Μια ματιά στη ζωή των Νοτιοασιατών στην Ταϊλάνδη

O Narinthorn Sachdev μετράει ύφασμα για έναν πελάτη στο κατάστημά του. Φωτογραφία και λεζάντα από The Isaan Record, αναδημοσίευση με άδεια.

Αυτό το άρθρο της Priya Vaikuntapathi προέρχεται από το The Isaan Record, έναν ανεξάρτητο ειδησεογραφικό ιστότοπο της Ταϊλάνδης, και αναδημοσιεύτηκε από το Global Voices στα πλαίσια συμφωνίας διαμοιρασμού περιεχομένου.

Ο άνεμος θροΐζει στην εξωτερική βεράντα στον ήχο της απαλής ποπ μουσικής, φέρνοντας μαζί του έντονα αρώματα ινδικών μπαχαρικών και το κροτάλισμα των πικάντικων, λόγω κάρι, πιάτων. Ένας μεγαλόσωμος, σκουρόχρωμος άνδρας, ντυμένος με ρούχα της Δύσης, βγαίνει από την κουζίνα κρατώντας έναν δίσκο με πίτα βουτύρου νάαν και ρύζι με γιασεμί μαγειρεμένο στον ατμό.

Όταν ο Queentrus Dominic, γνωστός ως Quinn, εγκαταστάθηκε στην πόλη Khon Kaen, στα βορειοανατολικά της Ταϊλάνδης το 2010, θεωρούσε ότι ήταν ο μόνος Νοτιοασιάτης σε εκείνη την πόλη, καθώς επίσης και σε όλη την περιοχή. Νιώθοντας την έλλειψη της τοπικής κουζίνας της γενέτειρας του, Σρι Λάνκα, και έχοντας μια κλίση προς το επιχειρείν, ο Quinn άνοιξε το ινδικό εστιατόριο “”Quinn’s One and Only” το 2018.

Γρήγορα, αντιλήφθηκε ότι δεν ήταν ο μοναδικός Νοτιοασιάτης.

Οι Νοτιοασιάτες με διαφορετικές καταβολές, οι οποίοι κατοικούν στην πόλη Khon Kaen εδώ και γενεές ή εδώ και μόλις δέκα μήνες, επηρεάζουν το πολιτισμικό τοπίο της πόλης με τρόπο μοναδικό και καθημερινά μεταβάλλουν τις τοπικές αντιλήψεις.

Από τη Νότια Ασία στην επαρχία Isan

Περισσότεροι από 29,5 εκατομμύρια άνθρωποι μετανάστευσαν από τη Νότια Ασία προς τον υπόλοιπο κόσμο, σύμφωνα με την Έκθεση των Ηνωμένων Εθνών για τη Διεθνή Μετανάστευση το 2017. Αυτός ο αριθμός αποτελείται από πληθυσμούς με προέλευση την Ινδία, τη Σρι Λάνκα, το Μπαγκλαντές, το Πακιστάν, τις Μαλδίβες, το Νεπάλ, το Μπουτάν και το Αφγανιστάν. Από τα εκατομμύρια που αποτελούν αυτήν την απίστευτη διασπορά, σαράντα ή πενήντα Νοτιοασιάτες βρίσκονται εγκατεστημένοι στην πόλη Khon Kaen.

Αν και πολλοί από αυτούς έφυγαν προς αναζήτηση εργασίας αλλού, κάποιοι ζουν στην πόλη αυτή από τη δεκαετία του '30.

Με τουρμπάνι, γενειάδα και ένα ζεστό γέλιο, ο Narinthorn Sachdev, ένας 54χρονος Σιχ, εξιστορεί την μεταναστευτική περιπλάνηση της οικογένειας του, που μετράει περισσότερα από 90 χρόνια. Με καταγωγή από την Ταϊλάνδη, την Ινδία και τους Σιχ, η οικογένεια του περήφανου επιχειρηματία έφτασε στην Ταϊλάνδη τη δεκαετία του '30. Μετά την απόσχιση του Πακιστάν από την Ινδία, στο εξής ανεξάρτητη, το 1947, η οικογένεια του εγκατέλειψε την περιουσία της στην περιφέρεια Gujranwala, που εφεξής θα ανήκε στο Πακιστάν, και τα περισσότερα μέλη της εγκαταστάθηκαν στην επαρχία Ισάν. Η πόλη Khon Kaen είναι από τις τέσσερις κυριότερες της περιοχής.

