- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Έχοντας στερηθεί την ιθαγένεια, οι Βιετναμέζοι της Καμπότζης ζουν στο περιθώριο της κοινωνίας

Κατηγορίες: Ανατολική Ασία, Βιετνάμ, Καμπότζη, Ανθρώπινα Δικαιώματα, Διεθνείς Σχέσεις, Ιστορία, Μέσα των πολιτών, Νεολαία, Πολιτική, Ταξίδια, Υγεία, Φύλο & ισότητα
[1]

Φωτογραφία από το Loa

Αυτό το άρθρο [1] του Gia Linh Vũ είναι από το Loa, έναν ειδησεογραφικό ιστότοπο και διαδικτυακό ραδιόφωνο του Viet Tan, που μεταδίδει ιστορίες για το Βιετνάμ. Αναδημοσιεύεται έπειτα από επιμέλεια από το Global Voices βάσει συμφωνίας κοινής χρήσης περιεχομένου.

Στο κέντρο της Καμπότζης βρίσκεται η λίμνη Tonlé Sap, η οποία μεταφράζεται ως η “Μεγάλη Λίμνη”. Το μήκος της φτάνει τα 250 χιλιόμετρα, καλύπτοντας αρκετές επαρχίες και πόλεις. Συνδεόμενη με την πρωτεύουσα της Πνομ Πενχ με το μεγάλο σε μήκος σύστημα ποταμών της, η λίμνη Tonle Sap και ο ποταμός έχουν στηρίξει την ανάπτυξη της χώρας σε όλη την πλούσια ιστορία της.

Η Καμπότζη μοιράζεται τα ανατολικά της σύνορα και μεγάλα τμήματα της ιστορίας της με το Βιετνάμ. Περίοδοι πολέμων και μετανάστευσης μεταξύ των δύο χωρών οδήγησαν σε σημαντικό πληθυσμό του έθνους των Βιετναμέζων που ζουν σήμερα στην Καμπότζη. Η τεταμένη ιστορία μεταξύ των δύο εθνών έχει επηρεάσει τις αντιλήψεις των απλών πολιτών μέχρι σήμερα, με πολλούς Χμερ να συνεχίζουν να βλέπουν τους Βιετναμέζους με δυσαρέσκεια και υποψία.

Σύμφωνα με μια έκθεση [2] του 2014 σχετικά με τις συνθήκες διαβίωσης των Βιετναμέζων στην Καμπότζη, εκτιμάται ότι εννέα στους δέκα Βιετναμέζους στην Καμπότζη δεν είναι καταγεγραμμένοι. Η κυβέρνηση της Καμπότζης αποδίδει τον αριθμό αυτό στην παράνομη μετανάστευση [3]. Αυτή η αναφορά παραβλέπει σήμερα έναν σημαντικό πληθυσμό Βιετναμέζων στην Καμπότζη που μπορεί να εντοπιστεί στη μαζική μετανάστευση που σημειώθηκε πριν από έναν αιώνα κατά τη διάρκεια της Γαλλικής κυριαρχίας στην Ινδοκίνα, όταν διάφοροι νόμοι έλεγχαν τη χώρα.

Μετά την αποχώρηση των Γάλλων από τη Νοτιοανατολική Ασία, η στοχευμένη διάκριση των Βιετναμέζων από τους Κόκκινους Χμερ ήταν μια προσπάθεια να καθαρίσει ο υπάρχον πληθυσμός των Βιετναμέζων από την Καμπότζη με απελάσεις [4] και εκτελέσεις. Όσοι δεν εκτελέστηκαν τους κατασχέθηκαν τα περιουσιακά τους στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των πιστοποιητικών γέννησης και των εγγράφων που αποδείκνυαν την ιθαγένεια.

Οι διακρίσεις επιμένουν μέχρι σήμερα μέσω νόμων που θεσπίστηκαν για την αναδρομική παρεμπόδιση [5] της πορείας προς την πολιτογράφηση. Ο νόμος του 1996 για την Υπηκοότητα αντικαθιστά [6] τον νόμο του 1954 και θέτει επιπρόσθετες απαιτήσεις στα παιδιά μη-πολίτες που γεννήθηκαν στην Καμπότζη να πολιτογραφηθούν. Ο νέος νόμος απαιτεί και οι δύο γονείς του παιδιού να έχουν γεννηθεί στην Καμπότζη, όταν προηγουμένως απαιτούνταν αυτό να ισχύει μόνο για έναν γονέα, προτού το παιδί μπορέσει να λάβει την ιθαγένεια. Επιπλέον, από όσους είχαν κατασχεθεί [5] τα χαρτιά της ιθαγένειάς τους από τους Κόκκινους Χμερ, δεν έχουν τη δυνατότητα να επεξεργαστούν τις αιτήσεις τους και οι αιτούντες δεν έχουν να απευθυνθούν σε καμία συμπαθητική εξουσία.

