- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Οι ειδικοί διαμαρτύρονται για την απώλεια των διαδικτυακών ελευθεριών, ενώ ο Πούτιν διακηρύττει την “κυριαρχία” και τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό

Κατηγορίες: Ανατολική - Κεντρική Ευρώπη, Ρωσία, Ανθρώπινα Δικαιώματα, Ελευθερία του Λόγου, Λογοκρισία, Μέσα των πολιτών, Νομικά, Πολιτική, Τεχνολογία, Ψηφιακός ακτιβισμός, RuNet Echo, GV Advocacy

Ο Βλαντίμιρ Πούτιν, στην ετήσια ομιλία του προς το έθνος, υποσχέθηκε στους Ρώσους ένα ταχύτερο και πιο αξιόπιστο διαδίκτυο.Σίγουρα δε θα είναι πιο ελεύθερο, λένε οι ειδικοί. TASS / kremlin.ru unter CC2

Στις 20 Φεβρουαρίου, ο Βλαντιμίρ Πούτιν στην ετήσια ομιλία του προς το έθνος [1] μπροστά στο ρωσικό κοινοβούλιο υποσχέθηκε μαζικές επενδύσεις σε κοινωνικά προγράμματα και πολιτικές υποδομές, κυρίως στον τομέα της τεχνολογίας των πληροφοριών της χώρας.

Уже в текущем году необходимо принять генеральную схему развития инфраструктуры цифровой экономики, включая сети телекоммуникаций, мощности по хранению и обработке данных. И здесь также нужно смотреть вперёд. Задача ближайших лет – организовать повсеместный доступ к высокоскоростному интернету, начать эксплуатацию систем связи пятого поколения, 5G.

Φέτος πρέπει να ψηφίσουμε ένα γενικό σχέδιο για την ανάπτυξη της υποδομής μιας ψηφιακής οικονομίας, συμπεριλαμβανομένων των τηλεπικοινωνιακών δικτύων, καθώς και των δυνατοτήτων αποθήκευσης και επεξεργασίας δεδομένων. Και όσον αφορά αυτόν εδώ τον τομέα πρέπει να κοιτάξουμε μπροστά. Αποστολή μας για τα επόμενα χρόνια είναι η παροχή καθολικής πρόσβασης στο διαδίκτυο υψηλών ταχυτήτων και η χρήση δικτύων επικοινωνίας 5G.

Η βελτίωση της υποδομής του διαδικτύου και η εξασφάλιση ότι όλοι οι Ρώσοι θα έχουν πρόσβαση σε αυτό ακούγονται ενδεχομένως προοδευτικά. Αυτές οι εξελίξεις, ωστόσο, θα διεξαχθούν σε μια εποχή πρωτοφανούς διαδικτυακού ελέγχου πληροφοριών στη Ρωσία.

Τον Φεβρουάριο δημοσιεύτηκαν δύο εκθέσεις που έδειχναν μια απότομη, συνεχή καθοδική πορεία των ελευθεριών στο διαδίκτυο.Στην πραγματικότητα φαίνεται ότι ναι μεν περισσότεροι Ρώσοι θα έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο, αλλά θα πρόκειται για ένα διαδίκτυο, που θα υπόκειται στους ολοένα αυστηρότερους περιορισμούς του κράτους.

Η μελέτη [2], που εκπόνησε η ομάδα για τα ανθρώπινα δικαιώματα Agora, περιγράφει πώς οι ρωσικές Αρχές λαμβάνουν αυστηρά μέτρα εναντίον μεμονωμένων χρηστών, κοινωνικών δικτύων και ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης. Σύμφωνα με την Agora, η πιο σημαντική τάση ήταν ένα κύμα νόμων και κανονισμών, που υποχρεώνουν τους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου και τους τεχνολογικούς γίγαντες να αστυνομεύουν το ηλεκτρονικό περιεχόμενο για λογαριασμό της ρωσικής κυβέρνησης.

Σε αρκετές περιπτώσεις οι πάροχοι υπηρεσιών διαδικτύου ήταν υποχρεωμένοι να εμποδίζουν την πρόσβαση σε ιστοσελίδες, όπου δημοσιοποιούνται πληροφορίες σχετικά με δικαστικές υποθέσεις και ξεσκεπάζεται η διαφθορά της κυβέρνησης. Σε μια προβεβλημένη υπόθεση, ζητήθηκε από τους παρόχους να μπλοκάρουν την πρόσβαση στον ιστότοπο του Αλεξέι Ναβάλνι, ενός επιφανούς ακτιβιστή της αντιπολίτευσης και αγωνιστή κατά της διαφθοράς.

