Καθ’ όλη την διάρκεια του διαβόητου “πολέμου κατά της διακίνησης ναρκωτικών” στο Μεξικό, τα διεθνή και τοπικά μέσα ενημέρωσης αναφέρονταν συχνά στους αγνοούμενους και τους νεκρούς με στατιστικούς όρους, που αδυνατούσαν να συμπεριλάβουν τις πραγματικές διαστάσεις της ανθρώπινης τραγωδίας, που άφησε στο πέρασμά του αυτός ο πόλεμος. Επιπλέον, η κάλυψη βαρώνων ναρκωτικών όπως ο Ελ Τσάπο Γκουσμάν, αρχηγός του καρτέλ Σιναλόα, υποσκίασε έντονα τις ιστορίες των θυμάτων της σύγκρουσης.
Λίγη προσοχή δίνεται στους πενθούντες την επομένη ενός βίαιου γεγονότος ή σε κοινότητες, που έχουν μάθει να ζουν με καθημερινό πόνο. Κάθε πτώμα, κάθε λείψανο σε καθέναν από τους εκατοντάδες μυστικούς τάφους, είναι η μαρτυρία αμέτρητων γονέων, γιων και θυγατέρων, φίλων και συζύγων, που κρύβουν πληγές, που μπορεί να μην επουλωθούν ποτέ.
Το ψηφιακό εγχείρημα του Animal Político με τίτλο “Aprender a Vivir Con El Narco” (“Μαθαίνοντας να ζεις με τους ναρκέμπορους”) στοχεύει να δώσει μια φωνή σε αυτά τα θύματα εξιστορώντας τις ιστορίες ανθρώπων, που έχουν συγκλονιστεί από τις μάχες μεταξύ της επιβολής του νόμου και των καρτέλ.
Ακολουθεί η περιγραφή τους για το εγχείρημα:
El crimen organizado no sólo nos hace temer por nuestra vida. Su impacto se siente más allá. Por ejemplo, en el cierre de tiendas de abasto popular por el acoso del narco, lo que obliga a comunidades enteras a viajar kilómetros para algo tan simple como comprar leche.
Το οργανωμένο έγκλημα όχι μόνο μας κάνει να φοβόμαστε τη ζωή μας. Ο αντίκτυπός του γίνεται αισθητός πέρα από αυτό. Όπως όταν τα δημοφιλή καταστήματα προμηθειών κλείνουν λόγω παρενόχλησης από εμπόρους ναρκωτικών, αναγκάζοντας ολόκληρες κοινότητες να ταξιδεύουν χιλιόμετρα για να αγοράσουν κάτι τόσο απλό όσο το γάλα.
Ο πόνος, όπως τον αφηγούνται τα θύματα
Ένα βίντεο με τίτλο “Ζωές που αλλάζουν λόγω του Φόβου” παρέχει μια δεύτερη ματιά σε αυτές τις ιστορίες. Ένας πρωταγωνιστής είναι ο Guadalupe, ένας πατέρας που αφιερώνει τα Σαββατοκύριακά του στην αναζήτηση του γιου του σε μυστικούς τάφους. Μια άλλη είναι η Emma Veleta Rodríguez, η οποία έχασε τον πατέρα της, τα τέσσερα αδέλφια της, τον σύζυγό της και δύο από τους ανιψιούς της την ίδια μέρα.
Sacerdote: “Nuevamente, como cada domingo, nos disponemos a realizar esta actividad que nos hemos propuesto de ir a buscar fosas, a buscar a nuestros seres queridos.”
Guadalupe Contreras: “Mi hijo se llama Antonio Ivan Contreras Mata. Cuando desapareció tenía 28 años. Es padre de tres niños. Trabajaba en un taller eléctrico en El Naranjo. El 13 de octubre salió de la casa, tenía que regresar el 15 y ya no regresó.”
Emma Veleta: “Es muy difícil para mí que me quedé con mis tres hijas para seguirles dando el estudio. Pues aparte tengo a mi mamá, que ella también está aquí conmigo. Ahorita ella no tiene ni una entrada de dinero. Mi papá le dejó sus seguros y todo pero ahorita nada puede cobrar porque le exigen el acta de defunción, ¿y de dónde la agarramos?”
