- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Έχει προκαλέσει κρίση πίστης ο COVID-19 στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Γεωργίας;

Κατηγορίες: Κεντρική Ασία και Καύκασος, Γεωργία, Διακυβέρνηση, Θρησκεία, Μέσα των πολιτών, Υγεία, Φυσικές Καταστροφές, COVID-19

Γεωργιανοί ορθόδοξοι ιερείς ραντίζουν με αγιασμό τους δρόμους της πρωτεύουσας Τιφλίδας στις 17 Μαρτίου. Φωτογραφία © Mariam Nikuradze / OC Media. Χρησιμοποιείται με άδεια.

Η πανδημία του COVID-19 έχει επηρεάσει τον κόσμο εξαιρετικά άνισα. Η Γεωργία εξέπληξε τον κόσμο με την επιτυχία της στον αγώνα κατά του ιού.

Υπάρχουν διαφορετικές εξηγήσεις για αυτή την επιτυχία, συμπεριλαμβανομένων των κατηγοριών ότι η πραγματική κλίμακα και τα πραγματικά στατιστικά στοιχεία κρύβονται (σύμφωνα με τον χάρτη του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς [1], στις 29 Ιουνίου η χώρα είχε 926 επιβεβαιωμένα κρούσματα και 15 θανάτους). Όποια και αν είναι η πραγματικότητα, το πρώτο κύμα φαίνεται να φθίνει, δίνοντας την ευκαιρία να προβληματιστούμε για την ανταπόκριση σημαντικών παραγόντων και θεσμών σε αυτή τη χώρα του Νοτίου Καυκάσου.

Η Γεωργιανή Ορθόδοξη Εκκλησία έχει τεράστια κοινωνική και πολιτική επιρροή στη Γεωργία, όπου το 83,4% του πληθυσμού είναι μέλη της. Καταπιεσμένη κατά τη σοβιετική κυριαρχία, η εκκλησία έχει λάβει εκτεταμένη οικονομική υποστήριξη με τη μορφή δημόσιων πόρων και αποκατάστασης περιουσίας, για την οποία μια έκθεση του 2016 από τοπικές ΜΚΟ αποκαλύφθηκε [2] ότι άξιζε αρκετές δεκάδες εκατομμύρια λάρι (αυτά τα οικονομικά προνόμια αμφισβητήθηκαν [3] έκτοτε από το συνταγματικό δικαστήριο της χώρας).

Προκαλεί σεβασμό απανταχού στη γεωργιανή κοινωνία. Μια μελέτη του Εθνικού Δημοκρατικού Ινστιτούτου (NDI) και του CRRC-Georgia, που δημοσιεύτηκε [4] τον Ιανουάριο, διαπίστωσε ότι τον Νοέμβριο-Δεκέμβριο του 2019, το 50% του πληθυσμού εμπιστευόταν σιωπηρά την εκκλησία. Ωστόσο, αυτός ο δείκτης μειώνεται σταθερά εδώ και αρκετά χρόνια: το ποσοστό αυτό διαμορφώθηκε στο 64% τον Ιούλιο του 2019 και ήταν ακόμη υψηλότερο τα προηγούμενα χρόνια.

Αυτό σημαίνει ότι οι ενέργειες της εκκλησίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας είναι ιδιαίτερα άξιες ελέγχου. Τώρα, ορισμένοι παρατηρητές αναρωτιούνται εάν αυτές οι ενέργειες θα βλάψουν ακόμη περισσότερο τη δημοτικότητα της εκκλησίας.

Η Γεωργία κατέγραψε επίσημα το πρώτο κρούσμα COVID-19 [5] στις 26 Φεβρουαρίου. Η πρώτη αντίδραση από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Γεωργίας ήρθε στις 17 Μαρτίου, όταν κληρικοί ράντισαν με αγιασμό τους κεντρικούς δρόμους της Τιφλίδας, πρωτεύουσας της Γεωργίας. Ο Αρχιεπίσκοπος Shalva Kekelia εξήγησε την πράξη ως έναν τρόπο έκκλησης βοήθειας από τον Κύριο για την προστασία της χώρας και του λαού από τον ιό. Τρεις ημέρες αργότερα, το Πατριαρχείο εξέδωσε ανακοίνωση [6] καλώντας τους ενορίτες με προβλήματα υγείας να μείνουν μακριά από τους άλλους, μέχρι να αναρρώσουν πλήρως, και πρότεινε να τελούνται εκκλησιαστικές λειτουργίες υπαίθρια για να αποφευχθεί η συγκέντρωση μεγάλου πλήθους σε μικρούς χώρους.