Η έκθεση της Agora αναφέρει:

Власти подготавливают почву для блокировки сервисов, которые считают основными катализаторами массовых протестов, пытаясь представить ее как требование соблюдать национальное законодательство. Делегирование полицейских и цензорских функций частным игрокам не только минимизирует ущерб репутации, но и, очевидно, более оправдано с точки зрения расходования ресурсов и эффективности контроля

Οι Αρχές ανοίγουν τον δρόμο για την παρεμπόδιση των διαδικτυακών υπηρεσιών, τις οποίες θεωρούν καταλύτες για μαζικές διαμαρτυρίες, και προσπαθούν να παρουσιάσουν τη δράση αυτή ως απλό καθήκον συμμόρφωσης με τους εθνικούς νόμους. Η ανάθεση καθηκόντων παρακολούθησης και λογοκρισίας σε ιδιωτικούς φορείς όχι μόνο ελαχιστοποιεί τις πιθανότητες δυσφήμισης, αλλά εξασφαλίζει και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στον έλεγχο και τις δαπάνες.

Η Agora παρατηρεί επίσης μια απότομη αύξηση των περιορισμών σε μεμονωμένα περιεχόμενα: το 2018 λογοκρίθηκαν συνολικά 662.842 στοιχεία σε σχέση με τα 115.706 του 2017. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται μεταξύ άλλων κλειδωμένοι ιστότοποι και μεμονωμένες διευθύνσεις URL, διαδικτυακά ειδησεογραφικά άρθρα και αναρτήσεις κοινωνικών μέσων, που θεωρήθηκαν «εξτρεμιστικές» ή «στασιαστικές».

Σε μια σπάνια περίπτωση καλών ειδήσεων, ένα από τα πιο γνωστά μέρη του ρωσικού Ποινικού Κώδικα, το άρθρο 282 (“υποκίνηση μίσους ή εχθροπραξίας, καθώς και εξευτελισμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας”), που είναι υπεύθυνο για την πλειονότητα των ποινικών διώξεων για τη διαδικτυακή γλώσσα, περιορίστηκε από μια τροπολογία [3], που είχε ψηφιστεί το Δεκέμβριο του 2018. Αυτό φαίνεται να μείωσε τις ποινικές διώξεις σχετικά με τον διαδικτυακό λόγο. Οι νομικοί αναλυτές, ωστόσο, είναι επιφυλακτικοί απέναντι σε μια πιθανή “φιλελευθεροποίηση” των ρωσικών νόμων.

Η έκθεση της Agora προβλέπει ότι ενδεχομένως η Eισαγγελία θα χρησιμοποιεί άλλα, λιγότερο αυστηρά άρθρα τόσο στο ποινικό όσο και στo διοικητικό δίκαιο για να τιμωρεί αποκλίνουσες απόψεις. Αυτό ενδεχομένως θα τους επέτρεπε να κλείνουν τα στόματα μεμονωμένων ατόμων και οργανισμών, χωρίς να προκαλούν φανερή δημόσια αντίδραση.

Η Agora αναφέρει επίσης ότι οι δυτικές ηλεκτρονικές πλατφόρμες προσαρμόζονται όλο και περισσότερο στις απαιτήσεις των ρωσικών Aρχών, μια τάση που έχει ήδη αναφερθεί σε άρθρο του RuNetEcho [4]. Επικαλούμενη την έκθεση διαφάνειας της Google [5], η Agora δηλώνει ότι τον Ιούνιο του 2018 η Google ανταποκρίθηκε στο 79% όλων των απαιτήσεων της ρωσικής κυβέρνησης για διαγραφή δεδομένων, ενώ μόνο στο 62% παρόμοιων αιτημάτων από τις αρχές των ΗΠΑ. Η έκθεση της Google δείχνει ότι τα αιτήματα απομάκρυνσης περιεχομένου από τη ρωσική κυβέρνηση πενταπλασιάστηκαν μέσα σε έξι μήνες το 2016, από 2.045 τον Ιούνιο σε 11.164 τον Δεκέμβριο.

Προς τιμήν της η Google δεν ανταποκρίθηκε σε 94 αιτήματα απομάκρυνσης από τη ρωσική κυβέρνηση, τα οποία θεώρησε “κριτική της κυβέρνησης”. Η Google δίνει επίσης ορισμένα παραδείγματα του περιεχομένου που απομακρύνει και ένα σημαντικό μέρος αυτού αποτελεί όντως απειλή για το κοινό: διαφημίσεις για παράνομα καζίνο, που εξαπατούν τους ανθρώπους για να τους πάρουν τα ρούβλια που έβγαλαν με ιδρώτα, βίαιη ρατσιστική προπαγάνδα, διαδικτυακές αγορές ναρκωτικών, που πωλούν επικίνδυνες ουσίες κτλ.