Ως απάτριδες, οι εθνοτικοί Βιετναμέζοι στην Tonlé Sap δεν απολαμβάνουν τις ίδιες προστασίες και προνόμια με τους πολίτες της Καμπότζης. Δεν τους επιτρέπεται η αγορά γης, η πρόσβασή τους στην εκπαίδευση είναι περιορισμένη και υπόκεινται σε αυθαίρετους φόρους και καταχρήσεις από την τοπική κυβέρνηση.

Αυτή η άρνηση προνομίων έχει ως αποτέλεσμα ένας μεγάλος πληθυσμός απάτριδων Βιετναμέζων να  συσσωρεύεται στις κοινότητες κατά μήκος της λίμνης Tonle Sap και του ποταμού σε πλωτά χωριά.

[1]

Τα σπίτια που ανήκουν στους εθνοτικούς Βιετναμέζους διακρίνονται τόσο από το σχεδιασμό τους όσο και από την έλλειψη μόνιμης προσκόλλησής τους στη γη. Κείμενο και φωτογραφία από το Loa

Ενώ όσοι ζουν κατά μήκος των όχθων του ποταμού είναι μεταξύ των φτωχότερων στην Καμπότζη, εξακολουθεί να υπάρχει οικονομική διαστρωμάτωση εντός αυτού του περιθωριοποιημένου πληθυσμού. Οι Βιετναμέζοι τείνουν να ζουν στα πλωτά σπίτια, ενώ οι οικογένειες των Χμερ που μπορούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά, ζουν σε πιο ανθεκτικά σπίτια χτισμένα σε στύλους. Τα βιετναμέζικα επιπλέοντα σπίτια και βάρκες φέρουν συχνά γεωμετρικά σχέδια σε πρωτογενή χρώματα. Εντοπίζοντας το nón lá, το εμβληματικό κωνικό καπέλο, είναι ένα άλλο στοιχείο που τους προδίδει.

Τη στιγμή που λήφθηκε αυτή η φωτογραφία, η στάθμη του νερού ήταν περίπου 3 μέτρα ύψος, έφτανε σχεδόν στις κορυφές πολλών δέντρων και κάποια άλλα τα βύθιζε εντελώς. Στο χωριό Kompong Khleang, το νερό μπορεί να ανέλθει έως και 10 μέτρα.

Κατά τη διάρκεια της περιόδου των μουσώνων, το επίπεδο του Tonlé Sap φθάνει στο αποκορύφωμά του κατά τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο. Όσοι ζουν σε πλωτά σπίτια βρίσκονται στο έλεος της ανόδου και πτώσης των επιπέδων των υδάτων. Είναι αρκετά λογικό τα πλωτά σπίτια των απάτριδων Βιετναμέζων να είναι τόσο εφήμερα όσο το καθεστώς της ιθαγένειάς τους.

Για να φτάσω στα πλωτά χωριά, νοίκιασα μια βάρκα που οδηγούνταν από δύο συν-καπετάνιους. Ο ένας κατηύθυνε το σκάφος και ο άλλος χειριζόταν τον κινητήρα, αλλάζοντας τους ρόλους στα μισά του ταξιδιού. Το πρώτο από τα δύο πλωτά χωριά που επισκέφτηκα ήταν το Chong Khneas.

Το Chong Khneas είναι εύκολα προσβάσιμο από τη μεγάλη πόλη Siem Reap και απολαμβάνει πολλές τουριστικές επισκέψεις. Ως εκ τούτου, οι επισκέπτες βομβαρδίζονται επιθετικά με αιτήματα δωρεάς. Μία διακεκριμένη πινακίδα τοποθετημένη μπροστά σε ένα σχολείο έλεγε: “Φιλανθρωπικό και εκπαιδευτικό κέντρο για τη βοήθεια των φτωχών παιδιών”.

