Ελ Σαλβαδόρ: Δυο θεατρικές παραγωγές εξερευνούν θέματα βίας και βίαιων εξαφανίσεων

Λεπτομέρεια από την αφίσα της θεατρικής παράστασης “Los Ausentes” (Οι Απόντες). Φωτογραφία για δημόσια προώθηση, ευρέως διαδεδομένη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Από το λογαριασμό του Υπουργείου Πολιτισμού στο Τwitter.

Τον τελευταίο καιρό, το Ελ Σαλβαδόρ χαρακτηρίζεται από όλο και υψηλότερα ποσοστά βίας. Εκτός από τη δραστηριότητα συμμοριών και τα σκληρά μέτρα που εφαρμόζει η αστυνομία, η χώρα μαστίζεται επίσης από την αυξανόμενη εξαφάνιση θυμάτων και την επώδυνη πραγματικότητα των μητέρων, που αναζητούν τα σώματα των παιδιών τους.

Αυτές οι ιστορίες εξαφανισθέντων βρίσκονται στο επίκεντρο δύο θεατρικών παραγωγών του Ελ Σαλβαδόρ, που στοχεύουν να τοποθετήσουν τα θύματα και τις οικογένειές τους στο επίκεντρο της αφήγησης, καλώντας το κοινό να σκεφτεί την επέκταση της βίας στο Ελ Σαλβαδόρ.

Οι απόντες

Για πολλές οικογένειες, η απώλεια της επαφής με ένα αγαπημένο πρόσωπο, έστω και για λίγες μέρες, φέρνει τη σιωπηλή βεβαιότητα του θανάτου. Ωστόσο, σε πολλές από αυτές τις περιπτώσεις, δεν υπάρχουν ούτε πτώματα ούτε έρευνες, που βοηθούν στην παροχή ενδείξεων για το τι συνέβη. Αυτές οι βίαιες εξαφανίσεις αφήνουν τις οικογένειες, ιδιαίτερα εκείνες των πιο ευάλωτων κοινοτήτων, με ανοιχτές πληγές. Στις περισσότερες περιπτώσεις, παραμένουν χωρίς κανενός είδους προστασία από το κράτος.

Για να βρουν ειρήνη και να θάψουν τα παιδιά τους, αυτές οι μητέρες ψάχνουν ατελείωτα για τα απομεινάρια των αγαπημένων τους, ακόμη και όταν η αναζήτησή τους είναι γεμάτη αδιέξοδα και αναπάντητα ερωτήματα. Αυτές είναι ιστορίες, που συχνά παραμένουν άγνωστες στις συζητήσεις για τη βία, που πλήττει το Ελ Σαλβαδόρ.

Το “Los Ausentes” (Οι Απόντες), ένα νέο έργο της Alejandra Nolasco, γεννήθηκε από αυτή τη σιωπή. Έχει εμπνευστεί από το φωτογραφικό δοκίμιο του φωτογράφου Fred Ramos, το οποίο αναφέρει λεπτομερώς τα ρούχα, που φορούσαν την τελευταία φορά τα θύματα της βίας. Για τη Nolasco, η δουλειά του Ramos ήταν μια έκκληση να αναλάβει δράση και την οδήγησε να γράψει ένα θεατρικό έργο βασισμένο στο χαρακτήρα της Milagro, μιας μητέρας, που αναζητούσε τα απομεινάρια του γιου της, που σκοτώθηκε από μια συμμορία.

No quiero ver para otro lado. Quiero ver esto que pasa. Me conmueve y me destroza que haya tantas madres en el mismo país en el que yo vivo buscando huesos, aunque sea huesos, para enterrarlos. No tengo idea de lo que es eso, no soy madre ni he buscado a nadie de esa manera. […Pero] me planteo la pregunta, si perdiera a lo más querido ¿hasta dónde estaría yo dispuesta a llegar? Y esa es la pregunta que quisiera que también se planteara el público, para que pudiéramos ponernos un poco en los zapatos de otros que por tener menos que nosotros siempre están más jodidos en este pedazo tan pequeño de país en el que vivimos todos.

