Γιατί ίσως δε γυρίσω ποτέ ξανά στο Ελ Σαλβαδόρ

Φωτογραφία που λήφθηκε από την συντάκτρια κατά την τελευταία της επίσκεψη στο Ελ Σαλβαδόρ τον Ιούνιο του 2019.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στη βέλγικη δημοσιογραφική ιστοσελίδα De Wereld Morgen και αναδημοσιεύεται στο Global Voices κατόπιν αδείας.

Το χάραμα στο Ελ Σαλβαδόρ είναι πάντα γεμάτο δροσιά. Κάθε φορά που ταξιδεύω σε αυτήν την τροπική, ζεστή, ηφαιστειογενή χώρα της Κεντρικής Αμερικής, με ξυπνάει στις έξι το πρωί η φωνή ενός νεαρού που πουλάει ψωμιά. “El pan, el pan”, “Ψωμί, ψωμί”, φωνάζει και χτυπάει το κουδουνάκι του ποδηλάτου του. Ακόμα και μια υπναρού όπως εγώ, απολαμβάνει αυτή την καθημερινή ρουτίνα της ζωής εκεί. Κατά τη διάρκεια του τελευταίου μου ταξιδιού στην πατρίδα της μητέρας μου, η αποπνικτική αίσθηση, μία αίσθηση που γνωρίζω καλά, αντικατέστησε το συναίσθημα της νοσταλγίας.

Μου είπανε ότι αυτός ο νεαρός παρακολουθούσε το τετράγωνο λόγω των επικίνδυνων συμμοριών, που κατοικούν στο τέλος του δρόμου. Το ποδήλατο
ήταν απλά καμουφλάζ για να κρύψει την παρακολούθηση που κρυβόταν πίσω από την καθημερινή πώληση ψωμιού. Το αίσθημα της αγάπης που είχα για τη χώρα εξανεμίστηκε και από τότε το χάραμα δεν ήταν ποτέ ξανά το ίδιο.

Κάθε φορά που γυρνάω σε αυτή τη χώρα, η οποία βρίσκεται μερικά εκατοντάδες χιλιόμετρα νότια του Μεξικού, ο χώρος για να αναπνεύσω ολοένα και συρρικνώνεται. Μιας και έχω σαλβαδοριανή και βελγική καταγωγή, επισκεπτόμουν συχνά συγγενείς στο Ελ Σαλβαδόρ και εργαζόμουν ως δημοσιογράφος.

Πολλοί βλέπουν τις συνοικίες που ζούνε οι συγγενείς μου ως “φαβέλες”, δηλαδή φτωχογειτονιές που τις χαρακτηρίζει η βία και το κακό. Εμένα όμως οι γειτονιές αυτές μου θύμιζαν τις όμορφες στιγμές που περνούσαμε με την οικογένειά μου, τα παιχνίδια με τα ξαδέρφια μου και το νόστιμο σπιτικό φαγητό που τρώγαμε. Βέβαια, με το πέρασμα των χρόνων παρατηρούσα ότι οι ζωές των
συγγενών μου ορίζονταν από τον φόβο.

Ο φαύλος κύκλος της βίας

Η ζωή στο Ελ Σαλβαδόρ χαρακτηρίζεται από ήλιο, παραλίες, τροπικό κλίμα, ενώ η χώρα αποτελεί δημοφιλή προορισμό για σέρφερ. Είναι μία χώρα, όπου οι άνθρωποι χορεύουν με τόση χαρά λες και δε θα υπάρξει αύριο. Διότι στο Ελ Σαλβαδόρ, για να παραμείνει κανείς ζωντανός, πρέπει να σχεδιάζει προσεκτικά κάθε κίνησή του βγαίνοντας από το σπίτι. Οι συμμορίες ελέγχουν τις ζωές όλων με αόρατους αλλά υπαρκτούς κοινωνικούς κανόνες, στα πλαίσια των οποίων πρέπει να κινηθεί κανείς στρατηγικά. Οι κάτοικοι του Ελ Σαλβαδόρ προσπαθούν να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο της φτώχειας και της εγκληματικότητας, που προέκυψε από την άλυτη κληρονομιά του εμφυλίου πολέμου τη δεκαετία του '80, την αδύναμη και αναξιόπιστη εξουσία του κράτους και τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, η οποία οδηγεί σε επισιτιστική ανασφάλεια και συνεπώς σε ακόμη μεγαλύτερη φτώχεια. Δεκάδες χιλιάδες Σαλβαδοριανοί και Σαλβαδοριανές, μεταξύ των οποίων και μέλη της οικογένειάς μου, έχουν αιτηθεί άσυλο τα τελευταία χρόνια στις ΗΠΑ, το Μεξικό, την Ισπανία και το Βέλγιο.