Καθώς ο αριθμός των κρουσμάτων COVID-19 αυξανόταν, η Γεωργία κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης [7] στις 21 Μαρτίου, η οποία απαγόρευσε οποιαδήποτε συγκέντρωση περισσότερων από 10 ατόμων. Όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφους του On.Ge εάν η απαγόρευση ισχύει και για τις εκκλησιαστικές λειτουργίες, ο πρωθυπουργός Γκεόργκι Γκαχάρια απάντησε [8] ότι “ισχύει για τα πάντα και τους πάντες”. Ακολούθησε δημόσια συζήτηση για την ασφάλεια της παρακολούθησης εκκλησιαστικών λειτουργιών, με αποτέλεσμα το Πατριαρχείο να εκδώσει ανακοίνωση [9] στις 25 Μαρτίου επιβεβαιώνοντας ότι, ενώ οι εκκλησιαστικές λειτουργίες θα συνεχίζονταν, υποστήριζε τα μέτρα ελέγχου της κρίσης από το κράτος. Η δήλωση σημειώνει ότι ορισμένα ΜΜΕ είχαν περιγράψει την κατάσταση με τέτοιο τρόπο, που να υποδηλώνουν ότι η εκκλησία ίσως φταίει για τις συνέπειες της εξάπλωσης του ιού.

Οι προσπάθειες των Αρχών να βρουν κοινή γλώσσα με την εκκλησία και τους πιστούς κατέληξαν στις αρχές Απριλίου, όταν πλησίαζε η Κυριακή του Πάσχα και η Κυριακή των Βαΐων. Ο Γκαχάρια είπε [10] ότι θα παρακολουθούσε την λειτουργία του Πάσχα στην τηλεόραση από το σπίτι, ενώ η υπουργός Υγείας Εκατερίνα Τικαράτζε πρόσθεσε ότι οι άνθρωποι πρέπει να προσεύχονται από το σπίτι, καθώς “ο Θεός είναι παντού”, όχι μόνο στην εκκλησία.

Παρόλα αυτά, ο γεωργιανός ορθόδοξος κλήρος ήταν αταλάντευτος και είπε ότι οι εκκλησιαστικές λειτουργίες θα συνεχιστούν. Ωστόσο, τόνισαν ότι είχαν επιβάλει οδηγίες κοινωνικής απόστασης εντός των εκκλησιών, προέτρεψαν τους ενορίτες να ακούν τα κηρύγματα έξω από τα μεγάφωνα και διέταξαν την απολύμανση των χώρων λατρείας. Η εκκλησία ήταν λιγότερο ευέλικτη σε άλλες τελετουργίες: για παράδειγμα, για τη χρήση κοινόχρηστης λαβίδας για την προσφορά της Θείας Κοινωνίας στις εκκλησιαστικές λειτουργίες. “Είναι εντελώς απαράδεκτο τα μέλη της εκκλησίας να αμφιβάλλουν για το μυστήριο του καθαγιασμού και να το αποδεικνύουν με τις ενέργειές τους, όπως η άρνηση να μοιραστούν ένα κοινό κουτάλι ως πηγή μόλυνσης”, ανέφερε δήλωση της Eκκλησίας [11] μετά από μια σύνοδο στις 20 Μαρτίου.

Όταν αντέδρασε στην απόφαση της συνόδου, o Giga Bokeria, πολιτικός της αντιπολίτευσης από το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Γεωργίας, δήλωσε [12] ότι η εκκλησία δεν θα έπρεπε να αναμένει ειδική μεταχείριση και ότι οι περιορισμοί θα έπρεπε να ισχύουν εξίσου για όλα τα θεσμικά όργανα και τους πολίτες.

მორწმუნე ადამიანებს, ან მათ ნაწილს უფლება აქვთ, არ სჯეროდეთ მეცნიერების, ან მიიჩნევდნენ, რომ მათი მნიშვნელოვანი რელიგიური რიტუალის დროს მეცნიერება არ მუშაობს, როგორც ახლა გვესმის, თურმე, კოვზით ზიარებისას დაავადება არ გადავა ადამიანებზე, რაც ჩემთვის არის აბსურდი, მაგრამ მათ აქვთ უფლება, რომ ამის სჯეროდეთ. თუმცა ეს უფლება სამოქალაქო სეკულარულ სახელმწიფოში მთავრდება იქ, სადაც იწყება სხვების უსაფრთხოება

Οι πιστοί, ή τουλάχιστον ορισμένοι πιστοί, έχουν το δικαίωμα να μην πιστεύουν στην επιστήμη ή να πιστεύουν ότι η επιστήμη δεν ισχύει για τις σημαντικές θρησκευτικές τελετουργίες τους, όπως γίνεται κατανοητό. Είναι παράλογο για μένα πως, όταν μοιράζεσαι ένα κουτάλι, η ασθένεια δεν θα εξαπλωθεί στους ανθρώπους, αλλά έχουν το δικαίωμα να το πιστεύουν ή να μην το πιστεύουν. Ωστόσο, σε ένα πολιτικό, κοσμικό κράτος, αυτό το δικαίωμα τελειώνει εκεί που αρχίζει η ασφάλεια των άλλων.

