- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης στη Σρι Λάνκα καταδικάζεται σε τοπικό και διεθνές επίπεδο

Κατηγορίες: Νότια Ασία, Σρι Λάνκα, Ανθρώπινα Δικαιώματα, Διαδηλώσεις, Διακυβέρνηση, Διεθνείς Σχέσεις, Ελευθερία του Λόγου, Μέσα των πολιτών, Πολιτική, Η Σρι Λάνκα σε κρίση
Sri Lankans Protesting In front of the Presidential Secretariat in Colombo. Image by Surekha Samarasena. CC BY-SA 4.0. [1]

Σριλανκέζοι διαδηλώνουν μπροστά από την Προεδρική Γραμματεία στο Κολόμπο. Εικόνα μέσω Wikimedia Commons από τον Surekha Samarasena [1] . CC BY-SA 4.0.

Αυτή η ανάρτηση της Savitri Hensman εμφανίστηκε αρχικά στο Groundviews [2], έναν βραβευμένο ιστότοπο μέσων ενημέρωσης πολιτών στη Σρι Λάνκα. Μια επεξεργασμένη έκδοση δημοσιεύεται εδώ ως μέρος συμφωνίας κοινής χρήσης περιεχομένου με την Global Voices.

Στις 6 Μαΐου 2022, η κυβέρνηση του Γκοταμπάγια [3]Ραγιαπάκσε κήρυξε [4] άλλη μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης στη Σρι Λάνκα εν μέσω συνεχιζόμενων διαδηλώσεων, συμπεριλαμβανομένης μιας γενικής απεργίας [5]. Αυτό δίνει στην κυβέρνηση δραστικές εξουσίες να πατάξει τους αντιφρονούντες. Η κίνηση και οι επιθέσεις σε διαδηλωτές [6] έχουν καταδικαστεί ευρέως [7] στη Σρι Λάνκα και διεθνώς.

Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης κηρύχθηκε στις αρχές Απριλίου [8], αλλά επετράπη να λήξει μετά από ευρεία κριτική. Ο πρόεδρος και ο στενός κύκλος του έχουν κάνει κάποιες προσπάθειες για να κερδίσουν τα εκατομμύρια των Σριλανκέζων, που υποφέρουν τρομερά λόγω της κακής διαχείρισης της οικονομίας, που επιδεινώνεται από την απειλούμενη δημοκρατία. Αλλά το διάταγμα υπενθυμίζει την απροθυμία των κορυφαίων πολιτικών να λογοδοτήσουν απέναντι στον απλό λαό και την ετοιμότητά τους να απαντήσουν μέσω απειλών και βίας.

Επιβολή δημόσιας ανασφάλειας, αταξίας και έλλειψης προμηθειών και υπηρεσιών

Ανακοινώθηκε στις 6 Μαΐου βάσει του Διατάγματος Δημόσιας Ασφάλειας πως μάλλον χρειάζονταν [9] κανονισμοί έκτακτης ανάγκης “για το συμφέρον της δημόσιας ασφάλειας, της προστασίας της δημόσιας τάξης και της συντήρησης των προμηθειών και των υπηρεσιών που είναι απαραίτητες για τη ζωή της κοινότητας”. Αυτό ήταν ειρωνικό, καθώς η ηγεσία του Προέδρου Γκοταμπάγια Ραγιαπάκσε είχε ως αποτέλεσμα τεράστια ανασφάλεια για το κοινό και άφησε πολλούς χωρίς φαγητό, υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, υγειονομική περίθαλψη ή άλλα απαραίτητα.

Η ασφάλεια και η ευημερία του πληθυσμού της χώρας κινδύνευσαν περαιτέρω από την ενίοτε βάναυση απάντηση στους διαδηλωτές και διαδηλώτριες [10], που δέχθηκαν δακρυγόνα, κανόνια νερού και ξυλοδαρμούς. Η κατάσταση θα ήταν πολύ χειρότερη, αν δεν υπήρχε η εντυπωσιακή μη βία των διαδηλωτ(ρι)ών, εκ των οποίων μεγάλο ποσοστό ήταν νεολαία.

