
Η εικόνα είναι ευγενική προσφορά της Giovana Fleck
Πριν από δέκα μήνες, τον Ιανουάριο του 2022, η Access Now και το Citizen Lab επιβεβαίωσαν ότι αρκετοί δημοσιογράφοι στοχοποιήθηκαν με τη χρήση του spyware Πήγασος της NSO Group σε μαζική κλίμακα στο Ελ Σαλβαδόρ. Τα κινητά τηλέφωνα τουλάχιστον 35 δημοσιογράφων από έξι ΜΜΕ ( El Faro, GatoEncerrado, La Prensa Grafica, Revista Digital Disruptiva και El Diario de Hoy) μολύνθηκαν από αυτό το spyware μεταξύ Ιουλίου 2020 και Νοεμβρίου 2021.
Το Εργαστήριο Ασφαλείας της Διεθνούς Αμνηστίας εξέτασε την έκθεση και επαλήθευσε τα στοιχεία σχετικά με τη χρήση του κατασκοπευτικού λογισμικού Πήγασος εναντίον δημοσιογράφων του Σαλβαδόρ. Η Erika Guevara-Rosas, διευθύντρια Αμερικής στη Διεθνή Αμνηστία, δήλωσε ότι «η χρήση του Πήγασος για την παρακολούθηση των επικοινωνιών στο Ελ Σαλβαδόρ αποκαλύπτει μια νέα απειλή για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη χώρα. Οι Αρχές πρέπει να σταματήσουν κάθε προσπάθεια περιορισμού της ελευθερίας της έκφρασης και να διεξαγάγουν διεξοδική και αμερόληπτη έρευνα για τον εντοπισμό των υπευθύνων». Αλλά η κυβέρνηση του προέδρου Ναγίμπ Μπουκέλε αρνήθηκε την ευθύνη της και δεν έδειξε αποτελέσματα ή σημάδια πλήρους έρευνας αυτής της υπόθεσης κατασκοπείας.
Από τότε που ο Μπουκέλε ανέλαβε την εξουσία το 2019, υπήρξαν αρκετές ενδείξεις ότι οδεύει προς μια λαϊκιστική και αυταρχική διοίκηση. Σήμερα, ο Μπουκέλε όχι μόνο ελέγχει την εκτελεστική εξουσία της κυβέρνησης, αλλά το πολιτικό του κόμμα, Νέες Ιδέες, έχει μεγάλη πλειοψηφία στη Νομοθετική Συνέλευση, η οποία παράνομα αφαίρεσε και εξέλεξε νέους δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου και νέο Γενικό Εισαγγελέα. Ο Economist, σε ένα άρθρο του Ιουνίου 2022 με τίτλο «Cryptocracy», τονίζει για τον Μπουκέλε ότι «από την ανάληψη των καθηκόντων του ο «πιο κουλ δικτάτορας του κόσμου», όπως αποκαλεί τον εαυτό του, κυβερνά τη χώρα των 6,5 εκατομμυρίων κατοίκων σαν ιδιωτικό φέουδο.
Οι Αρχές του Σαλβαδόρ έχουν κατηγορηθεί για πολλές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά πολιτών κατά τη διάρκεια του λοκντάουν της πανδημίας COVID-19 και, πιο πρόσφατα, για τη σύλληψη και βασανισμό χιλιάδων ανθρώπων στο πλαίσιο αυτού που η κυβέρνηση αποκάλεσε «πόλεμο κατά των συμμοριών». Ο Μπουκέλε και άλλες κρατικές Αρχές έχουν εκφράσει δημόσια την άρνησή τους να αποδεχθούν τη λογοδοσία και να δυσφημήσουν το έργο ανεξάρτητων δημοσιογράφων και ΜΜΕ. Σε αυτό το πλαίσιο, η χρήση του κατασκοπευτικού λογισμικού Πήγασος εναντίον δημοσιογράφων αντιπροσωπεύει σοβαρή απειλή για την ελευθερία του Τύπου, τα ψηφιακά δικαιώματα και μια βασική πρόκληση για τη διερεύνηση της διαμόρφωσης ενός ψηφιακού αυταρχισμού στο Ελ Σαλβαδόρ.
