Εξάγει η Κίνα το κράτος παρακολούθησής της στη Βενεζουέλα;

Εικόνα από: Giovana Fleck, χρήση με άδεια.

Η λήψη αυστηρών μέτρων του προέδρου της Βενεζουέλας, Νικολάς Μαδούρο, σχετικά με τη δημοκρατία στη Βενεζουέλα έχει χρησιμοποιήσει την τεχνολογία για να εφαρμόσει μηχανισμούς κοινωνικού ελέγχου και να αποτρέψει την ελευθερία έκφρασης στο διαδίκτυο. Οι κριτικοί έχουν τονίσει ότι η κυβέρνηση της Βενεζουέλας σκοπεύει να μιμηθεί το κράτος παρακολούθησης, που επικρατεί στην Κίνα, και ότι η Κίνα εξάγει πρόθυμα αυτό το μοντέλο στη Βενεζουέλα. 

Τον Ιούνιο αυτού του έτους, μία έκθεση του Ειδικού Εισηγητή των ΗΕ σχετικά με τα Δικαιώματα ειρηνικής συνάθροισης και της Ένωσης του Συμβουλίου Ανθωπίνων Δικαιωμάτων των ΗΕ σημείωσε ότι η κυβέρνηση της Βενεζουέλας έχει περιορίσει την πρόσβαση σε Twitter, Facebook, και Instagram στα πλαίσια διαμαρτυριών. Η έκθεση Ελευθερία στο διαδίκτυο, που δημοσιεύτηκε από τον οργανισμό Freedom House, θεωρεί τη Βενεζουέλα “μη ελεύθερη”.

Σχετικά με αυτό, η εμπλοκή της Κίνας στην ανάπτυξη μηχανισμών, που χρησιμοποιούνται για να υποβαθμίσουν τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Βενεζουέλα, αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον κατά τη συζήτηση περί της φύσης των αμφίπλευρων σχέσεων. Για χρόνια, ακτιβιστές και δημοσιογράφοι έχουν υπογραμμίσει ότι η κυβέρνηση βελτιώνεται, όσον αφορά στην εφαρμογή των ίδιων μηχανισμών, όπως στην Κίνα, και στον περιορισμό και ακόμη στον αποκλεισμό της πρόσβασης στο διαδίκτυο.

Όταν ο πρόεδρος Ούγκο Τσάβες ανέλαβε την εξουσία πάνω από 20 χρόνια πριν, η Βενεζουέλα έγινε ένας από τους πιο πιστούς συμμάχους της Κίνας στην περιοχή. Αυτές τις δύο δεκαετίες, οι χώρες μοιράζονται μία κοινή ρητορική αντί-ιμπεριαλισμού και αντίστασης στη φιλελεύθερη διεθνή εντολή των ΗΠΑ. Η Βενεζουέλα έγινε παραλήπτης σχεδών των μισών δανείων, που έδωσε η Κίνα στη Λατινική Αμερική.  

Στα κοινωνικά και ψηφιακά μέσα, υπάρχει μία διαρκής συζήτηση σχετικά με τους απώτερους σκοπούς της “γενικής στρατηγικής συνεργασίας”, που προωθούν και οι δύο κυβερνήσεις. Ορισμένοι παρατηρητές πιστεύουν ότι είναι καθαρά οικονομικοί και υπάρχουν μόνο, διότι η Κίνα αποκτάει άμεσο οικονομικό κέρδος. Για άλλους, η Βενεζουέλα είναι ένα πιόνι στον απώτερο σκοπό της Κίνας να συναγωνιστεί την ισχύ των ΗΠΑ, και, επομένως, η στήριξη της Κίνας στην κυβέρνηση του Μαδούρο είναι επίσης μία γεωπολιτική στρατηγική.

Η ακρίβεια της υποτιθέμενης εμπλοκής της Κίνας σε αυτές τις αντιδημοκρατικές πρακτικές στη Βενεζουέλα παραμένει ωστόσο ένα αίνιγμα. Υπάρχουν ελάχιστες επίσημες πληροφορίες σε αμφίπλευρες συμφωνίες μεταξύ των χωρών από το 2000 έως το 2020. Ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι και οργανισμοί κοινωνίας των πολιτών έχουν αναλάβει το έργο της συλλογής σημαντικών πλευρών και εμπλοκών αυτών των συμφωνιών, αλλά οι λεπτομέρειες παραμένουν μηδαμινές. 

