- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Η βασκική αυτονομιστική ομάδα ETA παρέδωσε τα όπλα της πριν από 10 χρόνια. Έχει έρθει, όμως, συμφιλίωση;

Κατηγορίες: Ισπανία, Ανθρώπινα Δικαιώματα, Διακυβέρνηση, Ιστορία, Κινηματογράφος, Μέσα των πολιτών, Πόλεμος - Συγκρούσεις, Πολιτική

Στιγμιότυπο από βίντεο στο YouTube/BBC [1], που δείχνει υλικό με μέλη της ΕΤΑ να καταθέτουν τα όπλα τους τον Οκτώβριο του 2011.

Πριν από δέκα χρόνια, στις 20 Οκτωβρίου 2011, η βασκική ένοπλη ομάδα ETA (Euskadi Ta Askatasuna, “Χώρα και Ελευθερία των Βάσκων”) κήρυξε [2] τελικά “οριστική παύση της ένοπλης δραστηριότητάς της”. Αυτό περίμεναν από καιρό τόσο η βασκική όσο κι η ισπανική κοινωνία.

Η διάλυσή τους θα ερχόταν τελικά το 2018, αλλά η 20ή Οκτωβρίου σημειώνεται στο ημερολόγιο ως ημέρα απελευθέρωσης, ειδικά για όσους φοβούνταν για την ζωή τους. Η Χώρα των Βάσκων θα είχε επιτέλους την ευκαιρία να γίνει μια ελεύθερη και “κανονική” κοινωνία όπως κάθε άλλη.

Ο Jesús Eguiguren [3], μια από τις πιο επιφανείς φυσιογνωμίες της βασκικής πολιτικής των τελευταίων δεκαετιών, ήταν επίσης ανακουφισμένος. Μέρες μετά την πολυαναμενόμενη δήλωση της ETA, όταν ρωτήθηκε τι θα σήμαινε για εκείνον η κανονικότητα, είπε: “Για μένα, σημαίνει την ελευθερία να τρώω πίντσος [4] στην Παλιά Πόλη” του Ντονόστια-Σαν Σεμπαστιάν, της γενέτειράς μου. Επειδή απειλούνταν άμεσα από την ETA για την πολιτική αντίθεσή του στην ανεξαρτησία των Βάσκων, η παλιά πόλη ήταν απαγορευμένη περιοχή για τον Eguiguren, αλλά και για χιλιάδες άλλους.

Η ETA ιδρύθηκε το 1959, την εποχή του Φράνκο [5], με στόχο την αναζήτηση αυτοδιάθεσης και ανεξαρτησίας για τη Χώρα των Βάσκων. Από τα τέλη της δεκαετίας του '60, η ETA ήταν υπεύθυνη για περισσότερους από 850 θανάτους στη Χώρα των Βάσκων και σε άλλα μέρη της Ισπανίας. Αυτός ο αριθμός υποτιμά τη διάχυτη αίσθηση φόβου, που προκαούσε η ETA και οι υποστηρικτές της. Τα τελευταία 15 χρόνια της ύπαρξής τους, η ETA, μέσω εκβιασμών και απειλών, στόχευσε συγκεκριμένα πολιτικούς, ακαδημαϊκούς, αστυνομικούς, δημοσιογράφους και δημόσιους υπαλλήλους, που διαφωνούσαν με την ολοκληρωτική τους ατζέντα. Περίπου 3.300 άνδρες και γυναίκες αναγκάστηκαν να ζήσουν με αστυνομική συνοδεία [6].

Η Χώρα των Βάσκων είναι μια περιοχή με ισχυρή εθνική ταυτότητα, που χωρίζεται μεταξύ της βόρειας Ισπανίας και της νοτιοδυτικής Γαλλίας. Με λιγότερους από τρία εκατομμύρια κατοίκους, είναι δύσκολο να μην έχεις γνωρίσει κάποιον, που να πλήρωσε ακριβό τίμημα για το ποιος ήταν, μερικές φορές το υψηλότερο από όλα: τη ζωή του. Στην περίπτωσή μου, ήταν ένας συμμαθητής μου στο δημοτικό, του οποίου ο αστυνομικός πατέρας σκοτώθηκε από την ένοπλη ομάδα, μια δασκάλα στο ίδιο δημοτικό σχολείο, της οποίας ο δημοσιογράφος σύζυγος δολοφονήθηκε, ο πατέρας ενός συμπαίκτη, ο οποίος μετακόμισε απρόθυμα στη Μαδρίτη μετά από σοβαρές απειλές, ένας από τους καθηγητές μου στο πανεπιστήμιο και ο φίλος και πρώην εργοδότης μου, ο Ύπατος Αρμοστής του Βασκικού Κοινοβουλίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα μεταξύ 2004 και 2014, Iñigo Lamarca [7], το όνομα του οποίου εμφανίστηκε σε έναν από τους καταλόγους με τους στόχους της ETA.

