- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Δυναμικά τραγούδια διαμαρτυρίας από την Κένυα και τη Νότια Αφρική

Κατηγορίες: Υπο-Σαχάρια Αφρική, Κένυα, Νότια Αφρική, Διαδηλώσεις, Μέσα των πολιτών, Μουσική, Νεολαία, Πολιτική, Τέχνες - Πολιτισμός, Ένα ταξίδι στην αφρικανική μουσική, Λάθος Νότες

Όπως καλλιτέχνες στην Ουγκάντα και τη Νιγηρία [4] χρησιμοποίησαν τη μουσική τους για να αμφισβητήσουν την κυβερνητική και στρατιωτική καταπίεση, έτσι έκαναν και οι καλλιτέχνες σε όλη την ήπειρο. Αυτό είναι το δεύτερο από τα δύο μέρη αυτού του δημοσιεύματος, όπου αναδεικνύουμε μουσικούς σε όλη την ήπειρο, των οποίων η μουσική ενθάρρυνε τον ακτιβισμό και τη διαφωνία. Για το πρώτο μέρος, δείτε εδώ [4]. Σε αυτό το άρθρο, συζητάμε για τη μουσική διαμαρτυρίας στην Κένυα και τη Νότια Αφρική και τον ζωτικό ρόλο, που έπαιξε στην απελευθέρωση των λαών.

Κένυα

Η μουσική σκηνή της Κένυας έχει γνωρίσει μεγάλες αλλαγές από την εποχή της αποικιοκρατίας, με πολλούς ντόπιους τραγουδιστές να αποκτούν φήμη μέσω τραγουδιών διαμαρτυρίας. Ένα εμβληματικό παράδειγμα είναι ο εκλιπών Τζόσεφ Καμαρού [5], ένας Κικούγιου μουσικός, που πιστεύεται ότι έχει έναν κατάλογο με πάνω από 1.000 τραγούδια. Γεννημένος στην κεντρική Κένυα, ανέπτυξε ένα μοναδικό μείγμα από παραδοσιακές μελωδίες κικούγιου, αναμεμειγμένες με κιθάρα, πλήκτρα και περιστασιακά ακορντεόν. Τραγουδούσε συχνά τραγούδια για κοινωνικά ζητήματα αντανακλώντας την ανεξαρτησία του έθνους και την αστικοποίηση.  

Ωστόσο, το 1969, μόλις έξι χρόνια μετά την ανεξαρτησία, η Κένυα βυθίστηκε σε πολιτικές διαμάχες μετά από αμφιλεγόμενες εκλογές, στις οποίες αντιπαρατέθηκαν το τότε κυβερνών κόμμα KANU και το αντιπολιτευόμενο KPU. Αυτό δίχασε τις κοινότητες, ιδιαίτερα μετά τη δολοφονία του δημοφιλούς πολιτικού, Τομ Μπόγια [6], ο οποίος δολοφονήθηκε μέρα μεσημέρι. 

Σε αυτήν την περίπτωση, ο Τζόσεφ Καμαρού συνέθεσε το τραγούδι “Aromaka [7]” (“Να φοβάται”), το οποίο προσπάθησε να επαινέσει το κυβερνών κόμμα, αλλά δεν είχε απήχηση στον ευρύτερο πληθυσμό λόγω της αντιληπτής προκατάληψής του γύρω από την πολιτική δολοφονία

Μημείο JM Kariuki [8]από Mpigapicha με άδεια υπό CC BY-NC-ND 2.0 [9]

Το 1975, ένας άλλος δημοφιλής πολιτικός, αυτή τη φορά από το κεντρικό τμήμα της Κένυας, ο Τζοσάια Μουάνγκι Καριούκι [10], επίσης γνωστός ως JM Kariuki, δολοφονήθηκε λίγους μήνες μετά από μια άλλη σκληρή εκλογική αναμέτρηση. Ο εκλιπών, αρχικά φιλοκυβερνητικός, είχε γίνει ένας από τους πιο επιφανείς επικριτές του αυξανόμενου φυλετισμού και της διαφθοράς της κυβέρνησης, επινοώντας μια φράση: “Η Κένυα γινόταν μια χώρα δέκα εκατομμυριούχων και δέκα εκατομμυρίων ζητιάνων”. Λόγω της δημόσιας κριτικής του, του απαγορεύτηκε η προεκλογική εκστρατεία και αναγκάστηκε να καταφύγει σε επισκέψεις από πόρτα σε πόρτα ή κατ’ οίκον. Μετά τον θάνατο του Καριούκι το 1975, ο Καμαρού τραγούδησε ένα τραγούδι με τίτλο “J.M. Kariuki [11] για να θρηνήσει το θάνατο του εθνικού ήρωα, καθώς και να αποτίσει φόρο τιμής στον προσωπικό του φίλο.

