
Igor Toshevski, Territory, Πλατεία Μακεδονίας, Σκόπια, 2009. © του καλλιτέχνη.
Ο Jon Blackwood είναι επιμελητής σύγχρονης τέχνης, συγγραφέας και λέκτορας στο Gray’s School of Art του Πανεπιστημίου Ρόμπεττ Γκόρντον στο Αμπερντίν. Μοιράζει το χρόνο του μεταξύ Σκωτίας και Βαλκανίων, διεξάγοντας έρευνα πάνω στη σύγχρονη τέχνη στην περιοχή της πρώην Γιουγκοσλαβίας και, πιο συγκεκριμένα, στη Βόρεια Μακεδονία και στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη. Το βιβλίο του στα αγγλικά Κριτική Τέχνη στη Σύγχρονη Μακεδονία (2016) αποτελεί την πρώτη εις βάθος μελέτη της σύγχρονης εναλλακτικής καλλιτεχνικής σκηνής στη Βόρεια Μακεδονία.
Σε συνέντευξή του με τη Global Voices, ο Blackwood εξηγεί τo στόχο του ως ερευνητής τέχνης, καθώς και τις προσπάθειές του να συνδέσει διαφορετικά μέρη της Ευρώπης θέτοντας σε αμφισβήτηση στερεότυπα που αφορούν την περιοχή των Βαλκανίων:
Filip Stojanovski (FS): Με ποιόν τρόπο ο «δυτικός» καλλιτεχνικός κόσμος αντιλαμβάνεται αυτόν της πρώην Γιουγκοσλαβίας ή τον ευρύτερο βαλκανικό;

Ο Jon Blackwood. Η φωτογραφία αποτελεί ευγενική χορηγία.
Jon Blackwood (JB): Δύσκολο να δοθεί συγκεκριμένη απάντηση στο ερώτημα αυτό. Θεωρώ πως τα παλιά δίπολα του «Δυτικός» και «Ανατολικός» δεν είναι πλέον χρήσιμα, μιας και, όσο η περίοδος του Ψυχρού Πολέμου ξεθωριάζει μες την ιστορία, είναι ολοένα και φθίνουσας σημασίας. Ένας ίσως πιο χρήσιμος διαχωρισμός να ήταν η «Ευρωπαϊκή Ένωση» και η «Υπόλοιπη Ευρώπη».
Υπάρχουν μικρές, ιδιαίτερα αφοσιωμένες ομάδες μελετητ(ρι)ών από τη Σκωτία, την Αγγλία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Αυστρία και τη Βόρεια Αμερική, που δραστηριοποιούνται στην περιοχή της πρώην Γιουγκοσλαβίας στο πεδίο του οπτικού πολιτισμού. Πέραν αυτού, φοβάμαι ότι το ποσοστό παρανόησης και άγνοιας γενικά είναι μεγάλο.
Όσον αφορά τον κόσμο της τέχνης, το ενδιαφέρον αυξήθηκε λίγο τα τελευταία χρόνια. Ξεκίνησα να εργάζομαι πυρετωδώς πάνω στην ιστορία της τέχνης της Γιουγκοσλαβίας και το μεταγιουγκοσλαβικό σύγχρονο καλλιτεχνικό κόσμο γύρω στο 2006, απλώς και μόνο επειδή δοκιμάστηκα από αυτά που είχα δει και ήμουν το ίδιο παραξενεμένος από τη σχεδόν παντελή έλλειψη υλικού σε αυτή στην Αγγλική. Κατά την τελευταία δεκαετία, αυτό ξεκίνησε να αλλάζει δυναμικά.
