- Global Voices στα Ελληνικά - https://el.globalvoices.org -

Οι κυβερνήσεις εξακολουθούν να μπορούν να χρησιμοποιούν το λογισμικό Pegasus χωρίς εγγυήσεις για ανθρώπινα δικαιώματα

Κατηγορίες: Ανατολική - Κεντρική Ευρώπη, Ισραήλ, Ουγγαρία, Ανθρώπινα Δικαιώματα, Μέσα & δημοσιογραφία, Μέσα των πολιτών, Νομικά, Τεχνολογία, GV Advocacy, Παρατηρητήριο Ανελευθερίας
[1]

Εικονογράφηση [2] του Gibrán Aquino (CC BY 4.0 διεθνής [3]), που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά από τη La Red en Defensa de los Derechos Digitales (R3D) από το Μεξικό.

Τον Σεπτέμβριο του 2022, ο Szabolcs Panyi, ένας Ούγγρος ερευνητής δημοσιογράφος του Direkt36 [4], δημοσίευσε κείμενο σχετικά με το πώς το λογισμικό Pegasus μεταφέρθηκε στην Ουγγαρία [5]. Η έκθεση καταδεικνύει πόσο εύκολα οι κυβερνήσεις μπορούν να εκμεταλλευτούν τις τεχνολογίες επιτήρησης, χωρίς να εφαρμόζονται εγγυήσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Ο Panyi – επίσης στόχος [6] του Pegasus – εξήγησε τις συνθήκες, υπό τις οποίες το Pegasus μεταφέρθηκε στην Ουγγαρία και τον ρόλο της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας (NSS) στη συναλλαγή. Το Direkt36 αποκάλυψε [7] το 2021 ότι οι δημοσιογράφοι και οι πολιτικοί στην Ουγγαρία μπορεί να είχαν στοχευθεί με το εργαλείο αυτό.

Σύμφωνα με το Direkt36, η Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας ανέθεσε στην Communication Technologies Ltd. το 2017 να αποκτήσει το λογισμικό κατασκοπείας, που αναπτύχθηκε από την ισραηλινή εταιρεία NSO Group. Σύμφωνα με πηγές, που γνωρίζουν τις συνθήκες της συναλλαγής, το spyware αγοράστηκε για 3 δισεκατομμύρια ουγγρικά φιορίνια (περίπου 7,45 εκατομμύρια ευρώ). Η έρευνα διαπίστωσε ότι η όλη συναλλαγή παρέμεινε μυστική επειδή, τον Οκτώβριο του 2017, η Επιτροπή Εθνικής Ασφάλειας του Κοινοβουλίου ψήφισε ομόφωνα και χωρίς αμφιβολία [8] την εξαίρεση της αγοράς του λογισμικού κατασκοπείας από τις δημόσιες συμβάσεις.

Ο τότε ιδιοκτήτης-CEO της Communication Technologies [9] Ltd. ήταν ο Péter Neuman, ο οποίος, εκτός από το έργο του στη φιλοσοφία της επιστήμης και την έρευνα για την τεχνητή νοημοσύνη, ήταν εκπαιδευόμενος στον τομέα της κυβερνοασφάλειας στο Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ το 2013 [5] και είχε πολλούς δεσμούς τόσο με τα ηγετικά μέλη των κυβερνήσεων πριν από το 2010 όσο και το κόμμα Fidesz. Μετά το 2010, το όνομά του έγινε περισσότερο γνωστό, όταν έγινε σύμβουλος των συμφερόντων των μέσων ενημέρωσης γύρω από την Ενωμένη Ουγγρική Εβραϊκή Συνέλευση (EMIH), με επικεφαλής τον Ραβίνο Slomo Köves, και αργότερα έγινε Διευθύνων Σύμβουλος της Telegraph, η οποία κατέχει την εφημερίδα 168 Hour και συνδέεται επίσης με το EMIH.

Τους μήνες μετά την έγκριση από την Επιτροπή Εθνικής Ασφάλειας για την απόκτηση του Pegasus, ένας άλλος παίκτης εμφανίστηκε στην Communication Technologies. Ο László Hetényi, ο οποίος έχει υπόβαθρο [10] στις εσωτερικές υποθέσεις και ενεργούσε ως αποκλειστικός Ούγγρος εκπρόσωπος του Economist και της Wall Street Journal, απέκτησε πρώτα μερίδιο 10% και στη συνέχεια 33% της εταιρείας.

