- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Η εργασία και τα δικαιώματα των μεταναστών υπό το φως της δημοσιότητας, καθώς η Ταϊλάνδη παλεύει με τον αντίκτυπο του COVID-19

Κατηγορίες: Ανατολική Ασία, Ταϊλάνδη, Διακυβέρνηση, Διεθνείς Σχέσεις, Εργασία, Μέσα των πολιτών, Μετανάστευση, Νομικά, COVID-19
[1]

Εργαζόμενοι στην Ταϊλάνδη αλλάζουν βάρδιες σε ένα εργοστάσιο κονσερβοποιίας ψαριών, που απασχολεί 6.000 κυρίως Βιρμανούς μετανάστες εργαζόμενους. Φωτογραφία από το Κέντρο Αλληλεγγύης / Jeanne Hallacy. 2014. Flickr. (CC BY-ND 2.0 [2])

Αυτό το επεξεργασμένο άρθρο [3] του Thammachart Kri-aksorn προέρχεται από τον Prachatai, έναν ανεξάρτητο ειδησεογραφικό ιστότοπο στην Ταϊλάνδη και αναδημοσιεύεται από το Global Voices ως μέρος μιας συμφωνίας ανταλλαγής περιεχομένου.

Το Υπουργείο Εργασίας της Ταϊλάνδης επικαλέστηκε ένα έκτακτο διάταγμα για την απαγόρευση [4] των απεργιών και τις ανταπεργίας κατά τη διάρκεια της επιδημίας του COVID-19. Τυχόν εργασιακές διαφορές θα μεταφερθούν τώρα στην Επιτροπή Εργασιακών Σχέσεων που διορίστηκε από τον Υπουργό Εργασίας, Chatumongol Sonakul.

Η εντολή τέθηκε σε ισχύ στις 6 Μαΐου.

Υπό κανονικές συνθήκες, ο ταϊλανδέζικος νόμος επιτρέπει απεργίες και ανταπεργίες για ασυμβίβαστες διαφορές, εκτός από τις βασικές βιομηχανίες υποδομών. Η κυβέρνηση μπορεί να παρέμβει, μόνο όταν η χώρα βρίσκεται υπό στρατιωτικό νόμο ή διάταγμα έκτακτης ανάγκης, ή όταν ο Υπουργός Εργασίας αποφασίσει ότι οι εργασιακές διαφορές ενδέχεται να επηρεάσουν την οικονομία ή τη δημόσια τάξη, όπως συμβαίνει αυτή τη στιγμή.

Η εντολή εκδόθηκε σε μια προσπάθεια μετριασμού της αυξανόμενης ανεργίας, που προέκυψε από τα κυβερνητικά μέτρα, που ελήφθησαν για τον έλεγχο του COVID-19. Στις 13 Μαΐου, το Υπουργείο Προστασίας και Πρόνοιας της Εργασίας κάλεσε τους ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων να μελετήσουν τις αρχές των εργασιακών σχέσεων πριν απολύσουν εργαζομένους, συμπεριλαμβανομένης της εναλλακτικής μείωσης του κόστους και της βελτιωμένης διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού.

Ο Anusorn Tamajai, Πρύτανης της Οικονομικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Ράνγκσιτ, αναρωτήθηκε αν η κυβερνητική παρέμβαση βοήθησε. Στις 10 Μαΐου, ο Anusorn εξέφρασε ανησυχία πως η απαγόρευση των απεργιών μπορεί να αυξήσει τις απολύσεις και να επιδεινώσει τις συνθήκες εργασίας, καθώς οι ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων αγωνίζονται να μειώσουν το κόστος. Το πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί με περισσότερη απαγόρευση, αλλά με περισσότερη προστασία, είπε ο Anusorn.

Στις συμβουλές του προς το Υπουργείο Εργασίας, ο Anusorn πρότεινε ότι, για να επιβραδύνει τις απολύσεις, το Υπουργείο θα πρέπει να τροποποιήσει τον Νόμο για την Προστασία της Εργασίας και να παρατείνει το επίδομα για όλους τους άνεργους για δύο μήνες, ανεξάρτητα από το πόσο καιρό απασχολούνταν.

Θα πηδήξουν από κτίριο;

Το Υπουργείο Εργασίας είπε ότι από τις 10 Μαΐου, ένα εκατομμύριο άνθρωποι έχουν εγγραφεί για επίδομα ανεργίας. Αυτό το κύμα έχει κατακλύσει το σύστημα, με αποτέλεσμα καθυστερήσεις στην επεξεργασία μεταφοράς των χρημάτων.

