- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Όλοι μιλούν για τις Συμφωνίες του Μινσκ, αλλά τι σημαίνουν για την Ουκρανία;

Κατηγορίες: Ανατολική - Κεντρική Ευρώπη, Ουκρανία, Ρωσία, Διεθνείς Σχέσεις, Μέσα των πολιτών, Πόλεμος - Συγκρούσεις, Πολιτική, Η Ρωσία εισβάλλει στην Ουκρανία
Ukraine's Minister of Foreign Affairs, Dmytro Kuleba, speaks at the Meeting of the President of Ukraine with heads of diplomatic missions of foreign states and international organizations, January 28, Kyiv, Ukraine. Image: Presidential Office of Ukraine, CC BY 4.0. [1]

Ο Υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας, Ντμίτρο Κουλέμπα, μιλά στη Συνάντηση του Προέδρου της Ουκρανίας με επικεφαλής διπλωματικών αποστολών ξένων κρατών και διεθνών οργανισμών, 28 Ιανουαρίου, Κίεβο, Ουκρανία. Εικόνα: Προεδρικό Γραφείο Ουκρανίας, CC BY 4.0 [2]

Αυτό το άρθρο [3] της Isobel Koshiw εμφανίστηκε στο OpenDemocracy στις 4 Φεβρουαρίου 2022. Αναδημοσιεύεται ως μέρος συνεργασίας κοινής χρήσης περιεχομένου και έχει υποστεί επεξεργασία, ώστε να ταιριάζει στο στυλ του Global Voices.

Οι ειρηνευτικές συμφωνίες Μινσκ 2 μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, που αποσκοπούσαν να σταματήσουν τις μάχες στην περιοχή Ντονμπάς της Ουκρανίας, υπογράφηκαν τον Φεβρουάριο του 2015, όταν η Ουκρανία βίωσε μερικές από τις βαρύτερες απώλειές της έναντι δυνάμεων, που ελέγχονται από τη Ρωσία. Εκατοντάδες Ουκρανοί στρατιώτες σκοτώθηκαν και πολλοί άλλοι τραυματίστηκαν, αφού περικυκλώθηκαν για ένα μήνα μέσα και γύρω από την ουκρανική πόλη Ντεμπάλτσεβε. Οι απώλειες ήρθαν αμέσως μετά από άλλη μια συντριπτική ήττα για την Ουκρανία στο αεροδρόμιο του Ντονέτσκ.

Ενώ το πρώτο τμήμα των Συμφωνιών του Μινσκ θεσπίζει εκεχειρία, ανταλλαγή αιχμαλώτων και στρατιωτική απόσυρση από τη γραμμή επαφής, το δεύτερο αφορά την αποκατάσταση του ελέγχου στα ανατολικά σύνορά της από την ουκρανική κυβέρνηση και τη διεξαγωγή τοπικών εκλογών στα κατεχόμενα, ακολουθούμενη από την επανένταξη του Ντονμπάς στην Ουκρανία μέσω ειδικού καθεστώτος αυτονομίας.

Επτά χρόνια μετά, οι δύο πλευρές θέλουν εκ διαμέτρου αντίθετα αποτελέσματα και έχουν δύο ερμηνείες των συμφωνιών. Ωστόσο, οι συνομιλίες, με τη συμμετοχή της Γαλλίας και της Γερμανίας, συνεχίζονται.

Οι Συμφωνίες του Μινσκ πέτυχαν μόνο μια μείωση της έντασης των μαχών και ακόμη και αυτή δεν είναι ποτέ μόνιμη και αλλάζει συνεχώς. Και οι πολιτικές διατάξεις, που έχουν σχεδιαστεί για να παρέχουν μια πραγματική λύση στη σύγκρουση, είναι υπέρ της Ρωσίας.

Οι εκπρόσωποι της Ουκρανίας, της Ρωσίας, της Γαλλίας και της Γερμανίας – το λεγόμενο Σχήμα της Νορμανδίας – πρόκειται να συναντηθούν στις 10 Φεβρουαρίου στο Βερολίνο σε μια προσπάθεια αποκλιμάκωσης της στρατιωτικής παρουσίας της Ρωσίας γύρω από την Ουκρανία. Μα δεν κατάφεραν μέχρι στιγμής να ξεκλειδώσουν το αδιέξοδο και αυτή την εβδομάδα, η Ρωσία προχώρησε με προγραμματισμένες στρατιωτικές ασκήσεις κατά μήκος των συνόρων της Ουκρανίας με τη Λευκορωσία, ανησυχώντας το Κίεβο και τη Δύση.