Το 2019, οι δυο τους ενώθηκαν από έναν άλλο ιδιοκτήτη, τον László Tasnádi, πρώην υφυπουργό επιβολής του νόμου και έμπιστο του Sándor Pintér, του υπουργού Εσωτερικών, ο οποίος ξεκίνησε την καριέρα του πριν από την αλλαγή του καθεστώτος. Πριν από το 1989, ο Tasnádi εργαζόταν στην Αντιτρομοκρατική για τις Υπηρεσίες Πληροφοριών πριν μετακομίσει στο Αρχηγείο της Αστυνομίας της Βουδαπέστης.

Το Direkt36 διάβασε από τα αρχεία της εταιρείας ότι τα έσοδα της Communication Technologies Ltd., η οποία επίσης εμπορεύεται τεχνολογίες στον κυβερνοχώρο, αυξήθηκαν από 150 εκατομμύρια φιορίνια (περίπου 373.000 ευρώ) σε 3,5 δισεκατομμύρια φιορίνια (8,7 εκατομμύρια ευρώ) το 2018 μετά την εξαγορά της Pegasus.

Το NSS απέκτησε αρχικά μια ποσόστωση 50 συσκευών μέσω αυτής της εταιρείας, αλλά αυτή έπρεπε να αυξηθεί αμέσως μετά λόγω της αύξησης του ενδιαφέροντος για τον Pegasus μεταξύ των ουγγρικών υπηρεσιών πληροφοριών. Σύμφωνα με πηγές του Direkt36, το NSS έχει χρησιμοποιήσει το Pegasus σε επιχειρήσεις όλων των πολιτικών υπηρεσιών εθνικής ασφάλειας, αλλά όχι της Στρατιωτικής Εθνικής Υπηρεσίας Ασφαλείας.

Ένας πρώην αξιωματικός των πληροφοριών είπε στο Direkt36 [5] ότι το λογισμικό κατασκοπείας χρησιμοποιήθηκε στην Ουγγαρία ακόμη και μετά το ξέσπασμα της υπόθεσης Pegasus. Οι συνάδελφοί του, που ήταν ακόμη ενεργοί, είπαν σε αυτόν τον άνδρα ότι η χρήση του Pegasus είχε ανασταλεί για λίγο, αλλά αργότερα επαναλήφθηκε για μυστική παρακολούθηση.

Οι μυστικές υπηρεσίες έχουν ουσιαστικά απεριόριστες εξουσίες συλλογής δεδομένων στην Ουγγαρία [11]. Δεν υπάρχουν αυστηρές προϋποθέσεις για επιτήρηση και δεν υπάρχει ανεξάρτητος φορέας που να την ελέγχει. Η πιο πρόσφατη υπόθεση Pegasus έδειξε ότι αυτό δεν είναι θεωρητικό πρόβλημα: τα κινητά τηλέφωνα Ούγγρων πολιτών παραβιάστηκαν χωρίς κανένα γνωστό λόγο εθνικής ασφάλειας.

Η ιστορία της Ουγγαρίας δεν είναι μοναδική μεταξύ των χωρών, που χρησιμοποίησαν το Pegasus για να στοχεύσουν αντίθετες φωνές. Υπάρχει επείγουσα ανάγκη να ρυθμιστεί το παγκόσμιο εμπόριο τεχνολογίας επιτήρησης με τη συμπερίληψη διασφαλίσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Οι επιτηρητές ψηφιακών δικαιωμάτων, όπως η Privacy International, ευαισθητοποιούν σχετικά με τις βλάβες στα ανθρώπινα δικαιώματα, που συνδέονται με το ανεξέλεγκτο εμπόριο και τη χρήση εμπορικού spyware από το 1995 [12]. Το 2019, ο David Kaye, πρώην Ειδικός Εισηγητής του ΟΗΕ για την ελευθερία της έκφρασης, δήλωσε [13] ότι υπάρχει ανάγκη για “άμεσο μορατόριουμ για την παγκόσμια πώληση και μεταφορά τεχνολογίας ιδιωτικής επιτήρησης”. Είπε επίσης ότι “η παράνομη παρακολούθηση συνεχίζεται χωρίς εμφανή περιορισμό”. Ωστόσο, χώρες όπως η Ουγγαρία εξακολουθούν να είναι ελεύθερες να χρησιμοποιούν το λογισμικό χωρίς κανένα πρόβλημα, ακόμη και μετά τις αποκαλύψεις του Pegasus.