Εδώ και 2 με 3 χρόνια, για παράδειγμα, το Tate έχει καθιερώσει μια επιτροπή έργων Ρωσίας και Ανατολικής Ευρώπης και ξεκινά να εκθέτει ονόματα όπως τον Braco Dimitrijević από τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη και τη Sanja Iveković από την Κροατία, τακτικά στις μόνιμες παρουσιάσεις του. H εντυπωσιακή σύγχρονη έκθεση γιουγκοσλαβικής αρχιτεκτονικής του MOMA δείχνει, επίσης, πως τώρα δίνουν πραγματική προσοχή στην περιοχή. Υπάρχουν και άλλοι πρωταγωνιστές, όπως το calvert22 στο Λονδίνο και το Nottingham Contemporary στα ανατολικά Μίντλαντς, που συνεχίζουν το μακρόχρονο, αλλά κάπως σποραδικό αγγλικό ενδιαφέρον στη γιουγκοσλαβική τέχνη, που ξεκίνησε στις αρχές του 20ού αιώνα με το έργο του Ivan Meštrović.
FS: Τι δυσκολίες αντιμετωπίζετε ως ερευνητής, που δε διαμένει στα Βαλκάνια και που χρειάζεται τις πληροφορίες στην αγγλική γλώσσα;
JB: Αγγλόφωνες ιστοσελίδες όπως οι Global Voices, Meta.mk, και Balkanist, καθώς και ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι όπως ο Vladimir Petreski στο Twitter, υιοθετούν κριτική στάση απέναντι σε ερευνητές όπως εγώ στην περιοχή των Βαλκανίων. Μερικές διεθνείς εφημερίδες μόνο προσέφεραν σοβαρή κάλυψη των πολιτικών προσωπικοτήτων και διπλωματών εμπλεκόμενων στις διαμαρτυρίες και τις πολιτικές αναταραχές στη Βόρεια Μακεδονία από το 2015 έως το 2017.
Μόνο σε καιρούς πολύ μεγάλης κρίσης, όπως η κατάσταση στο Κόσοβο από το 1999 έως το 2001, μακεδονικά ζητήματα καλύφθηκαν με σοβαρότητα. Είμαι ακόμη πεπεισμένος ότι η δημοσιογραφική κάλυψη των εφημερίδων μας υπήρχε εξαιτίας της αυξημένης διπλωματικής εμπλοκής των ΗΠΑ/ΕΕ στην επίλυση του πολιτικού αδιεξόδου του 2016-2017 και στην εστίαση στις τρομερές συνθήκες που αντιμετώπιζαν πολλοί μετανάστες κατά τη διέλευσή τους από τη Βόρεια Μακεδονία, παρά στο σοβαρό ενδιαφέρον για τις εσωτερικές υποθέσεις της Μακεδονίας.
FS: Ποια είναι τα κύρια ευρήματα της έρευνάς σας στον πρώην γιουγκοσλαβικό χώρο;
JB: Υποθέτω ότι η μεγάλη έκπληξη για μένα, όταν άρχισα να εργάζομαι στην περιοχή, ήταν το πόσο εξακολουθούσε να υπάρχει η Γιουγκοσλαβία πολιτιστικά σε ορισμένα επίπεδα, ακόμη και αν είχε προ πολλού τελειώσει πολιτικά και νομικά. Στη δεκαετία του 2000, υπήρχε ακόμη κάποια αίσθηση ενός γιουγκοσλαβικού πολιτιστικού χώρου: οι άνθρωποι στα Σκόπια ενδιαφέρονταν για μυθιστορήματα, που εκδίδονταν στη Λιουμπλιάνα, και οι καλλιτέχνες στο Σπλιτ και το Ντουμπρόβνικ ενδιαφέρονταν να ακούσουν τι συνέβαινε στο Νόβι Σαντ. Το 2018, φοβάμαι ότι αυτό δεν ισχύει πλέον τόσο πολύ.
Στη Μακεδονία, όπως γνωρίζετε, το σύστημα πολιτιστικής χρηματοδότησης και η πολιτιστική υποδομή είναι σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητο από την εποχή της Γιουγκοσλαβίας. Απλώς συντηρείται με περίπου το ένα πεντηκοστό των χρημάτων, που υπήρχαν πριν από το 1991. Στα μέρη της πρώην Γιουγκοσλαβίας, που εξακολουθούν να βρίσκονται εκτός ΕΕ, έχω την αίσθηση ότι οι θεσμοί, αν και υπάρχουν, έχουν (με λίγες εξαιρέσεις) πάψει εδώ και καιρό να εκπληρώνουν τις λειτουργίες για τις οποίες ιδρύθηκαν.
