- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Η ποινή φυλάκισης του Χάρβεϊ Γουαϊνστάιν υπενθυμίζει τη δυσκολία εξασφάλισης δικαιοσύνης για σεξουαλική επίθεση

Κατηγορίες: Μέσα των πολιτών, Νομικά, Υγεία, Φύλο & ισότητα, Γέφυρα
[1]

Ειδησεογραφικό ρεπορτάζ του CBSN στις 11 Μαρτίου 2020. Στιγμιότυπο οθόνης από το Youtube [1].

Τελικά, ο Χάρβεϊ Γουαϊνστάιν καταδικάστηκε σε 23 χρόνια φυλάκισης [2]. Ενώ αυτή η απόφαση, που ανακοινώθηκε στις 11 Μαρτίου, έγινε δεκτή [3] με ικανοποίηση από πολλούς, η δίκη, που οδήγησε σε αυτή, ήταν μια επίδειξη του πόσο βασανιστικά δύσκολο είναι για τις γυναίκες να εξασφαλίσουν δικαιοσύνη για σεξουαλικές επιθέσεις.

Ως επιζήσασα βιασμού εγώ η ίδια, και ως κάποια που έχει υποστηρίξει φίλες επιζήσασες μέσω προχειροστημένων δικών και διαταραχών μετατραυματικού στρες (PTSD [4]), δεν μπορώ παρά να σκεφτώ τον Γουαϊνστάιν ως απλώς έναν διωκόμενο βιαστή από τους χιλιάδες, που ελευθερώνονται. Υπογράφω επίσης αυτή την ιστορία με ψευδώνυμο για την προστασία της ταυτότητάς μου, καθώς δεν έχω ανακάμψει πλήρως.

Ο Γουαϊνστάιν καταδικάστηκε για το βιασμό δύο γυναικών. Έξι γυναίκες κατέθεσαν [5] ως προς τις πράξεις του, κοινοποιώντας οδυνηρές μαρτυρίες κακοποίησης και βιασμού. Συνολικά, 15 γυναίκες τον κατηγόρησαν για βιασμό, ενώ αρκετές δεκάδες άλλες τον κατηγόρησαν για [6] σεξουαλική παρενόχληση κατά τη διάρκεια περισσότερων από δύο δεκαετιών. Το γεγονός ότι τελικά θα εκτίσει κάποια περίοδο στη φυλακή δεν θα φέρει πίσω τις καριέρες, που κατέστρεψε ούτε θα απαλύνει τις πληγές, που άφησε στα σώματα και στις ψυχές των γυναικών.

Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία του Εθνικού Δικτύου Κακοποίησης, Βιασμών και Αιμομιξίας των ΗΠΑ (RAINN), λιγότερο από το 25% των περιπτώσεων σεξουαλικής επίθεσης αναφέρονται [7] στην αστυνομία (230 από τις 1.000, για την ακρίβεια). Οι λόγοι για αυτό είναι πολλαπλοί. Μεταξύ αυτών είναι η αδυναμία πολλών επιζώντων να κατονομάσουν τι τους συνέβη, ο φόβος των αντιποίνων από τον βιαστή ή η επιθυμία να προστατευθεί ο βιαστής, όπως συνέβη στην περίπτωσή μου.

Όπως και η πλειοψηφία των [8] επιζώντων, ήξερα τον άνθρωπο, που με βίασε: έβγαινα μαζί του. Αγαπούσε την ποίηση και τη λογοτεχνία. Προερχόταν από μια κακοποιητική οικογένεια, αλλά φάνηκε να έχει ξεπεράσει το τραύμα του. Πέρασε από το πανεπιστήμιο, σαν να έπινε ένα ποτό με φίλους, και με ανάγκασε σε σεξ χωρίς προφυλάξεις, όσες φορές κι αν είπα “όχι”. Και παρόλο που θεωρούσα τον εαυτό μου καλά εκπαιδευμένο στην έμφυλη βία, η ιδέα ότι θα μπορούσε να μου επιτεθεί ο σύντροφός μου ήταν τόσο εξωγήινη, που μου πήρε εννέα μήνες για να συνειδητοποιήσω ότι αυτό που έκανε υπολογίζεται ως βιασμός.

