- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Η βασίλισσα Ελισάβετ Β’ υπό αραβικό πρίσμα

Κατηγορίες: Αίγυπτος, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιορδανία, Ιράκ, Ισραήλ, Ομάν, Παλαιστίνη, Συρία, Υεμένη, Ιστορία, Μέσα των πολιτών, Πολιτική, Γέφυρα

 

Η βασίλισσα Ελισάβετ Β’ με τον βασιλιά Φαϊζάλ του Ιράκ κατά τη διάρκεια επίσημης επίσκεψης το 1956. Σταθμός Victoria, Λονδίνο. Στιγμιότυπο από βίντεο του British Pathé [1] . Δίκαιη χρήση.

To παρακάτω κείμενο αποτελεί φιλοξενούμενη δημοσίευση του Nasser Rabbat, διευθυντή του Προγράμματος Aga Khan για την Ισλαμική Αρχιτεκτονική στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (MIT). 

Ο θάνατος της βασίλισσας Ελισάβετ Β’ [2] στις 8 Σεπτεμβρίου 2022 παρουσιάζεται στα δυτικά ΜΜΕ ως το τέλος μιας εποχής. Αυτή η ακατάπαυστα επαναλαμβανόμενη φράση αποτελεί, τουλάχιστον, απροκάλυπτη υπερβολή, εκτός ίσως από τους σκληροπυρηνικούς βασιλόφρονες στο Ηνωμένο Βασίλειο και τους αγγλόφιλους, κυρίως πλούσιους πολίτες της Κοινοπολιτείας. Για τους υπόλοιπους από εμάς, η σημασία του θανάτου της κυμαίνεται από έναν πομπώδη περισπασμό, σκόπιμα διασκορπισμένο σε πολλές μέρες, σε μια υπενθύμιση του πόσο διαφορετικός είναι ο κόσμος τώρα από την εποχή της ανόδου της στο θρόνο το 1952 [3] και πόσο κενή είναι η βρετανική βασιλική δοξολογία και εντελώς εκτός ρυθμού.

Η πρώτη υπενθύμιση είναι ιδιαίτερα οδυνηρή για έναν Άραβα παρατηρητή σαν εμένα, απόλυτα άνετο με τους δυτικούς τρόπους σκέψης, αλλά βυθισμένο στο να επικρίνει την απερίσκεπτη αδιαφορία του για άλλες, μη δυτικές προοπτικές.

Είναι επίσης ακόμη πιο οδυνηρό, επειδή η βασιλεία της Ελισάβετ Β’ συνέπεσε με την επίμονη εξάρθρωση κάθε ελπιδοφόρας πτυχής της νεωτερικότητας στον απέραντο αραβικό κόσμο: από την πολιτική ανεξαρτησία μέχρι την οικονομική ευημερία, την κοινωνική χειραφέτηση και τη σταθερότητα.

Η Ελισάβετ Β’ προφανώς δεν ήταν προσωπικά υπεύθυνη για καμία από αυτές τις ατυχίες, για τις οποίες θα έπρεπε να κατηγορηθούν δίκαια και ειλικρινά τα αραβικά καθεστώτα και οι λαοί και ο μονόπλευρος χειρισμός τους στις προκλήσεις, που αντιμετώπισαν τα τελευταία 70 χρόνια. Συμβόλιζε όμως την αποικιακή παγκόσμια τάξη πραγμάτων που, αν και έφθινε όταν ανήλθε στον θρόνο [4], είχε ήδη εγκλωβίσει όχι μόνο τους Άραβες, αλλά ολόκληρο τον Παγκόσμιο Νότο στην εξαιρετικά άδικη κατανομή δύναμης, γνώσης και πλούτου. Οι πρωταγωνιστές έχουν αλλάξει πολλές φορές, αλλά ο καταστροφικός ζυγός της παγκόσμιας ανισότητας έχει παραμείνει σχεδόν αλώβητος.

Ανιχνεύοντας τον βρετανικό αποικισμό στη Μέση Ανατολή

 

 


Ένας αναχρονιστικός χάρτης της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Τα χρώματα στο υπόμνημα του χάρτη εξηγούνται σύμφωνα με τους σχετικούς αριθμούς τους ως εξής: -1. Ροζ: αποικίες που κατέχονταν το 1945 -2. Πορτοκαλί: Επικράτειες -3. Ροζ πορτοκαλί: Αποικίες σε επικράτειες -4. Σκούρο κόκκινο-καφέ: περιοχές που χάθηκαν το 1920 -5. Ανοιχτό ροζ: περιοχές που καταλήφθηκαν κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο * 6. Μωβ: Πριγκιπικά κράτη (στην Ινδία) και άλλα προτεκτοράτα 7. Λεβάντα: περιοχές που χάθηκαν το 1705 (μόνο από την Αγγλία) -8. Γραμμωτό κόκκινο: σφαίρα επιρροής (κάντε κλικ στην εικόνα για καλύτερη ανάλυση) 9. Σομόν: περιοχές του ηττημένου Άξονα που κατελήφθησαν επί 1943-1955**154. Άδεια CC BY-SA 3.0 [5]

Η ανάμιξη της Βρετανίας στο αραβικό Μασρίκ [6] είναι παλιά (το Μαγκρέμπ [7] παραχωρήθηκε αποφασιστικά στους Γάλλους). Το 1190, ένας μακρινός προκάτοχος της Ελισάβετ Β’, ο Ριχάρδος Α’ (ο Λεοντόκαρδος, βασιλεία 1189-99) [8] οδήγησε την Γ’ Σταυροφορία [9] στη Σικελία, την Κύπρο και τις ακτές της Παλαιστίνης με ανάμεικτα αποτελέσματα, που του κέρδισαν αιώνια φήμη, ωστόσο.