Το αποτέλεσμα είναι ότι οι καλλιτέχνες έπρεπε να δημιουργήσουν τις δικές τους πολιτιστικές υποδομές και οικοσυστήματα ως απάντηση στην αποτυχία αυτών των θεσμών και να προσπαθήσουν να δημιουργήσουν έργο με αυτόν τον τρόπο. Είναι επίσης αλήθεια να πούμε ότι το Βελιγράδι έχει μια ακμάζουσα αυτοοργανωμένη καλλιτεχνική σκηνή, η οποία συντηρείται με ελάχιστους δημόσιους πόρους, που συμπληρώνονται με επιχορηγήσεις από μεγαλύτερα διεθνή πολιτιστικά ταμεία και ορισμένες πρεσβείες.

Obsessive Possessive Aggression, ContraContraBeacon, 2016. Πνευματικά δικαιώματα των καλλιτεχνών. Η OPA χρησιμοποίησε τον κώδικα Μορς, με ένα φως τοποθετημένο στην οροφή της Πινακοθήκης Σύγχρονης Τέχνης στα Σκόπια, για να μεταδώσει ένα υποσυνείδητο πολιτικό μήνυμα σε περιόδους πολιτικής κρίσης και αδιεξόδου στη Μακεδονία.
FS: Ποιες είναι οι κορυφαίες προτεραιότητες όσον αφορά την ανάπτυξη της τέχνης στην περιοχή;
JB: Το μεγαλύτερο πρόβλημα νομίζω στις διάφορες δημοκρατίες της πρώην Γιουγκοσλαβίας είναι η απώλεια ενός αφοσιωμένου κοινού. Το κοινό της σύγχρονης τέχνης έχει φαγωθεί μέσα από τις συνδεδεμένες διαδικασίες σύγκρουσης, εξαθλίωσης, καταστροφής των συνθηκών εργασίας για τα εργατικά και μεσαία στρώματα, μια αξιοσημείωτη πτώση των προτύπων εκπαίδευσης, την οικονομική πόλωση, τη μετανάστευση/εξορία και την αντιδιανοητική, ανιστορική πολιτική του εθνοτικού εθνικισμού. Όταν τόσοι πολλοί πολίτες πρέπει να επικεντρώσουν τόσο μεγάλο μέρος της προσπάθειάς τους στην απλή επιβίωση, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι άνθρωποι έχουν χάσει τη συνήθεια να πηγαίνουν σε γκαλερί τέχνης ή να ενδιαφέρονται για άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις όπως το θέατρο, ο χορός ή το μπαλέτο.
Σε κάθε περίπτωση, ο σύγχρονος καλλιτέχνης, από όπου κι αν είναι, είναι υποχρεωμένος να είναι νομάς. Οι καλλιτέχνες υψηλού προφίλ καταφέρνουν πάντα να εργάζονται σε έργα στο εξωτερικό, ενώ παραμένουν ριζωμένοι στις κοινότητες στις οποίες μεγάλωσαν. Υπάρχουν παραδείγματα από όλο τον πρώην γιουγκοσλαβικό χώρο και, με αυτόν τον τρόπο, αυτοί οι καλλιτέχνες εργάζονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο με τους ομολόγους τους παγκοσμίως.