Σε πρόσφατη έκθεσή της, η Διεθνής Αμνηστία περιέγραψε [12] πώς η κυβέρνηση της Σρι Λάνκα, αφού επέφερε σοβαρές κακουχίες, που παραβίαζαν τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα των ανθρώπων, καταπάτησε επίσης ατομικά και πολιτικά δικαιώματα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπου σημειώθηκαν πράξεις όπως εμπρησμοί, τα στοιχεία υποδεικνύουν την Αστυνομία ή τους συνεργάτες της ως δράστες. “Η κρίση στη Σρι Λάνκα είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της αλληλεξάρτησης και της αλληλεπίδρασης μεταξύ των οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και πολιτικών και ατομικών δικαιωμάτων και, ως εκ τούτου, τα ανθρώπινα δικαιώματα πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο των συζητήσεων για το οικονομικό μέλλον της Σρι Λάνκα”, ανέφερε η έκθεση.

Παιδιά και νέοι ήταν μεταξύ εκείνων που επλήγησαν από την καταστολή. “Η UNICEF ανησυχεί για αναφορές για βία κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων με παιδιά. Όλοι οι παράγοντες πρέπει να εγγυηθούν το δικαίωμα στην ειρηνική συνάθροιση και την ελευθερία της έκφρασης, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών”, σύμφωνα με δήλωση του γραφείου της UNICEF στη Σρι Λάνκα [13]. Επιπλέον, η Συμμαχία για την Προστασία του Παιδιού έγραψε [13] στην μόνιμη συντονίστρια των Ηνωμένων Εθνών στη Σρι Λάνκα, Hanaa Singer-Hamdy, σχετικά με “ανησυχητικές σκηνές παιδιών που τραυματίστηκαν από δακρυγόνα, που χρησιμοποιήθηκαν για να διαλύσουν άοπλους διαδηλωτές”.

Ωστόσο, η απάντηση του προέδρου [14] ήταν να ακολουθήσει μια ακόμη πιο σκληρή γραμμή. Τώρα έχει πρόσβαση σε σαρωτικές εξουσίες [15], όπως η σύλληψη και η κράτηση επικριτών, η είσοδος και η έρευνα σε χώρους, η κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων, η υπέρβαση του νόμου και η χρήση των ενόπλων δυνάμεων μαζί με την αστυνομία για την επιβολή της εξουσίας του.

Η αντίδραση ήταν συντριπτικά αρνητική. Ο Δικηγορικός Σύλλογος της Σρι Λάνκα (BASL) υποστήριξε [16] ότι “η κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης δεν είναι η απάντηση στην παρούσα κατάσταση στη χώρα, συμπεριλαμβανομένου του πλήθους των δημοσίων διαμαρτυριών και απεργιών που έχουν σημειωθεί” και ότι “δεν πρέπει να χρησιμοποιηθούν για να καταπνίξουν ειρηνικές διαδηλώσεις και διαφωνίες ή για αυθαίρετες συλλήψεις και κρατήσεις”. Κάλεσε τον πρόεδρο να ανακαλέσει την απόφαση “και να διασφαλίσει τα θεμελιώδη δικαιώματα του λαού, όπως ελευθερία της έκφρασης, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας του λόγου και της δημοσίευσης και ελευθερία του ειρηνικού συνέρχεσθαι”.

“Προτρέπουμε την κυβέρνηση να εξηγήσει στο κοινό τους λόγους αυτής της διακήρυξης, καθώς οι διαδηλώσεις ήταν σε μεγάλο βαθμό ειρηνικές και στο πλαίσιο των κανονικών αστυνομικών επιχειρήσεων”, ανέφερε σε δήλωση η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Σρι Λάνκα [17].

“Αυτή είναι η δεύτερη φορά που ο Πρόεδρος κήρυξε άλλη μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε διάστημα πέντε εβδομάδων, χωρίς καμία αξιόπιστη αιτιολόγηση, σε ένα πλαίσιο όπου η Σρι Λάνκα έγινε μάρτυρας εβδομάδων ειρηνικών διαδηλώσεων σε όλο το νησί”, σχολίασε το Κέντρο Εναλλακτικών Πολιτικών (CPA) [18]. Το CPA επεσήμανε ότι “η κατάχρηση των εξουσιών έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση της ανασφάλειας του ίδιου του Προέδρου είναι αντισυνταγματική και αντιδημοκρατική και καταδεικνύει κατάφωρη περιφρόνηση για τους ανθρώπους και την κατάσταση της οικονομίας και της σταθερότητας της χώρας”.