“Από το 2014 μέχρι το 2017 δολοφονήθηκαν σχεδόν 20.000 Σαλβαδοριανοί/ές. Ο αριθμός αυτός των βίαιων θανάτων είναι μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο αριθμό σε πολλές άλλες χώρες, που την ίδια περίοδο βρίσκονταν σε εμπόλεμη κατάσταση, όπως για παράδειγμα η Λιβύη, η Σομαλία και η Ουκρανία”, αναφέρει η δεξαμενή σκέψης «Crisis Group» με έδρα τις Βρυξέλλες. Εκτός
αυτού, το Ελ Σαλβαδόρ κατέχει ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά σε γυναικοκτονίες παγκοσμίως.

Τα άτομα αιτούντα άσυλο αναφέρουν συχνά βίαιες απειλές από συμμορίες, δηλαδή οργανωμένες κοινωνικές ομάδες ανηλίκων και ενηλίκων, οι οποίες ζουν από εκβιασμούς και μικροδιακίνηση ναρκωτικών. Οι συμμορίες αυτές συστάθηκαν αρχικά στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στο Ελ Σαλβαδόρ [Σημείωση της συντάκτριας: Εκατοντάδες χιλιάδες Σαλβαδοριανοί/ές είχαν καταφύγει τότε στο Λος Άντζελες για να γλιτώσουν από τα τάγματα θανάτου, που είχαν εκπαιδευτεί από τις ΗΠΑ, εκεί όμως εγκαταλείφθηκαν στη μοίρα τους. Πολλοί νέοι κατέληξαν ως εγκληματίες. Στα τέλη της δεκαετίας του '90, πολλοί από αυτούς απελάθηκαν στο Ελ Σαλβαδόρ]. Τώρα θέτουν τους δικούς τους κανόνες, που υπάρχουν παράλληλα με αυτούς του κράτους.

Για παράδειγμα, δε θα μπορούσα να εισέλθω στο τετράγωνο που ζει η οικογένειά μου χωρίς να με παραλάβει από την είσοδο κάποιος συγγενής, που ζει σε αυτό το barrio (ΣτΜ: τετράγωνο). Ως ξένη, θα με έβλεπαν ως απειλή τα μέλη της συμμορίας. Όταν κάποιος μπαίνει στο τετράγωνο με το αυτοκίνητό του, πρέπει να έχει τα παράθυρα κατεβασμένα και τους προβολείς σβηστούς. Η μη συμμόρφωση με τους κανόνες της συμμορίας θεωρείται προσβολή και όποιο άτομο τους παραβαίνει μπορεί να θανατωθεί επιτόπου. Όποιο άτομο δεν πληρώνει “προστασία”, επίσης θανατώνεται: από τον απλό μικροπωλητή μέχρι και τον πιο ευκατάστατο επιχειρηματία μεταφορέα.

Μηνιαία “προστασία”

Μια μέρα, παραπονιόμουν οργισμένη σε μια συγγενή μεγαλύτερης ηλικίας. Πόσο ενοχλητικό είναι να προσέχεις την παραμικρή σου κίνηση, όταν περπατάς δίπλα από νέους που καπνίζουν χόρτο στον δρόμο! “Όντως, είναι bichos (ΣτΜ: παράσιτα) αυτά τα παιδιά”, μου απάντησε, “αλλά τα χέρια τους είναι ήδη βαμμένα με αίμα”.

Είναι πλέον καθημερινότητα στο Ελ Σαλβαδόρ να συζητά κανείς για κάποιον γνωστό που αγνοείται ή έχει δολοφονηθεί. Έτσι, ένας ξάδερφός μου διηγούνταν στη μητέρα του μια Κυριακή που την επισκέφθηκε, ενώ έπιναν καφέ, τη δολοφονία ενός ταξιτζή γείτονά του, επειδή δεν είχε πληρώσει “προστασία”.

Έφηβοι και έφηβες έχουν συνηθίσει να φοβούνται για τη ζωή τους, κάθε φορά που μπαίνουν στο σχολικό λεωφορείο, καθώς πολλοί από αυτούς έχουν δει πτώματα καλυμμένα με αιματοβαμμένα λευκά πανιά να κείτονται στον δρόμο. Οι νέοι αποφεύγουν με κάθε τρόπο να βρίσκονται έξω με το αυτοκίνητο μετά τις έξι το απόγευμα και αφού έχει δύσει ο ήλιος. Μαρτυρία ενός νέου: “Τι θα συνέβαινε, αν πάθαινα βλάβη με το αυτοκίνητο και “έμενα” στο λάθος σημείο; Ένας από τους συμμαθητές μου δέχτηκε έτσι επίθεση και δολοφονήθηκε”.

