- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Μετά τις διαμαρτυρίες του Black Lives Matter, ο θάνατος ενός 5χρονου μαύρου γίνεται σύμβολο του ρατσισμού και της ανισότητας της Βραζιλίας

Κατηγορίες: Λατινική Αμερική, Βραζιλία, Διαδηλώσεις, Εθνότητα & φυλή, Μέσα των πολιτών, Πολιτική
[1]

Ένας διαδηλωτής κρατά μια πινακίδα, που λέει “τι γίνεται αν ήταν ο γιος του εργοδότη”; Δικαιοσύνη για τον Miguel. Εικόνα: Mídia NINJA / CC BY-NC 2.0 [2]

Στις 2 Ιουνίου, η Mirtes de Souza, μια οικιακή εργαζόμενη σε μια οικογενειακή κατοικία ανώτερης κατηγορίας στη βορειοανατολική πόλη Ρεσίφε της Βραζιλίας, έφερε τον 5χρονο γιο της, Miguel, στο χώρο εργασίας της. Ενώ τα νηπιαγωγεία και τα σχολεία έκλεισαν [3] στη Ρεσίφε από την αρχή της πανδημίας του COVID-19, η Mirtes δεν είχε άδεια από τους εργοδότες της.

Εκείνη την ημέρα, η Mirtes ζήτησε από την λευκή αφεντικίνα της να προσέξει τον Miguel, όσο εκείνη θα έβγαινε για να βγάλει βόλτα τον σκύλο του σπιτιού. Όταν επέστρεψε, βρήκε τον γιο της στο ισόγειο του κτηρίου μετά από μια φαινομενική πτώση. Ο Miguel μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο ζωντανός [4], αλλά δεν επέζησε.

Οι εικόνες από τις κάμερες κλειστού κυκλώματος, [5] που ελήφθησαν από την αστυνομία, έδειξαν αργότερα το αφεντικό της Mirtes, την Sari Côrte Real, να βάζει τον Miguel σε έναν ανελκυστήρα μόνο του και να πατά το κουμπί σε έναν από τους επάνω ορόφους του κτηρίου. Στη συνέχεια, οι εικόνες δείχνουν ότι ο Miguel φεύγει από το ασανσέρ στον ένατο όροφο, όπου, όπως συμπέραναν αργότερα οι Αρχές, ανέβηκε σε έναν αφύλακτο διάδρομο με κλιματιστικά και έπεσε.

Η Côrte Real συνελήφθη και κατηγορήθηκε για ανθρωποκτονία, αλλά απελευθερώθηκε μετά την καταβολή εγγύησης 20.000 ρεάλ Βραζιλίας [6] (περίπου 4.000 δολάρια). Η αστυνομία αναφέρει ότι ερευνά [7] την πιθανότητα ο Miguel να σπρώχτηκε από τον ένατο όροφο.

Μετά τις διαμαρτυρίες του Τζορτζ Φλόιντ στη Βραζιλία, η υπόθεση πυροδότησε οργή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με πολλούς να θεωρούν τον θάνατο του Miguel ένα ακόμη παράδειγμα του ρατσισμού, που υπομένουν οι μαύροι πολίτες της Βραζιλίας.

Όταν τα τοπικά μέσα ενημέρωσης απέφυγαν να δημοσιεύσουν το όνομα και τις φωτογραφίες της Sari [8] (οι χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης τις αποκάλυψαν τελικά), η Mirtes έδωσε μια συνέντευξη στο TV Globo, που έγινε viral:

Se fosse eu, meu rosto estaria estampado, como já vi vários casos na TV. Meu nome estaria estampado e meu rosto estaria em todas as mídias. Mas o dela não pode estar na mídia, não pode ser divulgado. (…) Espero que a Justiça seja feita, porque se fosse o contrário, eu acredito que nem teria direito a fiança. Foi uma vida que se foi, por falta de paciência para tirar dali de dentro. Deixar uma criança sozinha dentro de um elevador, isso não se faz. Uma criança que foi confiada a ela.

