- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Ο COVID-19 στην Ευρώπη: Το τίμημα του να είσαι πλούσιος

Κατηγορίες: Δυτική Ευρώπη, Ανάπτυξη, Μέσα των πολιτών, Οικονομικά & επιχειρηματικότητα, Υγεία, COVID-19, Γέφυρα
[1]

Φωτογραφία: [2] Δημόσια χρήση, Pikist.

Του Ian Inkster

Στα περισσότερα από τα δυτικά ΜΜΕ, η εστίαση στην επίθεση του COVID-19 αφορούσε τις κυβερνητικές πολιτικές, τον χαρακτήρα, την αποτελεσματικότητα και την έκτασή τους, καθώς και το οικονομικό τους κόστος. Οι συζητήσεις σχετικά με την καραντίνα, τις μάσκες προσώπου, τις κοινωνικές αποστάσεις και τις τραγωδίες εντός των κέντρων φροντίδας και μεταξύ των μεταναστών εργαζομένων έχουν κυριαρχήσει στις συζητήσεις και έχουν εξαχθεί λίγα σταθερά, γενικά συμπεράσματα: μερικές κυβερνήσεις τα πάνε καλύτερα από κάποιες άλλες. Η Γερμανία φαίνεται να είναι “αστέρι” στην Ευρώπη. Τα έθνη της Ανατολικής Ασίας φαίνεται να αποκλίνουν από τις περισσότερες γενικεύσεις, και ούτω καθεξής.

Σε αυτό το κείμενο, θα κάνω μια σύντομη προσπάθεια να ξεδιπλώσω έναν υποκείμενο παράγοντα, που δημιουργεί μια παραβλεπόμενη τάση, που φαίνεται να προσφέρει πολύ καλύτερη εξήγηση από τις παρατηρούμενες διαφορές στις κυβερνητικές πολιτικές για τις διαφορετικές εμπειρίες των εθνών. Για τα ευρωπαϊκά έθνη, το επιχείρημά μας μετρά το τίμημα του πλούτου σε έναν κόσμο, που κυριαρχείται από το COVID-19.

Τα οκτώ πλουσιότερα έθνη της Ευρώπης, το καθένα με πληθυσμό άνω των 10 εκατομμυρίων, έχουν πλέον καταγράψει συνολικά πάνω από 1,4 εκατομμύρια κρούσματα COVID-19 από την ευρωπαϊκή έναρξη του ιού στη Γαλλία στις 24 Ιανουαρίου. Αυτό το σύνολο των 363 εκατομμυρίων ανθρώπων υπέφερε (μέχρι και 13 Ιουλίου) κατά μέσο όρο 4.442 κρούσματα ανά εκατομμύριο και 520 θανάτους ανά εκατομμύριο. Αυτό συγκρίνεται με τον παγκόσμιο μέσο όρο σήμερα των 1.682 περιστατικών ανά εκατομμύριο και 73 θανάτων ανά εκατομμύριο. Τα πλούσια έθνη [3] υποφέρουν πολύ χειρότερα από τον υπόλοιπο κόσμο. Για παράδειγμα, το τεράστιο ασιατικό τμήμα του κόσμου, που περιλαμβάνει 2,8 δισεκατομμύρια μόνο στην Ινδία και την Κίνα, έχει καταγράψει 3 εκατομμύρια κρούσματα COVID-19, σε σύγκριση με 2,6 εκατομμύρια κρούσματα σε έναν ευρωπαϊκό πληθυσμό περίπου 740 εκατομμυρίων.

Πρόκειται για μια τεράστια απόκλιση εμπειρίας στο παρόν στάδιο της πανδημίας και έρχεται σε αντίθεση με την κοινή λογική, που υποτίθεται ότι οι τεράστιοι πόροι πλούσιων εθνών θα επιβραδύνουν τις επιπτώσεις του COVID-19, ιδίως τα ποσοστά θνησιμότητάς του, σε σύγκριση με τα φτωχότερα έθνη του παγκόσμιου νότου. Οι πιθανές εξηγήσεις είναι πολύ ευρείες, αλλά καμία δεν έχει τη δραματική επίδραση των δημογραφικών επιπτώσεων των διαφόρων επιπέδων εισοδήματος. Το υπόλοιπο αυτής της στήλης το αποδεικνύει αυτό μέσω της χρήσης δεδομένων από τα οκτώ πλούσια έθνη μας.