Ιερέας: “Για άλλη μια φορά, όπως κάνουμε κάθε Κυριακή, ετοιμαζόμαστε για να εκτελέσουμε αυτό το έργο, που έχουμε ξεκινήσει: να ψάξουμε τάφους, να αναζητήσουμε τα αγαπημένα μας πρόσωπα”.
Guadalupe Contreras: “Το όνομα του γιου μου είναι Antonio Ivan Contreras Mata. Ήταν 28 ετών, όταν εξαφανίστηκε. Είναι πατέρας τριών παιδιών. Εργαζόταν σε ένα κατάστημα ηλεκτρικών ειδών στο Ελ Ναράνιο. Στις 13 Οκτωβρίου, έφυγε από το σπίτι και επρόκειτο να επιστρέψει στις 15, αλλά δεν επέστρεψε ποτέ”.
Emma Veleta: “Είναι εξαιρετικά δύσκολο για μένα, γιατί έμεινα μόνη με τις τρεις κόρες μου και πρέπει να τις μορφώσω. Εκτός από αυτό, έχω τη μητέρα μου, η οποία είναι επίσης εδώ μαζί μου. Αυτή τη στιγμή δεν έχει κανένα εισόδημα. Ο πατέρας μου της άφησε την ασφάλειά του και τα πάντα, αλλά δεν μπορεί να λάβει τίποτα από αυτά, επειδή ζητούν πιστοποιητικό θανάτου. Από πού υποτίθεται θα το πάρουμε;
Οι δημιουργοί του εγχειρήματος εξηγούν από την αρχή την πιεστική φύση του:
No sólo porque es urgente retratar los rostros de quienes le plantan cara al miedo, sino porque los conflictos de los países, la fragilidad y la gobernanza están en la mira de la comunidad internacional.
Όχι μόνο επειδή πρέπει να παρουσιάσουμε επειγόντως τα πρόσωπα, που αντιμετωπίζουν φόβο, αλλά επειδή οι συγκρούσεις, η ευθραυστότητα και η διακυβέρνηση αυτών των χωρών βρίσκονται υπό το βλέμμα της διεθνούς κοινότητας.
Το εγχείρημα βασίζεται τόσο σε ιστορίες, που αφηγούνται αναγνώστες, όσο και σε ρεπορτάζ δημοσιογράφων σε περιοχές υψηλού κινδύνου. Ακολουθούν μερικά αποσπάσματα από αυτές τις ιστορίες.
Η KYHB, μια αναγνώστρια του Animal Político, έγραψε αυτό το κείμενο από το Τάσκο στην πολιτεία Γκερέρο, που βρίσκεται στο κέντρο της χώρας.
Η μαρτυρία της μας θυμίζει ότι η βία δεν πρέπει ποτέ να κανονικοποιείται, ωστόσο εκδηλώνεται:
Desde hace algunos años que conozco el morbo y el amarillismo. Todos los días paso por puestos de periódicos, donde veo páginas exhibiendo imágenes qué sólo podrían estar en contexto en un libro de criminología o un expediente de un peritaje. Veo en esos cuerpos sin vida reflejada mi propia mortandad. Me desagrada y a veces siento que soy la única a la que le provoca disgusto o tristeza, que le parece una falta de respeto para la persona que alguna vez ocupó ese cuerpo. Yo no puedo entregarme a la indiferencia o normalizarlo.
Εδώ και αρκετά χρόνια, γνώρισα τη νοσηρότητα και τον φρικτό συναισθηματισμό. Κάθε μέρα, περνάω περίπτερα, όπου βλέπω σελίδες με εικόνες, που διαφορετικά θα μπορούσαν να βρίσκονται σε βιβλίο εγκληματολογίας ή σε αρχεία ειδικών. Βλέπω αυτά τα άψυχα σώματα να αντανακλούν τη δική μου θνησιμότητα. Με αποθαρρύνει και μερικές φορές νιώθω ότι είμαι η μόνη, που αισθάνεται αηδιασμένη ή λυπημένη. Νιώθω ότι μοιάζει με έλλειψη σεβασμού για το άτομο που κάποτε κατείχε αυτό το σώμα. Δεν μπορώ να παραμείνω αδιάφορη ή να το κανονικοποιήσω.