Η Google, ωστόσο, όταν της ζητήθηκε, απομάκρυνε πρόθυμα βίντεο ακτιβιστών [6], που προσκαλούσαν σε συλλαλητήριο κατά της διαφθοράς, επειδή αυτές οι συναθροίσεις κηρύχθηκαν αυθαίρετα “μη εγκεκριμένες” παραβιάζοντας με αυτόν τον τρόπο έναν αυστηρά περιοριστικό νόμο, ο οποίος αποσκοπεί στην καταστολή της κοινής γνώμης.

Το Twitter, η Google και το Facebook έδειξαν ότι είναι διατεθειμένοι να απομακρύνουν το περιεχόμενο ή να το καταστήσουν μη διαθέσιμο για τους Ρώσους χρήστες [7], όταν τους ζητηθεί από τις ρωσικές Αρχές να συμμορφωθούν με τους τοπικούς νόμους. Είναι λίγες οι ενδείξεις, ότι οι επιχειρήσεις λαμβάνουν υπόψη τον εξαιρετικά περιοριστικό χαρακτήρα κάποιων από αυτούς τους νόμους ή ότι σταθμίζουν αυτές τις απαιτήσεις κατά του ρωσικού συντάγματος.

Μια άλλη έκθεση της Ομάδας Διαδικτυακής Προστασίας [8] (InternetProtectionsocietyOZI) είναι πιο σκοτεινή στις προβλέψεις της: Έχει τον τίτλο «TheNewYearPessimism» (δηλαδή «η απαισιοδοξία της νέας χρονιάς») και διατηρεί τη μεγαλύτερη και ισχυρότερη πτώση του δείκτη ελευθερίας έκφρασης στο διαδίκτυο από τότε που ξεκίνησαν οι μετρήσεις το 2016. Η OZI απαριθμεί επτά γεγονότα που συνέβαλαν στο δείκτη τον Ιανουάριο και όλα ήταν αρνητικά: από νέους νόμους μέχρι και περιπτώσεις-ορόσημο, όπως η δίωξη [9] της παιδοχειρουργού Yana Antonova στο Κρασνοντάρ, η οποία μοιράστηκε ένα βίντεο της ακτιβιστικής οργάνωσης Open Russia, η οποία είχε κηρυχθεί ως “ανεπιθύμητη οργάνωση”.

H σύνδεση με μια “ανεπιθύμητη οργάνωση” – η λίστα [10] ανεπιθύμητων οργανώσεων της κυβέρνησης περιλαμβάνει επίσης την National Endowment for Democracy (Εθνική Επιχορήγηση για τη Δημοκρατία) και το Open Society Foundation (Ίδρυμα Ανοικτής Κοινωνίας) – αποτελεί ποινικό αδίκημα, που τιμωρείται από νόμο, που τέθηκε σε ισχύ το 2015. Οι ποινές ποικίλλουν από βαριά πρόστιμα έως φυλάκιση. Η κοινή χρήση ενός βίντεο στο Facebook θεωρείται επίσης “συνεργασία με μια ανεπιθύμητη οργάνωση”, κάτι που η Antonova έπρεπε να βιώσει από πρώτο χέρι.

Η έκθεση της OZI τόνισε επιπλέον τη δυνητική ζημία στον «νόμο Klishas», ο οποίος ήταν μέρος του πακέτου περιοριστικής νομοθεσίας που εξετάζεται για την ώρα από το ρωσικό κοινοβούλιο.

Έχοντας το όνομα του συντάκτη του, γερουσιαστή Andrey Klishas, το νομοσχέδιο έχει ως στόχο τη δημιουργία μιας «κυρίαρχης» υποδομής [11] για το ρωσικό διαδίκτυο, που δήθεν θα προστατεύεται από εξωτερικές παρεμβολές. Ο άλλος επίσης από τον Klishas συντεταγμένος νόμος Anti-Fake-News [12] είναι ακόμα πιο αμφιλεγόμενος και αποδοκιμάζεται από ειδικούς σχεδόν παγκοσμίως. Παρόλα αυτά, και οι δύο νομοθετικές προτάσεις εγκρίθηκαν σε πρώτη ανάγνωση, χάρη στη συντριπτική πλειοψηφία του κυβερνώντος κόμματος «Ενωμένη Ρωσία» στο κοινοβούλιο.

Φαίνεται ότι η ρωσική κυβέρνηση είναι τελικά πεπεισμένη πως είναι σε θέση να ελέγξει τις διαδικτυακές δραστηριότητες. Τόσο σίγουρη, που τώρα προσφέρει σε όλους τους Ρώσους πρόσβαση στο διαδίκτυο, χωρίς να φοβάται για τις συνέπειες.

Το άρθρο μεταφράστηκε από την Κωνσταντίνα Τσιμίκου, φοιτήτρια του FTSK στο Germersheim, κατά τη διάρκεια του μαθήματος της Δρ. Φιλ. Αναστασίας Καλπακίδου στο πλαίσιο του project «Global Voices».