Καθώς η καταπίεση και η λογοκρισία αυξάνονται στη Βενεζουέλα, οι δραστηριότητες μιας κινεζικής εταιρείας έχουν αποκτήσει ανερχόμενο ενδιαφέρον: η κρατική Εταιρεία Εθνικών Εισαγωγών & Εξαγωγών Ηλεκτρονικών της Κίνας (CEIEC), μία από τις κύριες εταιρείες υπεύθυνες για την παροχή της κυβέρνησης της Βενεζουέλας με ψηφιακά μέσα για την αποσιώπηση και δίωξη των κριτικών της.

Η CEIEC όμως δεν είναι μία συνηθισμένη τεχνολογική εταιρεία. Είναι ένας από τους μεγαλύτερους στρατιωτικούς εξωτερικούς συνεργάτες στην Κίνα και μία από τις ελάχιστες εταιρείες υπεράσπισης που είναι εξουσιοδοτημένη στην Κίνα να εξάγει στο εξωτερικό. 

Η CEIEC στη Βενεζουέλα: Παράδοση αδιαφανών επιχειρήσεων

Η CEIEC δεν ξεκίνησε τώρα να συνεργάζεται με την κυβέρνηση της Βενεζουέλας. Το 2005 και 2014, η Βενεζουέλα απέκτησε κέντρα ελέγχου και εντολών, που κατασκευάστηκαν από την εταιρεία ως μέρος μιας σειράς συμφωνιών σχετικά με τη συνεργασία υπεράσπισης.     

Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της, η CEIEC βοηθάει τους πελάτες της να ανταποκριθούν στις προκλήσεις μιας “ξένης απειλής, φυσικής καταστροφής, κοινωνικής κρίσης και οικονομικής ανάπτυξης” παρέχοντάς τους λογισμικό, εξοπλισμό και υποδομές για άμυνα, εθνική ασφάλεια και ψηφιακή ταυτότητα. Μέχρι το 2019, είχε 24 παραρτήματα στο εξωτερικό και μία παρουσία σε 160 “χώρες και περιοχές”.

Το 2013, η Βενεζουέλα πλήρωσε στην εταιρεία 1 δισεκατομμύριο δολάρια Αμερικής για την ανάπτυξη ενός συστήματος δημόσιας ασφάλειας, που περιλάμβανε την εγκατάσταση 30.000 καμερών ασφαλείας και εθνικά, τοπικά και δημοτικά κέντρα εντολών διασυνδεδεμένα από ανεξάρτητα συστήματα τηλεπικοινωνιών. Το έργο στόχευε στην υποστήριξη της πρωτοβουλίας της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση ενός από τα υψηλότερα ποσοστά εγκληματικότητας στον κόσμο. Δεν κατάφερε να επιτύχει τους στόχους του, μεταξύ άλλων διότι η συμφωνία δεν εφαρμόστηκε πλήρως.       

Το 2016, η CEIEC παρείχε στην κυβέρνηση της Βενεζουέλας ένα σύστημα παρακολούθησης για το σωφρονιστικό σύστημα, που στόχευε στην “εξασφάλιση ασφάλειας, τάξης, πειθαρχίας και ανθρώπινων δικαιωμάτων” στις φυλακές της Βενεζουέλας. 

Πιο πρόσφατες συμφωνίες στον τομέα των τηλεπικοινωνιών είναι ακόμα πιο δύσκολες στον εντοπισμό τους, επισημαίνοντας ότι ίσως είναι άκρως ευαίσθητες και για τις δύο χώρες.  