Συνεχίζει:
No, no es normal que mi primo de 10 años piense que de grande quiere ser narco, tampoco lo es que la gente vaya por la calle escuchando corridos que relatan las “hazañas” de la delincuencia. Esos corridos me parecen una burla para todos aquellos que perdieron a alguien y para los que tememos nos pase lo mismo. Veo nuestra fragilidad cuando las historias pasan a ser cifras en un conteo. Es increíble la apatía de algunas personas que justifican la muerte de seis personas y la desaparición forzada de 43 estudiantes en la ciudad vecina por “andar de revoltosos”. Creo que intentan convencerse de que la tragedia no los alcanzará mientras no se muevan y callen.
Όχι, δεν είναι φυσιολογικό ο 10χρονος ξάδερφος μου να σκέφτεται ότι θέλει να γίνει νάρκο, όταν μεγαλώσει, ούτε είναι φυσιολογικό ο κόσμος να περπατάει στους δρόμους ακούγοντας μπαλάντες για τα «κατορθώματα» του εγκλήματος. Για μένα, κοροϊδεύουν όλους όσους έχασαν κάποιον και όσους από εμάς φοβούνται ότι θα συμβεί το ίδιο και σε εμάς. Βλέπω την ευθραυστότητά μας, όταν οι ιστορίες μετατρέπονται σε αριθμούς. Η απάθεια των ανθρώπων είναι απίστευτη για μένα, όταν δικαιολογούν το θάνατο έξι ατόμων και την αναγκαστική εξαφάνιση 43 φοιτητών σε μια γειτονική πόλη, επειδή “ήταν απείθαρχοι”. Νομίζω ότι προσπαθούν να πείσουν τον εαυτό τους ότι η τραγωδία δεν θα τους αγγίξει, εφόσον παραμείνουν “ακούνητοι κι αμίλητοι”.
Η Maribel L. από την Πόλη του Μεξικού έγραψε ένα απόσπασμα με τίτλο “Τέσσερις μήνες εκβιασμού στην ΠτΜ: Μια οικογένεια λεηλατημένη από απειλές“, όπου μιλά για το πώς τα χρήματα, που έπαιρναν ένοπλοι εγκληματίες από την επιχείρησή της κάθε μήνα κατέληξαν τελικά να τα καταστρέψουν και να χωρίσουν την οικογένειά της.
Piensas en todo lo que perdiste, en cómo unas personas te cambian la vida en días. El dolor nunca sana, el trauma se queda, el miedo persistirá a estar solos. Los hábitos cambiaron, los números telefónicos también, nos contactamos solo lo necesario. Entre más lejos estamos mejor.
Σκέφτεσαι όλα όσα έχασες, για το πώς μερικοί άνθρωποι αλλάζουν τη ζωή σου σε λίγες μέρες. Ο πόνος δε θεραπεύεται ποτέ, το τραύμα παραμένει, ο φόβος θα παραμείνει, όταν μένεις μόνος. Οι συνήθειες αλλάζουν, όπως και οι αριθμοί τηλεφώνου. Επικοινωνούμε, μόνο όταν είναι απαραίτητο. Όσο μακρύτερα είμαστε ο ένας από τον άλλον, τόσο το καλύτερο.
Και κατέληξε:
Deseamos que sean detenidas las demás personas, porque no sabes en qué momento te van a secuestrar o matar. Me he preguntado si llorar solucionaría los sentimientos arraigados durante esos horribles días, pero la respuesta es que no, porque se me ha olvidado como llorar, porque tengo que aprender a vivir con el dolor.
Θέλεις να συλληφθούν οι άλλοι, επειδή δεν ξέρεις πότε θα απαγάγουν ή θα σκοτώσουν εσένα. Έχω αναρωτηθεί αν το κλάμα θα λύσει τα βαθιά ριζωμένα συναισθήματά μου κατά τη διάρκεια αυτών των φρικτών ημερών, αλλά η απάντηση είναι όχι, γιατί έχω ξεχάσει πώς να κλαίω, γιατί πρέπει να μάθω να ζω με τον πόνο.
