Όταν ένας ιδιοκτήτης επιχείρησης του Αλμάτι κατέστρεψε το κτίριο ενός παραδοσιακού ταϊλανδέζικου εστιατορίου για να χτίσει μια νέα εγκατάσταση, το περιστατικό δεν πέρασε απαρατήρητο από τους πολίτες του Καζακστάν.
Χτισμένο στις αρχές της δεκαετίας του 2000 με αμφισβητήσιμο γούστο, η πρόσοψη του εστιατορίου ήταν διακοσμημένη με το μωσαϊκό ενός φλογερού κόκκινου δράκου, που έγινε ορόσημο του κέντρου της πόλης του Αλμάτι. Γειτνίαζε με το εμβληματικό Ξενοδοχείο Καζακστάν, που αποτελούσε για 30 χρόνια το ψηλότερο κτίριο στην Κεντρική Ασία, και θεωρούνταν σύμβολο σταθερότητας σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο αστικό τοπίο.
Μόλις εξαπλώθηκε η είδηση ότι το κτίριο είχε ενοικιαστεί στον Ruslan Abishev, τον ιδιοκτήτη της αλυσίδας εστιατορίων La Barca, οι κάτοικοι της περιοχής υπέβαλαν ψήφισμα για να διασωθεί ο δράκος. Ακτιβιστές υπέρ της διαφύλαξης της δημόσιας τέχνης τάχθηκαν υπέρ του. Ο Abishev υποσχέθηκε αρχικά ότι ο δράκος θα έμενε.
Ωστόσο, στις 17 Απριλίου, οι κάτοικοι ξύπνησαν ένα ωραίο πρωί και είδαν φωτογραφίες του γκρεμισμένου μωσαϊκού. “Θέλαμε να αποσυναρμολογήσουμε τα πάνελ όσο το δυνατόν πιο προσεκτικά, αλλά, δυστυχώς, δεν πήγε τόσο ομαλά [όσο προγραμματιζόταν]”, δήλωσε ο Abishev στον τοπικό Τύπο.
Εκείνο το βράδυ, άγνωστοι ακτιβιστές ζωγράφισαν με σπρέι το σύνθημα “Cancel La Barca” [Ακυρώστε το La Barca] στο πλαστικό γύρω από τις σκαλωσιές του εργοταξίου.
Η Anara Forrester, κόρη του δημιουργού του μωσαϊκού, δημοσίευσε στο Facebook φωτογραφίες του κατεστραμμένου δράκου και έλαβε υποστήριξη. “Η 77χρονη μητέρα μού έστειλε φωτογραφίες από τον χώρο, όπου ο πατέρας μου είχε πάει να μιλήσει στους εργαζόμενους, που ήταν υπεύθυνοι για την κατεδάφιση”, είπε σε συνέντευξή της στο Global Voices. “Ένας φύλακας ασφαλείας εν τέλει απομάκρυνε τον πατέρα μου από τον χώρο”.
Η Forrester πρόσθεσε ότι η οικογένειά της έλαβε περίπλοκα μηνύματα από τη διεύθυνση του La Barca. “Αρχικά, ένας από τους μάνατζερ τηλεφώνησε στον πατέρα μου και τον διαβεβαίωσε ότι θα συνεργαστούν για να αφαιρέσουν το μωσαϊκό χωρίς να το καταστρέψουν”, είπε. “Αργότερα, όμως, ο τόνος του άλλαξε και είπε ότι δεν είχε χρόνο για τη διαδικασία και απέρριψε αλαζονικά την έκκληση του πατέρα μου, λέγοντας “είναι απλώς ένας δράκος””.
Σύμφωνα με την Forrester, ο πατέρας της προσέγγισε τους οικοδόμουςτην ημέρα της αφαίρεσης του έργου, σε μια προσπάθεια να οργανώσει κατάλληλη αποσυναρμολόγηση του μωσαϊκού. Ασυγκίνητοι από τα αιτήματα του καλλιτέχνη, οι εργαζόμενοι συνέχισαν το γκρέμισμά του.
Πρόσθεσε ότι η ασφάλεια στο εργοτάξιο ενισχύθηκε με έως και έξι φύλακες ήδη το ίδιο απόγευμα της ημέρας, που έκανε την δημοσίευσή της.
Το Global Voices ζήτησε κάποιο σχόλιο από την διοίκηση του La Barca, χωρίς απάντηση μέχρι στιγμής.
Ο καλλιτέχνης πίσω από το έργο
Ο δημιουργός του μωσαϊκού του δράκου, ο 84χρονος Vladimir Tverdokhlebov, είναι ένας από τους πιο παραγωγικούς καλλιτέχνες μνημείων και ψηφιδωτών του Αλμάτι. Γεννημένος στη Ρωσία, εστάλη στο Καζακστάν στα τέλη της δεκαετίας του '60 για να εργαστεί σε δημόσιες παραγγελίες, κυρίως στο Αλμάτι, που τότε ονομαζόταν Άλμα-Άτα.
Στη δεκαετία του '70 και του '80, έφτασε στο δημιουργικό του αποκορύφωμα, δημιουργώντας το “Oner Art Combine”, σε συνεργασία με άλλους δεξιοτέχνες διαφόρων τεχνών, που εμπλέκονται στη δημόσια τέχνη, λέει ο Dennis Keen, ιδρυτής του Monumental Almaty, εγχειρήματος αφιερωμένου στην καταγραφή και διάσωση της σοβιετικής δημόσιας τέχνης. Ο Keen μετέφρασε και υποτίτλισε το ντοκιμαντέρ “Μνημειακή Τέχνη του Καζακστάν”, διαθέσιμο στο YouTube.
