Τι σημαίνει για την δημοκρατία στη χώρα η βιαστική μετάβαση του Κιργιστάν στην προεδρική διακυβέρνηση

Μεγάλη αφίσα του νυν Κιργίζιου Προέδρου Σαντίρ Τζαπάροφ στην Μπισκέκ, λίγες ημέρες πριν από το δημοψήφισμα και τις προεδρικές εκλογές της 10ης Ιανουαρίου. Το σύνθημα στα κιργιζικά και στα ρωσικά γράφει: “Υπηρετούμε το μέλλον!”. Φωτογραφία: Filip Noubel, χρησιμοποιείται με άδεια.

Τον Ιανουάριο του 2021, οι πολίτες του Κιργιστάν ψήφισαν μέσω δημοψηφίσματος για την αλλαγή του πολιτικού συστήματος, επιλέγοντας μια προεδρική μορφή διακυβέρνησης, που θα ενισχύσει τη δύναμη του νεοεκλεγέντος προέδρου του, Σαντίρ Τζαπάροφ.

Ενώ κάποιοι υποστηρίζουν ότι αυτή η κίνηση θα μπορούσε να φέρει σταθερότητα στην βαθιά διχασμένη κοινωνία, άλλοι επισημαίνουν ότι θα μπορούσε επίσης να σηματοδοτήσει το ξεκίνημα μιας απομάκρυνσης από το άνοιγμα, που έδωσε στη χώρα τη φήμη της πιο ελεύθερης κοινωνίας στην Κεντρική Ασία.

Το 2020 ήταν μια χρονιά ιδιαίτερα γεμάτη με γεγονότα για το Κιργιστάν: εν μέσω της παγκόσμιας πανδημίας COVID-19, η χώρα βίωσε αναταραχές, που οδήγησαν στην τρίτη της επανάσταση και την πτώση της κυβέρνησης του Σοορινμπάι Τζεενμπέκοφ τον Οκτώβριο του 2020. Μια νέα προσωρινή κυβέρνηση με επικεφαλής τον Σαντίρ Τζαπάροφ εγκαθιδρύθηκε αμέσως, πριν από τις τακτικές προεδρικές εκλογές στις 10 Ιανουαρίου 2021, όπου αναγνωρίστηκε ο Τζαπάροφ ως εκλεγμένος πρόεδρος.

Στις 10 Ιανουαρίου, οι Κιργίζιοι ψηφοφόροι κλήθηκαν επίσης να επιλέξουν μέσω δημοψηφίσματος εάν επιθυμούν μια προεδρική ή κοινοβουλευτική μορφή διακυβέρνησης ή τίποτα από τα παραπάνω. Η συμμετοχή των ψηφοφόρων ήταν χαμηλή, περίπου στο 30%, τόσο για το δημοψήφισμα όσο και για την προεδρική ψήφο, εκ των οποίων 1.133.485 ψηφοφόροι – ή 81,3 % – ψήφισαν υπέρ της προεδρικής μορφής διακυβέρνησης. Ένα άλλο δημοψήφισμα για την απόφαση σχετικά με συγκεκριμένες λεπτομέρειες αυτής της μεταρρύθμισης έχει προγραμματιστεί για την άνοιξη του 2021.

Από προεδρικό σε υβριδικό μοντέλο

Από το 1993, τη χρονιά που το Κιργιστάν υιοθέτησε το πρώτο του σύνταγμα ως κυρίαρχη χώρα μετά την αποχώρησή του από τη Σοβιετική Ένωση το 1991, ο Βασικός Νόμος του Κιργιστάν άλλαξε μέσω εννέα δημοψηφισμάτων. Κάθε φορά, η συζήτηση επικεντρωνόταν στην ισορροπία δυνάμεων μεταξύ του προέδρου, ο οποίος εκλέγεται άμεσα, και του Τζογκόρκου Κενιές, του Κιργιζιανού Ανώτατου Συμβουλίου.

Σχεδόν σε όλες τις αναθεωρήσεις του συντάγματος μέχρι το 2010, ο πρόεδρος κατείχε περισσότερη εξουσία από το κοινοβούλιο, ελέγχοντας τα δικαστήρια, την Εισαγγελία, τις υπηρεσίες ασφαλείας, τον Στρατό και τους αρχηγούς των κρατικών διοικήσεων, καθώς και τον τελευταίο λόγο σε θέματα εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής. 

Οι εξουσίες του Τζοκόρκου Κενιές περιλάμβαναν πάντα την υιοθέτηση νόμων, καθώς και την έγκριση του διορισμού των δικαστών από τον πρόεδρο, του γενικού εισαγγελέα και του προέδρου της Εθνικής Τράπεζας. Σε ολόκληρη την ιστορία του Κιργιστάν, δεν υπήρξε ποτέ περίπτωση το κοινοβούλιο να μην εγκρίνει διορισμούς που έγιναν από τον πρόεδρο. Ο κύριος λόγος για αυτό είναι ότι οι πολιτικές δυνάμεις, που υποστηρίζονται από τον πρόεδρο, κατάφερναν πάντα να επιβάλλουν τις αποφάσεις τους εντός του κοινοβουλίου. 

