Θάνατος βρέφους από τη Βενεζουέλα στη θάλασσα εκθέτει τα μειονεκτήματα της προσφυγικής πολιτικής των νησιών Τρινιντάντ και Τομπάγκο

Σκάφος της ακτοφυλακής κατασκευάστηκε στο Πόρτσμουθ για τα νησιά Τρινιντάντ και Τομπάγκο, παρόμοιο στην εμφάνιση με το σκάφος που έκανε περιπολία στα ύδατα των νησιών Τρινιντάντ και Τομπάγκο στις 5 Φεβρουαρίου 2022. Φωτογραφία: navylookout στο Flickr, CC BY-NC 2.0.

Κατά τα μεσάνυχτα της 5ης Φεβρουαρίου, ένα σκάφος της ακτοφυλακής των Τρινιντάντ και Τομπάγκο, το TTS Scarborough, έκανε περιπολία ρουτίνας κατά μήκος της νότιας ακτής του Τρινιντάντ. Μία βάρκα από τη Βενεζουέλα είχε περάσει τα σύνορα — γεγονός όχι και τόσο ασυνήθιστο δεδομένης της πολιτικής και κοινωνικοοικονομικής αναστάτωσης στη Νότια Αμερική και της ανθρωπιστικής κρίσης ως συνέπειας των προηγούμενων — όμως αυτό που ακολούθησε ήταν κάθε άλλο παρά ρουτίνα.

Σύμφωνα με την επίσημη δήλωση της ακτοφυλακής, το πλήρωμα έστειλε μία μικρότερη βάρκα για να αναχαιτίσει το πλεούμενο από τη Βενεζουέλα, το οποίο φέρεται να προσπάθησε να την “κοπανήσει” παρά τη χρήση μεγάφωνων, κόρνας, φακών και φωτοβολίδων, όπως ορίζει το “τυπικό πρωτόκολλο”. Τα προειδοποιητικά πυρά λέγεται ότι στόχευαν στη μηχανή του πλεούμενου. Όταν εν τέλει το πλεούμενο σταμάτησε, οι άνδρες της Ακτοφυλακής ανακάλυψαν ότι στο πλεούμενο επέβαιναν μετανάστες από τη Βενεζουέλα αιτούντες άσυλο, συμπεριλαμβανομένων μίας μητέρας, της Darielvis Sarabia, και του εννέα μηνών γιου της, Yaelvis, ο οποίος είχε κουλουριαστεί στο πίσω μέρος της βάρκας, κοντά στη μηχανή. Το βρέφος είχε πυροβοληθεί στο κεφάλι και είχε καταλήξει στα τραυματισμένα χέρια της μητέρας του, μια τραγωδία για την οποία η ακτοφυλακή εξέφρασε τα συλλυπητήριά της.

Το περιστατικό προκάλεσε κατακραυγή από ομάδες υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σε κοινή τους δήλωση, η UNHCR (Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες), ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (IOM), το Γραφείο του Ύπατου Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (OHCHR) και το Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Παιδιά (UNICEF), εξέφρασαν τη βαθύτατη θλίψη τους για το γεγονός. Ο Δρ. Eduardo Stein, ο Από Κοινού Ειδικός Εκπρόσωπος της UNHCR και του IOM για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες από τη Βενεζουέλα, πρόσθεσε:

Κανείς δεν θα έπρεπε να χάνει τη ζωή του στην αναζήτησή του για ασφάλεια, προστασία και νέες ευκαιρίες […] Το περιστατικό αυτό υπογραμμίζει τις δυσκολίες, που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι σε απόγνωση κατά το επικίνδυνο ταξίδι τους προς την ασφάλεια.

Με μια έκταση νερού μόλις 11 χιλιομέτρων να χωρίζει το νησί του Τρινιντάντ από την ακτή της Βενεζουέλας, οι αιτούντες άσυλο από τη Νότια Αμερική τολμούν συχνά να διασχίσουν αυτή τη μικρή, αλλά επικίνδυνη απόσταση, αναζητώντας μια καλύτερη ζωή. Εκατομμύρια μέχρι σήμερα, έχουν εγκαταλείψει τη χώρα εξαιτίας του φόβου των οικονομικών προβλημάτων και της βίας, εκ των οποίων χιλιάδες με προορισμό το Τρινιντάντ. Ο μεγάλος αριθμός αφιχθέντων ατόμων ώθησε την κυβέρνηση των Τρινιντάντ και Τομπάγκο να προχωρήσει σε τακτοποιήσεις, εγγράφοντας τους αιτούντες άσυλο, ώστε να τους παρέχουν τα απαραίτητα έγγραφα, αλλά και νόμιμες ευκαιρίες εργασίας.