Περιπλοκή και μπέρδεμα

“Οι βασικές πολιτικές διατάξεις είναι ασυμβίβαστες, κατά τη γνώμη μου, με την ύπαρξη της Ουκρανίας ως κυρίαρχης χώρας”, δήλωσε ο Duncan Allan, συνεργάτης στο Chatham House, που ειδικεύεται [4] στις Συμφωνίες του Μινσκ.

Στην ανάλυσή του, το σχέδιο του Μινσκ για την πολιτική επανένταξη του Ντονμπάς συντάχθηκε βιαστικά και περιέχει αντιφατικά σημεία, γεγονός που οδήγησε τις δύο πλευρές να διαφωνούν για ερμηνείες, που τους συμφέρουν.

Πράγματι, άλλοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι, εάν το Κίεβο πιεστεί να εφαρμόσει τη ρωσική εκδοχή του Μινσκ, θα μπορούσε να υπάρξει σοβαρή αντίδραση από τους απλούς Ουκρανούς, που θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει τη χώρα εσωτερικά.

Ο Allan πιστεύει ότι οι συμφωνίες έχουν μια “πολύ περίπλοκη και μπερδεμένη διαδικασία αλληλουχίας”.

Βάσει των συμφωνιών, η Ουκρανία θέλει η Ρωσία και οι πληρεξούσιες δυνάμεις της να αποσυρθούν και να επιτρέψουν στην Ουκρανία να ανακτήσει τον έλεγχο των συνόρων πριν από τις προτεινόμενες τοπικές εκλογές σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα. Στη συνέχεια, αντί να παραχωρήσει στα εδάφη το ειδικό καθεστώς, το οποίο υποστήριξε η Ρωσία, το Κίεβο θα έδινε στα εδάφη κάποιες επιπλέον εξουσίες, αλλά ουσιαστικά θα τις ενσωματώσει στο υπάρχον πρόγραμμα αποκέντρωσης.

Η ερμηνεία της συμφωνίας από την Ουκρανία προβλέπει αλλαγές σε ορισμένα από τα πιο ακραία πολιτικά στοιχεία, αλλά με τον τρόπο αυτό, αναιρεί αυτό που η Ρωσία έχει δείξει ότι θέλει από το Μινσκ: την ικανότητα να συνεχίσει να ελέγχει τα εδάφη και μέσω αυτών να έχει λόγο στις εθνικές υποθέσεις της Ουκρανίας σε συνεχή βάση.

Εάν η Ουκρανία εκπλήρωνε την ερμηνεία των συμφωνιών από τη Ρωσία, θα έδινε στην κατεχόμενη περιοχή ειδικό καθεστώς. Στα μάτια της Ρωσίας, αυτό θα περιλαμβάνει τη δική της αστυνομική δύναμη, που περιγράφεται ως “λαϊκή πολιτοφυλακή”, το δικαίωμα επιλογής δικαστών και εισαγγελέων, υποστήριξη από το Κίεβο της διακρατικής συνεργασίας της περιοχής με τη Ρωσία, αμνηστία για όποιον εμπλέκεται στις μάχες στη ρωσική πλευρά και εκλογές. Όλα αυτά θα συνέβαιναν, πριν αποσυρθούν οι ρωσικές δυνάμεις και οι ρωσικές δυνάμεις.

Εκλογές: προπαγάνδα και πληρεξούσιοι

Η αρχή των εκλογών και η παροχή ειδικού καθεστώτος σε μια περιοχή, που έχει περάσει τη φρίκη του πολέμου και της κατοχής, φαίνεται λογικό μοντέλο.

Ωστόσο, ειδικοί, όπως ο κοινωνιολόγος Oleksandr Shulga από την Εθνική Ακαδημία Επιστημών της Ουκρανίας, λένε ότι οι Ουκρανοί φοβούνται ότι η πραγματικότητα θα διαφέρει από την αρχή και ότι η Ρωσία αντιστέκεται στο να ορίσει σωστά πώς θα λειτουργούσαν οι διαδικασίες στην πράξη.

Πρώτον, λέει ο Shulga, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι η Ρωσία ή οι δυνάμεις της στην ανατολική Ουκρανία επιτρέπουν στον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) να διοργανώσει ελεύθερες και δίκαιες εκλογές δυτικού τύπου στις περιοχές Ντονέτσκ και Λουχάνσκ. Ακόμη και αν το έκαναν, σύμφωνα με τον Shulga, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα οι υποψήφιοι να είναι μέλη των πρώην Αρχών, που έχουν σκοτώσει Ουκρανούς στρατιώτες. Η αμνηστία για αυτούς τους ανθρώπους θα ήταν εξαιρετικά αμφιλεγόμενη.