Τον Νοέμβριο του 2020, το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, μέσω του Γραφείου Ελέγχου Εξωτερικών Υποθέσεων (OFAC), επέβαλε κυρώσεις στη CEIEC, επειδή βοήθησε την κυβέρνηση του Μαδούρο να υπονομεύσει τη δημοκρατία, συμπεριλαμβανομένων “προσπαθειών για τον περιορισμό των διαδικτυακών υπηρεσιών και τη διεξαγωγή ψηφιακής παρακολούθησης και λειτουργιών ενάντια σε πολιτικούς αντιπάλους”. Σύμφωνα με το OFAC, η CEIEC παρείχε στη Βενεζουέλα την εμπορευματοποιημένη έκδοση του “Μεγάλου Τείχους Προστασίας” της Κίνας, ενός εθνικού συστήματος φιλτραρίσματος και μίας σειράς πρωτοκόλλων, που θεσπίστηκαν από το Πεκίνο, που αποτρέπουν την εισαγωγή πολιτικά ευαίσθητου περιεχομένου σε οικιακό δίκτυο.    

Οι κυρώσεις προκάλεσαν μία συζήτηση σχετικά με τη φύση των δραστηριοτήτων της CEIEC στη Βενεζουέλα και η έλλειψη επίσημων πληροφοριών έχει γίνει γόνιμο έδαφος για την εμφάνιση μίας ποικιλίας θεωριών. Δεν είναι η πρώτη φορά, που οι ΗΠΑ έχει εφαρμόσει υποχρεωτικά μέτρα στη CEIEC. Μεταξύ του 2006 και του 2008, το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ επέβαλε κυρώσεις στην εταιρεία για παραβάσεις της Συνθήκης μη διάδοσης του Ιράν, της Βόρειας Κορέας και της Συρίας ,που σκοπεύει να αποτρέψει τις τρεις χώρες από το να αποκτήσουν εξοπλισμό ή τεχνολογίες, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη όπλων μαζικής καταστροφής ή πυραύλων ή συστημάτων βαλλιστικών πυραύλων.

Το 2020, σε μία συνέντευξη σε μία δημοφιλή διαδικτυακή εκπομπή, ο William Peña, δημοσιογράφος με έδρα στο Καράκας, που ειδικεύεται στις τηλεπικοινωνίες και στις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών, δήλωσε ότι η CEIEC εξάγει και διαχειρίζεται λογισμικό, που συλλέγει πολλά δεδομένα των κατοίκων της Βενεζουέλας, το οποίο βοηθάει την κυβέρνηση να ασκεί κοινωνικό έλεγχο μέσω προσεγγίσεων, όπως η πρόσβαση στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και πολύ αναγκαίες κρατικές επιχορηγήσεις. Δύο χρόνια νωρίτερα, μία άλλη κινεζική εταιρεία, η ZTE Corporation, υποβλήθηκε σε δημόσιο έλεγχο για τον σημαντικό της ρόλο στη βοήθεια της κυβέρνησης για την ανάπτυξη αυτού του συστήματος.

Σύμφωνα με τον Peña, η CEIEC παρείχε επίσης τεχνική βοήθεια στην κυβέρνηση της Βενεζουέλας για τη διεξαγωγή κατασκοπίας έναντι δημοσιογράφων και αντίπαλων ηγετών, τη μείωση των ταχυτήτων του διαδικτύου και τον αποκλεισμό ψηφιακών μεταδόσεων.  

Η δημοσιογράφος Ibéyise Pacheco, προσδίδει στη CEIEC έναν ακόμη πιο σκοτεινό ρόλο. Σε ένα άρθρο γνώμης τον Απρίλιο του 2021, έγραψε στην Diario Las Americas ότι η κινεζική εταιρεία έχει πάρει τον έλεγχο της εταιρείας τηλεπικοινωνιών, που άνηκε στο κράτος της Βενεζουέλας, της CANTV (Compañía Anónima Nacional de Teléfonos de Venezuela) – τον κύριο πάροχο διαδικτύου στη Βενεζουέλα – και από την έδρα της στο Καράκας σαμποτάρει και προσπαθεί να δυεισδύσει στο στρατιωτικό λογισμικό, που χρησιμοποιείται από χώρες εχθρικές προς την κυβέρνηση της Βενεζουέλας. 