Δεν θέλω να γυρίσω το κεφάλι να κοιτάξω αλλού. Θέλω να δω τι συμβαίνει. Με έχει συγκινήσει και μου έχει συντρίψει τα σωθικά το γεγονός ότι τόσες μητέρες στην πατρίδα μου ψάχνουν για οστά, ώστε να μπορούν να τα θάψουν, ακόμα κι αν είναι το μοναδικό πράγμα που βρίσκουν. Δεν έχω ιδέα πώς μπορεί να νιώθεις με κάτι τέτοιο. Δεν είμαι μητέρα και ποτέ δεν έψαχνα κάποιον με αυτόν τον τρόπο. [Αλλά] Κάνω στον εαυτό μου αυτή την ερώτηση: Εάν χάσω το πιο αγαπημένο πράγμα στη ζωή μου, ποιο θα ήταν το όριό μου; Αυτή είναι και η ερώτηση που θέλω να θέσει το κοινό, ώστε να μπορέσουμε να μπούμε λίγο οι ίδιοι στη θέση των άλλων. Άλλων ανθρώπων, που, επειδή έχουν λιγότερα από ό,τι έχουμε εμείς, είναι πάντα “ριγμένοι” σε αυτό το μικρό κομμάτι μιας χώρας, στην οποία όλοι ζούμε.

Το θέατρο ως καθρέφτης

Για δημιουργούς όπως ο Carlos Dada, το “Los Ausentes” αποτελεί απόδειξη ότι το θέατρο του Ελ Σαλβαδόρ περνάει μια μεταμόρφωση. Σύμφωνα με τον Dada, που έγραψε για το έργο της Nolasco στο elfaro.net, το θέατρο του Ελ Σαλβαδόρ συνεχίζει να συνδυάζει διάφορες ιστορίες βίας από την πρόσφατη ιστορία της χώρας. Αυτή η ιστορία είναι μια συνέχιση των κοινωνικών ρήξεων με ρίζες, που πηγαίνουν βαθύτερα από ό,τι πολλοί άνθρωποι υποπτεύονται, φέρνοντας στην επιφάνεια ξανά έναν κύκλο, που τείνει να επαναλαμβάνεται.

Si el teatro aspira a ser espejo, Los Ausentes es un espejo terrible. Uno que parecerá, a los ojos de los espectadores del Teatro Luis Poma, cóncavo para devolver una imagen grotesca del país que habitamos. […] Hace un cuarto de siglo el Teatro Nacional quedaba marcado por el primer gran estreno de la posguerra: San Salvador Después del Eclipse, de Carlos Velis […] Hoy, después del desencanto, la incertidumbre y el fracaso, el teatro vuelve a ser escenario de representación de nuestros dramas. Son las mismas madres que buscan a sus hijos desaparecidos. La misma sociedad enferma. El tejido roto. El texto roto.

Αν το θέατρο θέλει να είναι καθρέφτης, το “Los Ausentes” είναι ένας τρομακτικός καθρέφτης. Ένας που θα προβάλλει μια γκροτέσκα εικόνα της χώρας, που κατοικούμε όλοι, στους θεατές στο Θέατρο Luis Poma. […] Πριν από ένα τέταρτο του αιώνα, το Εθνικό Θέατρο σημαδεύτηκε από μια μεγάλη πρεμιέρα των μεταπολεμικών χρόνων, το έργο του Carlos Velis “Το Σαν Σαλβαδόρ μετά την έκλειψη”. […] Σήμερα, μετά την απογοήτευση, την αβεβαιότητα και την αποτυχία, η σκηνή είναι, για άλλη μια φορά, ο χώρος, όπου εκπροσωπούνται τα δράματά μας. Αυτές είναι οι ίδιες μητέρες που αναζητούν τα εξαφανισμένα παιδιά τους. Η ίδια άρρωστη κοινωνία. Ο ίδιος σχισμένος ιστός. Ένα κατακερματισμένο κείμενο.

“Η ζωή τότε ήταν να μάθεις πώς να πεθαίνεις”:

Για την εταιρεία Moby Dick, ο στόχος της παραγωγής τους “Bandada de Pájaros” [Ένα σμήνος πουλιά], είναι να οικοδομηθεί μια γέφυρα ανάμεσα στην πρόσφατη ιστορία και τα σημερινά γεγονότα. Το έργο επικεντρώνεται στο πιθανό πεπρωμένο των εξαφανισθέντων κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο του Ελ Σαλβαδόρ, μια σύγκρουση που έλαβε επίσημα χώρα μεταξύ 1980 και 1992.