Όλοι στο Ελ Σαλβαδόρ γνωρίζουν κάποιον ή κάποια, που έπρεπε να φύγει από τη χώρα ή να ξεφύγει από συμμορίες ή έχει δολοφονηθεί ακόμη και από τον ίδιο τον σύζυγο. Άνθρωποι που στην οικογένειά τους δεν έχει δολοφονηθεί κανείς πρέπει να νιώθουν τυχεροί. Τον τελευταίο καιρό, γίνονται πολλές συζητήσεις σχετικά με εξαφανίσεις νέων. Κάποιοι πιστεύουν ότι οι εξαφανίσεις έχουν
αντικαταστήσει τις στυγερές σκηνές δολοφονιών.

Αν λοιπόν κανείς στο Ελ Σαλβαδόρ δεχτεί δολοφονική απειλή, πρέπει να την πάρει πολύ σοβαρά. Οι άνθρωποι προσπαθούν αρχικά να βρουν ένα καταφύγιο μέσα στην ίδια τους τη χώρα: ένα δύσκολο εγχείρημα, αν σκεφτεί κανείς ότι το Ελ Σαλβαδόρ είναι λίγο μεγαλύτερο από το Βέλγιο, αλλά έχει μόνο τον μισό πληθυσμό. Σε μια χώρα όπου το 94% των κοινοτήτων ελέγχεται από συμμορίες,
το 2010 σχεδόν μισό εκατομμύριο άνθρωποι αναγκάστηκαν να μετακινηθούν σε κάποιο άλλο μέρος της ενδοχώρας. Είναι δύσκολο να κρυφτείς από τις καλά οργανωμένες συμμορίες, όταν μπορείς να εντοπίσεις τον οποιονδήποτε πολύ εύκολα μέσω ελάχιστων επαφών.

Φωτογραφία που λήφθηκε από την συντάκτρια κατά την τελευταία της επίσκεψη στο Ελ Σαλβαδόρ τον Ιούνιο του 2019.

“Οικειοθελείς επιστροφείς”

Ο “Έρικ” (ψεύτικο όνομα για προστασία της ταυτότητάς του) είναι κάποιος, που είχε αιτηθεί άσυλο από το Βέλγιο, ο οποίος τον  Νοέμβριο του 2020 απελάθηκε στο Ελ Σαλβαδόρ με μια πολυσυζητημένη πτήση τσάρτερ, οργανωμένη από τη βελγική κυβέρνηση για “οικειοθελείς επιστροφείς”. Μετά την επιστροφή του, άρχισε να δουλεύει σε ένα εστιατόριο. Τώρα κοιμάται στον χώρο εργασίας του και βγαίνει έξω μονάχα για να αγοράσει φαγητό.

“Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που ζούσα εδώ. Γι’ αυτό και δεν ξέρω που να πάω”, μου λέει ο Έρικ σε μια κλήση μας μέσω WhatsApp τον περασμένο Δεκέμβριο. “Κάποιες φορές, έπεσα τυχαία πάνω σε μέλη συμμοριών. Με έψαξαν από την κορφή ως τα νύχια. Ενίοτε με ρωτούσαν από πού κατάγομαι. Φοβάμαι, φοβάμαι πολύ ότι θα αντιμετωπίσω πάλι προβλήματα ή ότι κάποια μέρα θα φύγω από το σπίτι και δε θα ξαναγυρίσω”.

Ο 25χρονος Έρικ έφυγε πριν από δύο χρόνια για το Βέλγιο, αφού συμμορίες τον αναζητούσαν στο σπίτι του, έκλεψαν τα πράγματα του και τον απείλησαν ότι “θα βρουν το πτώμα του”, αν τολμούσε να τους καταγγείλει. “Πρωτύτερα, είχα μικρά, απλά προβλήματα”, αναφέρει ο Έρικ. “Ένοπλες ληστείες ή επιθέσεις στο λεωφορείο”, που κάποιες φορές έληγαν με πυροβολισμούς. Η απειλή, που άλλαξε τη ζωή του, ήρθε, όταν οι συμμορίες ανακάλυψαν πού έμενε. Αναφέρει ότι, ακόμα και όταν βρισκόταν στο Βέλγιο, οι συμμορίες συνέχισαν να τον ψάχνουν στην παλιά του κατοικία.

Ο Έρικ δεν έλαβε άσυλο στο Βέλγιο λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων. Όταν απορρίφθηκε η αίτηση ασύλου του, ζούσε στις Βρυξέλλες για μερικούς μήνες στον δρόμο.

