Θα μπορούσε ο COVID-19 να βοηθήσει στην προώθηση της ειρήνης στην Υεμένη;

Τον Οκτώβριο του 2015, τα κτήρια σε μία γειτονιά της Σαναά στην Υεμένη παραμένουν ερείπια εδώ και αρκετούς μήνες μετά από αεροπορική επίθεση. Φωτογραφία του Almigdad Mojalli. Ιδιοκτησία του Voice of America.

Της Hooria Mashour

Η Υεμένη, που έχει εμπλακεί σε ένοπλη σύγκρουση, από τότε που το Ιράν υποστήριξε την επαναστατική ομάδα Χούθι στο να απομακρύνει την κυβέρνηση το Σεπτέμβριο του 2014,  θεωρείται η χειρότερη ανθρωπιστική κρίση του τελευταίου αιώνα. Γύρω στο 80% του πληθυσμού βρίσκεται σε ανάγκη επείγουσας ανθρωπιστικής βοήθειας, και αυτό το μήνα, καθώς οι Υεμένιοι γιόρτασαν το πέμπτο Ιντ-Αλ-Φίτρ, υποφέρουν από υπερβολική αγωνία πολέμου και ασθένειες, καθώς επίσης και από τον COVID-19.

Παρόλο που το πρώτο κρούσμα κορωνοϊού επιβεβαιώθηκε επίσημα στην Υεμένη στις 10 Απριλίου, σήμερα ο ιός έχει εξαπλωθεί σε όλη τη χώρα: ο αριθμός των μολύνσεων τώρα βρίσκεται στις 278, ενώ 57 άνθρωποι έχουν πεθάνει. Οι πραγματικοί αριθμοί φοβούμαστε ότι είναι ακόμα μεγαλύτεροι. Ο νέος κορωνοϊός κυκλοφορεί στην Υεμένη μαζί με άλλες θανατηφόρες ασθένειες όπως ελονοσία, χολέρα, δάγκειο πυρετό και Chikungunya.

Στις 25 Μαρτίου, ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέρες κάλεσε τις αντιμαχόμενες παρατάξεις της Υεμένης να παύσουν τις εχθροπραξίες και να επικεντρώσουν την προσοχή τους στην αντιμετώπιση του ιού. Η Σαουδική Αραβία έλαβε μία μονομερή απόφαση για κατάπαυση πυρός τον Απρίλιο, αλλά η σύγκρουση στην Υεμένη συνεχίστηκε. Ενώ οι αρχηγοί των παρατάξεων έχουν καθυστερήσει μία ομόφωνη απόφαση για λήξη των εχθροπραξιών, έτσι ώστε να αντιμετωπίσουν τον ιό, αρκετές ομάδες ακτιβιστών προωθούν ημερήσια διάταξη για κατάπαυση πυρών, ζητώντας ένα τέλος στη μακροχρόνια σύγκρουση.

Εκτιμάται ότι μέχρι το τέλος του 2019 πάνω από 233.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν στην ένοπλη σύγκρουση της Υεμένης σε διάφορα μέτωπα – μεταξύ Χούθι και κυβερνητικών δυνάμεων που υποστηρίχθηκαν από την βόρεια συμμαχία της Σαουδικής Αραβίας, και μεταξύ Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων που υποστήριξαν αποσχιστικές και κυβερνητικές δυνάμεις.

Αυτοί οι παράγοντες, εκτός του ότι δημιουργούν επικείμενες απειλές από εξτρεμιστικές ομάδες σε μερικές περιοχές της χώρας, έχουν επίσης καταστήσει την Υεμένη ένα εύθραυστο κράτος με φθίνουσα οικονομία. Η εύθραυστη δομή και η ασθενής οικονομία της Υεμένης δεν μπορούν να αντέξουν την δυναμικά καταστρεπτική επίδραση του COVID-19, ο οποίος έχει “γονατίσει” αρκετά πιο ισχυρές οικονομίες.

Μια κοινωνία σε άρνηση

Παρά την ευαισθησία του συστήματος υγείας της Υεμένης, υπάρχει εκτεταμένη κοινωνική και πολιτική άρνηση σχετικά με την κρισιμότητα του COVID-19. Παρά την προσωρινή απαγόρευση κυκλοφορίας, που έχει επιβληθεί από τις επίσημες Αρχές σε διάφορες περιοχές, οι άνθρωποι δεν παραμένουν στα σπίτια τους ούτε τηρούν τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης. Ενώ ο μισός παγκόσμιος πληθυσμός ζει υπό διαφορετικές συνθήκες απαγόρευσης κυκλοφορίας και εντολές για παραμονή στο σπίτι, οι Υεμένιοι συνεχίζουν την καθημερινότητά τους, συμπεριλαμβανομένων θρησκευτικών και κοινωνικών συγκεντρώσεων, που σχετίζονται με τον πρόσφατα ολοκληρωμένο ιερό μήνα του Ραμαζανιού και τους εορτασμούς του Ιντ-Αλ-Φίτρ και παρά τις προειδοποιήσεις ότι ο COVID-19 θα μπορούσε να μετατρέψει την Υεμένη σε ακόμα χειρότερη καταστρεπτική ζώνη.