[1]

Χρηματοδοτούμενο εν μέρει από δωρεές, το πλωτό σχολείο στο Chong Khneas υποστηρίζει πάνω από 300 παιδιά ηλικίας από 1 έως 5. Κείμενο και φωτογραφία από το Loa

Στο σχολείο διδάσκουν πέντε καθηγητές που έφθασαν από το Βιετνάμ για να ζήσουν και να διδάξουν στο Chong Khneas.

Χωρίς χαρτιά που αποδεικνύουν την ιδιότητα του πολίτη, τα παιδιά δεν μπορούν να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους στην πατρίδα τους, όταν τελειώνουν το δημοτικό σχολείο, μετά από το οποίο εργάζονται για να στηρίξουν τις οικογένειές τους. Αυτό περιορίζει την κοινωνική κινητικότητα των εθνοτικών Βιετναμέζων, κλειδώνοντας γενιές σε ζωή στο νερό.

Το ταξίδι στο δεύτερο χωριό, το Kompong Khleang ήταν πιο δύσκολο. Η οδήγηση με το tuk tuk (τρίτροχο ταξί) από το Siem Reap διαρκεί αρκετές ώρες, μέρος της οποίας είναι κατά μήκος των μη ασφαλτοστρωμένων κόκκινων χωματόδρομων. Ο τουρισμός σε αυτό το κοιμισμένο χωριό είναι σαφώς ασταθής σε σχέση με το αδελφικό του χωριό Chong Khneas. Ο οδηγός του tuk tuk μου με διαβεβαίωσε ότι εδώ θα “δω πώς ζουν οι απλοί Καμποτζιανοί”.

[1]

Φωτογραφία από το Loa

Κατά την επιβίβασή μου στη βάρκα που μίσθωσα, εξεπλάγην από το πόσο νεαρός φαίνονταν ο καπετάνιος μου. Το όνομά του ήταν Sela και ήταν μόλις 14 χρονών.

Πλέοντας μέσα από τις θαλάσσιες οδούς του Kompong Khleang, έγνεψα σε μια γυναίκα και το σύζυγό της να σταματήσουν για να ρωτήσω αν θα μπορούσα να επιβιβαστώ στο σπίτι τους. Τα ονόματά τους είναι κυρία Trần Thị Lén και κύριος Quành. Εκεί κοντά, τα παιδιά τους μάζευαν ένα δίχτυ έχοντας μαζέψει την ψαριά της ημέρας.

Ο κύριος Quành και η σύζυγός του έχουν 6 παιδιά ηλικίας από 10 ετών έως 20 ετών. Το μικρότερο παιδί, το μοναδικό κορίτσι ανάμεσα σε 5 αδέλφια, μοιάζει με τη μητέρα της. Ήταν η μόνη που κοίταξε για να δει ποιος ήταν αυτός ο ξένος που επισκέφθηκε την οικογένειά της. Οι αδερφοί της συνέχισαν να μαζεύουν τα δίχτυα απερίσπαστοι.

Ρύζι και ψάρια μικρά όσο ένα δάχτυλο αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των καθημερινών γευμάτων τους. Η κυρία Lén αφηγήθηκε για το πώς η οικογένειά της και οι υπόλοιποι Βιετναμέζοι συχνά κατηγορούνται για τις κακουχίες της ζωής από τους γείτονές τους από τους Χμερ.

“Μας λένε να επιστρέψουμε στο Βιετνάμ. Λένε ότι ψαρεύουμε τα πάντα και δεν τους αφήνουμε τίποτα. Μας λένε να πάμε σπίτι. Δεν μας θέλουν εδώ.”

Η οικογένειά της έφτασε στη χώρα αυτή τρεις γενιές πριν. Όταν ρώτησα για τις μελλοντικές προοπτικές των παιδιών τους, η κυρία Lén δεν είχε άμεση απάντηση. Είπε μόνο ότι θα ήθελε να επιστρέψει στο Βιετνάμ, αλλά δεν έχουν τα μέσα να φύγουν από την Καμπότζη. Η οικογένειά της έχει χρέη, συνέχισε, αναφέροντας τους αυθαίρετους φόρους που τους επιβάλλονται. Άλλες Βιετναμέζικες οικογένειες που έχουν δραπετεύσει από αυτή τη ζωή το έχουν κάνει με το να γλιστρήσουν νύχτα πίσω στο Βιετνάμ, ζητιανεύοντας για φαγητό και μεταφορά στο δρόμο.

[1]

Φωτογραφία από το Loa