Οι συμμορίες ως κομμάτι του κοινωνικού ιστού

Αναφέρει ότι ήταν αδύνατο για αυτόν να λάβει παραπάνω αποδεικτικά στοιχεία ή βοήθεια από τις σαλβαδοριανές Αρχές. Είναι γνωστό ότι οι συμμορίες δε δραστηριοποιούνται μόνο σε συγκεκριμένα φτωχό-τετράγωνα, αλλά αποτελούν και κομμάτι του κοινωνικού ιστού, από αστυνομικά τμήματα μέχρι την Δημαρχία, ακόμα και ανάμεσα στους συμμαθητές των παιδιών και τους γονείς τους. Πολλές κυβερνήσεις και πολιτικά κόμματα έχουν συνεργαστεί κρυφά μαζί τους για εκλογική υποστήριξη ή για να “ρίξουν” εικονικά το ποσοστό δολοφονιών.

Μερικές μέρες μετά την επιστροφή του στο Ελ Σαλβαδόρ, ο Έρικ ανακάλυψε ότι ένας γνωστός του είχε εξαφανιστεί. Βρέθηκε μόνο η μηχανή του νεαρού.

Όπως ο Έρικ, έτσι και πολλοί άλλοι Σαλβαδοριανοί και Σαλβαδοριανές προσπάθησαν να διαφύγουν στο Βέλγιο. Το 2015, είχαν αιτηθεί 35 άτομα άσυλο στο Βέλγιο. Τέσσερα χρόνια αργότερα, την πόρτα του Βελγίου χτύπησαν 1.365 άνθρωποι από την Κεντρική Αμερική. Το 2018, το Βέλγιο αναγνώρισε σχεδόν όλους τους Σαλβαδοριανούς/ές (96,5%) ως πρόσφυγες. Μέχρι το 2020, αυτό το ποσοστό
μειώθηκε στο 9,5%, όπως δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία της ευρωπαϊκής αρχής Eurostat.

Το Βέλγιο αποδέχεται μεν ότι το Ελ Σαλβαδόρ αποτελεί ένα εξαιρετικά επικίνδυνο κράτος. Από την άλλη όμως, η Aρχή, που αποφασίζει σχετικά με την αναγνώριση των προσφύγων, υποστηρίζει ότι οι περισσότερες αφίξεις τους αυτή τη στιγμή στο Βέλγιο δε διατρέχουν πραγματικό κίνδυνο. Έτσι, πολλοί αιτούντες άσυλο, αισθάνονται αναγκασμένοι να γυρίσουν στην Κεντρική Αμερική.

Οι τοίχοι “έχουν αυτιά”

Στο Ελ Σαλβαδόρ, οι άνθρωποι συνεχίζουν να μιλάνε ψιθυριστά για τη βία και τις εξαφανίσεις, διότι “οι τοίχοι έχουν αυτιά”. Πολλά παράθυρα έχουν για προστασία ατσάλινα κάγκελα, αλλά όχι τζάμια. Οι τοίχοι είναι από μπετόν και οι άνθρωποι, όπως ο πωλητής ψωμιών, μπορούν να ακούσουν κάθε συζήτηση, αν αυτή δε γίνεται ψιθυριστά.

Ο Έρικ σκοπεύει να συνεχίσει να μαθαίνει αγγλικά και γαλλικά, σε περίπτωση που αναγκαστεί ξανά να μεταναστεύσει για να σώσει τη ζωή του. Προσωπικά, δεν είμαι σίγουρη πότε θα το ρισκάρω να γυρίσω ξανά στο Ελ Σαλβαδόρ, να αγκαλιάσω τους αγαπημένους μου και να ανασάνω για άλλη μια φορά την πρωινή αύρα.

Το άρθρο μεταφράστηκε από την Θώμη Χατζηπαντελή, φοιτήτρια του FTSK στο Germersheim, κατά τη διάρκεια του μαθήματος της Δρ. Φιλ. Αναστασίας Καλπακίδου στο πλαίσιο του project Global Voices.

Ξεκινήστε τη συζήτηση

Συντάκτες, παρακαλώ σύνδεση »

Οδηγίες

  • Όλα τα σχόλια ελέγχονται. Μην καταχωρείτε το σχόλιο σας πάνω από μία φορά γιατί θα θεωρηθεί spam.
  • Παρακαλούμε, δείξτε σεβασμό στους άλλους. Σχόλια τα οποία περιέχουν ρητορική μίσους, προσβολές ή προσωπικές επιθέσεις δεν θα καταχωρούνται.