- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

“Η καταστολή της ελευθερίας του Τύπου από την Κίνα αποτελεί απειλή για τις δημοκρατίες”

Κατηγορίες: Ανατολική Ασία, Κίνα, Διεθνείς Σχέσεις, Ελευθερία του Λόγου, Μέσα & δημοσιογραφία, Μέσα των πολιτών, Οικονομικά & επιχειρηματικότητα

Εικόνα από RSF.

Το ακόλουθο κείμενο γράφτηκε αρχικά από την Jennifer Creery και δημοσιεύθηκε [1] στο Hong Kong Free Press στις 25 Μαρτίου 2019. Μία επεξεργασμένη εκδοχή αναδημοσιεύεται στο Global Voices με βάση μια συμφωνία εταιρικής σχέσης περιεχομένου.

Η καταστολή της Κίνας στην ελευθερία του Τύπου αποτελεί άμεση απειλή για τις δημοκρατίες παγκοσμίως, δήλωσε η οργάνωση – φύλακας της ελευθερίας του Τύπου Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (RSF), σε έκθεση που δημοσιεύθηκε στις 25 Μαρτίου 2019.

Η έκθεση των 52 σελίδων με τίτλο “Η επιδίωξη της Κίνας για μια νέα παγκόσμια τάξη των μέσων ενημέρωσης” περιγράφει τους τρόπους, με τους οποίους το Πεκίνο προσπάθησε να ασκήσει την πολιτική του επιρροή στα διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης, προκειμένου να αποτρέψει την κριτική και την αρνητική κάλυψη, εξάγοντας το μοντέλο λογοκρισίας σε αυταρχικά κράτη σιωπώντας τους διαφωνούντες μέσω εκφοβισμού.

“Σκοπός της έκθεσης είναι να προκαλέσει αντίδραση”, δήλωσε στο HKFP ο Cédric Alviani, διευθυντής του γραφείου της RSF στην Ανατολική Ασία. “Είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου της επιρροής της Κίνας στα μέσα ενημέρωσης ανά τον κόσμο. Αυτό είναι που το κάνει ανατριχιαστικό.”

Η έκθεση καταδικάζει τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ ως “εχθρό της δημοκρατίας, των παγκόσμιων αξιών, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ελευθερίας του Τύπου”.

“Σύμφωνα με το πνεύμα του καθεστώτος του Πεκίνου, οι δημοσιογράφοι δεν προορίζονται να είναι αντιπολιτευόμενοι αλλά μάλλον να υπηρετούν την προπαγάνδα των κρατών”, δήλωσε ο Christophe Deloire, γενικός γραμματέας της RSF. “Αν οι δημοκρατίες δεν αντισταθούν, η ‘κινέζικου τύπου προπαγάνδα’ θα εισβάλλει στα μέσα μαζικής ενημέρωσης σταδιακά, ανταγωνιζόμενη τη δημοσιογραφία όπως την γνωρίζουμε.”

Σε μια ενότητα σχετικά με το Χονγκ Κονγκ, η RSF ανέφερε ότι η ελευθερία του Τύπου στην πόλη είχε διαβρωθεί επικαλούμενη δεσμούς μεταξύ των ιδιοκτητών μιντιακών μέσων του Χονγκ Κονγκ και των πολιτικών φορέων στην ηπειρωτική χώρα, απειλές από την Αρχή Επικοινωνιών για διακοπή των αδειών των μέσων μαζικής ενημέρωσης και την πώληση της αγγλόφωνης εφημερίδας South China Morning Post στην κινεζική εταιρεία διαδικτυακού εμπορίου Alibaba το 2016.

Είπε ότι μετά την αγορά, “…περίπου 30 μέλη του προσωπικού της, έφυγαν αμέσως. Γρήγορα αντικαταστάθηκαν από δημοσιογράφους με φήμη ότι είναι πειθήνιοι ή υπέρ του Πεκίνου και οι συντακτικές της πολιτικές δεν χρειάστηκαν πολύ για να αλλάξουν.”

Συμμετοχή σε διεθνή ακροατήρια

Η RSF δήλωσε ότι η Κίνα εξάγει το δικό της μοντέλο των μέσων μαζικής ενημέρωσης σε άλλες χώρες, σε μια προσπάθεια να καταπολεμήσει τις “εχθρικές δυνάμεις της Δύσης”, οι οποίες χαρακτηρίστηκαν ως ειδησεογραφικοί οίκοι που δεν καλύπτουν τη χώρα με ευνοϊκό τρόπο.