Το συγκεκριμένο τραγούδι ήταν μια από τις επιτυχίες του, πουλώντας πάνω από 75.000 αντίτυπα μέσα στην πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας του. Γρήγορα έγινε στόχος της κυβέρνησης και το τραγούδι απαγορεύτηκε στο εθνικό ραδιόφωνο, το Voice of Kenya (σήμερα Kenya Broadcasting Corporation [12]), τον Ιούνιο του 1975.

Ο Καμαρού δεν σταμάτησε εκεί και, μετά το θάνατο του πρώτου προέδρου της Κένυας, Γιόμο Κενιάτα [13], αναζήτησε τον επερχόμενο Πρόεδρο Ντάνιελ Αράπ Μόι [14], ο οποίος τον προσκάλεσε σε ένα ταξίδι στην Ιαπωνία. Αυτό οδήγησε στη σύνθεση του “Safari ya Japan”. Ωστόσο, δεν άργησε να έρθει σε ρήξη με την εκάστοτε εξουσία και βρέθηκε και πάλι να ασκεί κριτική. Συνέθεσε ένα άλλο τραγούδι διανθισμένο με διφορούμενη γλώσσα και ιδιώματα κικούγιου για να προειδοποιήσει την κυβέρνηση Μόι για τη δυσαρέσκεια και την απογοήτευση του γενικού πληθυσμού και των Κικούγιου ειδικότερα. Το τραγούδι είχε τίτλο “Ni Maitho Tunite” [15] (“Έχουμε απλά μετατοπίσει το βλέμμα μας”). Κι αυτό απαγορεύτηκε επίσης από τους εθνικούς σταθμούς. 

Η συμμαχία του Καμαρού με την πολιτική της εποχής δεν τελείωσε εκεί. Το 1988, ενώ η χώρα ετοιμαζόταν για άλλες εκλογές, συνέθεσε ένα άλλο τραγούδι, το “Mahoya ma Bururi [16] (Προσευχές για τη χώρα), το οποίο, αν και αρχικά με εκδοχή κικούγιου, προσέλκυσε την προσοχή του κράτους και συγκεκριμένα του τότε προέδρου Ντάνιελ Μόι. Ο Μόι αρχικά εξέλαβε το τραγούδι ως έμμεση επίθεση εναντίον του, με την αναφορά τουguikio irima ta Daniel”, που μεταφράζεται ως «πέφτοντας στην τρύπα/σπηλιά όπως ο Ντάνιελ”.

Η εξήγηση του Καμαρού υποδηλώνει ότι το όνομα “Ντάνιελ” ήταν μια αναφορά στον βιβλικό Δανιήλ, ο οποίος ρίχτηκε σε μια σπηλιά με τα λιοντάρια, επειδή αρνήθηκε να υποκλιθεί στον βασιλιά. Ως συμβιβασμό, ο Μόι ζήτησε να μεταφραστεί το τραγούδι στην εθνική γλώσσα, τα σουαχίλι. Παρόλο που το τραγούδι κυκλοφόρησε από τον Καμαρού, δεν είχε ποτέ τόσο μεγάλη απήχηση στον αέρα όσο η εκδοχή στα κικούγιου, προς μεγάλη απογοήτευση του Καμαρού.

Οι ασταθείς σχέσεις των τραγουδιών του Τζόσεφ Καμαρού και των πολιτικών της εποχής σήμαινε ότι, ενώ πολλοί πολιτικοί προσπαθούσαν να υπαγορεύσουν ή να απαγορεύσουν τα τραγούδια, η διασταύρωση της δημιουργικότητας, των κοινωνικοπολιτικών θεμάτων και της κοινής φωνής των δεινών, που επηρέαζαν τον πληθυσμό, επικράτησε. Τα ίδια ζητήματα εξακολουθούν να έχουν απήχηση στην τρέχουσα κατάσταση των πραγμάτων στην Κένυα.

Νότια Αφρική

Το νοτιότερο κράτος της αφρικανικής ηπείρου υπέστη μια περίοδο απαρτχάιντ, [17] όταν οι λευκοί Μπόερς, που αποτελούσαν τη μειοψηφία, κυβερνούσαν τη χώρα έναντι της μαύρης πλειοψηφίας. Αυτό συνέβη από το 1948 έως τη δεκαετία του '90. Κατά την περίοδο αυτή, οι τελευταίοι υπέστησαν αδικίες και αρκετοί πολιτικοί ηγέτες τους συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν ισόβια.