Αν ήμουν εγώ, το πρόσωπό μου θα ήταν στις πρώτες σελίδες, όπως έχω δει πολλές φορές στην τηλεόραση. Το όνομά μου θα ήταν στα πρωτοσέλιδα και το πρόσωπό μου θα ήταν παντού. Αλλά το δικό της δεν μπορεί να είναι στα μέσα ενημέρωσης, δεν μπορεί να δημοσιοποιηθεί. (…) Ελπίζω να αποδοθεί δικαιοσύνη, γιατί αν ήταν το αντίστροφο, νομίζω ότι δεν θα είχα καν το δικαίωμα να ζητήσω εγγύηση. Μια ζωή έχει φύγει, λόγω έλλειψης υπομονής. Το να αφήσεις ένα παιδί μόνο του, σε ένα ασανσέρ, δεν μπορείς να το κάνεις αυτό. Ένα παιδί, που της είχε ανατεθεί να το προσέχει.

Ο ρατσισμός της Βραζιλίας

Η ιστορία του Miguel έγινε γρήγορα εθνική είδηση. Πολλοί την είδαν ως σύμβολο των χειρότερων στη Βραζιλία, ιδίως τον συστημικό ρατσισμό [9] της κατά των μαύρων πολιτών.

Η Βραζιλία έφερε βίαια περίπου 5 εκατομμύρια Αφρικανούς να εργαστούν ως σκλάβοι σε μια περίοδο, που εκτείνεται σε 400 χρόνια — πάνω από δέκα φορές περισσότερους [10] από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Βραζιλία ήταν επίσης η τελευταία χώρα στην Αμερική που κατάργησε τη δουλεία (το 1888 [11]).

Αλλά ο θάνατος του Miguel ήταν επίσης μια υπενθύμιση της αχαλίνωτης διαφθοράς και της ανισότητας [12] της Βραζιλίας, και πώς και τα δύο έχουν επιδεινωθεί στην πανδημία του COVID-19.

Η Mirtes δεν είχε άλλη επιλογή από το να συνεχίσει να εργάζεται κατά τη διάρκεια της πανδημίας για να συντηρήσει την οικογένειά της. Δεν ήταν η εξαίρεση: ο πρώτος θάνατος λόγω COVID-19, που καταγράφηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο [13], τον Μάρτιο, ήταν μιας οικιακής εργάτριας, ο εργοδότης της οποίας επίσης της αρνήθηκε την καραντίνα.

Σε μια συνέντευξη, η Mirtes είπε ότι αυτή, η μητέρα της και ο γιος της Miguel, είχαν εξεταστεί θετικά για τον SARS-CoV-2 (ιός COVID-19), αλλά τα συμπτώματά τους ήταν ήπια.

Η Βραζιλία κατέγραψε πάνω από ένα εκατομμύριο κρούσματα του νέου κορωνοϊού [14] από τις 22 Ιουνίου και πάνω από 50.000 θανάτους. Είναι δεύτερη και στις δύο μετρήσεις πίσω μόνο από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Εν τω μεταξύ, η εργοδότρια της Mirtes, η Sari, μια λευκή γυναίκα που ζει σε μια από τις πλουσιότερες περιοχές [15] της Ρεσίφε, ήταν μέλος μιας παραδοσιακής πολιτικής οικογένειας [16] στην πολιτεία Περναμπούκο. Ο σύζυγος της Sari, Sérgio Hacker, είναι ο δήμαρχος του Tamandaré, μικρής πόλης 100 χιλιόμετρα μακριά από το Ρεσίφε, όπου η Mirtes λέει ότι συχνά την έφερνε η οικογένεια.

