Η Παγκόσμια Ημέρα Ελευθερίας του Τύπου 2023 σηματοδοτεί 30 χρόνια από τότε που η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών ανακήρυξε διεθνή ημέρα προς τιμήν της ελευθερίας του Τύπου κάθε χρόνο στις 3 Μαΐου. Το φετινό θέμα είναι «Διαμορφώνοντας ένα μέλλον δικαιωμάτων: Η ελευθερία έκφρασης ως μοχλός για όλα τα άλλα ανθρώπινα δικαιώματα». Σκοπός του είναι να επιστήσει την παγκόσμια προσοχή στη θεμελιώδη ανάγκη για ελευθερία έκφρασης.
Το γεγονός ότι πρέπει να υπάρξει μια ημέρα αφιερωμένη στην αναγνώριση της σημασίας της ελευθερίας του Τύπου μιλάει για το γεγονός ότι εξακολουθεί να απειλείται παγκοσμίως. Το βραβείο UNESCO/Guillermo Cano για την Παγκόσμια Ελευθερία του Τύπου για το 2023 απονεμήθηκε στις Niloofar Hamedi, Elaheh Mohammadi και Narges Mohammadi, τρεις Ιρανές δημοσιογράφους, των οποίων το έργο λειτούργησε ως όφελος στις διαδηλώσεις που ξέσπασαν για τον θάνατο της 22χρονης Μαχσά Αμινί, η οποία πέθανε υπό κράτηση από την αστυνομία τον Σεπτέμβριο του 2022, αφού κρατήθηκε για φερόμενη παραβίαση των κανόνων περί χιτζάμπ. Η τριάδα, αυτή τη στιγμή φυλακισμένη στη χώρα τους, συνεχίζει να πληρώνει βαρύ τίμημα για το ρεπορτάζ τους.
Στην Καραϊβική, η παρενόχληση των δημοσιογράφων αποκτά έναν ελαφρώς διαφορετικό τόνο, αν και η φυλάκιση δημοσιογράφων στην περιοχή έχει προηγούμενο. Ένα αξιοσημείωτο παράδειγμα ήταν η φυλάκιση του δημοσιογράφου Leslie Pierre από τον τότε πρωθυπουργό της Γρενάδας Μορίς Μπίσοπ το 1983, ο οποίος διηύθυνε την αντιπολιτευόμενη εφημερίδα The Grenadian Voice. Ο Pierre υπερασπίστηκε σθεναρά την ελευθερία του Τύπου. Ο Μπίσοπ υποστήριξε ότι ο δημοσιογράφος «εμπλέχτηκε σε πράξεις βίας για να ανατρέψει την κυβέρνηση».
Πιο πρόσφατα, αρκετοί οίκοι ΜΜΕ, εφημερίδες και δημοσιογραφικές οργανώσεις τάχθηκαν όχι μόνο κατά του τρόπου, με τον οποίο απορρίφθηκαν ερωτήσεις, ιδίως από γυναίκες δημοσιογράφους , από μέλη τόσο της κυβέρνησης όσο και της αντιπολίτευσης της Γουιάνας, αλλά και κατά του διαδικτυακού εκφοβισμού και άλλων μορφών καταχρήσεις από τους πολιτικούς υποστηρικτές τους.
Μια δήλωση από την Ένωση Εργαζομένων στα ΜΜΕ της Καραϊβικής (ACM) καταδίκασε έντονα τέτοιες απόπειρες εκφοβισμού και κάλεσε την κυβέρνηση «να δώσει αμέσως τον τόνο για την παύση τέτοιων πράξεων, που τελικά χρησιμεύουν για να γονιμοποιήσουν το έδαφος για μια κλιμάκωση, που μπορεί να οδηγήσει τελικά σε σωματική βλάβη»:
Δεν πρόκειται για μεμονωμένες περιπτώσεις […] Η ACM πιστεύει ότι δεν υπάρχει σύμπτωση μεταξύ της στάσης των ανώτερων πολιτικών στελεχών και του περιεχομένου στα κρατικά ΜΜΕ, καθώς και ενός προφίλ στο Facebook, που πιστεύεται ότι ελέγχεται από έναν συνεργάτη ή συνεργάτες του κυβερνώντος κόμματος.
Η ACM και η IFEX-ALC ζητούν να επικρατήσει ψυχραιμία και οι πολιτικοί να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση και να ενθαρρύνουν τα μέλη και τους υποστηρικτές τους να κάνουν το ίδιο.
