Αυτό το άρθρο της Rachel Cernansky είχε δημοσιευτεί αρχικά στην ιστοσελίδα Ensia.com, ένα περιοδικό που επισημαίνει λύσεις για παγκόσμια περιβαλλοντικά
προβλήματα. Δημοσιεύτηκε εκ νέου στο Global Voices στο πλαίσιο συμφωνίας κοινής χρήσης περιεχομένου.
Ο Frank Morton καλλιεργεί μαρούλι στις ΗΠΑ ήδη από τη δεκαετία του '80. Η εταιρεία του προσφέρει 114 είδη, όπως για παράδειγμα το Outredgeous, το πρώτο φυτό που καλλιεργήθηκε και καταναλώθηκε από τους αστροναύτες της NASA στο διάστημα. Για σχεδόν 20 χρόνια, η δουλειά του Morton περιοριζόταν μόνο από τη δική του εφευρετικότητα και το πόσα είδη μαρουλιού μπορούσε να καλλιεργήσει.
Από τις αρχές του 2000, όμως, παρατήρησε ότι όλο και περισσότερα μαρούλια κατοχυρώνονται με διπλώματα ευρεσιτεχνίας και ότι για αυτό δεν μπορούσε πια να τα χρησιμοποιεί για τις καλλιέργειές του. Οι πατέντες δεν περιορίζοταν μόνο για μεμονωμένα είδη, αλλά και για συγκεκριμένες ιδιότητες όπως η ανθεκτικότητα ενάντια σε αρρώστιες, έναν ιδιαίτερο τόνο κόκκινου ή πράσινου ή σγουρό φύλλο. Τα τελευταία χρόνια καταγράφονται όλο και περισσότερες τέτοιες πατέντες για όλο και περισσότερα φυτά, όπως είδη σιτηρών και καρότων. Εξαιτίας αυτής της τάσης, οι καλλιεργητές φυτών, οι περιβαλλοντολόγοι και οι πραγματογνώμονες για την ασφάλεια της διατροφής ανησυχούν για το μέλλον της παραγωγής τροφίμων.
Ως παθιασμένος εκπρόσωπος μιας παράδοσης χιλιετιών, ο Morton εξακολουθεί να καλλιεργεί ακόμα μαρούλια, ωστόσο πλέον χρειάζεται για αυτό περισσότερο χρόνο, καθώς η δουλειά του γίνεται όλο και πιο δύσκολη εξαιτίας των συνεχών περιορισμών.
«Είναι σαν να βρίσκεται ένας βράχος σε ένα ποτάμι κι εγώ πρέπει να κάνω κουπί για να τον παρακάμψω. Έτσι έχουν τα πράγματα τώρα, όμως αυτό οδηγεί σε ρήξη με την παράδοση της καλλιέργειας», αναφέρει. «Πιστεύω ότι αυτή η πατέντα στα μαρούλια είναι υπερβολική. Και αν αυτό περάσει σε δικαστήριο, τότε δεν μπορεί κανείς πια να καλλιεργήσει ένα νέο είδος μαρουλιού, επειδή όλα τα χαρακτηριστικά έχουν ήδη χορηγηθεί με διπλώματα ευρεσιτεχνίας». Συνεχίζει, λοιπόν, όσο μπορεί καλύτερα και προσπαθεί να αναπαράγει τα χαρακτηριστικά που θέλει. Για αυτό είναι πολύ προσεκτικός και προσπαθεί να μην χρησιμοποιήσει κανένα υλικό, το οποίο είναι κατοχυρωμένο ως πνευματική ιδιοκτησία. Ακολουθεί, επίσης, ένα κίνημα, το οποίο γίνεται όλο και μεγαλύτερο στις ΗΠΑ και παντού σε όλο τον κόσμο: καλλιέργεια «open source».