Αυτές οι καθυστερήσεις έχουν εντείνει την οικονομική δυσκολία. Στις 12 Μαΐου μια ομάδα ανέργων συγκεντρώθηκε στην έδρα του Γραφείου Κοινωνικής Ασφάλισης και απείλησε να πηδήξει από ένα κτίριο, εκτός εάν τα χρήματα αποζημίωσης μεταφερθούν έως τις 15 Μαΐου.

Ο Δρ. Duangrit Benjathikul Chairungruang, Αναπληρωτής Υπουργός Εργασίας, δήλωσε ότι από τις 20 Απριλίου έως τις 11 Μαΐου, το Γραφείο Κοινωνικής Ασφάλισης είχε μεταφέρει 3.997 εκατομμύρια μπατ (125.500 δολάρια ΗΠΑ) σε 706.633 ανέργους.

Είτε οι εργοδότες κλείνουν τις επιχειρήσεις τους από μόνοι τους, είτε με εντολή της κυβέρνησης, οι άνεργοι θα λάβουν το 62% του ημερήσιου μισθού τους για 90 ημέρες κατ’ ανώτατο όριο.

Όσοι δεν λάβουν έγκριση για να λάβουν αποζημίωση μπορούν να υποβάλουν ένσταση στο Γραφείο έως τις 18 Μαΐου.

Υπήρξε πολλή συζήτηση σχετικά με το αν το Γραφείο Κοινωνικής Ασφάλισης πρέπει να αυξήσει το ποσό της αποζημίωσης από 62% σε 75% των ημερήσιων μισθών.

Το Γραφείο, ωστόσο, απέρριψε την πρόταση, υποστηρίζοντας ότι η αύξηση θα καταστήσει το σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης μη βιώσιμο μακροπρόθεσμα.

Έγκυος μετανάστρια εργαζόμενη από τη Μιανμάρ επιστρέφει σπίτι

Στις 13 Μαΐου, ο Theanrat Nawamawat, Αναπληρωτής Μόνιμος Γραμματέας του Υπουργείου Εργασίας, αποκάλυψε ότι μία 30χρονη, τεσσάρων μηνών έγκυος, μετανάστρια εργαζόμενη από τη Μιανμάρ, ήρθε στο Υπουργείο για να ζητήσει βοήθεια. Η Wa Wa Thuay είχε εργαστεί στο Νακόν Πατόμ για τέσσερα χρόνια με έγγραφα καταχώρησης. Αφότου ο εργοδότης της έκλεισε την επιχείρηση λόγω της εκδήλωσης του COVID-19, δεν είχε που να πάει.

Ο σύζυγός της εργαζόταν επίσης στην Ταϊλάνδη, αλλά έπρεπε να επιστρέψει στη Μιανμάρ για να ανανεώσει την άδεια εργασίας του.

Δεν του επετράπη να επιστρέψει στη σύζυγό του, όταν τα σύνορα Ταϊλάνδης-Μιανμάρ έκλεισαν λόγω του COVID-19. Έχοντας έλλειψη εργασίας, χρημάτων ή συγγενών στην Ταϊλάνδη, η Wa Wa Thuay ήθελε να επιστρέψει στον άντρα και στην οικογένειά της στη Μιανμάρ.

Το υπουργείο συνεργάστηκε με τον ακόλουθο για θέματα εργασίας της Πρεσβείας της Μιανμάρ για να επιστρέψει τη Wa Wa Thuay στην πατρίδα της. Αξιωματούχοι του υπουργείου θα τη συνοδεύσουν στα σύνορα της Mae Sot, στην επαρχία Τακ, και θα διευκολύνουν τη γραφειοκρατία για να φτάσει στο σπίτι.

Παρά την θετική κατάληξη στην υπόθεση, παραμένουν [5] διαρθρωτικά προβλήματα. Μέχρι στιγμής, οι πολιτικές της Ταϊλάνδης απέναντι στους αλλοδαπούς μετανάστες εργαζόμενους έχουν επικεντρωθεί περισσότερο στην πρόληψη και τον περιορισμό του COVID-19. Η ταϊλανδέζικη κυβέρνηση άρχισε να κλείνει τα χερσαία σύνορά της στις 23 Μαρτίου και επέτρεψε στους αλλοδαπούς μετανάστες εργάτες να παρατείνουν τη διαμονή τους έως τις 30 Μαΐου. Έχουν διανεμηθεί φυλλάδια, μάσκες και απολυμαντικά τζελ χεριών. Λίστες ελέγχου και διαδικασίες ελέγχου έχουν επιβληθεί σε χώρους εργασίας.

Σύμφωνα με το Υπουργείο Εργασίας, υπήρχαν 2.814.481 εγγεγραμμένοι ξένοι μετανάστες εργαζόμενοι στην Ταϊλάνδη από τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους.

