- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Γιατί οι Σύριοι πρόσφυγες στο Λίβανο φοβούνται να επιστρέψουν σε μία ελεγχόμενη από τον Άσαντ Συρία

Κατηγορίες: Μέση Ανατολή & Βόρεια Αφρική, Λίβανος, Συρία, Μέσα των πολιτών, Πόλεμος - Συγκρούσεις, Πρόσφυγες
[1]

Στιγμιότυπο Οθόνης από το βίντεο του Megaphone News που ασχολείται με το θέμα των Σύριων προσφύγων στο Λίβανο. Βίντεο στα αραβικά με αγγλικούς υπότιτλους. 

Αυτή η δημοσίευση βασίζεται σε ένα βίντεο-ρεπορτάζ [1] από το Megaphone News. Επεξεργάστηκε για να γίνει κείμενο από τον αρχισυντάκτη για τη Βόρεια Αφρική και Μέση Ανατολή Joey Ayoub ως μέρος συμφωνίας κοινής χρήσης περιεχομένου.

Η κυβέρνηση του Λιβάνου πιέζει τους Σύριους πρόσφυγες να επιστρέψουν στη γειτονική χώρα που καταστράφηκε από τον πόλεμο, παρά τις αναφορές ότι πολλοί επαναπατριζόμενοι επιστρατεύονται βίαια — και ορισμένοι μάλιστα βασανίστηκαν [2] και σκοτώθηκαν.

Υπάρχουν περίπου ένα εκατομμύριο εγγεγραμμένοι Σύροι πρόσφυγες στο Λίβανο, [3] ο υψηλότερος κατά κεφαλήν αριθμός οποιασδήποτε χώρας.

Ένας από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της κυβέρνησης για την επιστροφή των Σύριων είναι ο Υπουργός Εξωτερικών και επικεφαλής του Συντηρητικού Ελεύθερου Πατριωτικού Κινήματος (FPM) Gebran Bassil. Το FPM εγκαινίασε [4] μια κεντρική επιτροπή για την επιστροφή των προσφύγων στις 13 Ιουλίου 2018 (αν και δεν είναι ακόμη σαφές πώς θα λειτουργήσει).

Κατά την έναρξη της επιτροπής αυτής, ο Bassil κατηγόρησε τους πρόσφυγες ότι αποτελούναπειλή για την ταυτότητα και την οικονομία του Λιβάνου“. Τον Μάιο, ο Bassil δήλωσε την υποστήριξή του για την πολιτογράφηση εκατοντάδων κυρίως Σύριων επιχειρηματιών, προωθώντας τις λίαν διαδεδομένες εντυπώσεις [5] ότι η ιθαγένεια του Λιβάνου προσφέρεται επιλεκτικά.

Εν τω μεταξύ, το κόμμα της Χεζμπολάχ του Λιβάνου, βασικός σύμμαχος τόσο του καθεστώτος Άσαντ όσο και του FPM του Λιβάνου, άνοιξε εννέα γραφεία [6] σε ολόκληρο τον Νότιο Λίβανο και τη Βηρυτό, δήθεν για να βοηθήσουν τους πρόσφυγες να επιστρέψουν στη Συρία“. Οι επιχειρήσεις της Χεζμπολάχ περιλαμβάνουν την συμπλήρωση αιτήσεων από τους πρόσφυγες, οι οποίες στη συνέχεια αποστέλλονται απευθείας στο καθεστώς της Συρίας για έγκριση.

Ο Bassil κατηγόρησε επίσης την UNHCR, την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, ότι “φοβίζει τους πρόσφυγες” για το ενδεχόμενο να επιστρέψουν στη Συρία, ενώ στις 8 Ιουνίου πάγωσε τις αιτήσεις του οργανισμού [7] για Σύριους αιτούντες άσυλο.

Το άρθρο 33 της Σύμβασης και του Πρωτοκόλλου για το Καθεστώς των Προσφύγων [8] απαγορεύει στις χώρες να στέλνουν τους πρόσφυγες πίσω στις χώρες καταγωγής τους, όταν διατρέχουν κίνδυνο η ζωή ή η ελευθερία τους.

Εν τω μεταξύ, στα νότια της Συρίας, περίπου 270.000 με 330.300 Σύριοι [9] εκτοπίστηκαν βίαια από την πόλη Νταράα, που βρίσκεται υπό τον έλεγχο των ανταρτών, λόγω των εντατικών βομβαρδιστικών εκστρατειών. Από τα μέσα Ιουνίου, έχουν διασχίσει το δρόμο προς τα υπό ισραηλινή κατοχή Συριακά Υψίπεδα του Γκολάν και τα σύνορα της Ιορδανίας. Τη στιγμή της συγγραφής αυτού του άρθρου, οι κυβερνήσεις της Ιορδανίας [10] και του Ισραήλ εμποδίζουν τους πρόσφυγες να φθάσουν με σχετική ασφάλεια.