Είναι πολύ γνωστό ότι ο COVID-19 έχει ένα πολύ ιδιαίτερο δημογραφικό χαρακτηριστικό. Ο ιός γενικά είναι αβλαβής για τους νέους, μολύνει τις ομάδες μεσαίας ηλικίας και μολύνει και συχνά σκοτώνει όσους είναι άνω των 65 ετών. Δεν γνωρίζουμε τις ακριβείς οριοθετήσεις ηλικίας, οι οποίες θα απαιτήσουν μελλοντική επιδημιολογική μελέτη εκ των υστέρων. Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι όσοι είναι έως και 20 ετών μπορεί γενικά να έχουν ανοσία στον ιό, αλλά επίσης κι όσοι είναι άνω των 60 μπορεί να είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι, αλλά όχι μόνο στη μόλυνση: έχουν μακράν τη μεγαλύτερη πιθανότητα να πεθάνουν από τον ιό άμεσα ή από επιπλοκές, που προκύπτουν από προϋπάρχουσα ανοσολογική ανεπάρκεια.

Ως πλούσια έθνη με υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα, τα οκτώ έθνη του δείγματος μας έχουν περάσει εδώ και πολύ καιρό μια δημογραφική μετάβαση, στην οποία ο αριθμός των νέων πέφτει ως ποσοστό του πληθυσμού, όπως και το ποσοστό των ηλικιωμένων αυξάνεται. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για αυτό ιστορικά, αλλά βασικός μεταξύ τους είναι η υποκατάσταση των υψηλών εισοδημάτων και της μεγαλύτερης κατανάλωσης για την απόκτηση παιδιών, που σε περιόδους φτώχειας θα είχαν εργαστεί για να κερδίσουν εισόδημα ή θα ενεργούσαν ως οικογενειακή ασφάλιση για φτωχές οικογένειες, των οποίων ο κύριος εισοδηματίας δε θα μπορούσε να εργαστεί. Και πάλι, τα υψηλότερα εισοδήματα, η καλύτερη διατροφή και τα φάρμακα σημαίνει ότι οι άνθρωποι ζουν πολύ περισσότερο από πριν. Εν ολίγοις, στον κόσμο μας σήμερα, τα πλούσια έθνη έχουν λίγα παιδιά και πολλούς γέρους, τα φτωχά έθνη έχουν πολλά παιδιά και λίγους γέρους.

Η έκταση αυτής της διαφοράς είναι εκπληκτική. Για τα οκτώ πλούσια ευρωπαϊκά έθνη μας, η αναλογία στους συνδυασμένους πληθυσμούς των ατόμων ηλικίας 0-14 ετών [4] είναι κατά μέσο όρο 16%, η αναλογία των 65 και άνω [5] είναι 19,9%. Μπορούμε να το συγκρίνουμε με δύο μεγάλες ομάδες χαμηλού εισοδήματος: 16 έθνη με μέση αγοραστική δύναμη κατά κεφαλήν εισόδημα 8.500 δολάρια, που ορίζεται από την Παγκόσμια Τράπεζα ως “χαμηλό προς μεσαίο εισόδημα”, και μια ομάδα 29 εθνών με μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα 2.500 δολάρια, που ορίζεται ως “χαμηλό εισόδημα”. Για την πρώτη ομάδα, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 0-14 ετών είναι 32,9%, το ποσοστό άνω των 65 ετών είναι 6,7%. Σήμερα καταγράφουν στατιστικά στοιχεία του COVID-19 από την έναρξη της νόσου μόνο 523 ανά εκατομμύριο, σε σύγκριση με τα 4.442 της Ευρώπης, και 28 θανάτους ανά εκατομμύριο σε σύγκριση με τους 520 της Ευρώπης. Σε σύγκριση με την πλούσια Ευρώπη, τα φτωχότερα έθνη έχουν μεγαλύτερο αριθμό νέων και μικρότερο αριθμό ηλικιωμένων και έχουν πολύ λιγότερες σοβαρές επιπτώσεις από τον COVID-19.

Για τις φτωχότερες ομάδες των 29 εθνών, το αποτέλεσμα των διαφορών ηλικίας είναι συγκλονιστικό. Με ένα πολύ μεγάλο ποσοστό νέων (43,8% του συνολικού πληθυσμού) και πολύ μικρότερο ποσοστό των ηλικιωμένων (3,1%), ο τωρινός αριθμός κρουσμάτων τους ανά εκατομμύριο ανέρχεται σε μόλις 165, οι θάνατοι τους ανά εκατομμύριο σε 3,78. Συνοπτικά, τα 1,2 δισεκατομμύρια άνθρωποι από τα 29 έθνη με χαμηλότερο εισόδημα στον κόσμο μας αντιμετωπίζουν τρέχοντα κίνδυνο μόλυνσης 165/4.442, δηλαδή περίπου το 4% αυτού των οκτώ ευρωπαϊκών εθνών μας. Όσον αφορά τη θνησιμότητα, με θανάτους ανά εκατομμύριο κατά μέσο όρο 520 μεταξύ των πλουσίων Ευρωπαίων μας και 3,78 μεταξύ των φτωχότερων 29 εθνών μας, ο κίνδυνος θανάτου για τους φτωχότερους βρίσκεται περίπου στο 1% του πλουσιότερου.