75.000 άνθρωποι πιστεύεται ότι έχουν πεθάνει κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, πολλοί από αυτούς άμαχοι. Εκτός από αυτό το βαρύ φόρο αίματος, η Επιτροπή Αλήθειας κατέγραψε περίπου 5.000 εξαναγκαστικές εξαφανίσεις. Για πολλούς, πολύ λίγα έχουν γίνει για να αναζητηθούν όσοι έχουν εξαφανιστεί. Ταυτόχρονα, πολλοί από εκείνους που διέπραξαν εγκλήματα έχουν προστατευθεί από το Νόμο περί Αμνηστίας, που τέθηκε σε ισχύ με τις Ειρηνευτικές Συμφωνίες του 1992, συμφωνίες, που άφησαν πολλά ερωτήματα και καθόλου απαντήσεις στα θύματα.

Οι κύριοι χαρακτήρες του “Bandada de Pájaros” είναι οι αδελφές Márquez, οι οποίες εξαφανίστηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου, επειδή δεν δέχτηκαν τις προτάσεις ενός στρατιώτη. Οι αδελφές αναδύονται από τη γη ανάμεσα στα νεκρά φύλλα, σε ένα μέρος μεταξύ ζωής και θανάτου. Μέσω του διαλόγου τους, το κοινό ανακαλύπτει διαφορετικές ιστορίες τρόμου από τη σύγκρουση.

Για τους ηθοποιούς του “Bandada de Pájaros”, το έργο είναι μια συζήτηση για το παρελθόν και επίσης μια αντανάκλαση του παρόντος. Πρόκειται για την επιστροφή θεμάτων ταμπού, που σχετίζονται με τη βία, που υπάρχει στη χώρα σήμερα. Η ηθοποιός Dinora Cañeguez βλέπει το έργο ως μέσο  διάσωσης των αναμνήσεων του πολέμου. Το βλέπει επίσης ως έναν τρόπο κατανόησης του παρόντος:

Μιλάμε για τους μάρτυρες του πολέμου. Κι όχι μόνο για τα θύματα του πολέμου, αλλά και για [τους μάρτυρες της βίας] του σήμερα επίσης…”

Σε άρθρο που δημοσιεύθηκε επίσης στο El Faro, η δημοσιογράφος María Luz Noches ρίχνει φως στα σύμβολα μέσα στο έργο. Η αρχή και το τέλος εμφανίζονται σε φανταστικούς ποταμούς και αποτελούν επίσης λεπτές αναφορές σε άλλα έργα τέχνης. Ένα από αυτά είναι ο φημισμένος πίνακας του Carlos Cañas “Sumpul”, ο οποίος πήρε το όνομα του ποταμού, όπου ένα από τα πιο στυγερά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του πολέμου.

Bandada de pájaros está lleno de simbolismos: un terreno raso y desabrigado cubierto de ramas secas es el punto de encuentro de Susana y Engracia, desierto; un río imaginado a la orilla del cual se preguntan si ahí comienza la vida; una pila de ropa mugre, lúgubre, reminiscente al Sumpul de Carlos Cañas, en donde la sangre se convierte en flor.

“La vida era aprender a morir”, recita Ríos [una de las actrices] citando a Roque Dalton. Y desde el escenario a la butaca, a uno se le muere algo por dentro.

Το Bandada de Pájaros είναι γεμάτο συμβολισμό. Μια εγκαταλελειμμένη πεδιάδα καλυμμένη με ξερόκλαδα είναι ο τόπος συναντήσεως της Susana και της Engracia [των δυο αδελφών του έργου], ένα ερημικό περιβάλλον, ένας φανταστικός ποταμός, που τις κάνει να αναρωτιούνται αν είναι πράγματι η αρχή της ζωής. Ένας σωρός από βρώμικα ρούχα, μια ζοφερή ατμόσφαιρα που θυμίζει το “Sumpul” του Carlos Cañas, όπου το αίμα γίνεται λουλούδια.

“Η ζωή τότε ήταν να μάθεις πώς να πεθαίνεις”, λέει η Ríos [μια από τις ηθοποιούς], που παραθέτει τα λόγια του [ποιητή του Σαλβαδόρ] Roque Dalton. Και βλέποντας τη σκηνή από την πλατεία, αισθανόμαστε κάτι να πεθαίνει μέσα μας.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.