- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Οι Τυνήσιοι μόνοι τους πολεμούν εναντίον του COVID-19

Κατηγορίες: Μέση Ανατολή & Βόρεια Αφρική, Τυνησία, Διακυβέρνηση, Μέσα των πολιτών, Πολιτική, Υγεία, COVID-19, Γέφυρα

Μια γυναίκα στον υπόγειο σιδηρόδρομο στην Τυνησία κατά την πανδημία COVID-19. Φωτογραφία: [1] Brahim Guedich, άδεια CC BY-SA 4.0 [2]

Από τον Απρίλιο, η Τυνησία αντιμετώπισε απότομη αύξηση του αριθμού των περιστατικών και των θανάτων COVID-19. Το Υπουργείο Υγείας χαρακτήρισε την κατάσταση της υγείας ως “πολύ επικίνδυνη” [3], με τα νοσοκομεία να έχουν σχεδόν πλήρη ικανότητα. Για να εξομαλυνθεί η καμπύλη, οι Αρχές – και πάλι – ανακοίνωσαν νέα μέτρα περιορισμού [4], που περιλαμβάνουν εθνική απαγόρευση κυκλοφορίας, κλείσιμο σχολείων, περιορισμούς μετακινήσεων. Αλλά λίγοι πιστεύουν ότι θα είναι αρκετά.

Σε αντίθεση με τις πλούσιες χώρες, δεν υπάρχουν προγράμματα αρωγής για την υποστήριξη εργαζομένων και επιχειρήσεων για να καταφέρουν να επιβιώσουν. Με την ανεργία να είναι ήδη υψηλή και το κόστος ζωής να ανεβαίνει στα ύψη [5], οι πιο ευάλωτοι μόλις έλαβαν ad-hoc μικρή κρατική βοήθεια και οι άνθρωποι έχουν απομείνει μονάχοι τους στην προσπάθεια να επιβιώσουν. Ως εκ τούτου, η προοπτική της προσβολής από τον ιό είναι λιγότερο ανησυχητική από την ανάγκη συνέχισης και διαβίωσης.

Αν και η Τυνησία επέβαλε αυστηρό λοκντάουν κατά την έναρξη της πανδημίας και για λίγο κράτησε τη διάδοση του ιού σε χαμηλά επίπεδα με υψηλό τίμημα για την οικονομία, υπάρχει τώρα ένα ευρύ αίσθημα αδυναμίας και κόπωσης. “Αν δεν βγω έξω να δουλέψω, ποιος θα μου δώσει χρήματα;”, ρώτησε ο Salah, Τυνήσιος οικοδόμος που, όπως και η πλειονότητα των εργαζομένων, βασίζεται στο καθημερινό μεροκάματο.

Ανίκανη να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του πληθυσμού και πνιγμένη στις πολιτικές διαφωνίες – η Τυνησία είχε εννέα κυβερνήσεις σε 10 χρόνια [6] από την επανάσταση [7] και μετά – υπάρχει αυταρέσκεια στην κορυφή. Οι Αρχές δεν επιβάλλουν μέτρα COVID-19: οι πολιτικές συγκεντρώσεις συνέχισαν [8] να συγκεντρώνουν μεγάλα πλήθη καταπατώντας πρωτόκολλα υγείας. Οι κοινωνικές αποστάσεις και η χρήση μάσκας αγνοούνται. Καφετέριες και αγορές είναι γεμάτες. Η ψηφιοποίηση έχει καθυστερήσει και πολλές εργασίες γραφείου και διοικητικές εργασίες εξακολουθούν να πραγματοποιούνται επιτόπου χρησιμοποιώντας έντυπα αντίγραφα.

Από την ανεξαρτησία το 1956, η Τυνησία έχει επενδύσει σε μεγάλο βαθμό στις υποδομές της. Το σύστημα δημόσιας υγείας αναπτύχθηκε ραγδαία για να παρέχει καθολική κάλυψη υγείας, κάτι που αποτελούσε την υπερηφάνεια των Τυνήσιων. Αλλά στη δεκαετία του '90 [9], η διαφθορά κι η απορρύθμιση υπέρ του ιδιωτικού τομέα οδήγησε σε πτωτική πορεία επιδείνωσης των υπηρεσιών δημόσιας υγείας. Η κατάσταση έχει επιδεινωθεί περισσότερο με την πάροδο του χρόνου.

Ο Wakkas Mejdi, ιατρικός ασκούμενος, είπε στο Πρακτορείο Anadolu [10] ότι “ο τομέας της υγείας βρίσκεται τώρα σε κρίση όχι μόνο λόγω της πανδημίας, αλλά και λόγω πολλών προβλημάτων υποδομής, που έχουν παραμείνει άλυτα τα τελευταία χρόνια”.