Ωστόσο, αυτή είναι μια πολύ μικρή μειοψηφία ενεργών καλλιτεχνών. Οι περισσότεροι είτε είναι υποχρεωμένοι να αναλάβουν μια εργασία μη καλλιτεχνική αμέσως μετά την αποφοίτησή τους από την Ακαδημία και να κάνουν τη δουλειά τους στον ελεύθερο χρόνο που έχουν ή να τα παρατήσουν εντελώς λόγω έλλειψης ευκαιριών. Λόγω της έλλειψης μιας λειτουργικής εγχώριας αγοράς, είναι πιο σημαντικό από ποτέ οι νέοι πτυχιούχοι από τα Δυτικά Βαλκάνια εκτός ΕΕ να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο προετοιμασμένοι για τις προσδοκίες των διαφορετικών αγορών της ΕΕ και του κόσμου και για τον τρόπο αποτελεσματικής πρόσβασης σε αυτές.
Εάν οι μελλοντικές κυβερνήσεις στην περιοχή επιθυμούν να βοηθήσουν στην ανάπτυξη και να ενθαρρύνουν νεότερους καλλιτέχνες, τότε ακόμη και ένα μικρό ταμείο, που τους επιτρέπει να ταξιδέψουν για να κάνουν μια παράσταση διεθνώς ή να πραγματοποιήσουν ένα σύντομο ταξίδι μελέτης σχετικό με την πρακτική τους, θα ήταν ένα τεράστιο βήμα προς τα εμπρός. Λίγα χρήματα, που δαπανώνται σε μια πρωτοβουλία όπως αυτή, θα μπορούσαν ενδεχομένως να αποφέρουν σημαντικά αποτελέσματα τα επόμενα χρόνια, από νέους ανθρώπους, των οποίων τα ταλέντα μπορεί να χαθούν εντελώς στην τέχνη. Ο πολιτιστικός τουρισμός γίνεται μια επιχείρηση πολλών εκατομμυρίων δολαρίων στην Ευρώπη, αλλά δεν μπορεί ποτέ να ευδοκιμήσει χωρίς μια υγιή βάση και πολιτιστική υποδομή.
FS: Πώς έγινε δεκτή η δουλειά σας στα διάφορα μέρη της Ευρώπης που έχετε καλύψει;
JB: Άνθρωποι σαν εμένα πρέπει να γνωρίζουν σε τι λεπτή θέση βρισκόμαστε, στις πρώην γιουγκοσλαβικές χώρες. Στην περίπτωσή μου, αρχικά, δεν μιλούσα καμία τοπική γλώσσα ή δεν ήξερα πολλά πέρα από γενικές πληροφορίες για την περιοχή, στην οποία είχα αποφασίσει να μπω, και αυτό χρειάστηκε χρόνο, προσπάθεια και σοβαρή δέσμευση για να ξεπεραστεί. Πολλοί έχουν κουραστεί από ανθρώπους σαν εμένα να έρχονται σε χώρες όπως η Βοσνία, η Σερβία ή η Μακεδονία, υποσχόμενοι τα πάντα και μετά εξαφανίζονται, και τι έχουν κάνει; Απλά έχουν προσθέσει άλλη μια γραμμή στο βιογραφικό τους. Οπότε αρχικά υπήρχε μια μικρή υποψία κινήτρου και ειρωνική ενθάρρυνση, υποθέτω.
Η ανταπόκριση στην εργασία που ολοκληρώθηκε ήταν σε μεγάλο βαθμό ευνοϊκή. Η δουλειά μου έχει βασιστεί σε μεγάλο βαθμό σε προσωπική επαφή και συζήτηση, με εργασίες αρχειοθέτησης και βιβλιοθήκης όπου χρειάζεται. Το βιβλίο μου Critical Art in Contemporary Macedonia, που εκδόθηκε το 2016, έχει προσελκύσει πολλά άτυπα σχόλια, πολλά από αυτά πολύ θετικά. Φυσικά, υπάρχουν πάντα ερωτήματα σχετικά με την ομάδα των καλλιτεχνών και των επιμελητών, με τους οποίους επιλέγει κανείς να συνεργαστεί και να μιλήσει, αλλά αυτό είναι αναμενόμενο με ένα τέτοιο έργο.