Ακόμα κι αν όλοι ανατολικά του Σουέζ “μαγειρεύουν” τα στατιστικά τους στοιχεία, ακόμα κι αν όλες οι κυβερνήσεις, που δεν είναι ευρωπαϊκές φιλελεύθερες δημοκρατίες είτε είναι εντελώς αναποτελεσματικές στη συλλογή δεδομένων είτε απαιτούν την απόλυτη υπακοή του πληθυσμού τους σε συμμόρφωση με ένα πακέτο ιδανικών πολιτικών, και ακόμη και αν η σημερινή κατάσταση των πραγμάτων αλλάξει, καθώς ο ιός μαίνεται πάνω από τη γη μας, φαίνεται ότι υπάρχει προς το παρόν ένα τίμημα του να είσαι πλούσιος σε έναν κόσμο COVID. Το τίμημα μεγαλώνει ειδικά με αυτόν τον ιό, επειδή τα υψηλότερα εισοδήματα σημαίνουν λιγότερα παιδιά και περισσότερους ηλικιωμένους και αυτή η ηλικιακή κατανομή μειώνεται κατάμουτρα ενώπιον συντριπτικών φυσικών δυνάμεων.

Μέσα σε μια ομάδα εισοδήματος όπως η πλούσια Ευρώπη ή η φτωχή Αφρική, η πολιτική μπορεί να κάνει κάποια πραγματική διαφορά. Έτσι, ΄έχουμε τις περιπτώσεις της Γερμανίας ή της Ανατολικής Ασίας, οι οποίες φαίνεται να ξεπερνούν την τάση. Και οι δύο έχουν υψηλά εισοδήματα και ηλικιακές κατανομές πλούσιων εθνών, και οι δύο έχουν καλύτερα αποτελέσματα COVID-19. Αλλά πρέπει επίσης να παραδεχτούμε ότι εκτός από την πολιτική, υπάρχουν επίσης αμετάβλητες διαφορές στα σύνορα, πυκνότητα πληθυσμού και επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης και βαθμοί συνδεσιμότητας μεταξύ των εθνών και αυτά μπορεί κάλλιστα να δημιουργήσουν κάποιες σημαντικές διακυμάνσεις εντός των εισοδηματικών ομάδων των εθνών.

Αλλά κανένα από αυτά δεν αλλάζει τη βασική υπόθεση ότι τα πλούσια ευρωπαϊκά έθνη έχουν την υψηλότερη συχνότητα και θνησιμότητα από τον COVID-19, ενώ έχουν τεράστιες κοινωνικές και φυσικές υποδομές. Με οποιονδήποτε τρόπο χρησιμοποίησαν ή καταχράστηκαν τέτοια πλεονεκτήματα στις πολιτικές τους, τα αποτελέσματα δεν μπορούν προς το παρόν να συγκριθούν με εκείνα του φτωχότερου μέρους του κόσμου. Φαίνεται σαφές ότι σε έναν κόσμο COVID-19, συμβαίνει μια παγκόσμια διαίρεση, που βασίζεται κυρίως σε δομές εισοδήματος και ηλικίας.

Ο καθηγητής Ian Inkster είναι παγκόσμιος ιστορικός και πολιτικός οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο SOAS του Λονδίνου. Έχει διδακτικό και ερευνητικό έργο σε πανεπιστήμια στη Βρετανία, στην Αυστραλία, στην Ταϊβάν και στην Ιαπωνία. Είναι συγγραφέας 13 βιβλίων για την ασιατική και παγκόσμια δυναμική, επικεντρώνοντας ιδιαίτερα στη βιομηχανική και τεχνολογική ανάπτυξη. Είναι επιμελητής της Ιστορίας της Τεχνολογίας από το 2000. Βιβλία που θα κυκλοφορήσουν: “Distraction Capitalism: The World Since 1971″ και “Invasive Technology and Indigenous Frontiers. Case Studies of Accelerated Change in History” μαζί με τον David Pretel. Ακολουθήστε τον στο Twitter: @inksterian [6].