Μετά τις αποκαλύψεις για τη χρήση του Πήγασος σε βάρος 35 δημοσιογράφων στο Ελ Σαλβαδόρ, ένας μεγάλος συνασπισμός τοπικών και διεθνών οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοσιογράφων, μέσω δημόσιας δήλωσης τον Ιανουάριο του 2022, ζήτησε από τις Αρχές του Σαλβαδόρ να σταματήσουν να παρενοχλούν δημοσιογράφους και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την ελευθερία της έκφρασης, της γνώμης και του Τύπου, και σεβασμό της ιδιωτικής ζωής των πολιτών της. Ομοίως, αυτές οι οργανώσεις ζήτησαν από τον Γενικό Εισαγγελέα να διεξαχθεί έρευνα για τη χρήση του Πήγασος σε αυτή την υπόθεση. Εξάλλου, τον Φεβρουάριο, η Cristosal, μια τοπική οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ζήτησε από το Ελεγκτικό Συνέδριο να διερευνήσει την πιθανή χρήση δημόσιων πόρων για την αγορά του λογισμικού κατασκοπείας Πήγασος του Ισραηλινού Ομίλου NSO.
Οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (RSF) κάλεσαν επίσης τις Αρχές του Σαλβαδόρ «να ξεκινήσουν άμεση έρευνα με στόχο τον εντοπισμό και τη δίωξη των υπευθύνων για αυτήν την εκτεταμένη υπόθεση κατασκοπείας». Επιπλέον, απηύθυναν έκκληση στην ισραηλινή κυβέρνηση να επιβάλει μορατόριουμ στην εξαγωγή αυτού του είδους spyware, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κατασκοπεία δημοσιογράφων και αποτελεί πραγματικό πρόβλημα για τη δημοκρατία σε όλο τον κόσμο. Το λογισμικό κατασκοπείας Πήγασος, σύμφωνα με ειδικούς στην ψηφιακή ασφάλεια, μπορεί να μολύνει σιωπηλά το κινητό τηλέφωνο ενός ατόμου και να έχει πλήρη πρόσβαση σε φωτογραφίες, επαφές, μηνύματα, συνομιλίες και να ενεργοποιεί το μικρόφωνο και την κάμερα στη μολυσμένη συσκευή.
Είναι πολύ αποκαλυπτικό ότι η περίοδος του χακαρίσματος των κινητών τηλεφώνων αρκετών δημοσιογράφων συνέπεσε με την ανάπτυξη αρκετών δημοσιογραφικών ερευνών σχετικά με τη λαθραία διαπραγμάτευση του Προέδρου Μπουκέλε με συμμορίες του δρόμου για τη μείωση των ανθρωποκτονιών και την απόκτηση πολιτικής υποστήριξης, υποθέσεις διαφθοράς κυβερνητικών αξιωματούχων και την αυταρχική απόφαση να υιοθετήσει το bitcoin ως νόμιμο χρήμα στο Ελ Σαλβαδόρ.
Κυβερνητική λογοδοσία
Τον Μάρτιο του 2022, σε μια δημόσια ακρόαση ενώπιον της Διαμερικανικής Επιτροπής για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (IACHR) σχετικά με αυτήν την υπόθεση της παράνομης πρακτικής παρακολούθησης Πήγασος κατά δημοσιογράφων και ακτιβιστών στο Ελ Σαλβαδόρ, η Margarette May Macaulay, μία από τις επιτρόπους της IACHR, είπε: «Αυτό ήταν μια σοβαρή επίθεση στη δημοκρατία και τα δημοκρατικά πρότυπα (…), κανείς δεν θέλει να τα απαριθμήσει, αλλά παραβιάστηκαν πάρα πολλά δικαιώματα». Επιπλέον, η επίτροπος Macaulay τόνισε ότι «η έρευνα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο αυστηρή και όσο το δυνατόν να γίνει συντομότερα, [αλλά] δεν φαίνεται να υπάρχει επείγουσα ανάγκη από την πολιτεία».
