Στις 9 Μαρτίου, ο φωτορεπόρτερ του Μπαγκλαντές Shafiqul Islam Kajol, αρχισυντάκτης του διεβδομαδιαίου Pakkhakal, κατηγορήθηκε για δυσφήμιση. Μια μέρα αργότερα, εξαφανίστηκε από το γραφείο του στο Hatirpool. Όταν βρέθηκε ζωντανός 53 ημέρες αργότερα στο Benapole, κοντά στα σύνορα του Μπανγκλαντές με την Ινδία, η αστυνομία τον έστειλε στη φυλακή για “παράνομη είσοδο”.
Δεν είναι ξεκάθαρο πώς κατέληξε εκεί στα σύνορα, περίπου 250 χιλιόμετρα από το σημείο όπου εξαφανίστηκε, αλλά η Διεθνής Αμνηστία εξέφρασε ανησυχίες ότι αυτό ήταν πιθανώς περίπτωση αναγκαστικής εξαφάνισης.
“Είναι ζωντανός και καλά”
Τα νέα για την επιστροφή του έφτασαν τυχαία την Παγκόσμια Ημέρα Ελευθερίας του Τύπου, που εορτάστηκε στις 3 Μαΐου.
After a night of high drama, it appears Kajol is alive! His son Polok spoke to him in the early hours of the morning. What better news to have on World Press Freedom Day! #whereiskajol #disappearance #journalist #photojournalist #photographer #editor #writer #father #bangladesh pic.twitter.com/WkcdQyN7Jg
— Shahidul Alam (@shahidul) May 3, 2020
Μετά από μια βραδιά μεγάλου δράματος, φαίνεται ότι ο Kajol είναι ζωντανός! Ο γιος του Polok του μίλησε νωρίς το πρωί. Τι τέλεια νέα για την Παγκόσμια Ημέρα Ελευθερίας του Τύπου! #ΠούΕίναιΟKajol #Εξαφάνιση #Δημοσιογράφος #Φωτορεπόρτερ #Φωτογράφος #Συντάκτης #Συγγραφέας #Πατέρας #Μπανγκλαντές
Στις 3 Μαΐου, τις πρώτες πρωινές ώρες, η οικογένεια του Kajol έλαβε ένα τηλεφώνημα από έναν αξιωματικό από το αστυνομικό τμήμα του Benapole. Αφού επιβεβαίωσε την υποβολή καταγγελίας, το τηλέφωνο παραδόθηκε στον Kajol. “Τον αναγνώρισα μέσω της φωνής του, όλοι ακούγαμε”, αναφέρει ο γιος του, Monorom Polok, σε ένα βίντεο σε απευθείας μετάδοση στο Facebook, καθώς ξεκινά για τον προορισμό του, το Benapole, της Γέσορε.
Είναι ζωντανός και είναι καλά.
Η οικογένεια και οι υποστηρικτές του Kajol, ωστόσο, δεν μπόρεσαν να χαρούν για την επιστροφή του για αρκετό καιρό, προτού μπει στη φυλακή.
Την ίδια ημέρα της επιστροφής του, κατατέθηκε νέος φάκελος εναντίον του για “παράνομη είσοδο” στα σύνορα του Μπανγκλαντές χωρίς διαβατήριο ή βίζα, για την οποία αργότερα έλαβε εγγύηση. Στη συνέχεια, ο Kajol συνελήφθη ξανά σύμφωνα με το άρθρο 54 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ο οποίος επιτρέπει στην Αστυνομία να συλλάβει κάποιον χωρίς ένταλμα. Σύμφωνα με τον επικεφαλής αστυνομικό Moniruzzaman του αστυνομικού τμήματος της Γέσορε, της περιοχής Kotwali, συνελήφθη σύμφωνα με το άρθρο 54, επειδή υπάρχουν εναντίον του τρεις υποθέσεις βάσει του Νόμου για την Ψηφιακή Ασφάλεια. Εστάλη στη φυλακή Jashore Central, όπου θα βρίσκεται σε καραντίνα για 14 ημέρες “ως προφύλαξη κατά της μόλυνσης από τον COVID-19″.