Αλλά και πάλι δεν ήθελα να το αναφέρω, διότι θα ήταν ο λόγος του εναντίον του δικού μου. Επιπλέον, συχνά πίστευα ότι είχε υποφέρει αρκετά λόγω της δύσκολης παιδικής ηλικίας του.

Τα εμπόδια για τις επιζήσασες βιασμού δεν σταματούν στην απόφασή τους να αναφέρουν ή όχι — από τις 1.000 αναφερθείσες περιπτώσεις, μόνο οι 46 οδηγούνται σε δίωξη. Γιατί; Μέρος της απάντησης έγκειται στον τρόπο χειρισμού των υποθέσεων βιασμού από ανεκπαίδευτους αστυνομικούς. Μεταξύ των φίλων μου και του κύκλου μου των ακτιβιστών έχω ακούσει για πάρα πολλές περιπτώσεις κακομεταχείρισης ή χασίματος των αποδεικτικών στοιχείων από την αστυνομία.

Σε αυτό προστίθεται η στάση των ανίκανων αξιωματικών απέναντι στα θύματα, η οποία εμποδίζει τα τελευταία να μιλήσουν. Οι επιζήσασες παραπονιούνται ότι οι αστυνομικοί τις ρωτούν “τι φορούσαν” ή τις κατηγορούν ότι “βγαίνουν αργά”. Απλά και μόνο ο φόβος μιας παρόμοιας μεταχείρισης θα με απέτρεπε από την υποβολή καταγγελίας.

Στο πλαίσιο της νομικής διαδικασίας, οι επιζήσασες διατάσσονται να διηγηθούν τη δοκιμασία τους ξανά και ξανά, μια βαθιά τραυματική εμπειρία, και αναποτελεσματική, επίσης. Καθώς η τραυματική αμνησία αρχίζει να επιδρά τάχιστα, πολλοί άνθρωποι δεν είναι σε θέση [9]να θυμηθούν τις λεπτομέρειες τόσο έντονα, με αποτέλεσμα μικρές ασυνέπειες, που καταλήγουν να μετρούν εναντίον τους. Το ψυχικό σοκ μπορεί επίσης να προκαλέσει στα θύματα διαχωρισμό ων συναισθημάτων από τα γεγονότα, τα οποία μπορεί να τους κάνουν να φαίνονται αποστασιοποιημένα. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την εικόνα του “απελπισμένου-θύματος-ενός-άγνωστου-δράστη-σε-ένα-σκοτεινό-δρομάκι” και πολλοί αστυνομικοί δεν έχουν καταχωρήσει καταγγελίες, επειδή δεν θεωρούν το θύμα αρκετά αξιόπιστο. Αυτό είναι ένα ιδιαίτερα καλό παράδειγμα στην περίπτωση της δίκης της Marie Adler [10], της ιστορίας μιας προχειροστημένης έρευνας για επίθεση, που έγινε σειρά στο Netflix [11].

Για να επανέλθω στα στατιστικά στοιχεία του RAINN: εννέα υποθέσεις από τις 1.000 θα εξεταστούν από εισαγγελέα. Από αυτές, μόνο 5 θα οδηγηθούν σε δίκη. Και από αυτές, 4,6 βιαστές θα εκτίσουν ποινή φυλάκισης.

Ακόμη και όταν γίνονται οι δίκες, δεν είναι βόλτα στο πάρκο: κάθε λεπτομέρεια της ζωής του ενάγοντος τίθεται υπό έλεγχο. Η “ηθική” τους, η σεξουαλική τους ζωή, η ψυχική τους υγεία, το σώμα τους.