Το 2010, μετά τη δεύτερη επανάσταση και τις εθνοτικές συγκρούσεις στο νότο της χώρας, που οδήγησαν στην αποχώρηση του ισχυρού Προέδρου Κουρμανμπέκ Μπακίγιεφ, μια συνταγματική μεταρρύθμιση επεδίωξε να εξισορροπήσει εκ νέου την εξουσία μεταξύ του προέδρου και του κοινοβουλίου, με την ελπίδα να αποφευχθούν περισσότερα περιστατικά βίας, που σημάδεψε τη χώρα εκείνη τη χρονιά. 

Σύμφωνα με το σύστημα μετά το 2010, το κοινοβούλιο εγκρίνει και ελέγχει τις αποφάσεις, που λαμβάνονται από την κυβέρνηση: ο πρόεδρος διορίζει δικαστές, τον γενικό εισαγγελέα και τον επικεφαλής της Εθνικής Τράπεζας μόνο με την έγκριση του κοινοβουλίου. Εν τω μεταξύ, ο πρόεδρος εξακολουθεί να ελέγχει τους διορισμούς στις υπηρεσίες ασφαλείας, την υπηρεσία καταπολέμησης της διαφθοράς, τον στρατό και τους επικεφαλής των κρατικών διοικήσεων. 

Μια βιαστική και δυνητικά παράνομη διαδικασία για την επίσπευση του δημοψηφίσματος του Ιανουαρίου 2021 

Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ο τότε μεταβατικός πρωθυπουργός Σαντίρ Τζαπάροφ τον Οκτώβριο του 2020 ήταν να προτείνει μια ακόμη συνταγματική μεταρρύθμιση. Οι αλλαγές που πρότεινε περιελάμβαναν τη μείωση του αριθμού των βουλευτών από 120 σε 90, τη μετάβαση από αναλογικό σε πλειοψηφικό σύστημα και την ενίσχυση του ρόλου του προέδρου. Αυτές οι τροπολογίες κατοχυρώθηκαν στις 17 Νοεμβρίου 2020, όταν το Ανώτατο Συμβούλιο υπέβαλε ένα νέο σχέδιο συντάγματος, που διεύρυνε σημαντικά τις προεδρικές εξουσίες: ο πρόεδρος θα μπορούσε να διορίζει μόνος του την κυβέρνηση, τους δικαστές και τον Γενικό Εισαγγελέα και θα μπορούσε να εγκρίνει πράξεις που έχουν ισχύ νόμου. Αντίθετα, η μειωμένη βουλή θα είχε μόνο νομοθετική λειτουργία. Τέλος, ένα νέο σώμα 750 μελών ονόματι Κουρουλτάι, ή Συνέλευση του Λαού, θα καθιερωνόταν ως “όργανο διαλόγου μεταξύ του λαού και της κυβέρνησης”. Το Κουρουλτάι, του οποίου ο ακριβής ρόλος μένει να καθοριστεί, θα συναντώνται μία φορά το χρόνο και είναι ένα έργο, που καθοδηγείται σε μεγάλο βαθμό από τον ίδιο τον Τζαπάροφ.

Η ίδια η διαδικασία, με την οποία το κοινοβούλιο κατέθεσε βιαστικά το νέο σχέδιο συντάγματος, έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση από αρκετούς εμπειρογνώμονες, καθώς και δικηγόρους και φορείς της κοινωνίας των πολιτών, οι οποίοι επισημαίνουν ότι το κοινοβούλιο δεν έχει το δικαίωμα να προτείνει και να προτείνει δημόσια τροποποιήσεις του Συντάγματος κατά την περίοδο αναβολής του.

Σε κάθε περίπτωση, οι ψηφοφόροι κλήθηκαν να ψηφίσουν στις 10 Ιανουαρίου 2021 σε δημοψήφισμα σχετικά με τη μορφή διακυβέρνησης.  

Αντίκτυπος στο μέλλον του Κιργιστάν

Τώρα που πραγματοποιήθηκε το δημοψήφισμα, που θα ακολουθήσει ένα άλλο την άνοιξη για τον καθορισμό των λεπτομερειών του νέου προεδρικού συστήματος, σε συνδυασμό με νέες βουλευτικές εκλογές, ποιες θα μπορούσαν να  είναι οι συνέπειες για το Κιργιστάν, μια πολιτική ανωμαλία σε μια περιοχή όπου οι χώρες, όπως το Καζακστάν, το Ουζμπεκιστάν, το Τατζικιστάν, το Τουρκμενιστάν, η Κίνα, το Ιράν και η Ρωσία, είχαν παραδοσιακά ισχυρά, όλο και πιο αυταρχικά, προεδρικά συστήματα. 