“Το Oner Art Combine τους δούλευε σαν εργοστάσιο. Ο Tverdokhlebov συνδύαζε τα πιο επαγγελματικά συνεργεία, με ταλαντούχους σχεδιαστές και τεχνίτες”, δήλωσε ο Keen στο Global Voices.
Η μνημειακή τέχνη υπό απειλή στο Καζακστάν
Είτε πρόκειται για όργανο προπαγάνδας είτε για περιγραφή του σκοπού ενός κτιρίου είτε για μια ευχάριστη σύνθεση που στολίζει μια στάση λεωφορείου, η μνημειακή τέχνη ήταν ένα διαχρονικό χαρακτηριστικό των πόλεων της Σοβιετικής Ένωσης.
Ωστόσο, μετά την κατάρρευσή της το 1991 και εν μέσω μιας τρομερής οικονομικής κρίσης και του μειωμένου ενδιαφέροντος για τους δημόσιους χώρους, οι Αρχές του Καζακστάν έχουν παραμελήσει αυτές τις τοιχογραφίες και κτίρια. Τα τελευταία χρόνια, εξαφανίζονται σταδιακά όλοι οι παλιοί κινηματογράφοι, τα εμπορικά κέντρα και οι κατοικίες.
Το 2015, Ο Κινηματογράφος Alatau στο κέντρο του Αλμάτι κατεδαφίστηκε για να δημιουργήσει χώρο για το πρώτο κατάστημα McDonald's της Κεντρικής Ασίας. Τα γεμάτα νοσταλγία δημόσια σχόλια των ηλικιωμένων, που θρηνούσαν για την κατεδάφιση, αντιπαραβάλλονταν με τον ενθουσιασμό νεολαίας και οικογενειών, που παρατάσσονταν κατά μήκος της οδού Tole Bi στα εγκαίνια του καταστήματος φαστ φουντ.
Τον Δεκέμβριο του 2020, ένα μωσαϊκό 35 ετών στη νότια πόλη Σιμκέντ χαρακτηρίστηκε κατεδαφιστέο προκαλώντας οργή στα κοινωνικά μέσα. Μετά την κατεδάφισή του, αξιωματούχοι της πόλης εγκατέστησαν διαφημιστικές πινακίδες στη θέση του. Όταν ρωτήθηκαν από δημοσιογράφους και ακτιβιστές, αξιωματούχοι είπαν: “Το μωσαϊκό στην πρόσοψη αυτού του κτηρίου δεν θεωρείται ότι έχει ιστορική και πολιτιστική αξία”. Ο Uzakbay Koshkinbayev, ο δημιουργός του, είχε πεθάνει μήνες νωρίτερα. Κατά τραγική ειρωνεία, το μωσαϊκό του έγραφε: “Διασώστε τα πολιτιστικά μνημεία”.
Ο συνδυασμός μικτών συναισθημάτων νοσταλγίας και νεωτερισμού εμπνέει το “Ρίξτε το αμέσως!“, μια έρευνα για τα πιο εμβληματικά κτίρια και μνημεία των μεγάλων πόλεων του Καζακστάν. Συχνά συγκεντρώνει χιλιάδες ψήφους.
Σε συνέντευξή του στο ανεξάρτητο ειδησεογραφικό πρακτορείο Vlast.kz σχετικά με το μέλλον των δημόσιων εγκαταστάσεων τέχνης στο Καζακστάν, ο Abdumatalip Akhmetov, πρόεδρος της Ένωσης Καλλιτεχνών της πόλης Σιμκέντ, δήλωσε ότι “η τύχη αυτών των ψηφιδωτών εξαρτάται από τους ιδιοκτήτες της εκάστοτε περιοχής”, εφόσον δεν περιλαμβάνονται στον εγκεκριμένο από την κυβέρνηση κατάλογο “τόπων και αντικειμένων ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς”, που κατοχυρώνεται σε τακτικά ενημερωμένη νομοθεσία του 2019.
Στη συνέντευξή της στο Global Voices, η Forrester απηχούσε τα λόγια του Akhmetov.
Το γεγονός ότι ο κόσμος έσπευσε να υπερασπιστεί το μωσαϊκό έχει να κάνει με την καλλιτεχνική αξία του δράκου, αλλά νομίζω ότι ο θυμός κατευθύνεται κυρίως στην έλλειψη φροντίδας για το αστικό περιβάλλον, είτε πρόκειται για την ιδιωτική επιχείρηση, που κατεδαφίζει ένα μωσαϊκό, ή από την πλευρά της κυβέρνησης, που δεν έχει ακόμη ρυθμίσει την τύχη μιας τέτοιας δημόσιας τέχνης.
Ενώ τα ψηφιδωτά και οι προσόψεις εξαφανίζονται, η συζήτηση για τη διατήρηση του αστικού τοπίου θα συνεχιστεί στο Καζακστάν.
Σύμφωνα με την Forrester, θα ήταν ωφέλιμο να προωθηθεί αυτή η συζήτηση μέσω ενός ρυθμιστικού φορέα, που θα λαμβάνει υπόψη το ενδιαφέρον της κοινότητας. “Ο δράκος, όπως πολλά χαρακτηριστικά του αστικού περιβάλλοντος του Αλμάτι, θεωρήθηκε δεδομένος. Δεν ρυθμίστηκε ποτέ ούτε προστατεύθηκε από τις ιδιοτροπίες των ιδιοκτητών επιχειρήσεων ή των ιδιωτών, όπως θα γινόταν, για παράδειγμα, στη Δύση”.