Σύμφωνα με την κυβέρνηση της Γουατεμάλας, από τις 15 έως τις 16 Ιανουαρίου 2020, περισσότεροι από 3.500 άνθρωποι διέσχισαν τα σύνορα πεζή, με την ελπίδα να χτίσουν μια νέα ζωή στις Ηνωμένες Πολιτείες ή το Μεξικό. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν από την Ονδούρα. Σύμφωνα με ρεπορτάζ από διεθνή μέσα ενημέρωσης όπως το NPR, η Wall Street Journal και το Reuters, ο κόσμος, που μεταναστεύει από την Κεντρική Αμερική φεύγει να γλιτώσει από τη “φτώχεια και τη βία”, αλλά αυτοί οι όροι μόλις που αγγίζουν την κορυφή του παγόβουνου του γιατί οι άνθρωποι επιλέγουν να βαδίσουν χιλιάδες μίλια για ένα αβέβαιο μέλλον στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού.
Ένα νέο καραβάνι
Οι Ονδουρανοί εγκαταλείπουν τη χώρα τους εδώ και χρόνια, αλλά ο όρος “καραβάνι” έγινε δημοφιλής παγκοσμίως το 2018, όταν περισσότεροι από 10.000 Κεντροαμερικανοί ταξίδεψαν μαζί για να υποστηριχθούν και να προστατευθούν αμοιβαία στο δρόμο μέσω Γουατεμάλας και Μεξικού.
Πέρα από το να ζουν μέσα σε “φτώχεια και βία”, οι Ονδουρανοί είναι παγιδευμένοι στην πραγματικότητα σε ένα κράτος ναρκωτικών, του οποίου η ηγεσία υποστηρίζεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Υποφέρουν από εκτεταμένη διαφθορά, βία λόγω φύλου, συγκρούσεις συμμοριών, αρπαγές γης και ξηρασία λόγω κλιματικής αλλαγής.
Το 2020, ακόμη και αν ο δρόμος για τους μετανάστες είναι δυσκολότερος από πριν για λόγους εκτός του θέματος αυτού του άρθρου, χιλιάδες αποφάσισαν ότι η μοίρα τους είναι πιθανότερο να είναι καλύτερη εκτός της Ονδούρας παρά εντός της χώρας.
Τι συμβαίνει στην Ονδούρα
Γνωρίζουμε ότι η διαφθορά και τα χρήματα από τα ναρκωτικά είναι, ε, κακά.
Ωστόσο, όταν σκεφτόμαστε τι κάνουν οι κακοί πολιτικοί, σπάνια φανταζόμαστε ότι έχουν βρεθεί ένοχοι για διοχέτευση τόνων κοκαΐνης στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτή είναι η κατηγορία, με την οποία καταδικάστηκε τον περασμένο Οκτώβριο ο Τόνι Χερνάντεζ, πρώην πολιτικός και αδελφός του νυν προέδρου Χουάν Ορλάντο Χερνάντεζ.
Τώρα ο Πρόεδρος Χερνάντεζ, ο οποίος έχει επαινεθεί από την Υπηρεσία για τα Ναρκωτικά και την Επιβολή του Νόμου των ΗΠΑ για τον αγώνα του κατά του λαθρεμπορίου ναρκωτικών, είναι ο ίδιος υπό ενδελεχή έρευνα για το ρόλο του στο κύκλωμα κοκαΐνης.
Κατά τη διάρκεια της δίκης του Τόνι Χερνάντεζ, μάρτυρες υποστήριξαν ότι ο πρόεδρος προσπάθησε να προστατεύσει τον αδελφό του από την έκδοση και δωροδοκήθηκε με εκατομμύρια δολαρίων για τη χρηματοδότηση των πολιτικών εκστρατειών του κόμματός του, σύμφωνα με δημοσιεύματα των New York Times και Reuters. Ο Πρόεδρος Χερνάντεζ αρνείται τους ισχυρισμούς.