Πολλά έχουν αλλάξει στη Χώρα των Βάσκων τα τελευταία 10 χρόνια. Η ζωή κανενός δεν κινδυνεύει ως αποτέλεσμα της πολιτικής τους και αυτό δεν είναι κι άσχημο κατόρθωμα. Τα εντεκάχρονα ανίψια μου αγνοούν ευτυχώς το περιβάλλον διακριτής βίας, που διαπερνούσε την κοινωνία μέχρι και πριν μια δεκαετία.

Η βασκική κοινωνία εξακολουθεί να επεξεργάζεται μια δημόσια μνήμη για εκείνη την εποχή. Τα θύματα της βίας της ETA έχουν λάβει αναγνώριση από δημόσιους φορείς, αλλά η κοινωνική αναγνώριση ήταν πολύ πιο αργή και πιο δειλή. Σε πόλεις και κοινότητες, όπου η ανεξαρτησία των Βάσκων ήταν η προτιμώμενη πολιτική επιλογή, οι ύποπτοι της ETA αντιμετωπίζονταν συχνά σαν ήρωες. Ταυτόχρονα, αξιόπιστα ρεπορτάζ για αστυνομικά βασανιστήρια απορρίπτονταν συστηματικά από την ισπανική κυβέρνηση, αμαυρώνοντας τη δημόσια εικόνα του κράτους και των θεσμών του. Παρά τις πολλαπλές εκθέσεις από ανεξάρτητους ερευνητές και διεθνείς φορείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η επίσημη γραμμή ήταν, και παραμένει σε μεγάλο βαθμό, ότι οι ισχυρισμοί κατά της αστυνομίας περί βασανιστηρίων ήταν απλώς ψέματα, που διαδίδονταν από τρομοκράτες-μέλη της ETA.

Οι ισπανικές δημόσιες Αρχές και μια σημαντική πλειοψηφία στην ισπανική κοινωνία έχουν πολύ δρόμο να διανύσουν, προκειμένου να αναγνωρίσουν ότι τα βασανιστήρια και η κακομεταχείριση ήταν ένα απεχθές μέρος της αντιτρομοκρατικής στρατηγικής στις δεκαετίες του '80, του '90 και του '00. Όπως εξηγώ στο νέο μου βιβλίο Ισπανία και η Αχίλλειος Πτέρνα της: Τα ισχυρά θεμέλια των αδυναμιών μιας χώρας [8], αυτές οι πρακτικές έπληξαν την αξιοπιστία της αστυνομίας ως πλήρως δημοκρατικού θεσμού και έκαναν τη ζωή ακόμη πιο δύσκολη για τους αξιωματικούς, που σέβονταν το κράτος δικαίου.

Στη δεκαετία του '00, η ​​ETA είχε ζοριστεί από την Αστυνομία, αλλά η μείωση της λαϊκής υποστήριξης ήταν ένας βασικός λόγος, για τον οποίο η ομάδα σταμάτησε οριστικά τη βία της το 2011. Τις προηγούμενες δεκαετίες, η ETA επωφελήθηκε από μεγάλες περιόδους σιωπής μεγάλων τμημάτων της βασκικής κοινωνίας, οι οποίοι πίστευαν ότι η διακριτικότητά τους θα τους κρατούσε μακριά από την προσοχή της ΕΤΑ και των πληροφοριοδοτών τους. Πρέπει να σημειωθούν σημαντικές εξαιρέσεις, συμπεριλαμβανομένης της υπόθεσης “Gesto Por la Paz [9]” (“Χειρονομία για την Ειρήνη”), οργάνωσης που συγκαλούσε σιωπηλές συγκεντρώσεις την επομένη από κάθε φόνο σε εβδομαδιαία βάση για 25 χρόνια, ξεκινώντας από το 1986. Μια σεμνή χειρονομία που, ωστόσο, απαιτούσε μεγάλη δόση γενναιότητας.

