
Στιγμιότυπο οθόνης από βίντεο στο sur YouTube σχετικά με διαδηλώσεις στη Χώρα των Βάσκων υπέρ της προστασίας της διδασκαλίας της εμβυθιστικής μάθησης.
Η Γαλλία για πολύ καιρό ασκούσε μια γλωσσική πολιτική επικεντρωμένη στην επιβολή των γαλλικών ως τη μόνη «γλώσσα της Δημοκρατίας» αγνοώντας τελείως είτε απαγορεύοντας τη χρήση περισσοτέρων από είκοσι άλλων γλωσσών, που ομιλούνται στην ευρωπαϊκή επικράτεια της. Τον 21ο αιώνα, η στάση αυτή άλλαξε χάρη στην αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για τις περιφερειακές κουλτούρες, καθώς και σε ορισμένα νομοθετικά μέτρα. Ένας νέος νόμος, που ψηφίστηκε τον Μάιο του 2021 και υποτίθεται ότι θα προστατεύει τις περιφερειακές γλώσσες, έχει επανεκκινήσει τη συζήτηση.
Ο νέος νόμος, με τίτλο Νόμος της 21ης Μαϊου 2021 περί της προστασίας της πολιτισμικής κληρονομιάς των περιφερειακών γλωσσών και της προώθησής τους (αποκαλείται, επίσης, Νόμος Molac από το όνομα του βουλευτή Paul Molac, ο οποίος πρότεινε αυτό το νομοσχέδιο), επιβεβαιώνει μια σειρά από προόδους στη χρήση των περιφερειακών γλωσσών. Το νομοθέτημα αναγνωρίζει, επίσης, τη σημασία αυτών των γλωσσών με γενικούς όρους αποδίδοντας τους από τη μία την ιδιότητα του «εθνικού θησαυρού» και από την άλλη υποστηρίζοντας τη διδασκαλία των περιφερειακών γλωσσών, αναγκάζοντας τις δημοτικές Αρχές «να συμβάλλουν στα σχολικά δίδακτρα των ιδιωτικών σχολείων, που προσφέρουν δίγλωσση εκπαίδευση».
Ωστόσο, ο νόμος αποσιωπά διάφορες πτυχές και συνεχίζει να κάνει διακρίσεις σε βάρος των ομιλητών περιφερειακών γλωσσών σε δυο τομείς: την εμβυθιστική μάθηση και τη χρήση διακριτικών σημείων, συγκεκριμένα για τις περιφερειακές γλώσσες, στα έγγραφα ταυτότητας.
Στη Γαλλία, η διδασκαλία με στόχο την εμβυθιστική μάθηση σημαίνει την εμβύθιση των παιδιών από πολύ νεαρή ηλικία σε ένα πρόγραμμα σπουδών, στο οποίο όλα τα μαθήματα ή σχεδόν όλα διδάσκονται στη γλώσσα-στόχο. Έτσι, η ιστορία ή τα μαθηματικά διδάσκονται για παράδειγμα στη βρετονική ή τη βασκική γλώσσα. Αυτού του είδους η διδασκαλία αφορά 14.000 μαθητές και μαθήτριες, ποσοστό 0,1% των Γάλλων μαθητ(ρι)ών, ένας αριθμός σε σταθερή αύξηση.
Η Βρετάνη άνοιξε τον δρόμο το 1977 ιδρύοντας τα σχολεία Diwan, τα οποία προσφέρουν δίγλωσση εκπαίδευση σε περισσότερα από 50 σχολεία. Το ίδιο έγινε και για τα οξιτανικά (σχολεία Calandreta), καθώς επίσης και για άλλες γλώσσες, όπως η αλσατική, η κορσικανική και η βασκική. Αυτά τα σχολεία αποκαλούνται συνεταιριστικά, χρηματοδοτούνται από το κράτος και από τις οικογένειες και παρέχουν ένα πρόγραμμα σπουδών, που εγκρίνεται από το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας με καθεστώς «ιδιωτικής εκπαίδευσης με σύμβαση», όπως ισχύει ομοίως για την πλειοψηφία, για παράδειγμα, των ιδιωτικών καθολικών σχολείων.
Στην τελική διατύπωση του Νόμου της 21ης Μαΐου, το Συνταγματικό Συμβούλιο αναφέρθηκε στο άρθρο 2 του γαλλικού Συντάγματος, το οποίο ορίζει ότι «η γλώσσα της Δημοκρατίας είναι η γαλλική», προκειμένου να δικαιολογήσει την απαγόρευση της εμβυθιστικής διδασκαλίας των περιφερειακών γλωσσών.