Δεν είναι τυχαίο που αυτό το όνομα ακούγεται περισσότερο σαν το κίνημα να προέρχεται από τον τομέα της πληροφορικής και όχι από τον τομέα της καλλιέργειας φυτών. Η πρωτοβουλία Open Source Seed είναι εμπνευσμένη από το κίνημα για δωρεάν λογισμικό ανοιχτού κώδικα, το οποίο διαθέτει εναλλακτικές στα προστατευόμενα λογισμικά, που είναι πνευματική ιδιοκτησία. Το λογισμικό αυτό δημιουργήθηκε για να εξασφαλίσει ότι ορισμένα είδη και γονίδια φυτών δε θα μπορούν να κατοχυρώνονται ως πνευματική ιδιοκτησία και θα είναι διαθέσιμα στους καλλιεργητές επ’ αόριστον. Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας, εν συντομία OSSI, οι καλλιεργητές στις ΗΠΑ μπορούν να δεσμευτούν ότι οι σπόροι που παράγουν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ελεύθερα από άλλους καλλιεργητές.
Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει, ότι δεν μπορούν μελλοντικά να εμπορεύονται και να πουλούν τον σπόρο τους. Οι καλλιεργητές «open source» επιτρέπουν σε όσα άτομα αγοράζουν τον σπόρο τους τη διασταύρωση για να δημιουργήσουν έτσι δικές τους ποικιλίες, δύο πράγματα που απαγορεύονται ή επιβάλλονται από πολλές πατέντες φυτών. Δεκάδες καλλιεργητές και επιχειρήσεις με σπόρους προσχώρησαν στην πρωτοβουλία αυτή ήδη από το ξεκίνημά της, το 2014.
Δυσοίωνες προοπτικές
Για τον Jack Kloppenburg, πρώην καθηγητή του πανεπιστημίου του Ουισκόνσιν–Μάντισον και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της OSSI, ο έλεγχος των σπόρων και η δυνατότητα για καλλιέργεια νέων φυτών είναι σημαντικά τόσο για την προστασία της διατροφής όσο και για την προστασία του περιβάλλοντος. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο σπόρος παίζει ένα ρόλο σε ευρύτερο πλαίσιο, όπως η βιοποικιλότητα, τα δικαιώματα των αγροτών, ο έλεγχος στο σύστημα διατροφής και η χρήση χημικών ουσιών στην γεωργία, την οποία οι ανεξάρτητοι καλλιεργητές προσπαθούν να χρησιμοποιούν ελάχιστα ή καθόλου καλλιεργώντας σπόρους με φυσική ανθεκτικότητα.
Ο Kloppenburg τονίζει ότι το κίνημα «open source» δεν ασχολείται με τα γενετικά τροποποιημένα φυτά. Για όλα τα είδη φυτών μπορούν να χορηγηθούν διπλώματα ευρεσιτεχνίας, λαχανικά ή σιτηρά, γενετικά μεταλλαγμένα ή όχι, βιολογικής ή μη καλλιέργειας.
«Για να επιτευχθεί ο στόχος μας για την οικολογική βιωσιμότητα, χρειαζόμαστε τον έλεγχο του σπόρου», αναφερόμενος στις ολοένα και συχνότερες συγχωνεύσεις στην παγκοσμιοποιημένη βιομηχανία της γεωργίας, με παραδείγματα τις συγχωνεύσεις των ChemChina και Syngenta και Monsanto και Bayer, οι οποίες ανακοινώθηκαν τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 2016. «Όποιος θέλει να αγοράσει καλά λαχανικά τοπικής και βιώσιμης παραγωγής, όπως για παράδειγμα προσφέρονται στις λαϊκές αγορές, πρέπει επίσης να γνωρίζει ότι απειλείται ο ίδιος ο τρόπος, με τον οποίο καλλιεργούνται τα λαχανικά. Μια διατροφική κυριαρχία δεν είναι εφικτή χωρίς την κυριαρχία των σπόρων».