Η επόμενη στρατιωτική επίθεση στα αραβικά εδάφη ήρθε το 1801, όταν οι Βρετανοί αποβιβάστηκαν στην Αίγυπτο για να αναγκάσουν την αποχώρηση των Γάλλων [10] και να αποκαταστήσουν την οθωμανική κυριαρχία εκεί. Οι Βρετανοί καρπώθηκαν τεράστια οικονομικά και γεωπολιτικά οφέλη από τους ελιγμούς τους γύρω από την καταρρέουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία [11] αρπάζοντας απομακρυσμένα εδάφη όπως το Άντεν, που τέθηκε υπό την κυριαρχία της Βρετανικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών το 1839 [12].

Αλλά η άνοδος μιας τοπικής εκσυγχρονιστικής δυναστείας [13] στην Αίγυπτο απαιτούσε μια γρήγορη επέμβαση το 1882 για να εξασφαλίσει τόσο τα οικονομικά όσο και τα ναυτικά οφέλη, που προέκυψαν μετά το άνοιγμα της διώρυγας του Σουέζ. Οι Βρετανοί κατέλαβαν την Αίγυπτο μέχρι το 1954.

Το Σουδάν ήταν η επόμενη κατάκτηση από έναν κοινό βρετανο-αιγυπτιακό στρατό το 1898. [14]

Εν τω μεταξύ, η Βρετανία επέκτεινε επίσης την αποικιακή της ηγεμονία στους σεΐχηδες του Κόλπου από το Κουβέιτ μέχρι το Ομάν, συνδέοντας τα εδάφη αυτά με συνθήκες, που ουσιαστικά διέγραψαν την ανεξαρτησία τους.

Το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου έφερε την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τη βιασύνη των ευρωπαϊκών αποικιακών δυνάμεων να καταβροχθίσουν τις αραβικές επαρχίες της [15]. Η Βρετανία, προδίδοντας τους Άραβες συμμάχους της, στους οποίους είχε υποσχεθεί ένα ανεξάρτητο αραβικό κράτος, κέρδισε το μεγαλύτερο μέρος του Μασρίκ, συμπεριλαμβανομένου του Ιράκ και της Υπερ-Ιορδανίας, όπου εγκατέστησε δύο υποτελείς χασεμιτικές δυναστείες, και την Παλαιστίνη, που έμελλε να απογυμνωθεί από το όνομα, την ταυτότητα και τον λαό της.

Αυτό το βρετανικό αυτοκρατορικό σχέδιο, που συνοψίζεται από την παράλογη Διακήρυξη Μπάλφουρ του 1917, [16] που υπόσχεται την Οθωμανική Παλαιστίνη στον εβραϊκό λαό, αποδείχθηκε καταστροφικό όχι μόνο για τους Παλαιστίνιους, που έχασαν τη χώρα τους [17] μετά την ίδρυση του Ισραήλ το 1948, αλλά για ολόκληρη την αραβική περιοχή. Διέκοψε την εδαφική σύνδεση μεταξύ της Αιγύπτου και του Μασρίκ, ανέτρεψε την αληθινή απελευθέρωση και δημιούργησε ένα περιβάλλον εχθρικό προς τη νεωτερικότητα και τη δημοκρατία.

Επί βασιλείας της Βασίλισσας Ελισάβετ Β’

Η βασίλισσα Ελισάβετ Β’ σε άμαξα με τον βασιλιά Χουσεΐν της Ιορδανίας κατά τη διάρκεια ενός βασιλικού καλωσορίσματος το 1966. Λονδίνο. Στιγμιότυπο από βίντεο του British Pathé [18] . Δίκαιη χρήση.

Τα ελαττώματα αυτής της αυτοκρατορικής πολιτικής άρχισαν να εμφανίζονται λίγο μετά την προσχώρηση της Ελισάβετ Β’, όταν οι Ελεύθεροι Αξιωματικοί στην Αίγυπτο οργάνωσαν πραξικόπημα κατά του βασιλιά τους τον Ιούλιο του 1952 [19] και ίδρυσαν αυτό που ισχυρίζονταν ότι ήταν μια δημοκρατία προσανατολισμένη προς την πρόοδο και την πολιτική κυριαρχία. Το ότι τελικά απέτυχαν το σχέδιό τους λόγω της απειρίας και της πολιτικής απληστίας τους δεν μειώνει σε καμία περίπτωση τον ρόλο που έπαιξε το Ηνωμένο Βασίλειο και η Δύση, γενικά, δίνοντας σε αυτούς τους ανίκανους ηγεμόνες περισσότερο σχοινί για να στραγγαλίσουν το έθνος τους.