Στην ακρόαση, ο εκπρόσωπος του κράτους του Σαλβαδόρ, αξιωματούχος του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα, αρνήθηκε οποιαδήποτε γνώση αυτής της παράνομης χρήσης του Πήγασος στο Ελ Σαλβαδόρ, είπε ότι «διεξάγει εκτεταμένη έρευνα» και κατηγόρησε τα θύματα ότι καθυστέρησαν την έρευνα αποτυγχάνοντας να μοιραστούν πληροφορίες με τις Αρχές. Η κατηγορία αυτή διαψεύστηκε έντονα από τους δημοσιογράφους, που παρευρέθηκαν στην ακροαματική διαδικασία.
Η Έρευνα του Citizen Lab No. 148, που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο του 2022, εντόπισε έναν πελάτη της Πήγασος, το “TOROGOZ”, που δραστηριοποιείται σχεδόν αποκλειστικά στο Ελ Σαλβαδόρ από το 2019. Τα ευρήματα αυτής της έκθεσης έδειξαν ότι, «αν και δεν υπάρχουν οριστικά τεχνικά στοιχεία ότι το TOROGOZ αντιπροσωπεύει την κυβέρνηση του Σαλβαδόρ, η έντονη εστίαση των περιστατικών σε συγκεκριμένες χώρες υποδηλώνει ότι αυτό είναι πολύ πιθανό». Ωστόσο, σε δήλωση στο πρακτορείο ειδήσεων Reuters, μετά τη δημοσίευση της έκθεσης του Citizen Lab, η κυβέρνηση του Σαλβαδόρ αρνήθηκε ότι ήταν πελάτης του Ομίλου NSO. Μέχρι τώρα, η κυβέρνηση δεν έχει δείξει προθυμία να διερευνήσει αυτή την υπόθεση παράνομης παρακολούθησης πολλών δημοσιογράφων και να λογοδοτήσει στην κοινωνία για τις παραβιάσεις των θεμελιωδών ψηφιακών δικαιωμάτων.
Η Julia Gavarrete, δημοσιογράφος από το ειδησεογραφικό μέσο El Faro του Σαλβαδόρ και ένα από τα θύματα της μόλυνσης από το λογισμικό κατασκοπείας Πήγασος, έγραψε σε ένα άρθρο γνώμης ότι «πρέπει να ειπωθεί πως σε μια χώρα, όπου επιβεβαιώθηκε η χρήση ενός προγράμματος κατασκοπείας, οι Αρχές, αντί να ερευνήσουν, τα κανόνισαν έτσι ώστε να υπάρχει πλέον η δυνατότητα ποινικοποίησης κάθε κριτικής φωνής». Η Gavarrete υπογραμμίζει τις απειλές και τις προκλήσεις της δημοσιογραφίας υπό κυβερνοπαρακολούθηση στο Ελ Σαλβαδόρ: «Με ένα πρόγραμμα όπως το Πήγασος, όποια άτομα βρίσκονται πίσω από αυτό έχουν πρόσβαση στις δραστηριότητές μας, τις συνομιλίες μας, τις πληροφορίες που λαμβάνουμε και ποιος τις μοιράζεται μαζί μας και τι ερευνούμε. Το κλίμα για τη δημοσιογραφία είναι πολύπλοκο, ναι, και γι’ αυτό θέλω να τονίσω ότι ακόμη και τότε δεν θα σταματήσουμε να κάνουμε δημοσιογραφία».
Επισκεφτείτε τη σελίδα του εγχειρήματος για περισσότερα άρθρα από το Παρατηρητήριο Ανελευθερίας.