Οι ηγέτες της αντιπολίτευσης καταδίκασαν επίσης τη δήλωση [19].

Η Hanaa Singer-Hamdy, η Μόνιμη Συντονίστρια του ΟΗΕ στη Σρι Λάνκα έγραψε στο Twitter:

Οι περιορισμοί στην άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών είναι αποδεκτοί μόνο όταν είναι εξαιρετικοί, αναλογικοί και δικαιολογημένοι. Αλλά η ειρηνική έκφραση της διαφωνίας δεν είναι επείγουσα ανάγκη. Πρέπει να αντιμετωπιστούν τα βασικά αίτια της διαφωνίας.

Άλλοι που μίλησαν [21] είναι ο πρεσβευτής των ΗΠΑ, οι Βρετανοί και Καναδοί Ύπατοι Επίτροποι και η αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Σρι Λάνκα [22].

Σε μια δήλωση μέσων ενημέρωσης, η κυβέρνηση της Σρι Λάνκα προσπάθησε να δικαιολογήσει τις ενέργειές της [23]. Η κίνηση χρειαζόταν “για να διασφαλιστεί η πολιτική σταθερότητα, η οποία αποτελεί ζωτική προϋπόθεση για την υπέρβαση της τρέχουσας κοινωνικοοικονομικής κρίσης στη χώρα, διασφαλίζοντας έτσι τη δημόσια ασφάλεια και την αδιάλειπτη παροχή βασικών υπηρεσιών», υποστήριξε ο Γενικός Διευθυντής του Τμήματος Κυβερνητικής Πληροφόρησης.

Είπε: “Έχουν ήδη ανοίξει συζητήσεις με τους πολυμερείς θεσμούς με επικεφαλής το ΔΝΤ και τις φιλικές χώρες για την απόκτηση οικονομικής βοήθειας και την αναδιάρθρωση του εκκρεμούς χρέους, και το αποτέλεσμα τέτοιων συζητήσεων είναι θετικό. Η πολιτική σταθερότητα και η ειρήνη στην κοινωνία είναι δύο βασικές προϋποθέσεις που απαιτούνται για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης και δύναμης για την επιτυχία τέτοιων προγραμμάτων”. Υποτίθεται ότι “η Κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης επιβλήθηκε ως βραχυπρόθεσμο μέτρο εκτόνωσης της κρίσης και θα αρθεί αμέσως μετά την επιστροφή της κανονικότητας στο νησί”. Είναι απίθανο να πειστούν πολλοί.

Τι θα συμβεί μετά;

Ορισμένες ειδήσεις υποδηλώνουν ότι ο πρωθυπουργός Μαχίντα Ραγιαπάκσε μπορεί να παραιτηθεί [24], αν και φαίνεται απίθανο αυτό από μόνο του να βάλει τέλος στις διαμαρτυρίες. Ένα άλλο ρεπορτάζ υποστηρίζει ότι ο ηγέτης της αντιπολίτευσης, Σατζίθ Πρεμαντάσα, έχει προσκληθεί να αναλάβει τη θέση [25], αν και επιθυμεί να συμβουλευτεί άλλους βουλευτές πριν αποφασίσει. Εάν ο πρόεδρος παραμείνει στην εξουσία, μπορεί να υπάρχει διάχυτος σκεπτικισμός για τυχόν αλλαγές στην κορυφή.

Εν τω μεταξύ, διαφαίνεται ο κίνδυνος εντατικοποίησης της καταστολής χρησιμοποιώντας τις νέες εξουσίες που έχει στη διάθεση του ο Πρόεδρος Ραγιαπάκσε. Στις 10 Μαΐου, ο Διευθυντής του Κολόμπο πρόκειται να ακροαστεί αίτημα από την Αστυνομία [26] να απομακρυνθούν οι διαδηλωτές του Galle Face. [27]

Εάν υπάρξουν κινήσεις για περαιτέρω χρήση βίας για την καταστολή των διαμαρτυριών ή διαδηλώσεων υψηλού προφίλ αλλού ή για να θυματοποιηθούν οι επικριτές του καθεστώτος, η αξιοπιστία της κυβέρνησης θα υπονομευτεί περαιτέρω στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Πολλά παραμένουν αβέβαια.