Το σκάνδαλο Pegasus δείχνει πώς [14] οι μη δημοκρατικές κυβερνήσεις παγκοσμίως μπορούν να χρησιμοποιήσουν την τεχνολογία για να παρακολουθούν και να καταστείλουν ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δημοσιογράφους και φωνές που διαφωνούν. Ο Όμιλος NSO, ο παραγωγός του Pegasus, ισχυρίζεται ότι έχει θεσπίσει διαδικασίες, που θα του επιτρέψουν να αντιμετωπίζει περιπτώσεις, όπου οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελούν στόχο του λογισμικού. Όταν το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων [15] ρώτησε πώς απαντά η εταιρεία σε τέτοιους ισχυρισμούς, επεσήμανε την Έκθεση Πολιτικής [16] και Διαφάνειας για τους Πληροφοριοδότες [17]. Το τελευταίο περιλαμβάνει ορισμένες πληροφορίες σχετικά με την προσέγγιση της εταιρείας στα ανθρώπινα δικαιώματα. Περιγράφει πώς αξιολογεί, με τη βοήθεια ενός συστήματος βαθμολόγησης, την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε μια χώρα πριν από τις συναλλαγές μαζί της. Το Direkt36 ανέφερε: “Το Βέλγιο ήταν στην 80ή θέση, η Ισπανία στην 75η, η Πολωνία και η Ουγγαρία γύρω στην 64η-65η θέση και η Σαουδική Αραβία περίπου 30ή”. Ο επικεφαλής συμμόρφωσης της NSO δήλωσε [18] ότι η εταιρεία δεν συνεργάζεται με χώρες με βαθμολογίες χαμηλότερες από 20.

Μετά τις αποκαλύψεις του Pegasus, έγιναν μερικά βήματα από τις κυβερνήσεις για να ασκήσουν πίεση στην εταιρεία. Ο Όμιλος NSO προστέθηκε στη λίστα εμπορικών περιορισμών [19] του Υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ (λίστα οντοτήτων) για “ενέργειες σε αντίθεση με τα συμφέροντα εξωτερικής πολιτικής και εθνικής ασφάλειας των Ηνωμένων Πολιτειών”. Ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ωστόσο, κάλεσαν [14] την Ευρωπαϊκή Ένωση να προχωρήσει παραπέρα και να βάλει την Ομάδα NSO στον παγκόσμιο κατάλογο κυρώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αρκετές οργανώσεις παρακολούθησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες κάλεσαν τα κράτη [20] “να εφαρμόσουν ένα άμεσο μορατόριουμ για την πώληση, τη μεταφορά και τη χρήση τεχνολογίας επιτήρησης”, έως ότου τεθούν σε ισχύ οι κατάλληλες εγγυήσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Από τότε δεν έχουν γίνει σημαντικά βήματα.

Η πρόσφατη έρευνα του Panyi δείχνει πόσο αδιαφανής είναι η διεθνής εμπορική βιομηχανία εμπορικής επιτήρησης. Αυτή η αδιαφάνεια καθιστά εξαιρετικά δύσκολο να λογοδοτήσουν εταιρείες και κράτη για βλάβες στα ανθρώπινα δικαιώματα. Απαιτούνται επειγόντως κυρώσεις, που στοχεύουν στη βιομηχανία, και πιο ισχυρές εγγυήσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα για να τερματιστούν επιτέλους οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εδώ και δεκαετίες. Δυστυχώς, η δήλωση της Privacy International από το 1995 [12] εξακολουθεί να ισχύει: “Σε αυτό το περιβάλλον, οι τεχνολογίες επιτήρησης γίνονται τεχνολογίες πολιτικού ελέγχου”.

Επισκεφθείτε τη σελίδα του εγχειρήματος για περισσότερες δημοσιεύσεις από το Παρατηρητήριο Ανελευθερίας. [21]