Οι υποστηρικτές της OSSI υποστηρίζουν ότι το μέλλον της προμήθειας τροφίμων κινδυνεύει, καθώς η διαθέσιμη γονιδιακή δεξαμενή συρρικνώνεται αδιάκοπα λόγω των διαρκώς αυξανόμενων πνευματικών δικαιωμάτων ιδιοκτησίας σε υλικό φύτευσης, το οποίο καθιστά την διαθεσιμότητα του όλο και πιο περιορισμένη. Η Claire Luby, εκτελεστική διευθύντρια της OSSI, ασχολήθηκε στην διδακτορική της διατριβή με την γενετική παραλλαγή των καρότων και την διαθεσιμότητα τους. Διαπίστωσε ότι περίπου το ένα τρίτο όλων των χαρακτηριστικών των καρότων είναι προστατευμένα ως πνευματική ιδιοκτησία, με αποτέλεσμα είτε να μην είναι διαθέσιμα είτε να είναι δύσκολα στη χρήση για τους αγρότες. Για άλλα φυτά δεν υπάρχουν ακόμα τέτοιες εκτιμήσεις, αλλά ειδικοί, όπως η Luby, υποθέτουν ότι οι καλλιέργειες μαζικής παραγωγής, όπως το καλαμπόκι, χορηγούνται με διπλώματα ευρεσιτεχνίας σε ακόμα μεγαλύτερη κλίμακα από το μαρούλι και τα καρότα.
Ζήτημα προοπτικής
Τα φυτά καλλιεργούνται, έτσι ώστε να παρουσιάζουν σκόπιμα επιθυμητά χαρακτηριστικά, όπως εκείνα που βελτιώνουν τη γεύση και το χρώμα τους, μέχρι εκείνα που ευδοκιμούν σε συγκεκριμένα περιβάλλοντα και είναι ανθεκτικά σε απειλές, όπως παράσιτα και αρρώστιες. Τα αντιτιθέμενα άτομα στις πατέντες εφιστούν την προσοχή στις ιδιότητες των φυτών, των οποίων το διαθέσιμο φυτικό υλικό για καλλιεργητές μειώνεται λόγω των όλο και περισσότερων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Η γενετική ποικιλία, ωστόσο, σήμερα είναι πιο αναγκαία από ποτέ, επειδή οι μεταβαλλόμενες συνθήκες εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθούν.
Σε ένα email της, η ομιλήτρια της Monsanto Carly Scaduto αναγνωρίζει ότι η γενετική ποικιλία γενικά είναι σημαντική και καθοριστική για τις δραστηριότητες της Monsanto. Με συνολικά τέσσερεις τράπεζες γονιδίων και με την συνεργασία ιδρυμάτων όπως το Υπουργείο Γεωργίας των Ηνωμένων Πολιτειών, η επιχείρηση καταβάλει κάθε προσπάθεια για την διαφύλαξη της γενετικής ποικιλίας. Αν και αντιτίθεται στην άποψη ότι η πνευματική ιδιοκτησία περιορίζει τους άλλους καλλιεργητές, επειδή «οι πατέντες και η προστασία των φυτικών ποικιλιών προωθούν την καινοτομία». «Βασικά μια πατέντα είναι ένα σχέδιο, το οποίο ο καθένας μπορεί να εφαρμόσει, μόλις η πατέντα λήξει. Συχνά αυτές οι οδηγίες χρήσης βοηθούν άλλους να καταλήξουν σε ένα δικό τους συμπέρασμα με μια άλλη μέθοδο. Μια τέτοια προστασία δεν εμποδίζει την καινοτομία, αλλά την προωθεί, με το να διατίθενται στην δημοσιότητα περισσότερο υλικό και τεχνογνωσία».
Ο Morton το βλέπει διαφορετικά: το να περιμένει 20 χρόνια μέχρι να λήξει η πατέντα σίγουρα δεν προωθεί την καινοτομία. Και σε περίπτωση που έπρεπε να περιμένει κάποιος τόσο πολύ για να μπορέσει να καλλιεργήσει φυτά, που πρέπει να είναι προσαρμοσμένα στις μεταβαλλόμενες περιβαλλοντικές συνθήκες, θα είχε χαθεί ήδη η μάχη. Το κύριο επιχείρημα του Morton, όμως, είναι ότι οι γενετικές πηγές ήταν πάντα κοινό αγαθό και έτσι θα έπρεπε να παραμείνουν: «Οι ανεξάρτητοι γεωργοί δεν έχουν ούτε τον χρόνο, αλλά ούτε και τα χρήματα για τέτοιες λεπτομέρειες και τα οικονομικά κίνητρα δεν είναι για αυτούς ελκυστικά. Θέλουμε να διευκολύνουμε την δουλειά των γεωργών. Αυτό είναι που μας κινητοποιεί και το καθιστά αδύνατο, αν δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε τις καλύτερες και νεότερες πηγές».