Ωστόσο, η πολιτική αυτή δέχθηκε κριτική ότι είναι “ατελής“. Η εθνική πολιτική του 2014 για την αντιμετώπιση των ζητημάτων σχετικά με τους πρόσφυγες και το άσυλο δεν εφαρμόζεται, με αποτέλεσμα οι αιτούντες άσυλο και οι πρόσφυγες υπό την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες να θεωρούνται ως μετανάστες χωρίς τα απαραίτητα έγγραφα. Αφού η διαδικασία της εγγραφής ολοκληρώθηκε στις 14 Ιουνίου 2019, όποιος επιθυμούσε να εισέλθει στα Τρινιντάντ και Τομπάγκο χρειαζόταν βίζα.

Έκτοτε, η κυβέρνηση των Τρινιντάντ και Τομπάγκο εμμένει στη θέση της. Τον Νοέμβριο του 2020 ο τότε υπουργός εθνικής ασφάλειας, Stuart Young, υπερασπίστηκε την απέλαση 16 ανηλίκων και 11 ενηλίκων από τη Βενεζουέλα πριν την εκδίκαση της απόφασης habeas corpus, υποστηρίζοντας ότι είναι μέρος των καθηκόντων του να προστατεύσει τη χώρα, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της πανδημίας COVID-19.

Πρόκειται για μια θέση που εξέφρασε η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, με την οποία δηλώνει:

Λόγω της απουσίας ασφαλών διόδων, πολλοί πρόσφυγες και μετανάστες από τη Βενεζουέλα αναγκάζονται να καταφύγουν σε ριψοκίνδυνα ταξίδια στη θάλασσα και στη στεριά, τα οποία έχουν γίνει ακόμη πιο πολύπλοκα, διότι οι ταξιδιωτικοί και υγειονομικοί περιορισμοί περιορίζουν τις επίσημες διόδους εισόδου. Οι δίοδοι για την είσοδο και τη διαμονή θα έπρεπε να συνάδουν με τη διεθνή νομοθεσία για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις ανθρωπιστικές ανησυχίες και να περιλαμβάνουν την πρόσβαση στη νόμιμη οδό και σε διαδικαστικές εγγυήσεις.

Ο θάνατος του βρέφους έχει εγείρει ανησυχίες σχετικά με την προσέγγιση των Τρινιντάντ και Τομπάγκο για τους πρόσφυγες και τους αιτούντες άσυλο, με άρθρα εφημερίδων, μέλη της τοπικής κοινότητας προσφύγων, και τον ίδιο τον πρόεδρο της Βενεζουέλας, Νικολάς Μαδούρο, να ζητούν ενδεδειγμένη διερεύνηση του περιστατικού. Ο υπουργός εθνικής προστασίας Fitzgerald Hinds δήλωσε ότι αυτό γίνεται από την Αστυνομική Υπηρεσία των Τρινιντάντ και Τομπάγκο (TTPS) και την Ακτοφυλακή. Ο πρωθυπουργός Keith Rowley αποκάλεσε τον θάνατο του βρέφους “ατύχημα”.

Ο Jean Gough, Περιφερειακός Διευθυντής της UNICEF για τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, δήλωσε:

Κανένα προσφυγόπουλο δεν πρέπει να πεθαίνει, είτε ταξιδεύει με τους γονείς του είτε μόνο του. Καμία μητέρα δεν θέλει να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή των παιδιών της πάνω σε μια μικρή βάρκα στη μέση του ωκεανού, εκτός αν δεν έχει άλλη επιλογή. Δύο στους τρεις που εγκαταλείπουν τη Βενεζουέλα είναι γυναίκες και παιδιά. Το τραγικό αυτό γεγονός αποτελεί σκληρή υπενθύμιση ότι αυτές οι ομάδες αποτελούν τους πιο ευάλωτους από τους ευάλωτους. Δικαιούνται ειδική προσοχή, προστασία και ασφάλεια, παντού και πάντα.

Το Κέντρο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Καραϊβική πήρε επίσης θέση στο Facebook:

Το τελευταίο αυτό περιστατικό τονίζει για ακόμη μία φορά τα κενά της πολιτικής και της νομοθεσίας μας, όσον αφορά στην προστασία των μεταναστών και των προσφύγων, καθώς και την αδυναμία του κράτους να προσαρμοστεί στο τρέχον πλαίσιο της μετανάστευσης και να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στην ανθρωπιστική κρίση στη Βενεζουέλα. Οι μετανάστες και οι πρόσφυγες αναγκάζονται να εισέρχονται παράτυπα, καθώς δεν υπάρχουν ασφαλείς και νόμιμες δίοδοι για να ζητήσουν προστασία. Η στρατιωτικοποίηση των συνόρων δεν είναι λύση και θέτει τις ευάλωτες ομάδες ανθρώπων περαιτέρω σε κίνδυνο.