Αυτή η τελευταία επίθεση ακολουθεί παρόμοια μοτίβα εντατικών βομβαρδισμών και μεγάλης κλίμακας εκτοπίσεις που παρατηρήθηκαν ήδη σε περιοχές της Συρίας που ήταν υπό την κατοχή των ανταρτών, όπως η Ανατολική Γούτα [11], το Χαλέπι [12], η Νταράγια [13] και η Χομς [14].

Ωστόσο, η επικίνδυνη κατάσταση ασφάλειας στη Συρία δεν έχει σταματήσει τους εξέχοντες τομείς της λιβανέζικης κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων των πολιτικών και των περισσότερων ΜΜΕ, από το να εμπλακούν σε αυτό που πολλοί θεωρούν [15] ως κατάσταση αποδιοπομπαίου τράγου. Οι τακτικές αυτές είναι αναμφισβήτητα συγκρίσιμες [16] με τις πολύ παλαιότερες που απευθύνονταν σε Παλαιστίνιους πρόσφυγες στον Λίβανο.

Θα μπορούσε να κατασχεθεί ολόκληρη η περιουσία των Σύρων προσφύγων


Αυτό που εντείνει τις ανησυχίες των προσφύγων είναι ο νέος νόμος ιδιοκτησίας της Συρίας, ο οποίος θα επιτρέψει στην κυβέρνηση να κατασχέσει και να ανακατασκευάσει την περιουσία των κατοίκων χωρίς τη δέουσα διαδικασία.

Ο “Νόμος 10 [17]“, που εγκρίθηκε τον Απρίλιο του 2018, “επιτρέπει τη δημιουργία ζωνών ανασυγκρότησης σε όλη τη Συρία που θα προορίζονται για ανοικοδόμηση”.

Όπως εξήγησε [17] το HRW:

Ο νόμος δεν καθορίζει κριτήρια με τα οποία οι περιοχές να μπορούν να χαρακτηριστούν ως ζώνες ανάπλασης ή κάποιο χρονοδιάγραμμα. Αντ’ αυτού, οι ζώνες ανάπλασης πρέπει να καθορίζονται με διάταγμα. Εντός μιας εβδομάδας από την έκδοση ενός διατάγματος, οι τοπικές αρχές θα ζητήσουν έναν κατάλογο ιδιοκτητών ακινήτων από τις δημόσιες αρχές ακινήτων της περιοχής. Οι δημόσιες αρχές ακινήτων πρέπει να παράσχουν τους καταλόγους εντός 45 ημερών.

Τα άτομα, των οποίων τα ονόματα δεν εμφανίζονται στη λίστα, θα έχουν 30 ημέρες για να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία ιδιοκτησίας στη ζώνη. Αν δεν το κάνουν, όλα τα περιουσιακά στοιχεία θα επιστρέψουν στο κράτος. Εκείνοι που καταφέρνουν να αποδείξουν την ιδιοκτησία στη ζώνη θα λάβουν μέρος στις νέες εξελίξεις.

Δεδομένου ότι η κατάσταση της ασφάλειας εξακολουθεί να είναι επείγουσα και ότι πολλοί δεν θα επιστρέψουν από τον φόβο αντιποίνων, οι εξόριστοι θα έχουν ελάχιστες πιθανότητες να προσκομίσουν απόδειξη ιδιοκτησίας. Στην πραγματικότητα, οι ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οι ακτιβιστές βλέπουν τον νόμο ως μια ακόμη προσπάθεια του καθεστώτος να αποθαρρύνει τους πρόσφυγες από την επιστροφή τους.

Ακόμη και ο ίδιος ο Bassil φαίνεται να έχει υποχωρήσει – έστειλε αίτημα [18] στο καθεστώς του Άσαντ να αναθεωρήσει τον νόμο, φοβούμενος ότι θα ανατρέψει τα σχέδιά του για επαναπατρισμό των Σύρων προσφύγων, που ζουν σήμερα στο Λίβανο.

Αυτό ισχύει ιδιαίτερα, καθώς πάνω από το 70% των Σύρων προσφύγων [19] στον Λίβανο προέρχονται από τις κατεστραμμένες περιοχές του Χαλεπίου, της Χόμς, της Ιντλίμπ και της Αγροτικής Δαμασκού — όλες τους είναι ώριμες για σχέδια “αναδημιουργίας”.

Οι Παλαιστίνιοι συγκρίνουν το Νόμο 10 με τους νόμους που έθεσε το κράτος του Ισραήλ από το 1948, με σκοπό να εμποδίσουν τους Παλαιστίνιους να επιστρέψουν στα σπίτια τους.

Αυτό ακούγεται τόσο οικείο.