Επιπλέον, ο Morton ενοχλείται από την ίδια την έννοια της χορήγησης διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας των φυτικών χαρακτηριστικών: «Δεν δημιουργήσαμε πραγματικά μόνοι μας τα χαρακτηριστικά. Τα φυτά αναπτύχθηκαν μόνα τους και εμείς ως αγρότες τελικά δεν γνωρίζαμε το πώς το κάνουν αυτό τα φυτά. Ένα μυστήριο της φύσης».
Για την Carol Deppe, αγρότισσα στην πολιτεία Όρεγκον των ΗΠΑ και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της OSSI, υπάρχει ακόμα μια επιπρόσθετη σημαντική άποψη για την καλλιέργεια φυτών: «Όποιο άτομο καλλιεργεί ένα είδος, αναπαράγει επίσης και τις δικές του αξίες σε αυτό. Όποιο άτομο πιστεύει στην βιομηχανική γεωργία με μεγάλα αγροκτήματα και μονοκαλλιέργειες, για τα οποία είναι απαραίτητη η μαζική χρήση ζιζανιοκτόνων για την καλλιέργεια, τα αναπαράγει μέσα στα είδη αυτού του σχεδίου της γεωργίας. Το δικό μου σχέδιο είναι εντελώς αντίθετο».
Ενώ κάποιες μεσαίες επιχειρήσεις (εκείνες που κινούνται στην παγκόσμια αγορά, αλλά για παράδειγμα είναι πιο μικρές από την Monsanto) κατέχουν πατέντες, οι περισσότερες μικρές επιχειρήσεις σπόρων δεν καταφέρνουν να επιβιώσουν χωρίς διπλώματα ευρεσιτεχνίας: είτε αρνούνται την χορήγηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας είτε τα θεωρούν πολύ ακριβά και για αυτό το λόγο δεν αξίζει τον κόπο, ή και τα δυο.
Ο Morton, εκτός από αυτό, είναι της άποψης ότι οι αγρότες θα καινοτομούσαν αποφεύγοντας τις φυτικές πατέντες: «Φαίνεται ότι είμαι πιο δυνατός με τις προσπάθειές μου από τις επιχειρήσεις που χορηγούν διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Χρειάζομαι συνεχώς νέο υλικό για τον κατάλογό μου, καθώς ξέρω ότι οι ανταγωνιστές μου θα αγοράσουν σε μερικά χρόνια τα δικά μου είδη», λέει. «Με μια πατέντα, προστατεύεσαι για 20 χρόνια από τον ανταγωνισμό, το οποίο, κατά την γνώμη μου, σε διευκολύνει αρκετά».
Παγκόσμια απήχηση
Ναι μεν φαίνεται να ηγούνται οι ΗΠΑ για την αναπαραγωγή «open source», αλλά στο μεταξύ το σχέδιο διαδίδεται σε ολόκληρο τον κόσμο.
Στην Ινδία, το Κέντρο για την Βιώσιμη Γεωργία, το οποίο αυτοπροσδιορίζεται ως επαγγελματική οργάνωση στον τομέα των πηγών, διεξάγει ένα πρόγραμμα σπόρου «open source». Για την διατήρηση των σπόρων παραδοσιακών καλλιεργούμενων φυτικών ειδών, συνεργάζεται το κέντρο με τους γεωργούς και τους βοηθά να καλλιεργήσουν νέα είδη, που πληρούν συγκεκριμένες απαιτήσεις. Τους υποστηρίζει, επίσης, στην απόκτηση σπόρων «open source» και στην πώλησή των δικών τους σπόρων.