Οι Σιχ βρίσκονται στην Ταϊλάνδη από το τέλος του 19ου αιώνα. Μερικοί από αυτούς έφτασαν στην επαρχία Ισάν ως έμποροι υφασμάτων και ράφτες. Κατά τη διάρκεια του Πολέμου στο Βιετνάμ, ένα δεύτερο κύμα μεταναστών Σιχ εγκατέλειψαν την Μπανγκόκ με προορισμό πόλεις, όπου βρίσκονταν μεγάλες αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις, όπως οι Udon Thani και Nakhon Phanom, προσαρμόζοντας έτσι τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες στις ανάγκες των Αμερικανών στρατιωτών.

Στην πόλη Khon Kaen, εδώ και γενεές, η τοπική κοινότητα των Σιχ έχει δυναμική παρουσία με ένα δραστήριο ναό στο κέντρο της πόλης. Οι Σιχ της Ταϊλάνδης επωφελούνται από τη στήριξη και την προστασία της βασιλικής οικογένειας. Πέρα από τον βουδισμό, ο σιχισμός είναι μια από τις πέντε θρησκείες, που βρίσκονται κάτω από αυτήν την προστασία.

Μια παιδική ηλικία που δεν μοιάζει με καμία άλλη

Μεγαλώνοντας στην πόλη Khon Kaen κατά τα τέλη της δεκαετίας του '60, ο Narinthorn εξηγεί πως το να είσαι διαφορετικός από τα άλλα παιδιά δεν ήταν πάντα εύκολη υπόθεση. Θυμάται μια δύσκολη παιδική ηλικία εξαιτίας της δίωξης, που επέφερε η εμφάνιση και η θρησκεία του.

Ωστόσο, σήμερα γελάει, όταν θυμάται την ημέρα εκείνη, όταν ο πατέρας του ήρθε για να τρομάξει εκείνους, που τον πείραζαν. Εκείνα τα παιδιά δεν είχαν ποτέ δει κάποιον σαν κι εκείνον, τόσο ψηλό, με τουρμπάνι και μια μακριά γενειάδα.

Πολλά διαδικτυακά φόρουμ υποστηρίζουν ότι η Ταϊλάνδη έχει την τάση να είναι πολύ σκληρή απέναντι σε πληθυσμούς ινδικής προέλευσης. Διάφορες φυλετικές προσβολές με στόχο τους Νοτιασιάτες είναι συχνές, καθώς επίσης και άλλα στερεότυπα, τα οποία δηλώνουν μεταξύ άλλων ότι οι Ινδοί μυρίζουν άσχημα, ότι η διατροφή τους είναι λιπαρή και ανθυγιεινή, ότι εκμεταλλεύονται και εξαπατούν τον κόσμο.

Ένας χρήστης στο Reddit γράφει κατά τη διάρκεια διαδικτυακής συνομιλίας:

For Indians, it’s quite negative actually because we have general perception toward Indians as ‘smelly and demanding’.. I don’t think I need to explain anything much on the smell. For ‘demanding’, we feel like Indians love to ask and demand for this and that all the times.

Όσον αφορά τους Ινδούς, είναι αλήθεια ότι είναι μάλλον αρνητικό, καθώς η γενική αντίληψη είναι ότι οι Ινδοί “δεν μυρίζουν ωραία και είναι απαιτητικοί”…Δεν νομίζω ότι υπάρχει ανάγκη να εξηγήσω το θέμα της μυρωδιάς. Όσον αφορά τον χαρακτηρισμό “απαιτητικοί”, φαίνεται ότι οι Ινδοί αρέσκονται να ζητούν αυτό ή εκείνο ανά πάσα στιγμή.

Αλλά ο Narinthorn είναι πεπεισμένος ότι δεν έχει υπάρξει θύμα διακρίσεων στην πόλη Khon Kaen. Χάρη στην οικογενειακή επιχείρηση, που στήθηκε στη γειτονιά εδώ και καιρό, η κοινότητα τρέφει πολύ σεβασμό για την οικογένεια του. Αλλά ταυτόχρονα, κουράστηκε να πρέπει να πείθει πάντα τον κόσμο ότι είναι Ταϊλανδός στην καταγωγή.