Σύμφωνα με τον Shulga, όσοι ζουν στα αυτονομιστικά εδάφη έχουν εκτεθεί σε ακραία αντιουκρανική προπαγάνδα, από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος πριν από οκτώ χρόνια, και αυτό προσθέτει άλλο ένα επίπεδο δυσκολίας σε κάθε εκλογές: “Πώς μπορούν να γίνουν εκλογές σε αυτές τις συνθήκες; Όλο το πλαίσιο αναφοράς για τον πόλεμο είναι τελείως διαφορετικό”. Η επίσημη γραμμή των Αρχών στα κατεχόμενα εδάφη ακολουθεί τη ρωσική κρατική προπαγάνδα, η οποία περιγράφει την Ουκρανία ως διαπράττουσα γενοκτονία [5] κατά της ανατολικής Ουκρανίας. [5]

Η ιδέα της Ρωσίας για παροχή ειδικού καθεστώτος για το Ντονμπάς θα μπορούσε να δει τη Ρωσία [6] να χρησιμοποιεί τους πληρεξουσίους της για να έχει λόγο στο κοινοβούλιο της Ουκρανίας για αόριστο μέλλον. Και η “λαϊκή πολιτοφυλακή”, που θεωρητικά θα ενσωματωνόταν στην ουκρανική αστυνομία, πολύ πιθανόν θα ήταν ντε φάκτο υποταγμένη στη Ρωσία. Ωστόσο, πιθανότατα το πιο δύσκολο για το ουκρανικό κοινό, σύμφωνα με τον Shulga, θα ήταν να βλέπει πρώην πολέμαρχους, πολλοί από τους οποίους είναι Ρώσοι πολίτες, στο κοινοβούλιο της Ουκρανίας ή ακόμη και ως μέλη της αστυνομίας της Ουκρανίας.

Φόβοι για εσωτερική αντίδραση

Πιστεύει ότι, εάν η ηγεσία της Ουκρανίας ενέδινε, θεωρώντας τη δύσκολη θέση της ως επιλογή ανάμεσα στη ρωσική εκδοχή του Μινσκ και περισσότερο θάνατο και καταστροφή, ίσως αντιμετώπιζε αντίδραση στο εσωτερικό.

“Παρατηρήστε ότι ο [ο Ουκρανός πρόεδρος] Ζελένσκι δεν συνδέει την κλιμάκωση στα σύνορα της Ουκρανίας με την εφαρμογή του Μινσκ, γιατί γνωρίζει ότι η εφαρμογή του Μινσκ θα μπορούσε να είναι πιο επικίνδυνη για τη σταθερότητα της Ουκρανίας από αυτό που συμβαίνει στα σύνορα”, είπε ο Shulga.

Το 2015, τέσσερις εθνοφύλακες σκοτώθηκαν [7] έξω από το κοινοβούλιο της Ουκρανίας, όταν μέλη ενός ακροδεξιού εθνικιστικού πολιτικού κόμματος πέταξαν μια χειροβομβίδα για να διαμαρτυρηθούν για έναν νόμο, που θα εισήγαγε στοιχεία του ειδικού καθεστώτος για τις κατεχόμενες περιοχές. Το πρώτο νομοσχέδιο ψηφίστηκε αρχικά, αλλά δεν προχώρησε και έκτοτε ακυρώθηκε.

Ο ακροδεξιός εμπειρογνώμονας Michael Colborne πιστεύει ότι, εάν η κυβέρνηση του Κιέβου προσπαθούσε να εφαρμόσει το Μινσκ, θα υπήρχε αντίδραση από μεγάλα τμήματα του ουκρανικού πληθυσμού.

“Με το Μινσκ, δεν θα ήταν καν η ακροδεξιά. Νομίζω ότι είναι κυρίως η εθνικιστική κοινωνία των πολιτών [στην Ουκρανία], που θα ήταν η κινητήρια δύναμη, αν και η ακροδεξιά σίγουρα θα προσπαθούσε να αυτοπροσδιοριστεί ως η πρωτοπορία τέτοιων προσπαθειών”, είπε.

Ο Colborne ορίζει την εθνικιστική κοινωνία των πολιτών ως όσους, συμπεριλαμβανομένων πολλών βετεράνων, έχουν μη εθνοτικά αποκλειστικές εθνικιστικές απόψεις, τις οποίες θεωρούν συμβατές με τη φιλελεύθερη δημοκρατική κυβέρνηση. Ο Colborne βλέπει κάποιους παραλληλισμούς με τα αντιιμπεριαλιστικά στοιχεία του ιρλανδικού εθνικισμού.