Μπορεί να ειπωθεί ότι οι Ονδουρανοί εξέλεξαν ελεύθερα τέτοιους πολιτικούς και συνεπώς εναπόθεσαν την εμπιστοσύνη τους στη διακυβέρνηση του Χερνάντεζ, αλλά αυτή η συλλογιστική δεν λαμβάνει υπόψη ότι οι Ονδουρανοί δεν ήθελαν αυτή την κυβέρνηση κατά πρώτο λόγο. Οι Ονδουρανοί διαμαρτυρήθηκαν – και σκοτώθηκαν από τις κρατικές δυνάμεις κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων – για να ζητήσουν νέα ψηφοφορία μετά από προφανείς χαλκευμένες εκλογές τον Δεκέμβριο του 2017, οι οποίες ανέδειξαν την κυβέρνηση Χερνάντεζ. Εκείνη την εποχή, οι ΗΠΑ αποφάσισαν να υποστηρίξουν την εκλογή του Χερνάντεζ ούτως ή άλλως.
Το 2019, εν μέσω σοβαρών υποψιών για τη συμμετοχή του προέδρου τους σε χρήματα από ναρκωτικά, οι Ονδουρανοί ζήτησαν και πάλι από τον πρόεδρό τους να φύγει. Η αστυνομία έριξε δακρυγόνα σε απάντηση.
Η επόμενη επιλογή για την Ονδούρα θα ήταν στη συνέχεια να υπολογίζει σε συστήματα κατά της διαφθοράς για τη δίωξη μεγαλοεγκληματιών, σωστά; Λοιπόν, την ίδια περίοδο τον Ιανουάριο του 2020 που χιλιάδες Ονδουρανοί βάδιζαν σε πεζοπορία προς τα βόρεια, ο πρόεδρος Χερνάντεζ και οι νομοθέτες έκοψαν αυτό το νήμα ελπίδας.
Οι Αρχές της Ονδούρας αποφάσισαν να τερματίσουν τη θητεία του οργανισμού για την καταπολέμηση της διαφθοράς με διεθνή υποστήριξη, της Αποστολής για την Υποστήριξη του Αγώνα Κατά της Διαφθοράς και της Ατιμωρησίας στην Ονδούρα (MACCIH). Σύμφωνα με το Insight Crime, η MACCIH είχε παρουσιάσει υποθέσεις διαφθοράς υψηλά ιστάμενων προσώπων και “η διάλυση της MACCIH δεν αποτελεί καλό σημάδι για την καταπολέμηση της διαφθοράς, σε μια περιοχή που υποφέρει από αυτή”.
Η εκτεταμένη διαφθορά, εκτός από το ότι είναι παράνομη και ανήθικη, υπονομεύει την κοινωνία.
Για παράδειγμα, όταν “κλέβουν 49 λεμπίρα [περίπου 1,99 δολάρια] ανά 100 λεμπίρα [περίπου 4,06 δολάρια] από το Υπουργείο Υγείας”, όπως ανέφερε το Εθνικό Συμβούλιο Καταπολέμησης της Διαφθοράς, οδηγείται υπό κατάρρευση το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης της Ονδούρας.
Πέρυσι, η Ονδούρα γνώρισε τη χειρότερη επιδημία δάγγειου πυρετού τα τελευταία 50 χρόνια. Περισσότεροι από 400 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, σύμφωνα με τους New York Times, οι οποίοι ανέφεραν επίσης ότι η κρίση στην υγεία επιδεινώνεται από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και της κυβερνητικής δυσλειτουργίας.
Το μέλλον της χώρας κινδυνεύει επίσης, καθώς το εκπαιδευτικό σύστημα είναι αναποτελεσματικό. Την ημέρα που το μεταναστευτικό καραβάνι έφυγε από το Σαν Πέδρο Σούλα, τα ΜΜΕ της Ονδούρας δημοσίευσαν άλλη μια συμβολική έκθεση σχετικά με την κατάσταση της χώρας: ένα εκατομμύριο παιδιά της Ονδούρας δεν πηγαίνουν σχολείο. Είναι είτε πολύ φτωχά είτε πιστεύουν ότι το σχολείο είναι περιττό, διότι δε θα βρουν δουλειά, άμα το τελειώσουν, ούτως ή άλλως.
Πέρυσι, το Εθνικό Κογκρέσο της Ονδούρας πραγματοποίησε μεταρρυθμίσεις στην υγειονομική περίθαλψη και στην εκπαίδευση, μια κίνηση που οι Ονδουρανοί θεώρησαν ότι έδωσε χώρο για περισσότερη διαφθορά και ιδιωτικοποίηση αυτών των τομέων. Οι Ονδουρανοί κατέβηκαν διαμαρτυρόμενοι στους δρόμους τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2019, όπου αντιμετώπισαν για άλλη μια φορά δακρυγόνα και σφαίρες. Οι νομοθέτες ανέστειλαν τις μεταρρυθμίσεις.