Ένα έθνος-κράτος που επιβάλλει μια ενιαία γλώσσα
Για το γαλλικό κράτος, ο συγκεντρωτισμός αποτελεί δομικό στοιχείο της ταυτότητάς του και αυτό περιλαμβάνει και το ρόλο της γαλλικής γλώσσας.
Τα γαλλικά είναι μια ρομανική γλώσσα, η οποία προέρχεται από τα λατινικά, τα οποία κατα τον Μεσαίωνα διαχωρίστηκαν στις γλώσσες όιλ και οκ (οξιτανικά) στον νότο και στον βορρά της σημερινής γαλλικής επικράτειας.
Το 1539, ένα πρώτο έγγραφο επιβάλλει τη χρήση των γαλλικών, τα οποία αντικαθιστούν τα λατινικά ως επίσημη γλώσσα σε όλα τα δημόσια έγγραφα. Πρόκειται για το Διάταγμα Βιλέ-Κοτερέ του Βασιλιά Φραγκίσκου Α’. Αρχικά, τα γαλλικά παρέμειναν μειονοτική γλώσσα, που συνυπήρχε με άλλες γλώσσες, αλλά σταδιακά καθιερώθηκαν ως η κυρίαρχη και αποκλειστική γλώσσα σε όλους τους τομείς: διακυβέρνηση, νομολογία, εκπαίδευση, εμπόριο, θρησκεία, λογοτεχνία και ΜΜΕ.
Τον 19ο αιώνα, το εκπαιδευτικό σύστημα ενίσχυσε αυτή την απόρριψη γλωσσών εκτός από τα γαλλικά, ιδιαίτερα υπό την αιγίδα του τότε Υπουργού Παιδείας, Ζυλ Φερρί, ο οποίος απαγόρευσε τη χρήση περιφερειακών γλωσσών στα σχολεία επί ποινή τιμωρίας. Αυτή είναι η περίφημη φράση που διατυπώνεται στα δημόσια σχολεία της χώρας: «Απαγορεύεται να φτύνεις και να μιλάς βρετονικά (ή βασκικά, οξιτανικά ή οποιαδήποτε άλλη περιφερειακή γλώσσα)».
Η γλωσσική ποικιλομορφία σε απότομη μείωση
Σήμερα, ένας κρατικός θεσμός είναι υπεύθυνος για τις γλώσσες που ομιλούνται στη Γαλλία, η Γενική Αντιπροσωπεία για τη Γαλλική Γλώσσα και τις Γλώσσες της Γαλλίας. Χωρίζει τις γλώσσες σε τρεις κατηγορίες εκτός από τα γαλλικά: περιφερειακές γλώσσες που ομιλούνται στη μητροπολιτική Γαλλία, μη εδαφικές γλώσσες όπως τα γίντις, τα ρομανί ή η νοηματική γλώσσα, και υπερπόντιες γλώσσες, από τις οποίες υπάρχουν περισσότερες από 50 και στις οποίες περιλαμβάνονται τα κανάκ, τα ταϊτιανά και τα κρεολικά.
Οι 23 επίσημα αναγνωρισμένες περιφερειακές γλώσσες αντιπροσωπεύουν μια μεγάλη γλωσσική ποικιλομορφία, συμπεριλαμβανομένων των ρομανικών γλωσσών (καταλανική, κορσικανική, οξιτανική, γαλλο-προβηγκιανή), γερμανικών γλωσσών (φλαμανδική, αλσατική), κελτικών γλωσσών (βρετονική) και μη ινδοευρωπαϊκών γλωσσών όπως η βασκική.
Ενώ όμως αυτές οι γλώσσες ήταν οι κύριες μητρικές γλώσσες εκατομμυρίων Γάλλων μέχρι τον 19ο αιώνα, σήμερα ο αριθμός των ομιλητ(ρι)ών αυτών των γλωσσών εκτιμάται σε 2 εκατομμύρια ή λίγο κάτω από το 3% του πληθυσμού της μητροπολιτικής Γαλλίας. Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο το Κράτος θα πρέπει να λάβει μέτρα για να επιβραδύνει αυτή την παρακμή και να ενθαρρύνει μια γλωσσική ανανέωση σχεδιασμένη με γνώμονα την ποικιλομορφία.
