να είσαι ευσεβής καθολικός, για παράδειγμα, ή μόνο οι ευσεβείς Ορθόδοξοι χριστιανοί Σέρβοι αξίζουν το όνομα ή ότι το να είσαι Βόσνιος είναι αδιαχώριστο από το να είσαι μουσουλμάνος. (Ο αλβανικός εθνικισμός αποτελεί εξαίρεση – παρόλο που οι περισσότεροι Αλβανοί έχουν μουσουλμανική κληρονομιά, όσοι ανήκουν σε άλλες θρησκείες δεν αντιμετωπίζονται υποτιμητικά από συμπατριώτες).
Κατά τη διάρκεια αυτών των πολέμων, περισσότεροι από 140.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και αρκετά εκατομμύρια αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Πολλά εγκλήματα πολέμου διαπράχθηκαν στο όνομα της «άμυνας» της εκάστοτε εκλεκτής εθνότητας και θρησκείας και οι δίκες για μερικούς από αυτούς συνεχίζονται. Εν τω μεταξύ, το γεγονός ότι διάφοροι πολιτικοί και ΜΜΕ έχουν αποδώσει ηρωικό καθεστώς σε ορισμένους εγκληματίες πολέμου δεν εμπνέει εμπιστοσύνη στους γείτονες λαούς.
Αυτή η ιστορική κληρονομιά επανεξετάζεται συνεχώς για πολιτική κινητοποίηση και, κατά συνέπεια, οι επιθετικές συμπεριφορές απέναντι σε άλλες θρησκείες είναι ριζωμένες σε μερικούς Βαλκάνιους πολίτες.
Μαχητές των Δυτικών Βαλκανίων σε Συρία και Ιράκ
Μια τέτοια προπαγάνδα του ISIS δεν αποσκοπεί μόνο στην στρατολόγηση νέων μελών, αλλά και στην παρακίνηση υποστηρικτών, μερικοί από τους οποίους επέστρεψαν από τη μάχη στη Συρία, για να επιτελέσουν επιθέσεις στο όνομα της ομάδας, μια κλήση που θα μπορούσε να γίνει πιο ισχυρή δεδομένης της ιστορίας στα Δυτικά Βαλκάνια.
Οι μαχητές των Βαλκανίων άρχισαν να πηγαίνουν στη Συρία το 2012-2013 μετά την ενίσχυση του καθεστώτος Άσαντ κατά λαϊκής εξέγερσης. Οι εξτρεμιστικές ομάδες παρουσίασαν αυτές τις ενέργειες ως επίθεση εναντίον του Ισλάμ, παρόλο που ο στόχος της κυβέρνησης δεν ήταν θρησκευτικός, αλλά πολιτικός, και εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία να χρησιμοποιήσουν τον πόνο των ανθρώπων ως εργαλείο στρατολόγησης.
Οι ακόλουθες εκτιμήσεις συνδυάζουν τα δεδομένα που δημοσιεύονται από τις αρχές, καθώς και από αναφορές ερευνητικών δημοσιογράφων και think-tank και από δική μου προσωπική έρευνα εργαζόμενος ως δημοσιογράφος. Υπάρχουν περίπου 875 μαχητές των Δυτικών Βαλκανίων στη Συρία και το Ιράκ. Με πρόχειρους υπολογισμούς, μεταξύ 90 και 200 προέρχονται από την Αλβανία, μεταξύ 217 και 330 από τη Βοσνία, μεταξύ 232 και 300 από το Κοσσυφοπέδιο, από 100 έως 146 από την ΠΓΔΜ, περίπου 30 από το Μαυροβούνιο, από 50 έως 70 από τη Σερβία. Υπάρχουν επίσης μαχητές από τη Σλοβενία και την Κροατία.
Πολλοί από αυτούς τους μαχητές ανήκουν στο συριακό παρακλάδι της Αλ Κάιντα (γνωστό στο παρελθόν ως Jabhat an Nusra και σήμερα Hayat Tahrir al-Sham) και ένα άλλο μέρος είναι μεταξύ των δυνάμεων του ISIS, σε μονάδες που ηγούνται Αλβανοί ή Βόσνιοι.