Το Γραφείο Κοινωνικής Ασφάλισης ανέφερε τον Απρίλιο του περασμένου έτους ότι 1.017.732 ξένοι μετανάστες εργαζόμενοι έχουν κοινωνική ασφάλιση.

Επομένως, περισσότεροι από τους μισούς μετανάστες εργαζόμενους φαίνεται να στερούνται κρατικής προστασίας.

Ορισμένοι μετανάστες εργαζόμενοι έφτασαν στην Ταϊλάνδη υπό Μνημόνιο Κατανόησης, που επετεύχθη μεταξύ της κυβέρνησης της Ταϊλάνδης με τις γειτονικές χώρες για να διευκολύνει τη μετανάστευση των εργαζομένων.

Άλλοι έρχονται στην Ταϊλάνδη μέσω διαφορετικών καναλιών, νόμιμων και παράνομων. Συνήθως, όλοι τους χρειάζονται τη βοήθεια εργοδοτών ή μεσιτών για την επεξεργασία εγγράφων γι’ αυτούς. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι το σύστημα είναι κακώς σχεδιασμένο.

Ο Johnny Adikharee, ηγέτης μιας εργατικής ένωσης της Μιανμάρ στην Ταϊλάνδη, πιστεύει ότι το 95% των μεταναστών εργαζομένων δεν γνωρίζουν τα οφέλη της κοινωνικής ασφάλισης. Ακόμη και για όσους τα γνωρίζουν, οι διαδικασίες είναι πολύ περίπλοκες.

Ο Suthasinee Keawleklai, Συντονιστής του Δικτύου Δικαιωμάτων των Μεταναστών [6], δήλωσε ότι για να ζητήσει αποζημίωση για τυχόν απόλυση, ένας μετανάστης εργαζόμενος όχι μόνο πρέπει να ζητήσει επιστολή έγκρισης από τον εργοδότη, αλλά πρέπει να περάσει από το Τμήμα Απασχόλησης και το Γραφείο Κοινωνικής Ασφάλισης.

Τις περισσότερες φορές, ένας μετανάστης εργαζόμενος πρέπει να προσλάβει δικηγόρο για να περάσει από τη διαδικασία.

Ο Suchat Pornchaiwiseskul, Γενικός Διευθυντής του Τμήματος Απασχόλησης, του Υπουργείου Εργασίας, επέμεινε ότι δεν υπάρχει διάκριση, καθώς η κυβέρνηση της Ταϊλάνδης εφαρμόζει τον ίδιο νόμο τόσο στους εργαζόμενους της Ταϊλάνδης όσο και στους μετανάστες.

Εάν υπάρχει άδικη μεταχείριση, μπορούν να ζητήσουν υποστήριξη από το Υπουργείο Προστασίας και Πρόνοιας της Εργασίας.

Οι μετανάστες εργαζόμενοι, που δεν έχουν πρόσβαση στην κοινωνική ασφάλιση, τείνουν να εργάζονται στην εποχιακή γεωργία και την αλιεία. Αν και δεν έχουν κοινωνική ασφάλιση, οι εργοδότες τείνουν να αγοράζουν ασφάλιση υγείας γι’ αυτούς.

Ωστόσο, το Υπουργείο Εργασίας πρέπει να βελτιώσει το σύστημα για να το καταστήσει πιο προσβάσιμο, δήλωσε ο Sompong Srakaew του Δικτύου Προώθησης των Εργατικών Δικαιωμάτων [7].

Ο Sompong είπε ότι, επί του παρόντος, το σύστημα αναγκάζει τους μετανάστες εργαζόμενους να πληρώσουν σημαντικά ποσά για να προχωρήσουν στη διαδικασία τεκμηρίωσης. Καθιστά επίσης τους μετανάστες εργαζόμενους σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένους από τους εργοδότες.

Μερικές φορές, ένας εργαζόμενος πληρώνει έναν εργοδότη κάθε μήνα [για να καλύψει] την κοινωνική ασφάλιση, αλλά ο εργοδότης δεν πληρώνει την κοινωνική του ασφάλιση. Ή στην περίπτωση των Μνημονίων Κατανόησης, όπου η κυβέρνηση της Ταϊλάνδης προσπαθεί να νομιμοποιήσει όλους τους αλλοδαπούς μετανάστες εργαζομένους, η επεξεργασία των εγγράφων τους από τους ίδιους ή μέσω μεσαζόντων είναι δαπανηρή. Οι εργαζόμενοι δεν έχουν χρήματα γι’ αυτό, όπως 1.900 μπατ (59,6 δολάρια ΗΠΑ) για βίζα 2 ετών. Μερικοί απλώς γίνονται παράνομοι εργάτες και στη συνέχεια πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης από τους μεσίτες, τους εργοδότες, ή ακόμα και τους αξιωματούχους.