Εκτός από το ότι καταπιέζονται από τις δυνάμεις του ίδιου τους του κράτους, οι Ονδουρανοί πρέπει να υπακούν στους κανόνες, που ορίζονται από τις συμμορίες. Σε πολλές γειτονιές, συμμορίες, που συχνά αποτελούνται από φτωχή νεολαία, που κατρακυλά στην εγκληματικότητα, είναι οι de facto ελεγκτές, εκβιάζοντας και απειλώντας τους ντόπιους. Ο θάνατος είναι ένα καθημερινό φαινόμενο, σε μια χώρα, όπου σημειώθηκαν περισσότερες από 42 ανθρωποκτονίες ανά 100.000 άτομα το 2019. Ο τρόπος, με τον οποίο η κυβέρνηση της Ονδούρας αντιδρά στις συμμορίες είναι, επίσης, με περισσότερους στρατιώτες.
Ενώ η βία των συμμοριών αποτελεί πραγματική απειλή, η βία λόγω φύλου διαπερνά και την κοινωνία. Η Ονδούρα έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό γυναικοκτονιών στην αμερικανική ήπειρο, σύμφωνα με την Οικονομική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική (ECLAC). Δεκαπέντε γυναίκες σκοτώθηκαν μόλις τις δύο πρώτες εβδομάδες του Ιανουαρίου.
Σε αγροτικές περιοχές, οι αυτόχθονες λαοί και οι αγρότες βγήκαν μπροστά υπερασπιζόμενοι τα σπίτια τους ενάντια στις αρπαγές ιδιοκτησίας. Η δολοφονία της γνωστής ιθαγενούς ηγέτιδας και περιβαλλοντικής ακτιβίστριας Berta Cáceres, η οποία σκοτώθηκε από ένοπλους στο σπίτι της το 2016, είναι γνωστή και έχει βρει μερική δικαιοσύνη.
Η υπόθεση της Cáceres αναφέρθηκε ευρέως από τα ΜΜΕ. Ωστόσο, πολλές άλλες δολοφονίες περιβαλλοντικών ακτιβιστών παραμένουν στις σκιές.
Το 2017, το Global Witness αποκάλεσε την Ονδούρα “την πιο θανατηφόρα χώρα παγκοσμίως για περιβαλλοντικό ακτιβισμό”. Στις αρχές Ιανουαρίου του 2020, ο ιθαγενής ηγέτης Vicente Saavedra βρέθηκε νεκρός. Ο λαός Γκαριφούνα, που ζουν επίσης υπό την απειλή της εκδίωξης από τα προγονικά τους εδάφη από τον τουρισμό ή διεθνή επιχειρηματικά εγχειρήματα, υπερασπίζονται τα εδάφη τους και αντιμετωπίζουν βία και αυτοί.
Αυτές οι απειλές, που σχετίζονται με την επιχειρηματικότητα, δε λαμβάνουν υπόψη τις αυξανόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, οι οποίες υποχρεώνουν τους αγρότες να εγκαταλείψουν τις καλλιέργειές τους από καλαμπόκι και φασόλια λόγω ξηρασίας και τελικού θανάτου.
Και υπάρχουν κι άλλα. Η δημοσίευση αυτή απλά αγγίζει επιφανειακά τους λόγους, για τους οποίους Ονδουρανοί όλων των ηλικιών, φύλων, σεξουαλικών προσανατολισμών και εθνοτήτων βρίσκουν την επικίνδυνη μεταναστευτική διαδρομή πιο ελπιδοφόρα από την παραμονή τους στην Ονδούρα.
Οι Ονδουρανοί αφήνουν πολλά περισσότερα πίσω τους από “βία και φτώχεια”. Φεύγουν να γλιτώσουν από ένα δολοφονικό, εκμεταλλευτικό, ρατσιστικό, μισογυνιστικό σύστημα, που χρηματοδοτείται από λεφτά από ναρκωτικά και δεν αλλάζει παρά τις προσπάθειές τους.