Φωτογραφίες του Kajol με χειροπέδες και με συνοδεία της αστυνομίας που κυκλοφορούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προκάλεσαν οργή μεταξύ των υποστηρικτών του.
Since March 10 the question had been: Where is Kajol?
Now the question is: Why is he handcuffed? #WorldPressFreedomDay2020 pic.twitter.com/cwWDjrsE95— Leesa Gazi (@LeesaGazi) May 3, 2020
Από τις 10 Μαρτίου το ερώτημα ήταν: Πού είναι ο Kajol;
Τώρα το ερώτημα είναι: Γιατί χειροπέδες; #ΠαγκόσμιαΗμέραΕλευθερίαςΤουΤύπου2020
Επί του παρόντος, έχουν κατατεθεί τέσσερις αγωγές εναντίον του, τρεις από τις οποίες είναι πανομοιότυπες με τον αμφιλεγόμενο νόμο για την ψηφιακή ασφάλεια του 2018 για ένα ρεπορτάζ που δημοσιεύθηκε από την Daily Manabzamin, στις 2 Μαρτίου, σχετικά με τη σύλληψη της Shamima Noor Papia ηγέτιδος του Jubo Mohila League στο Narsingdi, μια θυγατρική οργάνωση του κυβερνώντος κόμματος, με την κατηγορία της πορνείας και του εκβιασμού. Το ρεπορτάζ αναφέρει ότι η Papia είπε στους ανακριτές, κατά τη διάρκεια της ανάκρισης, ότι 30 σημαντικοί γραφειοκράτες και πολιτικοί, συμπεριλαμβανομένων μελών του κοινοβουλίου, είναι συχνοί πελάτες των παράνομων δραστηριοτήτων της, που περιλαμβάνουν πορνεία και εκβιασμούς. Οι αγωγές ανέφεραν επίσης ότι το ρεπορτάζ κοινοποιήθηκε ατομικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από τον Kajol και άλλους από τους συν-συγγραφείς του, προτείνοντας ορισμένα ονόματα χωρίς αποδεικτικά στοιχεία, το οποίο θεωρήθηκε μέρος των αδικημάτων.
Βρέθηκε από οικογενειακές πηγές ότι τώρα, λόγω του κλεισίματος των δικαστηρίων για την πανδημία του COVID-19, δεν είναι σε θέση να υποβάλουν αίτηση για την εγγύηση του Kajol.
Τι συνέβη;
Στις 9 Μαρτίου, ο Saifuzzaman Shikor, βουλευτής του κόμματος Σύνδεσμος Αουάμι του Μπανγκλαντές της επαρχίας Magura, υπέβαλε μήνυση εναντίον του Shafiqul Islam Kajol και 31 άλλων, συμπεριλαμβανομένου του εκδότη της Daily Manabzamin, Matiur Rahman Chowdhury, σύμφωνα με τον Νόμο για την Ψηφιακή Ασφάλεια. Ένας αξιωματικός του αστυνομικού τμήματος της περιοχής Sher-E-Bangla Nagar της Ντάκα ενημέρωσε τους δημοσιογράφους ότι κατηγορήθηκαν για “διάδοση σύγχυσης δημοσιεύοντας ψευδείς, πλαστές και δυσφημιστικές ειδήσεις”.
Την επόμενη μέρα, την παραμονή της 10ης Μαρτίου, ο Kajol εξαφανίστηκε από το γραφείο του στον πύργο Meher στην περιοχή Hatirpool. Ένα βίντεο από κάμερα κλειστού κυκλώματος, που αποκτήθηκε από τη Διεθνή Αμνηστία, στο λογαριασμό τους στο Twitter δείχνει μια ομάδα ανδρών να πειράζουν τη μοτοσικλέτα του, ενώ αυτός βρίσκεται ακόμα μέσα στο κτίριο. Κάποια στιγμή αργότερα, όταν απομακρύνεται από το σημείο, φαίνεται ότι η ίδια ομάδα ανδρών φεύγει ταυτόχρονα, ακολουθώντας την ίδια κατεύθυνση με αυτόν.