[11]

Ο Πρωθυπουργός της Τυνησίας Hichem Mechichi επισκέπτεται ένα νοσοκομείο στη Σους τον Δεκέμβριο του 2020. Φωτογραφία [12] από την επίσημη σελίδα στο Facebook της Προεδρίας της Κυβέρνησης της Τυνησίας. Δημόσια χρήση.

Το 2014 και το 2018, οι επαγγελματίες του ιατρικού τομέα ξεκίνησαν δύο γενικές απεργίες μετά από σκάνδαλα σε νοσοκομεία, που στοίχισαν τη ζωή 15 νεογέννητων μωρών [13] και ενός νεαρού γιατρού σε ατύχημα με ανελκυστήρα [14]. Ο πρωθυπουργός Χισέμ Μετσίτσι [15] δεσμεύθηκε στα τέλη Δεκεμβρίου 2020 τη δημιουργία ενός εθνικού φορέα για τη μεταρρύθμιση της δημόσιας υγείας. Είναι όμως ένα ζήτημα, που θα χρειαστεί πολύ χρόνο για να επιλυθεί.

Εν τω μεταξύ, οι Τυνήσιοι, που μπορούν να το αντέξουν οικονομικά, στρέφονται σε έναν κατά κύριο λόγο αρρύθμιστο και ανεξέλεγκτα αναπτυσσόμενο ιδιωτικό τομέα για θεραπείες.

Ιδιωτική υγειονομική περίθαλψη για όσους μπορούν να το αντέξουν οικονομικά

Το COVID-19 έχει επιδεινώσει τη δυσλειτουργία του συστήματος δημόσιας υγείας. Ξεκινά με την πρόσβαση σε ένα τεστ COVID-19. Ενώ ο διευθυντής του ΠΟΥ [16] συνέστησε τα τεστ στην έναρξη της πανδημίας, η Τυνησία δεν είχε ποτέ αρκετή ικανότητα διεξαγωγής τεστ.

Εάν, θεωρητικά, οι εξετάσεις PCR είναι δωρεάν σε δημόσια νοσοκομεία, στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν αρκετά διαθέσιμα τεστ. Τα περισσότερα άτομα δεν θα μπορούν να έχουν διάγνωση. Ο ιδιωτικός τομέας καλείται να καλύψει το κενό, αλλά με υψηλό τίμημα, απρόσιτο για τους περισσότερους Τυνήσιους. Στην αρχή της πανδημίας, ορισμένα εργαστήρια χρέωναν 400 δηνάρια (145 δολάρια) για ένα τεστ PCR, το οποίο είναι σχεδόν το αντίστοιχο του ελάχιστου μηνιαίου μισθού στην Τυνησία. Η κυβέρνηση παρενέβη και έβαλε όριο στα 209 δηνάρια (76 δολάρια) και στη συνέχεια το μείωσε περαιτέρω σε 170 δηνάρια (62 δολάρια). [17]

[18]

Ανακοίνωση στο Facebook [19] του Υπουργείου Υγείας της Τυνησίας με φωτογραφία του υπουργού Υγείας Δρ. Faouzi Mehdi [20] και ένα απόσπασμα: “Συμφωνήσαμε με τα εργαστήρια να μειώσουμε το κόστος των τεστ PCR”. Χωρίς πνευματικά δικαιώματα.

Σε αυτήν την τιμή, είναι μάλλον απίθανο να κάνει το τεστ αρκετός κόσμος. Κυρίως οι ταξιδιώτες κάνουν το τεστ, καθώς όλο και περισσότερες χώρες απαιτούν αρνητικά PCR για είσοδο στα εδάφη τους. Υπήρξαν πολλές ιστορίες σχετικά με εμπορία αποτελεσμάτων τεστ: άνθρωποι που αγοράζουν πλαστά πιστοποιητικά σε φτηνή τιμή στη μαύρη αγορά. Η κυβέρνηση έχει καταστείλει την κυκλοφορία, απαιτώντας πλέον από τα εργαστήρια να διαθέτουν κωδικό QR στα αποτελέσματα των τεστ.

Η έλλειψη τεστ στην Τυνησία έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις περισσότερες πλούσιες χώρες, όπου τα τεστ είναι δωρεάν και βρίσκονται στο επίκεντρο των στρατηγικών ανάκαμψης. Για παράδειγμα, το Ηνωμένο Βασίλειο [21] και η Γαλλία θα προσφέρουν δωρεάν rapid test COVID-19 κατά την άρση του λοκντάουν.