Με την πάροδο του χρόνου, η βασκική κοινωνία ενδυναμώθηκε για να ξεκαθαρίσει ότι η ETA δεν τους εκπροσωπούσε. Η κοινωνιολογική στατιστική έρευνα της Χώρας των Βάσκων δείχνει ότι λιγότερο από το 25% των ανθρώπων απέρριπταν εντελώς την ETA το 1981, αλλά το ποσοστό αυτό ανέβηκε στο 60% μέχρι το 2000 και παρέμεινε σε αυτό το επίπεδο για 10 ακόμη χρόνια, ενώ η ιδεολογική υποστήριξη προς την ETA ήταν ελάχιστη [10] στη δεκαετία του '00 (περίπου 1-3%).

Η Χώρα των Βάσκων έχει αλλάξει ουσιαστικά προς το καλύτερο μέσα σε ένα νέο πνεύμα ηρεμίας, ειρήνης και ελευθερίας. Θα χρειαστεί, ωστόσο, περισσότερος χρόνος για να ενισχυθούν οι γέφυρες και να προχωρήσουμε αποφασιστικά προς τη συμφιλίωση [11]. Αστυνομικοί, σωματοφύλακες, δημοσιογράφοι και πολιτικοί δολοφονήθηκαν άδικα και για πάρα πολύ καιρό η βασκική κοινωνία παρέμεινε πετρωμένη.

Στην αλλαγή της αντίληψης του κοινού στην Ισπανία, μια νέα ταινία μπορεί ενδεχομένως να κάνει τη διαφορά: η ταινία “Maixabel [12]” δραματοποιεί την αληθινή ιστορία της Maixabel Lasa, μιας γενναίας ακτιβίστριας για την ειρήνη, τη μνήμη και τη συμφιλίωση, της οποίας ο σύζυγος σκοτώθηκε από την ETA το 2000. Πριν από λίγα χρόνια, η Maixabel συναντήθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τον άνδρα, που σκότωσε τον άντρα της. Ο δολοφόνος είχε αποστασιοποιηθεί από την ETA σε μια δύσκολη διαδικασία εξιλέωσης.

Η μαρτυρία της Maixabel Lasa είναι μια από τις λίγες συνομιλίες της τελευταίας δεκαετίας μεταξύ των θυμάτων της ETA και μετανοημένων μελών της ETA. Οι περισσότερες από αυτές τις συναντήσεις πραγματοποιήθηκαν ιδιωτικά, αλλά ορισμένοι από τους συμμετέχοντες μιλούν για την εμπειρία τους στα σχολεία και εκφράζουν τα συναισθήματά τους σε άλλες δημόσιες εκδηλώσεις.

Άλλες εκδηλώσεις συγκέντρωσαν θύματα της ETA, θύματα της GAL [13] (κρατική τρομοκρατία της δεκαετίας του '80), καθώς και θύματα αστυνομικών βασανιστηρίων. Επίσης, πολιτικοί υπέρ της ανεξαρτησίας ζήτησαν συγγνώμη για τη ζημιά, που προκάλεσαν μέσω της επί δεκαετίες συνένοχης σιωπής τους.

Η επεξεργασία του παρελθόντος με πλουραλισμό, συμπερίληψη και σεβασμό θα πάρει χρόνο και η Χώρα των Βάσκων μόλις πρόσφατα απαλλάχθηκε από τον ζυγό της ETA. Η ιστορική μνήμη είναι μια ισχυρή υπενθύμιση ότι η ελευθερία δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη.

Όπως μου είπε κάποτε η μαμά μου μιλώντας για την ειρήνη και τη συμφιλίωση των Βάσκων, είναι συγκλονιστικό το πόσο γρήγορα συνηθίζει κανείς στην κανονικότητα, όταν οι άνθρωποι δεν σκοτώνονται για τις ιδέες τους.