Θερμή υποδοχή

Άλλοι Νοτιοασιάτες, που έφτασαν στην πόλη Khon Kaen πιο πρόσφατα, περιγράφουν τις εμπειρίες τους με πολύ θετικό τρόπο.

Η Sanchita Chatterjee, μια Ινδή που εργάζεται ως ειδικός προγραμμάτων στο Ινστιτούτο Μεκόνγκ, περιγράφει την πόλη ως έναν τόπο φανταστικό για την ίδια και την κόρη της. Αναγνωρίζει ότι το να μεγαλώνει κανείς παιδί σε μια άλλη χώρα παρουσιάζει δυσκολίες, αλλά αυτό δεν έχει μεγάλη σχέση με την ινδική καταγωγή τους.

On the weekend, I go to Tesco Lotus Extra. I go to Central Plaza. I don’t see anyone who looks like me, not that it bothers me. I’ve gotten used to it. It’s not like anyone stares or anything. That’s not in the culture…Thais are very accepting.

Το σαββατοκύριακο πηγαίνω στο Tesco Lotus Extra. Πηγαίνω στο Central Plaza. Δεν συναντώ κανέναν που να μου μοιάζει, αλλά αυτό δεν με ενοχλεί. Έχω συνηθίσει. Δεν είναι ότι όλος ο κόσμος με κοιτάει έντονα. Αυτό δεν είναι κομμάτι της κουλτούρας. Οι Ταϊλανδοί είναι πολύ δεκτικοί.

Ο Nazir Ul Haq, ένας Πακιστανός μουσουλμάνος, που εργάζεται στο Ινστιτούτο Μεκόνγκ και που έφτασε στην πόλη Khon Kaen εδώ και δυο χρόνια, δεν βρίσκει ότι η ταυτότητά του παίζει σημαντικό ρόλο στην δουλειά. Παραδέχεται ότι έχει αντιμετωπίσει και άλλα εμπόδια σε άλλες χώρες, όπως η Μιανμάρ, εξαιτίας της ταυτότητας του, αλλά γενικά, δεν πιστεύει ότι αυτό τον επηρεάζει στην Ταϊλάνδη.

People tend to test their own stereotypes when we interact and it breaks the general stereotypes people have about South Asians.

Οι άνθρωποι έχουν την τάση να αμφισβητούν τα δικά τους στερεότυπα κατά τη διάρκεια των επαφών μας, κάτι το οποίο διαλύει τις προκαταλήψεις που υπάρχουν εναντίον των Νοτιασιατών.

Η Sanchita ζει στην πόλη Khon Kaen με την κόρη της εδώ και δέκα μήνες. Δεν θεωρεί ότι η ινδική καταγωγή της θα την επηρεάσει στη δουλειά της στο Ινστιτούτο Μεκόνγκ, καθώς εκείνη φέρνει μαζί της την εμπειρία και την τεχνογνωσία της, και όχι την ταυτότητά της. Φωτογραφία και λεζάντα: The Isaan Record. Αναδημοσίευση με άδεια.

Η εμφάνιση του Quinn, του ιδιοκτήτη του εστιατορίου με τα νοτιοασιατικά χαρακτηριστικά και το δυτικότροπο ντύσιμο, έχει προκαλέσει μεγάλη περιέργεια.

Πριν έρθει σ'αυτήν την πόλη, ο Quinn έζησε στο Ηνωμένο Βασίλειο από την ηλικία των 9 ετών. Εγκατέλειψε τη Σρι Λάνκα μετά τον θάνατο του πατέρα του στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Πολύ γρήγορα έμαθε πώς να προσαρμόζεται σε μια νέα κουλτούρα.

In a way, [adapting to Thai culture] wasn’t forced on me because I knew I had to [adapt] if I wanted to live here, since I’ve done it before…It was kind of easy. I knew what I had to do.