Στη Γαλλία, η 11χρονη Σάρα, που δέχθηκε επίθεση από έναν 28χρονο άνδρα, δεν θεωρήθηκε ότι βιάστηκε, επειδή φαινόταν “μεγαλύτερη από την ηλικία της [12]” και φαινόταν ήρεμη. Ως εκ τούτου, η δίκη κατά του επιτιθέμενου της βασίστηκε [13]στο αν είχε συναινέσει ή όχι.

Πρόσφατα, σε μία φίλη μου, που είναι επιζήσασα βιασμού, σε δυτικοευρωπαϊκό δικαστήριο, ο δικηγόρος υπεράσπισης του ατόμου που τη βίασε, της είπε ότι “δεν θέλησε να πει στο φίλο της ότι είχε σεξουαλικές σχέσεις με έναν άλλο άνδρα κι έτσι τον κατηγόρησε για βιασμό”. Τα χλευαστικά σχόλια των δικηγόρων υπεράσπισης τραυματίζουν βαθιά τις ενάγουσες. Η Chanel Miller, η ενάγουσα σε μια υπόθεση του 2016, στην οποία εμπλέκονταν φοιτητές στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ της Καλιφόρνιας, για παράδειγμα, απεικονίστηκε [14] ως αλκοολική από τον δικηγόρο του κατηγορούμενου Brock Turner, ο οποίος την χλεύασε, σε σημείο που έπρεπε να βρει μια δικαιολογία για να φύγει [15] από την αίθουσα του δικαστηρίου.

Ενώ λιγότερες από πέντε περιπτώσεις σεξουαλικής επίθεσης καταλήγουν σε καταδίκη, μία στις έξι γυναίκες [16] στις Ηνωμένες Πολιτείες βιάστηκε τουλάχιστον μία φορά στη ζωή της. Στη Γαλλία, αυτός ο αριθμός είναι μία στις 10 [17], και στο Βέλγιο, μία στις 5 [18].

Ο συλλογισμός αυτών των στατιστικών στοιχείων, καθώς σκρολάρετε στη λίστα φίλων σας στο Facebook είναι ένας φρικτός υπολογισμός. Αλλά μια στατιστική άσκηση, που θεωρώ ότι οι άνθρωποι είναι ακόμη πιο απρόθυμοι να κάνουν, είναι να αναρωτηθούν πόσοι από τους φίλους και τους συγγενείς τους έχουν διαπράξει βιασμό. Εάν οι έξι γυναίκες δέχτηκαν επίθεση τουλάχιστον μία φορά, είναι πολύ πιθανό να έχουμε τουλάχιστον έναν βιαστή μεταξύ των αγαπημένων μας. Πόσοι έχουν καταγγελθεί, διωχθεί και καταδικαστεί;

Η ιδέα ότι οι βιαστές είναι εμφανώς παραπλανητικοί διεστραμμένοι είναι στην καλύτερη περίπτωση ανακριβής, στη χειρότερη πολύ επιζήμια. Είναι μια ιδέα, που καθιστά αδύνατο να φανταστούμε ότι οποιοσδήποτε από τους ταλαντούχους, ευγενικούς και γενναιόδωρους ανθρώπους, που γνωρίζουμε, θα μπορούσε να έχει επιτεθεί σε κάποια στη ζωή τους.

Εν τω μεταξύ, ο δρόμος προς την ανάκαμψη είναι απότομος. Περιλαμβάνει τα πάντα: από διαταραχές μετατραυματικού στρες (PTSD) έως κατάθλιψη και διατροφικές διαταραχές. Η διαδικασία επούλωσης είναι γεμάτη από καταρρεύσεις, αλλά και ανθεκτικότητα. Μιλώντας για τον εαυτό μου, και για πολλές από τις φίλες μου, δεν ξεχνάμε—πρέπει κανείς να μάθει να συνεχίζει να ζει με τον επιζώντα εαυτό του.

Για περισσότερες πληροφορίες και πηγές σχετικά με την αντιμετώπιση της σεξουαλικής βίας, επισκεφθείτε τον ιστότοπο του RAINN [19].