Αυτό το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο The Irrawaddy, έναν ανεξάρτητο ειδησεογραφικό ιστότοπο στη Μιανμάρ. Αυτή η επεξεργασμένη έκδοση αναδημοσιεύεται στο Global Voices ως μέρος μιας συμφωνίας κοινής χρήσης περιεχομένου.
Οι δημοσιογράφοι, όπως όλοι οι πολίτες της Μιανμάρ, αντιμετώπισαν τις σκληρές συνέπειες της δικτατορίας από τότε που ο στρατός κατέλαβε παράνομα την εξουσία το 2021. Μετά το πραξικόπημα, η χούντα στόχευσε ανεξάρτητα ΜΜΕ συλλαμβάνοντας, φυλακίζοντας, ακόμη και σκοτώνοντας δημοσιογράφους με κατασκευασμένες κατηγορίες.
Ωστόσο, ανεξάρτητα ειδησεογραφικά μέσα και δημοσιογράφοι εξακολουθούν να αποκαλύπτουν την πραγματική κατάσταση στη Μιανμάρ παρά τις απειλές για σύλληψη και θάνατο.
Ανάμεσά τους υπάρχουν θαρραλέες γυναίκες, που συνεχίζουν τα ρεπορτάζ για τη χώρα, ενώ επιδιώκουν να εξισορροπήσουν την ασφάλεια και την ευημερία των οικογενειών τους.
Η Emily, μητέρα δύο παιδιών και έμπειρη βιντεο-δημοσιογράφος με 13 χρόνια εμπειρίας, αναγκάστηκε να καταφύγει στα σύνορα της Ταϊλάνδης με την οικογένειά της για ασφάλεια.
Ο σύζυγός της πέθανε, εν τω μεταξύ, και τώρα παλεύει με δύο παιδιά, ενώ εργάζεται ακόμα ως δημοσιογράφος. Μίλησε στο Irrawaddy για τις εμπειρίες της μετά το πραξικόπημα.
The Irrawaddy (TI): Πώς επηρέασε το πραξικόπημα τα ανεξάρτητα ΜΜΕ και τους δημοσιογράφους σαν εσάς;
Emily: Ενώ πάντα κατάφερνα να τα βγάλω πέρα στη χώρα μου, συχνά νιώθω συγκλονισμένη στο Μάε Σοτ λόγω των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν άτομα χωρίς έγγραφα όπως εγώ. Το γλωσσικό εμπόδιο και οι περιορισμοί στην κίνηση το καθιστούν δύσκολο. Νιώθω εγκλωβισμένη εδώ.
Η κόρη μου γεννήθηκε την εποχή του COVID-19 και ήταν μόλις ενός έτους, όταν συνέβη το πραξικόπημα, επομένως έχασε ευκαιρίες να βγει έξω και να εξερευνήσει. Όταν έκλεισε τα δύο, βρέθηκε σε μια νέα χώρα σε άγνωστο περιβάλλον. Τραγικά, ο πατέρας της πέθανε, όταν εκείνη ήταν τριών, ακριβώς τη στιγμή που άρχιζε να τον αναγνωρίζει και να δένεται μαζί του. Η σειρά των τραυματικών γεγονότων που έχει υποστεί σε μια τόσο τρυφερή ηλικία ήταν αναμφίβολα συντριπτική για εκείνη.
Ο γιος μου αντιμετώπισε παρόμοιες προκλήσεις. Η εποχή του Covid ξεκίνησε ακριβώς, καθώς ήταν έτοιμος να ξεκινήσει τη δεύτερη δημοτικού. Ένα χρόνο αργότερα, έγινε το πραξικόπημα και ακολούθησε η μετακόμισή μας στην Ταϊλάνδη. Λόγω των συχνών αστυνομικών και μεταναστευτικών ελέγχων, έπρεπε να μετακομίσουμε τουλάχιστον πέντε φορές. Έχασε τον πατέρα του σε αυτή τη δύσκολη περίοδο.
Διαβάστε περισσότερα: ΜΜΕ της Μιανμάρ δύο χρόνια μετά το πραξικόπημα του 2021: «Αντίσταση, ανθεκτικότητα, αποκατάσταση»
TI: Ως μητέρα, πώς αντιμετωπίζετε αυτές τις δυσκολίες;
Emily: Αυτή τη στιγμή εργάζομαι εδώ και ο γιος μου είναι εγγεγραμμένος στη δεύτερη δημοτικού. Στη Μιανμάρ, θα πήγαινε τέταρτη δημοτικού σε ηλικία εννέα ετών, αλλά εδώ είναι στη δευτέρα δημοτικού σε ηλικία 10 ετών. Ζούμε σε μια ταϊλανδέζικη γειτονιά, επομένως πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Τα παιδιά μου δεν μπορούν να μιλήσουν δυνατά ή να παίξουν όσο ελεύθερα θα ήθελαν. Η ζωή ενός παιδιού πρέπει να είναι ξέγνοιαστη, χαρούμενη και γεμάτη γέλιο. Δυστυχώς, αναγκάζονται να ζουν ήσυχα, γεγονός που τους στερεί τα δικαιώματά τους ως παιδιά.
Τώρα ο πατέρας τους έχει φύγει, είμαι η μόνη πηγή υποστήριξής τους. Έχουν δεθεί βαθιά μαζί μου, δεν αντέχουν να είναι χωριστά. Στα μάτια τους δεν είμαι μόνο η μητέρα τους, αλλά και ο ήρωας και προστάτης τους. Αυτές οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε είναι άμεσο αποτέλεσμα του πραξικοπήματος. Παρά τους δικούς μου αγώνες, βρίσκω τη δύναμη να επιμείνω για χάρη τους κάθε φορά που νιώθω συγκλονισμένη.