Η γερμανική οργάνωση Agrecol δουλεύει με μια άδεια «οpen σource», η οποία σε τελική ανάλυση είναι μια τυπική και νομικά δεσμευτική μορφή της δέσμευσης OSSI για τους αγρότες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. (Οι κανονισμοί για την καλλιέργεια διαφέρουν από χώρα σε χώρα, για αυτό και η δέσμευση OSSI δεν μπορεί απλώς να αντιστοιχισθεί επακριβώς στην Ευρώπη ή σε άλλα μέρη του κόσμου). Στις αρχές του Νοεμβρίου του 2016, η εκτελεστική εξουσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δήλωσε ότι τα φυτά που καλλιεργούνται συμβατικά δεν έπρεπε να χορηγούνται με διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Για αυτό τάχθηκε ενάντια της τρέχουσας πράξης του Ευρωπαϊκού Γραφείου Ευρεσιτεχνίας, το οποίο επιτρέπει την πατέντα σε φυτά που καλλιεργούνται συμβατικά. Μια δήλωση, ωστόσο, δεν καθίσταται νόμος: τώρα εξαρτάται από τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών να πείσουν το Γραφείο Ευρεσιτεχνίας να εφαρμόσει αυτήν την γραμμή.
Τον Οκτώβριο του 2016, ο ολλανδικός οργανισμός Hivos διοργάνωσε ένα συνέδριο για τα συστήματα σπόρων «open source» στην Αιθιοπία, στο οποίο συμμετείχαν γεωργοί, διαχειριστές τραπεζών σπόρων και κυβερνητικοί εκπρόσωποι, μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) και επιχειρήσεις σπόρων από όλη την Ανατολική Αφρική, για να μάθουν κάτι σχετικά με το κίνημα σπόρων «open source» και την παγκόσμια τάση για την χορήγηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας σπόρων [Υποσημείωση: ο οργανισμός Hivos υποστηρίζει το Global Voices.]
H Willy Douma δηλώνει υπεύθυνα για το πρόγραμμα του Hivos για το σύστημα των σπόρων «open source» ότι μέχρι στιγμής ο οργανισμός ενθαρρύνει μια παγκόσμια συμμαχία για συστήματα σπόρων «open source». Ένας συνασπισμός ομάδων προστασίας του περιβάλλοντος και αναπτυξιακής βοήθειας (συμπεριλαμβανομένου και του Hivos, της διεθνούς μη κερδοσκοπικής οργάνωσης αναπτυξιακής βοήθειας USC Canada και της Ομάδας Δράσης για την Διάβρωση, την Τεχνολογία και την Συγκέντρωση) συνέθεσε παγκοσμίως μια βάση δεδομένων σπόρων και βιοποικιλότητας, για να δημοσιεύσει το Seed Map Project, έναν χάρτη σπόρων. Τον Σεπτέμβριο του 2016, η Παγκόσμια Συμμαχία για το Μέλλον των Τροφίμων, μια συνεργασία οργανισμών παροχής βοήθειας, όπως το Ίδρυμα WK Kellogg, το Ίδρυμα McKnight και άλλοι, δημοσίευσε μια έκθεση. Σε αυτήν, υποστηρίζει ότι οι γεωργοί πρέπει να έχουν την δυνατότητα να αποκτούν, να ανταλλάσσουν και να βελτιώνουν τους σπόρους και να συμβάλλουν στην διαμόρφωση της πολιτικής σπόρων για να διασφαλιστεί ένας σταθερός εφοδιασμός τροφίμων. Στην έκθεση τονίζεται, επίσης, η σημασία ενός ποικιλόμορφου, τοπικού εφοδιασμού με σπόρους για βιώσιμα συστήματα τροφίμων, μια σχέση, την οποία η Luby από την OSSI ελπίζει ότι σύντομα θα αναγνωρίσουν πολλοί άνθρωποι.
«Το κίνημα για τοπικά και οικολογικά τρόφιμα έχει επικεντρωθεί κυρίως στο πού και πώς καλλιεργείται κάτι και στο ότι τα συστήματα σπόρων δεν παίζουν κανέναν ρόλο», λέει η Luby. «Τώρα προσπαθούμε να εξηγήσουμε στους ανθρώπους ότι υπάρχουν περισσότερα στα τρόφιμά τους».
κυρίως για το νερό, την τέφρα του άνθρακα και την βιώσιμη γεωργία, καθώς και για την μετανάστευση και την σωματεμπορία, για διάφορες δημοσιεύσεις, συμπεριλαμβανομένων των New York Times, National Geographic News, Grist και Smithsonian.com. Γεννήθηκε στην Νέα Υόρκη, αλλά ζει στο Ντένβερ.