Μια πολιτική που αντιτίθεται συστηματικά στην αναγνώριση της πολυφωνίας και στην υπεράσπιση της γαλλικής γλώσσας
Ωστόσο, το γαλλικό κράτος διατηρεί μια διφορούμενη θέση σχετικά με τις περιφερειακές γλώσσες διστάζοντας μεταξύ της γλωσσικής ποικιλομορφίας και της σχολαστικής προστασίας της γαλλικής. Το 1992, ήταν πρόθυμο να τροποποιήσει το σύνταγμα της Πέμπτης Δημοκρατίας για να ορίσει για πρώτη φορά την επίσημη θέση της γαλλικής γλώσσας, η οποία αναφέρεται σε αυτό το περίφημο Άρθρο 2, προκειμένου να υπερασπιστεί τη γαλλική γλώσσα, η οποία φαινόταν να κινδυνεύει ενόψει της αύξησης των αγγλικών.
Επιπλέον, η Γαλλία αρνείται να επικυρώσει τα 39 άρθρα του Ευρωπαϊκού Χάρτη για τις Περιφερειακές ή Μειονοτικές Γλώσσες, τον οποίο έχει υπογράψει, επικαλούμενη και πάλι μια αντίφαση με το ίδιο άρθρο του Συντάγματός της. Αυτή η συνθήκη του Συμβουλίου της Ευρώπης του 1992 στοχεύει στη διασφάλιση της γλωσσικής ποικιλομορφίας στην Ευρώπη και περιλαμβάνει «την ανάγκη για αποφασιστική δράση για την προώθηση των περιφερειακών ή μειονοτικών γλωσσών, με σκοπό την προστασία τους· τη διευκόλυνση ή/και την ενθάρρυνση της προφορικής και γραπτής χρήσης των περιφερειακών ή μειονοτικών γλωσσών στη δημόσια και ιδιωτική ζωή· την παροχή επαρκών μορφών και μέσων διδασκαλίας και μελέτης των περιφερειακών ή μειονοτικών γλωσσών σε όλα τα κατάλληλα στάδια».
Αλλαγές πραγματοποιήθηκαν το 2008 κατά τη διάρκεια μιας συνταγματικής αναθεώρησης, που ανέφερε αυτές τις γλώσσες στο άρθρο 75-1 του Συντάγματος: «Οι περιφερειακές γλώσσες αποτελούν μέρος της κληρονομιάς της Γαλλίας». Από αυτή την άποψη, ο μόνος τομέας όπου μπορούμε να παρατηρήσουμε μια σχετική δέσμευση από το Κράτος είναι η οικονομική υποστήριξη, που παρέχεται σε ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά προγράμματα, τα οποία αποτελούνται από ιδιωτικές πρωτοβουλίες, κυρίως για αλσατικά, βασκικά, βρετονικά, κορσικανικά και οξιτανικά.
Διαδηλώσεις και οπισθοχώρηση από το Συνταγματικό Συμβούλιο
Μετά την ψήφιση του νόμου της 21ης Μαΐου, πραγματοποιήθηκαν πολυάριθμες διαδηλώσεις σε όλη τη Γαλλία, κυρίως τον Μάιο, για να καταγγελθεί η λογοκρισία της καθηλωτικής διδασκαλίας, η οποία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην κρατική οικονομική υποστήριξη. Ξεκίνησαν αιτήματα υπενθυμίζοντας ότι το Άρθρο 2 του Συντάγματος αναπτύχθηκε και παρουσιάστηκε ως υπεράσπιση της γαλλικής γλώσσας έναντι της αγγλικής. Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλά δίγλωσσα γαλλοαγγλικά σχολεία εφαρμόζουν την εμβυθιστική διδασκαλία στη Γαλλία και δεν φαίνεται να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής αυτού του νόμου.
Οι ακτιβιστές και ακτιβίστριες επισημαίνουν επίσης ότι ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν είχε υπερασπιστεί τις περιφερειακές γλώσσες ήδη από τις 26 Μαΐου, αντιτιθέμενος σαφώς στην απόφαση του Συνταγματικού Συμβουλίου, το οποίο τελικά αντέδρασε στις 16 Ιουνίου διευκρινίζοντας ότι η εμβυθιστική διδασκαλία είναι αντισυνταγματική μόνο στη δημόσια εκπαίδευση, αλλά επιτρέπεται στον ιδιωτικό τομέα.
Οι ακτιβιστές στρέφουν τώρα την προσοχή τους στον ορισμό του όρου «συλλογικό σχολείο», ο οποίος μπορεί να ερμηνευτεί ως μέρος της δημόσιας υπηρεσίας. Το πολιτικο-νομοθετικό παιχνίδι πινγκ πονγκ θα συνεχιστεί επομένως. Μένει να δούμε αν οι μαθητές και μαθήτριες, που μιλούν αλσατικά, βασκικά, βρετονικά, κορσικανικά ή οξιτανικά, θα μπορέσουν να επιστρέψουν στα σχολεία τους στις 2 Σεπτεμβρίου.