Απαγορευτική θεραπεία

Οι Τυνήσιοι είναι παγιδευμένοι ανάμεσα σε ένα σύστημα υγειονομικής περίθαλψης κακής ποιότητας χωρίς πόρους και έναν απαγορευτικό ιδιωτικό τομέα. Υπήρξε πίεση – όπως και σε περιόδους πολέμου – για την επίταξη ιδιωτικών κλινικών, εάν τα δημόσια νοσοκομεία έφταναν σε σημείο κορεσμού. Τον περασμένο Οκτώβριο, ο πρωθυπουργός Hichem Mechichi [22] ανακοίνωσε ότι “οι ασθενείς COVID-19, που δεν μπορούν να βρουν θέση σε νοσοκομείο, θα υποβάλλονται σε θεραπεία σε ιδιωτικές κλινικές με έξοδα της κυβέρνησης”. Δεν έχει όμως υλοποιηθεί ακόμα κάτι τέτοιο. Οι ασθενείς ακόμα και τώρα πρέπει να πληρώσουν αυτοί τον λογαριασμό. Σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα της Ένωσης [23]Φιλελευθέρων [23] Ειδικευμένων Ιατρών [23](UMSL), το κόστος νοσηλείας για COVID-19 σε ιδιωτικές κλινικές είναι περίπου 45 χιλιάδες δηνάρια (16.375 δολάρια) ανά ασθενή. Ορισμένες οικογένειες έπρεπε να πουλήσουν ακίνητη και κινητή περιουσία για να σώσουν τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Οι φτωχότεροι προσπαθούν να θεραπευθούν μόνοι τους στο σπίτι χρησιμοποιώντας αυτοθεραπεία και παραδοσιακή ιατρική. Κατά συνέπεια, πολλοί φτάνουν πολύ αργά σε νοσοκομεία, που είναι συχνά γεμάτα και ανθυγιεινά. Δεδομένου ότι ο COVID-19 επηρεάζει τη λειτουργία των πνευμόνων, η παροχή οξυγόνου είναι μια κρίσιμη θεραπεία [24] για πολλούς ασθενείς, αλλά, καθώς τα κρούσματα αυτής της νόσου αυξάνονται, πολλοί Τυνήσιοι ασθενείς στρέφονται σε μια μη ρυθμιζόμενη μαύρη αγορά για να αναπνεύσουν [25] και τα χρονολόγια των κοινωνικών μέσων έχουν μετατραπεί σε γραμμή βοήθειας για ιατρικές προμήθειες εκ μέρους των ασθενών.

Εμβόλια και έλλειψη εμπιστοσύνης στις Αρχές

Οι απαγορευτικές θεραπείες, οι ασθενείς εκτός συστήματος και ένας ιδιωτικός τομέας, που εργάζεται παράλληλα μόνος του, σημαίνουν ότι τα επίσημα στατιστικά στοιχεία είναι πιθανό να υποτιμούνται και να αποτελούν κλάσμα μόνο της πραγματικότητας. Με πληθώρα προσωπικών ανέκδοτων ιστοριών, αλλά με έλλειψη αξιόπιστων δεδομένων, η αντιμετώπιση του COVID-19 τυφλά χωρίς αυστηρές πληροφορίες θα περιπλέξει την ανταπόκριση του κοινού.

Η εκστρατεία εμβολιασμού ξεκίνησε με καθυστέρηση πάνω από μήνα στα τέλη Μαρτίου. Η Τυνησία έλαβε εμβόλια μέσω του προγράμματος COVAX του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, καθώς και από τη Ρωσία, τις ΗΠΑ και την Κίνα, και στοχεύει να εμβολιάσει [26] πάνω από το μισό του πληθυσμού μέχρι το τέλος του έτους. Μια ηλεκτρονική πλατφόρμα, το evax.tn, δημιουργήθηκε για να εγγραφούν οι χρήστες για εμβολιασμό. Ωστόσο, η γενική απαισιοδοξία και η δυσπιστία στις Αρχές έχουν επιβραδύνει τον εμβολιασμό.

Η επιτυχία στη χαρακτηριζόμενη [27] από την UNICEF ως “μία από τις μεγαλύτερες μαζικές επιχειρήσεις στην ανθρώπινη ιστορία” απαιτεί γενική τοπική κινητοποίηση και αλληλεγγύη με την τοπική κοινωνία των πολιτών, τον ιδιωτικό τομέα και τους θρησκευτικούς ηγέτες. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η κατανομή εμβολίων, ιατρικού εξοπλισμού και εργαλείων προστασίας, καθώς και η διανομή τεστ χαμηλού κόστους, πρέπει να αποτελούν προτεραιότητα για πλούσιες κυβερνήσεις. Επειδή τελικά, όλοι “σε ένα καζάνι βράζουμε” και μόνο ενώνοντας τις προσπάθειές μας μπορούμε να ξεπεράσουμε αυτήν την άνευ προηγουμένου κρίση.