Παράλληλα, και η Καθολική Επιτροπή για την Κοινωνική Δικαιοσύνη (CCSJ) και το Υπουργείο Μεταναστών και Προσφύγων της Αρχιεπισκοπής (AMMR) κάλεσαν τους πολίτες των Τρινιντάντ και Τομπάγκο να “καλωσορίσουν, προστατεύσουν, ενθαρρύνουν και ενσωματώσουν τους πληθυσμούς μεταναστών και προσφύγων που φτάνουν στις ακτές μας” και δήλωσαν ότι αναμένουν τα αποτελέσματα της έρευνας.

Ωστόσο, ορισμένοι χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αισθάνονται ότι η ακτοφυλακή έκανε το καθήκον της, με την Nandani Bhagwhansingh να σχολιάζει:

Παράνομη είσοδος και αποτυχία συμμόρφωσης, ό,τι έγινε δεν θα έπρεπε να καταδικάζεται.

Σε άλλη συζήτηση του Facebook, η Joanne Tenia εξέφρασε παρόμοια συναισθήματα:

Είναι θλιβερό που χάθηκε μία ζωή, όμως, όταν οι γονείς αποφασίζουν να πάρουν το ρίσκο και να εισέλθουν παράνομα στα χωρικά μας ύδατα, θα έπρεπε να περιμένουν μια ενδεχόμενη τέτοια έκβαση. […] Σε καμία περίπτωση δε θα έπρεπε να κατηγορείται η Ακτοφυλακή, που έκανε το καθήκον της.

Ο Raymond Heerasingh απάντησε:

Η Εθνοφρουρά κάνει ακριβώς το ίδιο […]

Πράγματι, παρά τις φιλικές σχέσεις μεταξύ των Τρινιντάντ και Τομπάγκο και της Βενεζουέλας, με την πάροδο του χρόνου έχουν υπάρξει θαλάσσια ζητήματα. Φαίνεται να υπάρχει κάποια παρανόηση, όσον αφορά στα σύνορα, καθώς ψαράδες από το Τρινιντάντ, που λέγεται ότι ψάρευαν εντός των χωρικών υδάτων των Τρινιντάντ και Τομπάγκο, πυροβολήθηκαν από τις Αρχές της Βενεζουέλας, σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και προφυλακίστηκαν για μεγάλο διάστημα. Η πειρατεία και η εμπορία ανθρώπων παρουσιάζουν επίσης άνοδο, ωθώντας και άλλη εφημερίδα να υποστηρίξει μια “συνεκτική πολιτική”, όσον αφορά στους μετανάστες και τους πρόσφυγες:

Ιστορικοί δεσμοί αιώνων μεταξύ των Τρινιντάντ και Τομπάγκο και της Βενεζουέλας έχουν διαλυθεί εξαιτίας της μεταναστευτικής κρίσης. Η καλή διάθεση έχει αντικατασταθεί από τρομακτικά επίπεδα ξενοφοβίας και καχυποψίας και η κατάσταση έχει επιδεινωθεί λόγω των υψηλών επιπέδων εγκληματικής δραστηριότητας στον θαλάσσιο χώρο μεταξύ των δύο χωρών. […]

Η τραγωδία της Κυριακής φανέρωσε τις ελλείψεις της τρέχουσας πολιτικής αναχαίτισης και απέλασης των μεταναστών, που εξακολουθούν να καταφθάνουν με βάρκες αψηφώντας τους κινδύνους.

Για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος, θα πρέπει να βρεθεί ένα καλύτερο σύστημα. Πρέπει να γίνουν προσπάθειες, ώστε να αντιμετωπιστεί αυτή η κρίση και να μειωθούν οι κίνδυνοι στα ταραγμένα ύδατα του κόλπου της Paria με την καθοδήγηση της UNHCR και άλλων υπηρεσιών που ασχολούνται με μετανάστες και πρόσφυγες σε όλο τον κόσμο.

Ακόμα ένα απανωτό χτύπημα σε σχέση με το περιστατικό είναι ο χωρισμός της τραυματισμένης μητέρας από την δίχρονη κόρη της, η οποία βρισκόταν και αυτή στη βάρκα, χωρίς όμως να τραυματιστεί. Προς το παρόν, το παιδί φιλοξενείται σε κέντρο κράτησης.

Η UNHCR τόνισε ότι τόσο η οργάνωση όσο και άλλοι ενδιαφερόμενοι έχουν “εποικοδομητικές σχέσεις” με τις κρατικές υπηρεσίες των Τρινιντάντ και Τομπάγκο — συμπεριλαμβανομένης της Ακτοφυλακής — και επανέλαβε ότι δεσμεύεται να μοιραστεί τις εμπειρίες και να προσφέρει τεχνική βοήθεια, προκειμένου να στηρίξει τις υπηρεσίες στην προσπάθειά τους να προστατεύσουν και να βοηθήσουν “όλα τα επηρεαζόμενα άτομα από την κινητικότητα των ανθρώπων”.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.