Ως εκ τούτου, μέρος της γεωργιανής κοινωνίας εξακολουθούσε να αναμένει το Πάσχα με ανησυχία [13]. Στις 7 Μαρτίου, ο Γεωργιανός θεολόγος και πρώην ιερέας Basil Kobakhidze έδωσε συνέντευξη [14] στο Pirveli TV, στην οποία επιτέθηκε στο Πατριαρχείο για “φανατισμό” σχετικά με την προσέγγισή του στον COVID-19. Ο Kobakhidze, ο οποίος ζει στη Γαλλία, υποστήριξε ότι η εκκλησία έχει γίνει ένα “κράτος εν κράτει” και θα μπορούσε να συμβάλει στην εξάπλωση της νόσου. Ταυτόχρονα, τόνισε, η πολιτική ελίτ της χώρας και τα υψηλόβαθμα στελέχη του κλήρου δεν διέτρεχαν κανέναν κίνδυνο, καθώς δεν θα αντιμετώπιζαν προβλήματα νοσηλείας.

Και παρόλο που η κυβέρνηση κήρυξε λοκντάουν στις τέσσερις μεγαλύτερες πόλεις της Γεωργίας (Τιφλίδα, Κουτάισι, Μπατούμι και Ρουστάβι) στις 15 Απριλίου, οι προετοιμασίες για μια μεγάλη πασχαλινή αγρυπνία συνεχίστηκαν. Η Τικαράτζε επεσήμανε [15] με πολύ λεπτότητα ότι όλα τα μέλη της γεωργιανής κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της εκκλησίας και των απλών ατόμων, έπρεπε να μοιραστούν την ευθύνη με την κυβέρνηση για να νικήσουν τον ιό.

Ο πατέρας Shalva Kekelia, ιερέας στην Εκκλησία της Μεταμόρφωσης στην συνοικία Βάκε της Τιφλίδας, είπε [16] ότι σκόπευε να δημιουργήσει μια προσωρινή δομή για πιστούς εκείνο το βράδυ. Αν και θα τηρούνταν τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης εντός, υποτίθεται ότι θα φιλοξενούσε 2.000 άτομα. Θα επέτρεπε στους πιστούς να παραμείνουν στους χώρους της εκκλησίας όλη τη νύχτα, αποφεύγοντας έτσι τις παραβιάσεις της απαγόρευσης κυκλοφορίας. Ομοίως, ο Μητροπολίτης Ιάκωβ του Μποντμπέ, ένας από τους εκκλησιαστικούς κληρικούς με τη μεγαλύτερη επιρροή, τόνισε σε συνέντευξή [17] του στο InterPressNews ότι η εκκλησία δεν είχε διατάξει κανέναν να παρακολουθήσει τις λειτουργίες και ότι “οι Χριστιανοί πρέπει να είναι υπεύθυνοι για τον εαυτό τους”.

Στις 17 Απριλίου, ο Kobakhidze δήλωσε [18] σε άλλη συνέντευξη ότι η δέσμευση του Πατριαρχείου να πραγματοποιήσει πολυπληθείς λειτουργίες ισοδυναμούσε με σοβαρή απειλή για τη δημόσια υγεία. Αλλά δεν εμφανίστηκαν μόνο επιφανείς επικριτές της εκκλησίας να υποστηρίξουν τα λόγια του. Την ίδια μέρα, 13 κληρικοί υπέγραψαν ανοιχτή επιστολή, [19] με την οποία δήλωναν ότι αρνούνταν προσωρινά να συμμετάσχουν στη Θεία Λειτουργία:

ქრისტესთან ჭეშმარიტი ურთიერთობა, მასთან ზიარება მხოლოდ ტაძარში სიარულით არ გამოიხატება. ჩვენ სხვაგვარადაც შევიქნებით ქრისტეს ჭეშმარიტი ტაძარნი, როგორც მისი სხეულის ნაწილნი (ეფ. 5,30) და მის წმიდა სხეულს ჭეშმარიტად თანაზიარნი. ვინც დღეს ეპიდემიის გამო თავს იკავებს ღვთისმსახურებაზე შეკრებისაგან, არათუ ქრისტეს ღალატობს, პირიქით, ცდილობს მოცემულ ვითარებაში აღასრულოს სულიერი ლიტურგია მოყვასის მსახურებისა. მოშიშება ყოველთვის სიმხდალეს არ ნიშნავს, ხანდახან იგი დიდი საქმის საფუძველი ხდება.