Μερικοί από τους μαχητές που προέρχονται από τη Βοσνία προέρχονται από κοινότητες σαλαφιστών όπως εκείνες στα ορεινά χωριά Γκόρνια Μάοτσα, Όσβε και Ντούμπνιτσα. Δεν είναι αποτέλεσμα ιεραποστολικής δραστηριότητας, αλλά εγκατάστασης ξένων μαχητών από τον Πόλεμο της Βοσνίας με τις οικογένειές τους.
Εκμετάλλευση της ιστορίας
Από το 1992 έως το 1995, εκατοντάδες μαχητές από διάφορες μουσουλμανικές ομάδες πολέμησαν στην πλευρά της Βοσνίας και στη συνέχεια ορισμένοι από αυτούς εγκαταστάθηκαν σε απομακρυσμένα χωριά για να αποφύγουν την προσοχή. Ήταν ήδη επηρεασμένοι από το εξαιρετικά συντηρητικό ισλαμικό κίνημα του Σαλαφισμού και για δύο δεκαετίες ζούσαν ειρηνικά παρόμοια με τις πουριτανικές κοινότητες του 16ου και 17ου αιώνα στη Δυτική Ευρώπη. Σε κάθε τέτοιο χωριό δημιουργήθηκε υποδομή για τη στήριξη κοινοτικής χρηματοδότησης και πνευματικής ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένων μικρών επιχειρήσεων και εγκαταστάσεων θρησκευτικής εκπαίδευσης. Οι κοινότητες σαλαφιστών διαθέτουν επίσης κτηματομεσιτικά γραφεία και ταξιδιωτικά γραφεία που εργάζονται κυρίως με Άραβες τουρίστες.
Όταν ξέσπασε ο πόλεμος στη Συρία, μερικές από αυτές τις οικογένειες πήγαν εκεί, ωθούμενοι από την υπόσχεση οικοδόμησης ενός ιδανικού μουσουλμανικού κράτους με τη δημιουργία ενός λεγόμενου χαλιφάτου το 2014 εκμεταλλευόμενοι το χάος του εμφυλίου πολέμου στη Συρία και τις καταστολές της συριακής κυβέρνησης. Θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι δεν είναι όλοι οι Σαλαφιστές μαχητές και πολλοί από αυτούς εξακολουθούν να ζουν στη Βοσνία, αποδεχόμενοι τα θεσμικά της όργανα.
Οι μαχητές των Βαλκανίων συμπεριλαμβάνουν επίσης Αλβανούς, μερικοί από τους οποίους έχουν στρατολογηθεί από ένα τέμενος που λειτουργεί εκτός του ελέγχου της Μουσουλμανικής Κοινότητας της Αλβανίας (KMSH, Komuniteti Mysliman i Shqipëris), της κυρίαρχης θρησκευτικής οργάνωσης που ιδρύθηκε το 1923. Ο αριθμός των Αλβανών που πηγαίνουν στη Συρία, ωστόσο, μειώθηκε από 20 το 2012 σε μόλις έναν το 2015, αφού η χώρα θέσπισε ειδικά νομικά μέτρα εναντίον τέτοιων μαχητών, κάνοντας τη στρατολόγηση, χρηματοδότηση ή υποστήριξη αγωνιστών να επιφέρει τιμωρία με φυλάκιση 15 ετών.
Οι αρχές της γειτονικής πΓΔΜ υιοθέτησαν παρόμοια μέτρα το 2015, ποινικοποιώντας τη συμμετοχή σε ξένες συγκρούσεις και τη σχετική χρηματοδότηση με πέντε χρόνια φυλάκισης. Στο Κοσσυφοπέδιο, εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις ασφαλείας καταστέλλουν ανοιχτά τη δραστηριότητα των τζιχαντιστών από το 2014, όταν συνέλαβαν 12 υπόπτους, συμπεριλαμβανομένων ιμάμηδων.
Ωστόσο, η απειλή που θέτουν οι πολίτες που επιστρέφουν στην πατρίδα, αφότου πολέμησαν στη Συρία ή το Ιράκ παραμένει. Οι στρατιωτικές αποτυχίες του ISIS αυξάνουν αυτήν την πιθανότητα, καθώς οι αναλυτές πιστεύουν ότι η οργάνωση θα μπορούσε να στραφεί στην Κεντρική Ασία, τη Νοτιοανατολική Ασία και τα Βαλκάνια, καθώς αποτελούν σημαντικούς γεωπολιτικούς τομείς με εκμεταλλεύσιμη ιστορία συγκρούσεων και ανεπίλυτα προβλήματα.