Από την πλευρά της, χωρίς να παρέχει πληροφορίες για τις δραστηριότητες της CEIEC στη Βενεζουέλα, η κυβέρνηση της Βενεζουέλας καταδίκασε τις κυρώσεις, λέγοντας πως οι ΗΠΑ επιτέθηκαν σε μία διεθνή εταιρεία, η οποία “προσέφερε υπηρεσίες” στη Βενεζουέλα. Άλλες κυβερνητικές Αρχές και ΜΜΕ υπέρ της κυβέρνησης υπονόησαν ότι οι κυρώσεις θα επηρέαζαν την πρόσβαση στο διαδίκτυο στη χώρα, το οποίο είναι ήδη από τα πιο αργά στον κόσμο. Σύμφωνα με αυτήν τη ρητορική, οι κυρώσεις είναι μία προσπάθεια σαμποτάζ μιας εταιρείας, που σκοπεύει να βελτιώσει την πρόσβαση στο διαδίκτυο για τους κατοίκους της Βενεζουέλας.

Ανεξάρτητοι ειδικοί έχουν καταρρίψει αυτόν τον ισχυρισμό, τονίζοντας ότι η CEIEC δεν προσφέρει εξοπλισμό τηλεπικοινωνιών απευθείας στο κοινό στη Βενεζουέλα και τα έργα της δεν σχετίζονται με υποδομές διαδικτύου.       

Οι περισσότερες αναφορές στη CEIEC και τη Βενεζουέλα στα ΜΜΕ της Κίνας σχετίζονται με τις κυρώσεις των ΗΠΑ και την αντίδραση της κινεζικής κυβέρνησης, η οποία άσκησε έντονη κριτική στα μέτρα ως παρέμβαση σε εγχώριες υποθέσεις και παράλογο εξαναγκασμό στις επιχειρήσεις της Βενεζουέλας και της Κίνας.   

Η αυξανόμενη επιρροή της Κίνας στις τηλεπικοινωνίες

Σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύτηκε από παράρτημα της Διεθνούς Διαφάνειας της Βενεζουέλας σχετικά με τις αμφίπλευρες συμφωνίες Κίνας-Βενεζουέλας τις τελευταίες δύο δεκαετίες, οι τηλεπικοινωνίες είναι ο δεύτερος τομέας με το μεγαλύτερο ποσοστό συμφωνιών, συνολικά 51, μετά από την παραγωγή υδρογονάνθρακα στη Βενεζουέλα. Η εκτόξευση τριών και πιθανώς τεσσάρων δορυφόρων, και έργα για την εισαγωγή τεχνολογίας 5G στη Βενεζουέλα ξεχωρίζουν ανάμεσα στα έργα, που χρηματοδοτήθηκαν σε αυτό το πλαίσιο συνεργασίας.   

Λαμβάνοντας υπόψη την εξασθένιση της κρατικής εταιρείας τηλεπικοινωνιών της Βενεζουέλας CANTV λόγω διαφθοράς, κακοδιαχείρισης και έλλειψης επενδύσεων, δημοσιογράφοι και χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αναλογίζονται εάν η εταιρεία πέρασε ή πρόκειται να περάσει στην κατοχή Κινέζων επενδυτών για τη θεωρητική βελτίωση των παροχών πρόσβασης στο διαδίκτυο. Μεταξύ των εταιρειών που αναφέρθηκαν, βρίσκονται η Huawei και η CEIEC.

Με την έλλειψη διαφάνειας να περιβάλλει τη σχέση της Κίνας με τη Βενεζουέλα, είναι δύσκολο να επιβεβαιωθεί ο ακριβής ρόλος της Κίνας στις τηλεπικοινωνίες στη Βενεζουέλα και πώς αυτός επηρεάζει τα ψηφιακά δικαιώματα και την ελευθερία έκφρασης των κατοίκων της Βενεζουέλας.


Αυτό το κείμενο είναι μέρος έρευνας του Παρατηρητηρίου Μέσων των Πολιτών σχετικά με τις ανταγωνιστικές αφηγήσεις για την Πρωτοβουλία Mια Ζώνη Ένας Δρόμος της Κίνας και εξερευνά πώς οι κοινωνίες και οι κοινότητες έχουν διαφορετικές αντιλήψεις πιθανών προνομίων και ζημιών της ανάπτυξης υπό την ηγεσία της Κίνας. Για να μάθετε περισσότερα για αυτό το εγχείρημα και τις μεθόδους του, πατήστε εδώ.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.