Πόλη Marota

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Νόμος 10 έχει προτεραιότητα στο διάταγμα 66 του 2012 [22], της Συρίας, το οποίο καθόρισε, μεταξύ άλλων, τη σχεδιαζόμενη δημιουργία της “πόλης Marota” σε δύο περιοχές της Δαμασκού.

Στιγμιότυπο από την επίσημη ιστοσελίδα διαφήμισης της πόλης Marota. Πηγή [23].

Οι επενδύσεις στην Πόλη Marota, ενώ προέρχονται τυπικά από την κρατική Εμπορική Τράπεζα της Συρίας [24], θεωρούνται ευρέως ότι περιλαμβάνουν δισεκατομμυριούχους που συνδέονται με το καθεστώς όπως ο Rami Makhlouf, ένας ξάδερφος του Άσαντπου προέρχεται από την ίδια οικογένεια με τον Υπουργό τοπικής διοίκησης και είναι γνωστό ότι υποστηρίζει τους πιστούς πολιτοφύλακες“, και ένας πλούσιος σύμβουλος της Συρίας με έδρα το Κουβέιτ, ο Mazen Tarazi, σύμφωνα με τον Aron Lund από το IRIN News [22]. Οι μελλοντικοί ιδιοκτήτες περιλαμβάνουν [22] τον Σύρο-Τουρκο-Λιβανέζο επιχειρηματία Samer Foz.

Ο ίδιος ο Άσαντ επισκέφθηκε την Πόλη Marota [25] τον Μάρτιο του 2016 για να εγκαινιάσει το έργο. Η SANA, το κρατικό μέσο ενημέρωσης της Συρίας, ισχυρίζεται ότι η περιοχή [25]περιλαμβάνει 12.000 οικιστικές μονάδες που μπορούν να φιλοξενήσουν περίπου 60.000 άτομακαι ότι το έργο “παρέχει 110.000 ευκαιρίες απασχόλησης και 27.000 μόνιμες θέσεις εργασίας”.

Αλλά ενώ το καθεστώς διαφημίζει αυτό το έργο ως προσιτό, ο Aron Lund σημείωσε για το IRIN News [22] ότι η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική:

Οι αρχές της Συρίας παρουσιάζουν τα έργα ανασυγκρότησης του διατάγματος 66 ως μια αμείωτη ιστορία επιτυχίας, αλλά ακόμη και τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης σημείωσαν την έλλειψη εναλλακτικής στέγασης [26] για τους ανθρώπους που εκδιώχθηκαν από το Basatin al-Razi [όπου χτίζεται η Πόλη Marota]. Οι πρώην κάτοικοι ενημερώθηκαν [27] πρόσφατα ότι ενδέχεται να αποκτήσουν νέα διαμερίσματα τα επόμενα τρία χρόνια.

Έτσι, έξι χρόνια αργότερα, με την άφιξη του Νόμου 10, πολλοί Σύριοι που εκτοπίστηκαν από τον πόλεμο πρόσθεσαν την “αναδιαμόρφωση” σε έναν μακρύ κατάλογο λόγων, για τους οποίους η επιστροφή μπορεί να είναι αδύνατη.

Για να παραθέσω έναν πρόσφυγα που του είχε πάρει συνέντευξη [28] η Maha Yahya για το BBC:

Ο Χασάν, ένας μη εγγεγραμμένος νεαρός πρόσφυγας που ζει στη Βηρυτό, το έθεσε ως εξής: “Σήμερα όλοι όσοι εγκαταλείπουν τη Συρία θεωρούνται προδότες”.

Όπως και πολλοί άλλοι, φοβάται ότι κατηγορείται για εγκατάλειψη της χώρας του και για πιθανά αντίποινα.

Προσθέτει:

Ειδικότερα, οι νέοι ανησυχούν ότι θα στοχοποιηθούν για αναγκαστική στρατολόγηση.

Υπάρχουν πολλές αναφορές ιστοριών νεαρών ανδρών που είχαν επιστρέψει στη Συρία μόνο και μόνο για να στρατολογηθούν και να πεθάνουν στην πρώτη γραμμή.

Το κόστος αποφυγής της στρατολόγησης μπορεί να ανέλθει στα 8.000 δολάρια, πράγμα που είναι σχεδόν ανέφικτο για τους περισσότερους Σύριους.

Αν οι πρόσφυγες στο Λίβανο αναγκαστούν να ακολουθήσουν παρόμοια σχέδια, οι ιστορίες τρόμου θα μπορούσαν να συνεχιστούν και στο μέλλον. Όπως έγραψε ο Saskia Bass τον Μάρτιο του 2018 [29]:

Νέα έρευνα από τους επαναπατριζόμενους δείχνει ότι οι περισσότεροι επέστρεψαν στην πατρίδα λόγω σκληρών συνθηκών διαβίωσης στις γειτονικές χώρες και δεν βρήκαν ασφάλεια ή αξιοπρέπεια κατά την επιστροφή.