Η έκθεση αναδεικνύει τους κρατικούς ειδησεογραφικούς οίκους China Global Television Network (CGTN), το οποίο μεταδίδει ειδησεογραφικά προγράμματα σε 140 χώρες, και το China Radio International, το οποίο μεταδίδει σε 65 γλώσσες, ως απόδειξη των παγκόσμιων φιλοδοξιών των μέσων ενημέρωσης.

Αναφέρει επίσης ότι η Κίνα έχει επενδύσει σε μεγάλο βαθμό σε αφρικανικά έθνη, σε μια προσπάθεια να επεκτείνει την επιρροή των μέσων ενημέρωσης, ιδίως μέσω κινεζικών κρατικών προγραμμάτων όπως το CGTN Africa, το οποίο αποφεύγει την επικριτική κάλυψη του Πεκίνου.

Η RSF πρόσθεσε ότι το Πεκίνο έχει προσκαλέσει τουλάχιστον 3.400 αλλοδαπούς δημοσιογράφους από 146 χώρες σε πλουσιοπάροχα ταξίδια για σεμινάρια στην Κίνα για να προσελκύσει ευνοϊκή κάλυψη.

“Πολιτική Δούρειου Ίππου”

Η έκθεση υποστηρίζει ότι το Πεκίνο έχει εφαρμόσει μια “πολιτική Δούρειου ίππου”, προκειμένου να εισαγάγει προπαγανδιστικά διαφημιστικά μηνύματα σε ξένες εκδόσεις, που περιλαμβάνουν τις εφημερίδες Wall Street Journal και Daily Telegraph.

Το China Watch, ένα ένθετο που υποστηρίζεται από την αγγλική γλώσσα, έχει συμπεριληφθεί σε 30 μεγάλες ημερήσιες εφημερίδες με κυκλοφορία 13 εκατομμυρίων αντιγράφων – 1.7 εκατομμύρια εκ των οποίων είναι στους New York Times και 6.6 εκατομμύρια στο Mainichi Shimbun.

Παρακάτω είναι ένας χάρτης που δείχνει την παγκόσμια εμβέλεια του χορηγούμενου ένθετου “China Watch” (μέσω του χρήστη του Twitter @Fenella Sung):

Η China Daily, η κρατική Αγγλόφωνη εφημερίδα, πραγματοποίησε συμφωνίες με τουλάχιστον 30 ξένες εφημερίδες – συμπεριλαμβανομένων των NY Times, WSJ, WP & UK Telegraph – για να φέρουν ένθετα 4 ή 8 σελίδων με το όνομα China Watch, τα οποία να μπορούν να εμφανιστούν συχνά και ως μηνιαία.” #προπαγάνδα

Άλλες μέθοδοι επιρροής, που περιγράφονται στην RSF, περιλαμβάνουν τη μεγάλη επένδυση της χώρας σε ξένα μέσα, όπως η δαπάνη 3,3 δις ευρώ για την απόκτηση μετοχών από διάφορα ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης.

Τον Οκτώβριο του 2018, η εταιρεία επενδύσεων της Νέας Υόρκης H&H Group με συνδέσεις με την Phoenix TV στο Χονγκ Κονγκ, που ελέγχεται από το Πεκίνο, απέκτησε το μεξικανικό ραδιοφωνικό σταθμό XEWW 690, ικανό να προσεγγίσει όλη τη νότια Καλιφόρνια, μια περιοχή με μεγάλη κινεζική διασπορά, ανέφερε η RSF.

Επιπλέον, η ΜΚΟ δήλωσε ότι οι πλατφόρμες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης απειλούνται με αποκλεισμό από την κινεζική αγορά, αν δεν συμμορφώνονται με τις πρακτικές λογοκρισίας της χώρας, αναφερόμενη στον αμερικανικό τεχνολογικό γίγαντα της Apple, ο οποίος το 2018 υπέκυψε στην πίεση της κυβέρνησης, αφαιρώντας 25.000 “παράνομα” τυχερά παιχνίδια εφαρμογές από το κινεζικό κατάστημα.

Η έκθεση προέτρεψε τις εταιρείες μέσων μαζικής ενημέρωσης σε δημοκρατικές χώρες να προφυλαχθούν από την επέκταση της επιρροής της Κίνας με τη δημόσια αναγνώριση των μετόχων και την εισαγωγή περιεχομένου κινεζικής γλώσσας, όπως το AustraliaPlus.cn του ABC.