Η εσπευσμένη εθνικοποίηση της Διώρυγας του Σουέζ [20] από τον Αμπντέλ Νάσερ το 1956 οδήγησε στην Τριμερή Επιθετικότητα [21] από το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία και το Ισραήλ, η οποία αποκάλυψε τις στρατιωτικές και στρατηγικές αδυναμίες του αιγυπτιακού καθεστώτος παρά την υποχώρηση των εισβολέων. Στη συνέχεια, οι ΗΠΑ επέβαλαν μια νέα τάξη πραγμάτων, που ώθησε το Ηνωμένο Βασίλειο εκτός σκηνής στις αιγυπτιακές υποθέσεις, αλλά όχι χωρίς διάφορες προσπάθειες για την ανάκτηση κάποιας επιρροής.

Ένα άλλο στάδιο για τον ανταγωνισμό ΗΒ/ΗΠΑ στα πρόσφατα ανεξάρτητα αραβικά κράτη ήταν η Συρία, η οποία υπέστη μια σειρά στρατιωτικών πραξικοπημάτων, που είχαν οργανωθεί από ξένους μεταξύ του 1949 και της ανόδου του Χαφέζ αλ Άσαντ [22] το 1970. Ορισμένα από αυτά τα πραξικοπήματα πιστεύεται ότι έγιναν σε συντονισμό με τις Βρετανικές Μυστικές Υπηρεσίες [23], ειδικά τη δεκαετία του '50, όταν ένας ανερχόμενος Παναραβισμός απειλούσε τα συντηρητικά καθεστώτα, που συμμάχησαν με το Ηνωμένο Βασίλειο στην Ιορδανία, το Ιράκ και ορισμένα από τα σεϊχάτα του Κόλπου.

Το Ιράκ, που φέρεται να χαρτογραφήθηκε σε μια χαρτοπετσέτα από την αδάμαστη Γκέρτρουντ Μπελ [24] σε ένα κοκτέιλ πάρτι στην έπαυλη κάποιου βρετανικού ύπατου αρμοστή το 1918, επίσης υπέφερε από ξένες παρεμβάσεις σε όλη τη σύγχρονη ιστορία του. Το τελευταίο επεισόδιο ήταν ιδιαίτερα καταστροφικό, όταν η χώρα καταλήφθηκε από έναν συνασπισμό υπό την ηγεσία των ΗΠΑ το 2003 [25]. Το Ηνωμένο Βασίλειο, πιθανώς νοσταλγώντας τις παλιές αποικιακές του μέρες, διεκδίκησε το νότιο κυβερνείο της Βασόρας ως φέουδό του [26]. Αλλού στον Κόλπο, Βρετανοί ομογενείς και επιχειρήσεις κυριαρχούν σε πολλούς οικονομικούς τομείς στις υπερπλούσιες πόλεις-κράτη από το Κουβέιτ μέχρι το Ομάν. Η κάποτε “Ευδαίμων” [27] Υεμένη (η Ευδαίμων Αραβία των Ρωμαίων), της οποίας το νότιο μισό ήταν για περισσότερο από έναν αιώνα βρετανική αποικία, βρίσκεται τώρα στη δίνη ενός σχιζοφρενικού εμφυλίου πολέμου, που τροφοδοτείται από τη γεωπολιτική και τα άστοχα όνειρα μεγαλείου μεταξύ των εισβολέων της.

Γιατί λοιπόν οι κάτοικοι της περιοχής να θυμούνται τη Βασίλισσα Ελισάβετ Β’ για κάτι άλλο εκτός από τη συγκρατημένη, τρομερά συντηρητική προσωπικότητα μιας παρακμάζουσας αυτοκρατορίας, έτσι όπως ήταν δηλαδή στην πραγματικότητα; Όντως, ο θάνατός της μπορεί να μην εγκαινιάσει το νοσταλγικό τέλος μιας εποχής, αλλά την ελπιδοφόρα αρχή μιας νέας εποχής για τη σχέση της βρετανικής μοναρχίας με τον αραβικό κόσμο. Ο γιος και διάδοχός της, Κάρολος Γ’, έδειχνε πάντα μεγάλο ενδιαφέρον και εκτίμηση για το Ισλάμ, τον Σουφισμό και την αραβική κουλτούρα και αρχιτεκτονική.

Αυτές οι πνευματικές επιδιώξεις, εάν ανακατευθυνθούν σωστά, μπορεί να μεταφραστούν σε μια πραγματική προσέγγιση με τον αραβικό κόσμο. Αλλά αυτό θα εξαρτηθεί όχι μόνο από τη βούληση του νέου βασιλιά, αλλά και από την ικανότητά του να ανταποκρίνεται στους περιορισμούς της συνταγματικής μοναρχίας του και να υπερβαίνει τις παρατεταμένες προκαταλήψεις του Οριενταλισμού, της αποικιοκρατίας και της ξενοφοβίας.