Υποθέτω ότι η μεγαλύτερη χαρά που είχα είναι να δείξω έργα σύγχρονων καλλιτεχνών από την περιοχή στη Σκωτία. Επιμελήθηκα μια επίδειξη σύγχρονης βιντεοτέχνης από την Βόρεια Μακεδονία στο Gray's School of Art, όπου εργάζομαι τώρα, και στη συνέχεια μια παράσταση έξι Βόσνιων γυναικών καλλιτεχνών βίντεο στο Περθ, το 2017.

Ο Jon Blackwood (πίσω σειρά, δεύτερος από αριστερά) με τους Μακεδόνες καλλιτέχνες που συμμετείχαν στην έκθεση «Captured State» στο Summerhall στο Εδιμβούργο, το 2017, με τον Richard Demarco, ιδρυτή του Summerhall.
Το 2018, τα μάτια των ανθρώπων είναι πολύ κουρασμένα σε έναν τέτοιο υπεροπτικό κόσμο και οι καλλιτέχνες και οι επιμελητές πρέπει να παλέψουν πολύ πιο σκληρά από ποτέ για να διατηρήσουν την προσοχή του κοινού. Η παρουσίαση των Igor Toshevski, OPA, Ephemerki και Verica Kovacevska σε κοινό του Εδιμβούργου για πρώτη φορά ήταν μια εξαιρετική εμπειρία και έχει οξύνει τα ενδιαφέροντα των ανθρώπων στην περιοχή, γενικά.
Αυτή ήταν η έκθεση Captured State στο Summerhall του Εδιμβούργου και θα δουλέψω με τον ίδιο χώρο για μια άλλη έκθεση, αυτή τη φορά από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, το 2020 – μόλις ξεκινάμε για αυτήν τώρα.
![]()
Ο Jon Blackwood απεικονίζεται στο Πολιτιστικό Κέντρο Marko Cepenkov στο Πρίλεπ, με την επανασχεδιασμένη τοιχογραφία του Borko Lazeski για τον Εθνικό Απελευθερωτικό Αγώνα. Η τοιχογραφία ολοκληρώθηκε το 1990-91 και είναι ένα αντίγραφο του έργου που χάθηκε στο σιδηροδρομικό σταθμό των Σκοπίων κατά τον τραγικό σεισμό της 26ης Ιουλίου 1963 .
Το 2019 θα είναι μια μεγάλη χρονιά για τη δουλειά μου στη μακεδονική τέχνη, υποθέτω, καθώς μια σειρά από έργα στα οποία εργάζομαι εδώ και καιρό, θα καρποφορήσουν. Θα δημιουργήσω ένα εισαγωγικό βιβλίο στα αγγλικά για το έργο του θρυλικού Μακεδόνα μοντερνιστή και ζωγράφου τοιχογραφιών Borko Lazeski (1917-1993), που είναι ένας από τους καλλιτεχνικούς μου ήρωες από την περιοχή. Με τη βοήθεια του Ερευνητικού Ταμείου Global Challenges του Scottish Funding Council, πέρασα δύο υπέροχα καλοκαίρια ερευνώντας τη δουλειά του και ελπίζω να ανταποκριθώ στο κείμενο που θα γράψω και να βοηθήσω να ανέβει το προφίλ του Borko στο διεθνές επίπεδο που αξίζουν τα εμπνευσμένα σχέδια, οι νωπογραφίες και οι πίνακές του.
Το καλοκαίρι του 2019, θα διοργανώσω μια έκθεση τριών νεαρών Μακεδόνων καλλιτεχνών στο Αμπερντίν, ως μέρος ενός νέου προγράμματος ανταλλαγών μεταξύ Βόρειας Μακεδονίας και Σκωτίας. Ελπίζω να προσφέρω σε νέους επιμελητές στην Βόρεια Μακεδονία την ευκαιρία να δουλέψουν με τρεις νέους Σκωτσέζους καλλιτέχνες αργότερα μέσα στη χρονιά, στα Σκόπια. Είμαι πραγματικά ενθουσιασμένος τώρα που αυτά τα έργα βρίσκονται στο σημείο της ολοκλήρωσης.