Στο μεταξύ, οι τοπικοί άρχοντες ούτε έχουν παραδεχτεί το μέγεθος αυτής της πρόκλησης ούτε έχουν σταματήσει τις εσωτερικές διαμάχες ακόμα και για σύντομο χρονικό διάστημα, έτσι ώστε να συνεργαστούν και να πολεμήσουν ενάντια σε αυτήν την επείγουσα πρόκληση για τη δημόσια υγεία.

Το κάλεσμα του Γενικού Γραμματέα Γκουτέρες για κατάπαυση πυρός αγνοήθηκε και οι Σαουδάραβες, που υποστήριξαν την κυβέρνηση, έχουν να αντιμετωπίσουν δύο προκλήσεις: από τις αποσχιστικές ομάδες του νότου ως τους Χούθι του βορρά. Η ένοπλη διαμάχη στο βορρά περιλαμβάνει ένα τοπικό στοιχείο: καθώς οι Χούθι συνεχίζουν να εκτοξεύουν βαλλιστικούς πυραύλους κατά της Σαουδικής Αραβίας, η Σαουδική Αραβία απαντά με αεροπορικές επιθέσεις στη Σαναά, τη μεγαλύτερη πόλη της χώρας.

Ειρηνευτικές συνομιλίες μέσω διαδικτύου;

Ενώ οι αρχηγοί έχουν αποτύχει να ενοποιηθούν κατά του COVID-19, ωστόσο, Υεμένιοι ακτιβιστές προσπαθούν να μετατρέψουν αυτή την κρίση δημόσιας υγείας σε μία ευκαιρία για επιβολή κατάπαυσης πυρός.

Το Δίκτυο Γυναικείας Αλληλεγγύης, στο οποίο είμαι μέλος, εξέδωσε κοινό μανιφέστο με οκτώ άλλες ομάδες γυναικών στις 15 Απριλίου, ζητώντας κατάπαυση πυρός και καλώντας τις Αρχές από όλες τις πολιτικές πλευρές να συνεργαστούν με οργανισμούς της κοινωνίας των πολιτών, έτσι ώστε να προετοιμαστούν για τον COVID-19 δημιουργώντας περιοχές καραντίνας, συστήματα εξετάσεων και εκπαίδευσης. Τα εσωτερικώς εκτοπισμένα άτομα (IDP) και οι φτωχοί είναι όσοι βρίσκονται σε ιδιαίτερη ανάγκη.

Ο COVID-19 έχει εξαναγκάσει εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους στο διαδίκτυο. Ίσως αυτή η μετάβαση θα μπορούσε να αποτελέσει ευκαιρία για να διευκολυνθεί περισσότερο η ειρηνευτική διαδικασία στην Υεμένη, απομακρύνοντας πολλά από τα συνήθη υλικοτεχνικά εμπόδια, που σχετίζονται με τη μετακίνηση, τη βίζα και τη διαμονή. Οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις μέσω διαδικτύου δεν είναι πρωτοφανείς. Το Δίκτυο Γυναικείας Αλληλεγγύης, που αποτελείται από πάνω από 250 γυναίκες-αρχηγούς από όλο τον κόσμο, επίσης διεξάγει τακτικές ηλεκτρονικές συνεδριάσει,ς που προωθούνται από την Πρωτοβουλία Peace Track.

Η μεταφορά των ειρηνευτικών συνομιλιών στο διαδίκτυο θα μπορούσε να επιτρέψει στους αρχηγούς να αφιερώσουν περισσότερο χρόνο στις συζητήσεις, στις οποίες συμμετέχουν ενδιαφερόμενοι από όλο τον κόσμο με διαφορετική ζώνη ώρας. Για παράδειγμα, ο απεσταλμένος στην Υεμένη Γ.Γ των Ηνωμένων Εθνών Martin Griffiths συμμετέχει σε διαδικτυακές συνομιλίες με διάφορους Υεμένιους πολιτικούς αρχηγούς.

Η διεξαγωγή ειρηνευτικών συνομιλιών μέσω διαδικτύου θα διευκόλυνε ακόμα ενδιαφερόμενα άτομα, που είναι απαραίτητο να συμμετέχουν και που συχνά αποκλείονται από τις συνηθισμένες ειρηνευτικές συνομιλίες, όπως οι γυναίκες και ομάδες της κοινωνίας πολιτών.

Εκατομμύρια Υεμένιων υποφέρουν λόγω του πολέμου. Προτού χιλιάδες από αυτούς πέσουν θύματα του COVID-19, οι πολιτικοί πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι δεν μπορούν να παλέψουν την ασθένεια χωρίς συνεργασία.

Η Hooria Mashour είναι πολιτική ακτιβίστρια και υπερασπίστρια ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που ειδικεύεται στην μεταβατική και διαφυλική δικαιοσύνη. Ήταν πρόεδρος ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Συναινετική Κυβέρνηση από το 2012 μέχρι το 2014 και προηγουμένως λειτουργός στην Εθνική Επιτροπή Γυναικών. Η Mashour είναι μέλος του Δικτύου Γυναικείας Αλληλεγγύης και αποδέκτης υποτροφίας σχετικά με τον Ειρηνευτικό Φεμινισμό από την Πρωτοβουλία Peace Track.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.