Μετά τον θάνατο του Miguel, αποκαλύφθηκε ότι η Mirtes είχε προσληφθεί ως δημόσιος υπάλληλος της Tamandaré [17]. Σύμφωνα με το μητρώο, η Mirtes είχε διοικητική θέση στο δημαρχείο [18], κερδίζοντας 1.517 ρεάλ Βραζιλίας — ο ελάχιστος μισθός της Βραζιλίας είναι 1.045 ρεάλ Βραζιλίας (282 και 194 δολάρια ΗΠΑ αντίστοιχα). Η Mirtes είπε ότι δεν εργάστηκε ποτέ για το δημαρχείο και αρνήθηκε ότι γνωρίζει [19] ότι είχε προσληφθεί επίσημα ως τέτοια. Η υπόθεση βρίσκεται υπό διερεύνηση [17].

Διαμαρτυρίες

ΘΕΛΟΥΜΕ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΓΙΑ ΤΟΝ MIGUEL!
Στο Ρεσίφε, οι διαδηλωτές παρεμβαίνουν μπροστά στο μέρος όπου πέθανε ο Miguel, το πολυτελές συγκρότημα γνωστό ως Δίδυμοι Πύργοι. 20.000 είναι η ζωή ενός φτωχού μαύρου παιδιού και του πόνου μιας μητέρας.

Ο θάνατος του Miguel πυροδότησε διαμαρτυρίες στους δρόμους της Ρεσίφε και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το κτίριο, όπου συνέβη, το έκανε ακόμα πιο συμβολικό για τους ακτιβιστές: η κατασκευή του έχει καταστραφεί [22] σε διαμάχη, καθώς βρίσκεται σε μια προστατευόμενη ιστορική περιοχή.

Στις 5 Ιουνίου, δεκάδες διαδηλωτές, μαζί με την οικογένεια του Miguel, βάδισαν προς τα κτίρια, όπου ζει η Corte Real και η οικογένειά της. Οι άνθρωποι ξάπλωσαν στο δρόμο για να αναθυμηθούν πώς πέθανε το παιδί.

“Θέλω τη μητέρα μου”, διαδηλωτές σήμερα στη Ρεσίφε, για ανάμνηση και απαίτηση δικαιοσύνης για τον μικρό Miguel, 5 ετών.

Ο θάνατος του Miguel θύμισε επίσης τις διαμαρτυρίες της Βραζιλίας κατά του ρατσισμού [26] μετά τον θάνατο του Τζορτζ Φλόιντ στις Ηνωμένες Πολιτείες και του κινήματος Black Lives Matter.

Μια άλλη υπόθεση που την θυμήθηκαν στις διαμαρτυρίες ήταν ο João Pedro [27], ένας μαύρος 14χρονος, που σκοτώθηκε από την αστυνομία μέσα στο σπίτι του στο Ρίο ντε Τζανέιρο στις 18 Μαΐου.

Μια συλλογικότητα από τις κόρες και τους γιους των οικιακών εργαζομένων, που δημιουργήθηκε τον Μάρτιο για να ζητήσει δικαιώματα κοινωνικής απομόνωσης για τους γονείς τους, δημοσίευσε ένα σημείωμα, που υπενθυμίζει ότι αυτό που συνέβη στον Miguel θα μπορούσε να είχε συμβεί σε οποιοδήποτε από αυτούς:

O que aconteceu com Miguel, 5 anos, escancara mais uma vez a DESIGUALDADE, o RACISMO, o CLASSISMO.
O direito negado ao isolamento que nossa mães vivem.
Quantos de nós morreram na casa grande?
Quanto terão que morrer nos prédios para algo ser feito?

Αυτό που συνέβη με τον Miguel, 5 ετών, άνοιξε ευρέως την ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ, τον ΡΑΤΣΙΣΜΟ, τον ΤΑΞΙΣΜΟ. Το αμφισβητούμενο δικαίωμα για απομόνωση που αντιμετωπίζουν οι μητέρες. Πόσοι από εμάς πέθαναν στο μεγάλο σπίτι; Πόσοι θα πρέπει να πεθάνουν μέσα στα κτίρια μέχρι να γίνει κάτι;