Ο δημοσιογράφος Mario Gutiérrez Vega δημοσίευσε “Τα ξεχασμένα παιδιά της Σιουδάδ Χουάρες: Μια γενιά σημαδεμένη από τη βία“. Στην εισαγωγή του, θέτει ερωτήματα όπως “ποιος φροντίζει το παιδί μιας αγνοούμενης γυναίκας και ενός άνδρα, που δολοφονήθηκε από το οργανωμένο έγκλημα; Πώς είναι να μεγαλώνεις σε μια περιθωριακή αποικία της πιο επικίνδυνης πόλης του Μεξικού;”
No es como cualquier niño de su edad al que atienden sus padres. Bryan es huérfano y él mismo dice que ha tenido que aprender a cocinar un huevo, freír papas, calentar tortillas y “hacer la chichi” para los bebés que viven con él, como le llama a preparar el biberón con agua, azúcar y leche en polvo.
Cuenta que tiene nueve cicatrices en su pierna izquierda, las mismas que años de vida. Insignificantes en comparación con las heridas grabadas en sus ojos, inenarrables en un niño para quien la violencia ha sido la vida misma y tiene que aprender a vivir con ella.
A los cinco años le dijeron que su mamá había desaparecido. Pero la infancia de Bryan no se esfumó ese día. Ya había acabado dos años antes, cuando a unas cuadras de su casa, observó el cuerpo ensangrentado de su papá, recién asesinado por hombres armados que dispararon desde su vehículo.
Δεν είναι σαν άλλα αγόρια της ηλικίας του, των οποίων οι γονείς τα φροντίζουν. Ο Bryan είναι ορφανός και λέει ότι έπρεπε να μάθει μόνος του να μαγειρεύει ένα αυγό, να τηγανίζει πατάτες, να ζεσταίνει τορτίγιες και να φτιάχνει “τσιτσί” για τα μωρά, που ζουν μαζί του, έτσι περιγράφει το ότι τους ετοιμάζει μπουκάλια με νερό, ζάχαρη και γάλα σε σκόνη.
Μιλά για τις εννιά ουλές στο αριστερό του πόδι, ίσες με τον αριθμό των ετών της ζωής του. Κάτι ασήμαντο σε σύγκριση με τις χαραγμένες πληγές μες στα μάτια του, ανείπωτες για ένα αγόρι, για το οποίο η βία έχει γίνει συνώνυμη με τη ζωή του και που έπρεπε να μάθει να ζει με αυτήν.
Σε ηλικία πέντε ετών, του είπαν ότι η μητέρα του είχε εξαφανιστεί. Αλλά η παιδική ηλικία του Bryan δεν εξαφανίστηκε εκείνη την ημέρα. Είχε τελειώσει δύο χρόνια πριν, όταν, λίγα τετράγωνα από το σπίτι του, είδε το αιμόφυρτο σώμα του πατέρα του, που δολοφονήθηκε από ένοπλους άνδρες στο δρόμο μες στο αυτοκίνητό του.
Αυτή ήταν η κατάσταση στην Χουάρεζ, όταν γεννήθηκε ο Bryan:
Bryan nació en 2006, cuando la violencia por el crimen organizado y su combate se fue incrustando en los problemas sociales que ya existían en Ciudad Juárez. En 2008, 2009 y 2010 se convirtió en el lugar más peligroso del mundo por la cantidad de asesinatos, de acuerdo con informes del Consejo Ciudadano para la Seguridad Pública y del gobierno de Estados Unidos. Sólo en 2010, la fiscalía estatal contabilizó 3 mil 103, un promedio de 8.5 diarios.
Ο Bryan γεννήθηκε το 2006, όταν η βία από το οργανωμένο έγκλημα και οι διαμάχες του ενσωματώθηκαν στα κοινωνικά ζητήματα, που υπήρχαν ήδη στη Χουάρεζ. Το 2008, το 2009 και το 2010, έγινε το πιο επικίνδυνο μέρος στον κόσμο λόγω του τεράστιου αριθμού δολοφονιών, σύμφωνα με αναφορές από το Συμβούλιο Δημόσιας Ασφάλειας του Πολίτη και την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Μόνο το 2010, οι κρατικοί εισαγγελείς μέτρησαν 3.103 δολοφονίες, κατά μέσο όρο 8,5 ανά ημέρα.
Αυτές είναι μερικές από τις εκατοντάδες χιλιάδες ιστορίες, που αφήνει πίσω στο Μεξικό το οργανωμένο έγκλημα διεισδύοντας στην ψυχή της χώρας. Λίγες ιστορίες φτάνουν μέχρι τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, αλλά αυτό το εγχείρημα μας θυμίζει όσους δεν πρέπει να ξεχνάμε.