“Είναι αυτό που αποκαλώ γενική πατριωτική στροφή στην ουκρανική κοινωνία μετά το 2014, κάτι που, και πάλι, είναι κατανοητό. Είναι κάτι που συμβαίνει σε μια εμπόλεμη χώρα”, είπε.

Εν τω μεταξύ, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η Ρωσία θα ενστερνιστεί την ερμηνεία της Ουκρανίας για τις συμφωνίες του Μινσκ, ακόμη και εν μέσω ανησυχιών για τη μελλοντική της σχέση με τη Δύση, αλλά ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ίσως η Ουκρανία θα πρέπει να επικεντρωθεί εκ νέου στο Μινσκ για να δημιουργήσει “περιθώριο αναπνοής” εν μέσω της ανησυχητικής συσσώρευσης κατά μήκος των συνόρων.

Ο Volodymyr Artiukh, ανθρωπολόγος στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, πιστεύει ότι, εάν η Ουκρανία έκανε υπέρβαση στη ρωσική εκδοχή του Μινσκ, θα μπορούσε να δώσει στη Ρωσία την απαιτούμενη ευκαιρία να υποχωρήσει και ίσως να την κάνει πιο πρόθυμη να προσφέρει παραχωρήσεις.

“Αυτή θα μπορούσε να είναι μια μικρή ελπίδα για την αποφυγή του άμεσου είδους κινδύνου: της άμεσης καταστροφής του [ουκρανικού] κράτους, που υπάρχει αυτή τη στιγμή”, είπε ο Artiukh. “Πιθανώς θα προκαλέσει κάποιου είδους παραχωρήσεις από τη Ρωσία. Θα πρέπει να μετριάσουν τη ρητορική τους”.

“Δεν θα λύσει όλα τα προβλήματα, αλλά θα μπορούσε να δώσει λίγη ανάσα, ένα περιθώριο ελιγμών για πιθανώς περαιτέρω διαπραγματεύσεις”, πρόσθεσε.

Έλεγχος: Το επιμύθιο για τη Ρωσία

Η πρόσφατη συσσώρευση ρωσικών στρατευμάτων κατά μήκος των συνόρων της Ουκρανίας είναι ένα μήνυμα ότι η Ρωσία είναι πρόθυμη να χρησιμοποιήσει περαιτέρω στρατιωτική δύναμη για να επιτύχει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Αυτό θα μπορούσε να είναι μέσω της πίεσης προς τη Δύση να κάνει την Ουκρανία να εφαρμόσει τη ρωσική εκδοχή των συμφωνιών ή άλλες πολιτικές, που δεν έχουν ακόμη καθοριστεί.

Η Δύση επαναλαμβάνει περιοδικά την υποστήριξή της για τις συμφωνίες του Μινσκ [8] εκδίδοντας δηλώσεις όπως η υπόσχεση “να άρει τις κυρώσεις της ΕΕ κατά της Ρωσίας μετά την εφαρμογή των Συμφωνιών του Μινσκ”, αλλά το κάνει χωρίς να προσδιορίζει ποιανού την εκδοχή των συμφωνιών υποστηρίζει.

Σε άρθρο [4], ο Allan προέτρεψε τη Δύση να αποφασίσει: “Είναι η Ουκρανία εθνικά κυρίαρχη, όπως επιμένουν οι Ουκρανοί, ή πρέπει να περιοριστεί η εθνική κυριαρχία της, όπως απαιτεί η Ρωσία;”. Όμως, είπε ο Allan, ανησυχεί ότι “υπάρχουν ορισμένοι δυτικοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, που δεν θέλουν να αντιμετωπίσουν τη σκοτεινή πραγματικότητα”.

Εάν το πρόβλημα της Ρωσίας με την Ουκρανία αφορούσε ένα ενιαίο ζήτημα πολιτικής, όπως τους γλωσσικούς νόμους, τους νόμους αποκομμουνιστοποίησης, την ένταξη στην ΕΕ ή ακόμα και στο ΝΑΤΟ, και χρησιμοποιούσε μόνο διπλωματικές μεθόδους, τότε ίσως μια λύση θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί μέσω διαμεσολαβημένων συνομιλιών.

Όμως η Ρωσία ξεκίνησε έναν πόλεμο το 2014, γιατί θέλει να ελέγχει την Ουκρανία σε μόνιμη και καθημερινή βάση. Συνεχίζει να τροφοδοτεί τον πόλεμο, γιατί αδυνατεί να δεχτεί ότι η Ουκρανία δεν θέλει να ελέγχεται από τη Ρωσία.


 

Για περισσότερες πληροφορίες για το θέμα, δείτε το ειδικό μας αφιέρωμα “Η Ρωσία εισβάλλει στην Ουκρανία”. [9]