Ενώ ορισμένοι ισχυρίζονται ότι ένας ισχυρός πρόεδρος είναι ο καλύτερος για μια τόσο νέα δημοκρατία και μπορεί να φέρει σταθερότητα, η πρόσφατη ιστορία του Κιργιστάν υποδηλώνει το αντίθετο. Η Erica Marat, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Εθνικής Άμυνας στην Ουάσιγκτον, σημειώνει σε μια σειρά αναρτήσεων στο Twitter ότι:

Αυτή η [έκκληση για ένα προεδρικό μοντέλο] είναι η αρχή μιας άλλης στιγμής γιο-γιο αυταρχισμού από πάνω προς τα κάτω, καταστολής της ελευθερίας του λόγου και εθνικισμού, καθώς και εδραίωσης από τα κάτω, πλέον από αστικούς ακτιβιστές και περιφερειακούς πολιτικούς. Δεν θα τελειώσει καλά, θα υπάρξουν περισσότερες διαμαρτυρίες, τόσο ειρηνικές όσο και βίαιες. Η περασμένη δεκαετία έδειξε ότι όσο ατελές, το κοινοβουλευτικό σύστημα επέτρεψε σε όλους τους μεγάλους πολιτικούς/επιχειρηματικά συμφέροντα να διευθετήσουν ανταγωνιστικά συμφέροντα στο κοινοβούλιο, όχι στους δρόμους….Όπως ο Τραμπ, έτσι και αυτός [ο Τζαπάροφ] υποστηρίζεται από οικονομικά μειονεκτούντες και διεφθαρμένες ελίτ. Όταν οι οικονομικές του πολιτικές αποτύχουν αναπόφευκτα (ο τύπος δεν γνωρίζει καν κλάδους της κυβέρνησης), θα πρέπει να καταφύγει σε ένα τοξικό μείγμα εθνικισμού και καταστολής. Μπορεί να χάσει μέρος της βάσης του και να εξοργίσει τους αντιπάλους του.

Σίγουρα τώρα ο Τζαπάροφ υφίσταται πίεση να αποδώσει γρήγορα και αποτελεσματικά πριν από το επόμενο δημοψήφισμα και τις βουλευτικές εκλογές, καθώς η χώρα αντιμετωπίζει τις συνέπειες της πανδημίας και την επιστροφή από τη Ρωσία πολλών εργατών μεταναστών, των οποίων τα εμβάσματα κράτησαν πολλές οικογένειες στη ζωή. Σύμφωνα με τον Emil Juraev, καθηγητή πολιτικών επιστημών στην Ακαδημία του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) στο Μπισκέκ, το τι θα συμβεί το 2021 ήταν σε μεγάλο βαθμό προκαθορισμένο από τα γεγονότα του τέλους του 2020:

Το έτος 2021 ξεκινά με πρόωρες προεδρικές εκλογές, ακολουθούμενες από τοπικές εκλογές, δημοψήφισμα για την υιοθέτηση νέου Συντάγματος και νέες βουλευτικές εκλογές σε μια απροσδιόριστη ακόμη σειρά και χρονικό πλαίσιο. Αυτή η σειρά ψηφοφοριών θα διεξαχθεί στο πλαίσιο μιας εξαιρετικά ανησυχητικής οικονομικής κατάστασης και της ελάχιστα προβλεπόμενης κατάστασης με τον COVID-19. Από τους πολίτες του Κιργιστάν θα απαιτηθεί μια σειρά από αντίθετες συμπεριφορές: δραστηριότητα στον πολιτικό τομέα, υπομονή και αυτοσυγκράτηση στον οικονομικό τομέα και προσοχή στον επιδημιολογικό τομέα. Το αν όλες αυτές οι διαδικασίες θα κυλήσουν ομαλά και θα οδηγήσουν στα απαραίτητα και δημιουργικά αποτελέσματα μέχρι το τέλος του έτους είναι ένα μεγάλο ερώτημα, που θα υφίσταται μετέωρο καθ’ όλη τη διάρκεια του 2021.

Τώρα που ο Τζαπάροφ βρίσκεται στη θέση του, οι επόμενοι μήνες πριν από την εαρινή εκλογική περίοδο θεωρούνται μια πραγματική δοκιμασία: πώς θα παρουσιάσουν ο Τζαπάροφ  και η ομάδα του τις λεπτομέρειες του νέου προεδρικού συστήματος; Θα καταφέρουν να πείσουν περισσότερο από το 30% του εκλογικού σώματος να ψηφίσει, σε αντίθεση με την προηγούμενη φορά; Και ποια θα είναι η νοοτροπία του 70%, που δεν ψήφισε την προηγούμενη φορά; 

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.