Κατά μια έννοια, κανείς δεν με εξανάγκασε [να προσαρμοστώ στην ταϊλανδέζικη κουλτούρα], γιατί ήξερα ότι έπρεπε να το κάνω αν ήθελα να ζήσω εδώ, κυρίως γιατί το είχα ήδη κάνει….Ήταν αρκετά απλό. Ήξερα τι έπρεπε να κάνω.

Όταν σκέφτεται τον ρατσισμό που είχε βιώσει στην παιδική του ηλικία στο Ηνωμένο Βασίλειο, τονίζει ότι ποτέ δεν είχε βιώσει κάτι τέτοιο στην πόλη Khon Kaen.

They don’t give you any headaches, any nasty stuff like we get in Europe or America nowadays. They’re like ‘Are you happy in Thailand, in Khon Kaen?’ That’s cool!

Δεν μας ενοχλούν όπως κάνουν σήμερα στην Ευρώπη ή στην Αμερική. Είναι κυρίως του τύπου “Είστε ευτυχισμένοι στην Ταϊλάνδη, εδώ στην πόλη;”. Είναι υπέροχο!

“Ο κόσμος πάντα μου έλεγε, δεν είναι δυνατόν….δεν μπορείτε να πουλήσετε την ινδική κουζίνα εδώ. Δεν είναι δυνατόν.” Όχι. Αν καταβάλλεις πραγματικά πολλή προσπάθεια, μπορείς να τα καταφέρεις”, λέει ο Quinn. Φωτογραφία και λεζάντα από The Isaan Record, αναδημοσίευση με άδεια.

Αρχικά, ο Quinn είχε αποδεχτεί τη γενικευμένη άποψη ότι στους Ταϊλανδούς δεν αρέσει η ινδική κουζίνα και γι’ αυτόν τον λόγο στόχευε κυρίως σε τουρίστες. Αλλά εξεπλάγη ευχάριστα, όταν αποδείχτηκε ότι έκανε λάθος. 60-70% της πελατείας τους είναι Ταϊλανδοί. Και το εστιατόριο δεν είναι καν στο κέντρο της πόλης, βρίσκεται σε ένα ημιαγροτικό χωριό στην περιφέρεια.

People just came up with all kind of assumptions, you know, and I believed it as well, but looking at it now, it was completely wrong, and without [Thai customers], I probably wouldn’t survive at all.

Ο κόσμος είχε όλα τα είδη προκαταλήψεων, ξέρετε, κι εγώ επίσης πίστευα σε αυτές, αλλά κοιτώντας πίσω, βλέπω τώρα ότι ήμουν τελείως λάθος. Χωρίς [τους Ταϊλανδούς πελάτες], δεν θα μπορούσα με τίποτα να επιβιώσω.

“Θέλω να αλλάξω την άποψη που υπάρχει για τους Ινδούς μέσα από το φαγητό”.

Χάρη στην καθημερινότητα και την αλληλεπίδραση, η μικρή κοινότητα των Νοτιοασιατών μεταλλάσσει σταδιακά τις αρχικές αντιλήψεις και προκαταλήψεις του κόσμου. Αποκτά προοδευτικά μια θέση μέσα στην κοσμοπολίτικη κοινότητα της πόλης που ολοένα και μεγαλώνει, αλλάζοντας την γνώμη που οι άνθρωποι είχαν για αυτήν.

“Πιστεύω ότι έχω λιγάκι αλλάξει τη ρητορική σε αυτό το χωριό”, λέει ο Quinn, καθώς σηκώνεται γρήγορα για να βοηθήσει έναν διανομέα.

Με το πηγαινέλα των πελατών, ο ήλιος δύει στην όμορφη εξωτερική βεράντα του εστιατορίου. Ο Quinn επιστρέφει στη θέση του, ρουφώντας τη ζωντανή ατμόσφαιρα του εστιατορίου του με ένα χαμόγελο στο πρόσωπο. “Το βλέπετε; Οι Ταϊλανδοί λατρεύουν το φαγητό!”.

Η Priya Vaikuntapathi είναι φοιτήτρια Διεθνών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις στη μητροπολιτική περιοχή Urbana-Champaign στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σπούδασε Ανθρώπινα Δικαιώματα και Ανάπτυξη στην πόλη Khon Kaen το εαρινό εξάμηνο 2019.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.