Πολλά άτομα στο Μάε Σοτ αντιμετωπίζουν προκλήσεις. Το Μάε Σοτ μπορεί να αισθάνεται περιορισμένο, σαν ένα μικρό κουτί όπου όλοι αγωνιζόμαστε να αναπνεύσουμε. Υπάρχουν στιγμές που το να φτιάχνω τη διάθεση μου φαίνεται τρομακτικό. Μπορεί να είναι μια δύσκολη διαδικασία να υπενθυμίζω στον εαυτό μου ότι «Είμαι η Emily και η Emily δεν είναι αδύναμη. Είμαι δυνατή».
Ως ανεξάρτητη δημοσιογράφος και χήρα, έχω την ευθύνη να φροντίζω τα παιδιά μου χωρίς την υποστήριξη μιας μπέιμπι σίτερ. Αυτό σημαίνει ότι συχνά πρέπει να τα παίρνω μαζί μου, ακόμη και σε συνεντεύξεις. Γίνεται έτσι δύσκολο να εστιάσω στη δουλειά μου διασφαλίζοντας παράλληλα ότι παραμένουν ήσυχα. Αυτή η πράξη εξισορρόπησης είναι ιδιαίτερα δύσκολη για μητέρες σε παρόμοιες καταστάσεις.
Η συνεχής ανησυχία για την ευημερία των παιδιών μου αν τα αφήσω για δουλειά προσθέτει άλλο ένα επίπεδο άγχους καθιστώντας δύσκολο να συγκεντρωθώ πλήρως στη δουλειά μου. Αυτοί οι αγώνες είναι συνηθισμένοι μεταξύ των γυναικών δημοσιογράφων, είτε εργάζονται ανεξάρτητα είτε μέσα σε μια ομάδα.
TI: Πώς προετοιμαστήκατε ψυχικά για να ξεπεράσετε αυτούς τους αγώνες και τις προκλήσεις;
Emily: Αν είχα επιλέξει να σταματήσω να εργάζομαι ως δημοσιογράφος όταν έγινε το πραξικόπημα, η οικογένειά μου μπορεί να είχε την ευκαιρία να εγκατασταθεί σε τρίτη χώρα. Υπήρχαν πολλές ευκαιρίες για να συμβεί αυτό. Τη δεύτερη εβδομάδα του Φεβρουαρίου 2021, μετά το πραξικόπημα, έλαβα ένα εμπιστευτικό email από μια Πρεσβεία, που προσέφερε μια θέση στην οικογένειά μου, με προθεσμία 24 ωρών για την απάντησή μου. Ωστόσο, τελικά αποφάσισα να μην εκμεταλλευτώ αυτή την ευκαιρία.
Ένιωσα ότι ήταν άδικο να υποστηρίζω τη χώρα μου από την άνεση ενός άλλου έθνους, ενώ οι συμπολίτες μου διακινδύνευαν τη ζωή τους στους δρόμους κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων. Ποιος είναι ο σκοπός της επανάστασής μας, αν δεν σταθούμε ενωμένοι στην πατρίδα μας; Γι’ αυτό αρνήθηκα την ευκαιρία να μετεγκατασταθώ σε τρίτη χώρα. Ήθελα να παραμείνω στο δικό μου έθνος, ανεξάρτητα από τις προκλήσεις. Εδώ, [στην Ταϊλάνδη], τα παιδιά μου δεν μπορούν να μάθουν να μιλούν άπταιστα αγγλικά, τσιν και ταϊλανδέζικα, καθώς μητρική τους γλώσσα είναι τα βιρμανικά. Πάνω από όλα, θέλω απλώς να ζήσω στη Μιανμάρ.
Είμαι δημοσιογράφος από τότε που αποφοίτησα και αυτή ήταν η μοναδική μου καριέρα. Η δημοσιογραφία είναι το μόνο επάγγελμα που γνωρίζω και, παρά τις όποιες προκλήσεις μπορεί να αντιμετωπίσω, δεσμεύομαι να συνεχίσω ως ανεξάρτητη δημοσιογράφος. Αυτός είναι ο δρόμος που διάλεξα και θα συνεχίσω να ακολουθώ.
TI: Τι σας παρακινεί να συνεχίσετε να εργάζεστε σε μια δουλειά που εγκυμονεί τέτοιους κινδύνους;
Emily: Η χούντα προσπαθεί να κατεδαφίσει την «τέταρτη εξουσία» διαλύοντας ειδησεογραφικά πρακτορεία και φιμώνοντας δημοσιογράφους σε μια προσπάθεια να αποκρύψει την αλήθεια. Είναι κρίσιμο να έχουμε ισχυρή παρουσία δημοσιογράφων για να αποκαλύψουμε τις φρικαλεότητές τους. Πρέπει να διατηρήσουμε σταθερότητα στην επιδίωξη της δημοκρατίας, καθώς η επανάστασή μας απέχει πολύ από το να τελειώσει. Οι δημοσιογράφοι πρέπει να επιμείνουν μπροστά στις προκλήσεις, να αρνηθούν να τα παρατήσουν. Ενώ ορισμένα άτομα μπορεί να επιλέξουν διαφορετικούς δρόμους, όσα άτομα από εμάς είναι αφοσιωμένα σε αυτόν τον σκοπό, πρέπει να συνεχίσουμε να αντέχουμε την αδικία.