Η αληθινή κοινωνία με τον Χριστό δεν είναι μόνο να πηγαίνεις στην εκκλησία. Μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν αληθινό ναό του Χριστού με άλλους τρόπους, ως μέτοχοι του αγίου Του σώματος. Όσοι σήμερα αποφεύγουν να συγκεντρωθούν εν προσευχή λόγω της επιδημίας δεν προδίδουν τον Χριστό. Αντιθέτως, προσπαθούν να τελέσουν την πνευματική λειτουργία έχοντας κατά νου τον πλησίον τους, δεδομένης της σημερινής κατάστασης. Ο φόβος δεν σημαίνει πάντα δειλία. Μερικές φορές, μπορεί να είναι η βάση για μεγάλες πράξεις.

Ωστόσο, ενόψει του Πάσχα και της Μεγάλης Παρασκευής, ο γεωργιανός ορθόδοξος κλήρος φάνηκε να επιλέγει ποιους περιορισμούς θα υπακούσει και ποιους όχι. Σύμφωνα με το λοκντάουν της Γεωργίας, η κυκλοφορία των οχημάτων απαγορευόταν από τις 12 το μεσημέρι. Ωστόσο, στις 17 Απριλίου το Πατριαρχείο δήλωσε [20] ότι η απαγόρευση δεν είχε συμφωνηθεί εκ των προτέρων με το Πατριαρχείο και ότι ο κλήρος, τα μέλη των εκκλησιαστικών χορωδιών και οι νεωκόροι θα ήταν ελεύθεροι να κυκλοφορούν με αυτοκίνητο για να παρακολουθήσουν τις λειτουργίες.

Έτσι, η πασχαλινή λειτουργία τελέστηκε με μικρότερο αριθμό πιστών από τα προηγούμενα χρόνια. Πολλοί από τους παρευρισκόμενους ήταν συγγενείς του κλήρου.

Εκατοντάδες ενορίτες σε όλη τη χώρα παρακολούθησαν τις λειτουργίες στις 18 Απριλίου, παρά τις εκκλήσεις των Αρχών να μείνουν σπίτια τους. Στον καθεδρικό ναό Σαμέμπα της Τιφλίδας, σύμφωνα με το Reuters [21], όλοι φορούσαν μάσκες και γενικά τηρούσαν κοινωνική απόσταση. Ο ιός είχε προκαλέσει φόβο σε πολλούς ανθρώπους, είπε ο Πατριάρχης Ηλίας Β’ στην πασχαλινή του ομιλία, ο οποίος είχε στρέψει το μυαλό τους στον Θεό. “Δεν πρέπει να φοβόμαστε τον πειρασμό, ο χριστιανός αντιμετωπίζει τα προβλήματα με ευγνωμοσύνη και βλέπει το χέρι του Θεού σε όλα…και ταυτόχρονα προσπαθεί να βρει τη σωστή λύση στην παρούσα κατάσταση”, συνέχισε ο επικεφαλής της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Γεωργίας.

Αν και υπήρξαν ορισμένες περιπτώσεις κληρικών, που βρέθηκαν θετικοί στον COVID-19, όπως ένας υπάλληλος σε μια εκκλησία στο [22]Τσκνέτι έξω από τη γεωργιανή πρωτεύουσα, είναι δύσκολο να πούμε εάν οι δημόσιες λειτουργίες ήταν τελικά υπεύθυνες. Η Τικαράτζε, η υπουργός Υγείας της Γεωργίας, δήλωσε στις 5 Μαΐου ότι οι Αρχές δεν έχουν ακόμη εντοπίσει κανένα “εκκλησιαστικό σύνολο” κρουσμάτων COVID-19.

Το αν οι πιστοί είχαν μολυνθεί ή όχι μπορεί να είναι εκτός θέματος. Για ορισμένους στη Γεωργία, η αντίδραση της εκκλησίας στους περιορισμούς του κράτους για τον COVID-19 αποκάλυψε πώς οι κληρικοί θεωρούν τη σχέση τους με το κράτος και αναρωτιούνται αν τα μαθήματα της πανδημίας μπορεί να προκαλέσουν κρίση πίστης στον ρόλο της Γεωργιανής Ορθόδοξης Εκκλησίας στην κοινωνία.