Αν και η αξιολόγηση των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα (RSF) για την ελευθερία του Τύπου στη Γουιάνα είναι ότι, «ενώ οι επαγγελματίες των ΜΜΕ έχουν αντιμετωπίσει νομικό εκφοβισμό και αναστολές, σπάνια γίνονται στόχος σωματικών πράξεων ή βίας», σημείωσε πως σε αυτή την περίπτωση τέτοια συμπεριφορά και «τακτικές τρόμου» δεν αρμόζουν σε «μια χώρα, που έχει υπογράψει τον Συνασπισμό για την Ελευθερία των ΜΜΕ». Η Γουιάνα είναι ένα από τα 51 μέλη του MFC, το οποίο υποστηρίζει την ελευθερία των ΜΜΕ και την προστασία των δημοσιογράφων. Οι παρατηρήσεις των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα οδήγησαν την οργάνωση στο συμπέρασμα ότι ο λεκτικός εκφοβισμός ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένος, όταν οι δημοσιογράφοι έθεταν ερωτήσεις σχετικά με το σημαντικό εύρημα πετρελαίου της Γουιάνας και σχετικά περιβαλλοντικά ζητήματα. Αντιμετώπισε επίσης το «μεγαλύτερο ζήτημα» του κυβερνητικού ελέγχου πολλών από τα ΜΜΕ της χώρας.
Η Γουιάνα κατατάσσεται στην 34η θέση από 180 χώρες στον Παγκόσμιο Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα για το 2022. Το έθνος με την υψηλότερη κατάταξη στην αγγλόφωνη Καραϊβική είναι η Τζαμάικα, η οποία ήρθε στην 12η θέση, ακολουθούμενη από το Τρινιντάντ και Τομπάγκο (25η) και τη Γουιάνα.
Οι συγγραφείς μιας επιστολής προς τον εκδότη του Stabroek News έλυσαν τον γρίφο με το θέμα της φετινής Παγκόσμιας Ημέρας Ελευθερίας του Τύπου:
Οι επιθέσεις εναντίον δημοσιογράφων, που επιτελούν τη δουλειά τους για τη διασφάλιση της λογοδοσίας και της διαφάνειας των δημόσιων και κρατικών αρχών και θεσμών, είναι απαράδεκτες και καταδικάζονται έντονα, όπως και οι επιθέσεις κατά των υπερασπιστών της περιβαλλοντικής δικαιοσύνης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κατά των απλών πολιτών της Γουιάνας, που ασκούν το συνταγματικό τους δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης, του συνεταιρίζεσθαι και της πληροφόρησης.
Ενώ η Επιτροπή Προστασίας των Δημοσιογράφων (CPJ), ένας ανεξάρτητος, μη κερδοσκοπικός οργανισμός που προωθεί την παγκόσμια ελευθερία του Τύπου, αναφέρει ότι οι δημοσιογράφοι, που σκοτώθηκαν το 2022, αυξήθηκαν κατά ένα εκπληκτικό 50% από το προηγούμενο έτος, η Ένωση Μέσων Ενημέρωσης του Τρινιντάντ και Τομπάγκο (MATT) σημείωσε με ανησυχία ότι λίγο περισσότερο από το 10% αυτών των θανάτων σημειώθηκαν στην Αϊτή της Καραϊβικής.
Η MATT είπε επίσης ότι οι τοπικοί δημοσιογράφοι γνωρίζουν καλά ότι η ελευθερία του Τύπου «απειλείται συνεχώς από τους θεσμούς, στους οποίους ενεργεί ως φύλακας», λέγοντας ότι είναι «συνεχώς σε επαγρύπνηση σχετικά με την πρόσβαση των ΜΜΕ σε κρατικές συνεντεύξεις Τύπου και πληροφορίες προς το συμφέρον του πληθυσμού» και παραμένει «προσεχτικοί για τις δυνητικά σοβαρές επιπτώσεις προβληματικών σημείων της νομοθεσίας», συμπεριλαμβανομένου του νομοσχεδίου για το έγκλημα στον κυβερνοχώρο.
Τονίζοντας την ανάγκη «οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων της Καραϊβικής να χρησιμοποιήσουν τις ραγδαίες εξελίξεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως εργαλείο μαζικής επικοινωνίας για τη διευκόλυνση της αμφίδρομης ροής πληροφοριών» για όλα τα θέματα δημοσίου συμφέροντος, η Ένωση Εργαζομένων στα ΜΜΕ της Καραϊβικής συνόψισε τις περιφερειακές προοπτικές με αυτόν τον τρόπο:
Ελλείψει ελευθερίας της έκφρασης, τις περισσότερες φορές μέσω των ΜΜΕ, το κοινό δεν μπορεί να εκπαιδευτεί και να ενημερωθεί κατάλληλα για τα άλλα ανθρώπινα δικαιώματα που δικαιούνται.