Μίριαμ Μακέμπα 2011 [18].jpg από Tom Beetz υπό την άδεια CC BY 2.0 [9]

Επιδιώκοντας να γίνουν μια φωνή για όσα άτομα δεν είχαν, αρκετοί Νοτιοαφρικανοί μουσικοί χρησιμοποίησαν το επάγγελμά τους για να τραβήξουν την προσοχή τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο στα ζητήματα της εποχής. Μεταξύ αυτών ήταν και η Μίριαμ Μακέμπα [19]. Η μουσικός, διάσημη για τα διαφορετικά μητρικά της τραγούδια στη γλώσσα κχόσα και στα αγγλικά, είχε τραγουδήσει ένα τραγούδι με τίτλο “Προσοχή, Φέρβερντ! (Ndodemnyama) [20]“, αναφερόμενο στον τότε πρωθυπουργό της Νότιας Αφρικής Χέντρικ Φέρβερντ, ο οποίος είχε διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην εφαρμογή του καθεστώτος του απαρτχάιντ. Το τραγούδι απαγορεύτηκε στο εθνικό ραδιόφωνο λόγω της στάσης του κατά του απαρτχάιντ.

Η Μακέμπα εξορίστηκε το 1960 και σύντομα της απαγορεύτηκε να επιστρέψει στη Νότια Αφρική. Στη συνέχεια, έγινε παγκόσμιο είδωλο στις ΗΠΑ και συνέχισε να παίζει και να γράφει τραγούδια διαμαρτυρίας, που μιλούσαν κατά του απαρτχάιντ σε όλο τον κόσμο.

Αμέσως μετά τη δίκη της Μακέμπα, η Μπρέντα Φάσι [21] προκάλεσε αντιδράσεις για το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας της. Τραγούδησε το “Black President [22]” ως φόρο τιμής στον τότε “πιο διάσημο κρατούμενο”, τον Νέλσον Μαντέλα. Το τραγούδι γράφτηκε από τη Φάσι και τον Τσίκο Τουάλα το 1990. Αυτό συνέβη σε μια εποχή, που η κυβέρνηση του απαρτχάιντ πλησίαζε στο τέλος της και ο Μαντέλα επρόκειτο να απελευθερωθεί. Η κυβέρνηση είχε απαγορεύσει σε μεγάλο βαθμό τα τραγούδια της Φάσι λόγω των αμφιλεγόμενων συζητήσεων τους για τη σεξουαλικότητα και τα κοινωνικά δεινά στις αστικές συνοικίες της Νότιας Αφρικής.

Johnny Clegg & Savuka Third World Child [23] από vinylmeister υπό την άδεια CC BY-NC 2.0 [9]

Άλλο ένα τραγούδι της Νότιας Αφρικής, το “Asimbonanga [24]” από τους Johnny Clegg [25] and the Savuka Band, απαγορεύτηκε από την κυβέρνηση του νοτιοαφρικανικού απαρτχάιντ. Το τραγούδι σημαίνει “αφύπνιση” στα ζουλού και κυκλοφόρησε το 1987 στο άλμπουμ του Clegg “Third World Child”. Επικαλέστηκε τόσο τον Μαντέλα όσο και τον Στιβ Μπίκο, οι οποίοι θεωρήθηκαν σύμβολα του κινήματος κατά του απαρτχάιντ, που αναζητούσε δικαιοσύνη για τις ιθαγενείς κοινότητες της Νότιας Αφρικής. Ο Clegg, με ρίζες από Σκωτία-Ζιμπάμπουε καθώς και εβραϊκές ρίζες, δημιούργησε την πρώτη πολυφυλετική μπάντα Juluka [26] και αργότερα Savuka [27]. Είχε μεγαλώσει σε μέρη της Ζιμπάμπουε (τότε Ροδεσία), πριν οι γονείς του μεταναστεύσουν στο Γιοχάνεσμπουργκ της Νότιας Αφρικής. Αυτό τον έφερε αντιμέτωπο με τα δεινά των μειονοτήτων στο Γιοχάνεσμπουργκ και σε άλλες μεγάλες πόλεις. Έμαθε επίσης την τοπική γλώσσα ζουλού, η οποία θα γινόταν μια από τις υπογραφές του στα τραγούδια του.

Αυτό που σηματοδοτούν τα περισσότερα από αυτά τα τραγούδια και οι μουσικοί είναι το κοινό πρόσημο της διαμαρτυρίας και της ομιλίας ενάντια στα κοινωνικά δεινά και τις διακρίσεις, ανεξάρτητα από την κοινωνικοοικονομική κατάσταση. Τα τραγούδια αυτά, ενώ προσωρινά απαγορευμένα, κατάφεραν να δουν το φως της ημέρας και να πλημμυρίσουν τα ραδιοκύματα επιτρέποντας στο κοινό σε όλες τις χώρες να ακούσει και να μάθει από τα μουσικά φαινόμενα.

Βρείτε τη λίστα αναπαραγωγής της Global Voice στο Spotify, η οποία προβάλλει αυτά και άλλα απαγορευμένα τραγούδια από όλο τον κόσμο εδώ. [28] Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την απαγορευμένη μουσική, δείτε τo ειδικό μας αφιέρωμα “Λάθος Νότες”. [29]