Στις 23 Μαρτίου, η Sushmita S. Preetha έγραψε σε ένα άρθρο γνώμης στην εφημερίδα The Daily Star:
Το ίδιο το ρεπορτάζ (Manabzamin) δεν ανέφερε κανέναν από αυτούς τους νομοθέτες και άλλους, αλλά αργότερα κοινοποιήθηκε από ορισμένους, συμπεριλαμβανομένου του Shafiqul, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με μια λίστα ονομάτων.
Μυστηριωδώς, μετά την εξαφάνισή του, οι δημοσιεύσεις του στο Facebook από φέτος εξαφανίστηκαν επίσης. Στην πραγματικότητα, η τελευταία ανάρτηση, στην οποία μπορεί κανείς να έχει πρόσβαση στη σελίδα του, χρονολογείται από τις 27 Νοεμβρίου 2019. Σύμφωνα με μια έκθεση του Prothom Alo, πολλές από τις δημοσιεύσεις, που λείπουν, αφορούσαν τη σύλληψη της ηγέτιδος της Jubo Mohila League, Shamima Nur Papia.
Όταν ο Kajol εξαφανίστηκε, η οικογένειά του προσπάθησε να υποβάλει καταγγελία για απαγωγή, αλλά δύο αστυνομικά τμήματα αρνήθηκαν να αναλάβουν την υπόθεση, επικαλούμενα ζητήματα δικαιοδοσίας. Τελικά κατάφεραν να υποβάλουν καταγγελία στο αστυνομικό τμήμα του Chawkbazar στις 18 Μαρτίου, ύστερα από αυτεπάγγελτη δίωξη του Ανώτατου Δικαστηρίου, που ρωτούσε την αστυνομία, γιατί δεν είχε αναλάβει ακόμη την υπόθεση.
Μετά από πενήντα τρεις ημέρες, η οικογένειά του έμαθε ότι βρέθηκε, ωστόσο, κατατέθηκε νέα καταγγελία εναντίον του φωτορεπόρτερ για παραβίαση του άρθρου 54 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, για “παράνομη είσοδο” στα σύνορα του Μπανγκλαντές από την Ινδία χωρίς διαβατήριο .
Symbol of the press freedom of Bangladesh. We found a journalist (Shafiqiul Islam Kajol) backed handcuffed after he was missed two months ago. #FreeKajol pic.twitter.com/iihwTtOn28
— Saif Hasnat (@saifhasnat) May 3, 2020
Σύμβολο της ελευθερίας του Τύπου του Μπανγκλαντές. Βρήκαμε έναν δημοσιογράφο (Shafiqiul Islam Kajol) δεμένο με χειροπέδες αφότου είχε εξαφανιστεί πριν από δύο μήνες. #ΕλευθερώστεΤονKajol
Ο Saad Hammadi, υπεύθυνος εκστρατείας της Διεθνούς Αμνηστίας της Νότιας Ασίας, έγραψε στο Twitter:
Caught between dignity and freedom is a journalist and father who has refused to trade off one for the other and has chosen the long haul to fight for both! Meanwhile, some of us have seen a son give his all to find his father back without giving in to any pain or pressure! ? pic.twitter.com/mDrWI2f2CY
— Saad Hammadi (@saadhammadi) May 3, 2020
Εγκλωβισμένος μεταξύ αξιοπρέπειας και ελευθερίας είναι ένας δημοσιογράφος και πατέρας, που αρνήθηκε να ανταλλάξει το ένα για το άλλο και επέλεξε το μακρύ ταξίδι για να πολεμήσει και για τα δύο! Εν τω μεταξύ, μερικοί από εμάς είδαμε έναν γιο να δίνει τα πάντα για να βρει τον πατέρα του χωρίς να παραδοθεί σε πόνο ή πίεση!
