Στις 30 Ιουλίου, το εφετείο της Γουιάνα εξέδωσε την απόφασή του για την προσφυγή, που άσκησε ο Misenga Jones, υποστηρικτής της κυβερνούσας συμμαχίας Σύμπραξη Εθνικής Ενότητας/Συμμαχία για την Αλλαγή (APNU+AFC), που προσέφυγε στο δικαστήριο, ώστε να απορριφθούν τα νούμερα της επαναληπτικής καταμέτρησης ψήφων.
Με ομώνυμη απόφαση που μεταδόθηκε ζωντανά, το εφετείο της χώρας αποφάσισε ότι η επαναληπτική καταμέτρηση θα χρησιμοποιηθεί για να καθορίσει το αποτέλεσμα των γενικών εκλογών, που έλαβαν χώρα πριν περίπου πέντε μήνες, στις 2 Μαρτίου 2020.
Ο Jones ισχυρίστηκε ότι τα αριθμητικά στοιχεία, που κατέθεσε ο Clairmont Mingo, υπεύθυνος εφορευτικής επιτροπής της Περιφέρειας 4, γύρω από την οποία μαίνεται η αντιπαράθεση, θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την προετοιμασία της έκθεσης του επικεφαλή των εκλογών.
Στη Γουιάνα, τα εκλογικά αποτελέσματα πρέπει να εγκρίνονται από Statements of Poll. Τα αρχικά αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν από τον Mingo διαβάστηκαν από λογιστικό φύλλο.
Οι τρεις προεδρεύοντες δικαστές αποφάσισαν επίσης ότι ο επικεφαλής των εκλογών Keith Lowenfield πρέπει να υποβάλει την επίσημη έκθεση, που βασίζεται στο αποτέλεσμα της τελικής καταμέτρησης.
Ο Lowenfield δήλωσε αρχικά ότι πίστευε πως ένας αριθμός των εκλογικών κάλπεων “νοθεύτηκε” [πρόκειται για ψήφους που δεν μπορούν να καταμετρηθούν ως έγκυρες], παρά την ξεκάθαρη νομοθεσία που υπάρχει για το αντίθετο. Επιβεβαίωσε ότι δεν θα τις συμπεριλάμβανε στην καταμέτρηση. Τώρα, φαίνεται ότι δεν έχει άλλη επιλογή.
Η δικαστική απόφαση συμβαδίζει με τον κανονισμό του δικαστηρίου της Καραϊβικής στον οποίο αναφέρεται:
Εάν και ωσότου το δικαστήριο δεν αποφασίσει αλλιώς, οι ψήφοι που καταμετρήθηκαν ήδη κατά την διαδικασία καταμέτρησης ως έγκυρες, είναι αδύνατο να θεωρηθούν άκυρες από οποιοδήποτε άτομο ή οποιαδήποτε αρχή.
Αυτοί οι δύο κανονισμοί έρχονται σε αντίθεση με τη θέση, που υποστηρίζει η κυβέρνηση, την οποία επανέλαβε με δήλωσή της στις 26 Ιουλίου, ότι “οι νοθευμένες ψήφοι πρέπει να αποκλείονται” από την καταμέτρηση. Η νομοθεσία της Γουιάνα επιτρέπει την αμφισβήτηση της εγκυρότητας των ψήφων μόνο μέσω ένστασης αφού τα συνολικά εκλογικά αποτελέσματα έχουν ανακοινωθεί και έχει οριστεί κυβέρνηση. Η αμφισβήτηση της νομιμότητας των ψήφων δε μπορεί να πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.
Στο δελτίο τύπου της συμμαχίας του APNU+AFC αναφέρθηκε επίσης:
Η APNU+AFC ξεκίνησε τη διαδικασία της ανακαταμέτρησης με την προσδοκία ότι οι ανησυχίες σχετικά με τους ισχυρισμούς του Mingo θα ερευνούνταν. Σε αντίθεση με το 1997 [όταν η Janet Jagan έδωσε τον προεδρικό όρκο υπό το Προοδευτικό Κόμμα του Λαού (PPP)], ο πρόεδρος Granger δεν ορκίστηκε κρυφά, αλλά πρότεινε επαναληπτική καταμέτρηση καθώς δεν έχουμε τίποτα να κρύψουμε. Το αποτέλεσμα της διαδικασίας ήταν ενδείξεις μαζικής απάτης και ‘νοθείας’ προς όφελος του PPP.
Οι δικηγόροι που εκπροσωπούν το αντίπαλο PPP ισχυρίζονταν μονίμως ότι οποιαδήποτε αμφισβήτηση της επαναληπτικής καταμέτρησης μπορεί να γίνει μέσω εκλογικής ένστασης, και ζήτησαν από το εφετείο να επιτρέψει στην Επιτροπή εκλογών της Γουιάνα (GECOM) να οριστικοποιήσει και να ανακοινώσει τα αποτελέσματα των εκλογών.
Τώρα που η δικαστική απόφαση έχει ανοίξει το δρόμο για να συμβεί αυτό, απομένει να δούμε αν οι APNU+AFC θα κάνουν πίσω οικειοθελώς.
Με το που ανακοινώθηκε η απόφαση, ο πρόεδρος David Granger είπε ότι θα δεχτεί την δήλωση της GECOM άνευ όρων, ακόμα κι αν περιλαμβάνονται ψήφοι τις οποίες το κόμμα του θεωρεί άκυρες.
Ωστόσο, σε βίντεο στο Facebook, που δημοσίευσε λίγο μετά την έκδοση της απόφασης, ο διαχειριστής της εκστρατείας της συμμαχίας APNU+AFC, Joseph Harmon, εκδήλωσε τη δυσαρέσκειά του με το “πώς έχει συσταθεί το εφετείο, και υπονόησε ότι η απόφαση “δεν ακούγεται δίκαιη”. Επίσης, επανέλαβε τη στάση του κόμματος ότι “νοθευμένες ψήφοι δε μπορούν να αποτελούν τη βάση της τελικής απόφασης”.
Οι δύο αντικρουόμενες απόψεις έχουν αυξήσει τις δημόσιες υποψίες για την ύπαρξη ενός διευρυνόμενου χάσματος μέσα στη συμμαχία, από το οποίο το κόμμα δεν φαίνεται έτοιμο να επιβιώσει.
Σε απάντηση των ισχυρισμών της APNU+AFC για τις νοθευμένες ψήφους, στην έκθεση της Ομάδας Παρατήτησης της Καραϊβικής Κοινότητας (CARICOM) συμπεραίνεται ότι οι παρατυπίες που αποκαλύφθηκαν δεν αποτελούν “επαρκή αιτιολογία ακύρωσης των ψήφων στην επαναληπτική καταμέτρηση και πριν […] ΔΕΝ αποτελούν επαρκή αιτιολογία αμφισβήτησης της ακεραιότητας της επαναληπτικής καταμέτρησης.”