Η μακρά αναμονή
Ο Monorom Polok, μετά την εξαφάνιση του πατέρα του, ξεκίνησε το κίνημα #whereiskajol (Πού είναι ο Kajol) στο Facebook και στο Instagram και στο Twitter. Υπό το φως της τρέχουσας πανδημίας, διάφορες πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης χρησιμοποιήθηκαν ως βασικά εργαλεία για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Η αντίσταση δημιουργήθηκε μέσω της τέχνης, των λέξεων, των ζωντανών συζητήσεων στο Facebook και επίσης μέσω ζωντανής απαγγελίας ποίησης από την 11χρονη κόρη του Kajol, την Poushi. Περίπου εκατοντάδες άνθρωποι σε όλο τον κόσμο συμμετείχαν σε μια ψηφιακή ανθρώπινη αλυσίδα. Μοιράστηκαν φωτογραφίες όπου κρατούσαν ένα χαρτί στο στήθος τους που έλεγε “Πού είναι ο Kajol”, προτρέποντας άλλους να κάνουν το ίδιο.
Μια εικονική έκθεση – με τίτλο Last Man Standing – οργανώθηκε με τα δια βίου έργα του φωτορεπόρτερ Kajol. Το κείμενο της έκθεσης λέει:
Το έργο του Kajol είναι η έντονη υπενθύμιση της ανθεκτικότητας και η εξαφάνισή του είναι ίσως η τιμή του ασυμβίβαστου φακού του προς την κοινωνική παραμόρφωση. Απαιτούμε την επιστροφή του τελευταίου που στέκεται όρθιος.
Η θέση του Μπανγκλαντές σχετικά με την ελευθερία του Τύπου
Ο Νόμος για την Ψηφιακή Ασφάλεια, βάσει του οποίου υποβλήθηκαν τρεις από τις καταγγελίες εναντίον του Kajol, έχει προκαλέσει κριτική σε εθνικό και διεθνές επίπεδο σχετικά με την ελευθερία του Τύπου, από τη στιγμή που ανακοινώθηκε το 2018.
Ξανά και ξανά, ένας διαφορετικός δημοσιογράφος διώκεται, ή αναφέρεται εξαφανισμένος αφότου συναντήσει κακοποιούς ή άτομα που ισχυρίζονται ότι προέρχονται από υπηρεσίες επιβολής του νόμου. Η λήψη εκφοβιστικών τηλεφωνικών κλήσεων και απειλών δολοφονίας κρατούν τα άτομα των μέσων ενημέρωσης του έθνους σε επιφυλακτικότητα, καθιστώντας τα ευάλωτα σε επιθέσεις.
Ο δημοσιογράφος του Mohona TV FM, Mushfiqur Rahman είναι μία από τις πιο πρόσφατες περιπτώσεις εξαφανίσεων. Εξαφανίστηκε τον Αύγουστο του περασμένου έτους. Είπε ότι κάποιοι άνθρωποι ψέκασαν μια υγρή ουσία στο πρόσωπό του, που τον έριξε αναίσθητο ενώ βρισκόταν σε μέσο δημόσιας συγκοινωνίας. Αργότερα ξυλοκοπήθηκε άγρια από τους απαγωγείς του και λίγες μέρες αργότερα βρέθηκε από έναν ιμάμη σε ένα τοπικό τζαμί στο Σουναμγκάν ενώ καλούσε σε βοήθεια.
Το Μπανγκλαντές έχει πέσει μια θέση από πέρυσι στον Δείκτη Ελευθερίας του Παγκόσμιου Τύπου της ομάδας των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα του 2020, κατατάσσοντας το 151ο από τις 180 χώρες. Πέρυσι, μια οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων με έδρα το Μπανγκλαντές, η Odhikar, κατέγραψε 104 περιπτώσεις επιθέσεων εναντίον δημοσιογράφων και μέσων ενημέρωσης.