
Η Liba Taylor στο σπίτι της. Φώτο της Elmira Lyapina. Χρησιμοποιείται με άδεια.
Το Global Voices πήρε συνέντευξη από την Liba Taylor, μια Τσέχα φωτογράφο, φημισμένη για το εκτενές έργο της στην καταγραφή ανθρωπιστικών προσπαθειών παγκοσμίως. Απ’ όταν έφυγε από την Τσεχοσλοβακία το 1968 λόγω της εισβολής του Συμφώνου της Βαρσοβίας, εξειδικεύτηκε στην απαθανάτιση γυναικών και παιδιών σε αντίξοες συνθήκες στην Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική. Έχει δουλέψει με οργανισμούς όπως η Unicef, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και ο έρανος Save the Children για να επισημάνει τη αντοχή και τη δύναμη των υποκειμένων της, αποσκοπώντας στην ευαισθητοποίηση και την δημιουργία υποστήριξης για ανθρωπιστικούς σκοπούς. Αυτό τον καιρό δίνει μαθήματα ψηφιακής φωτογραφίας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης στην Πράγα.
Στη συνέντευξη με το Global Voices περιγράφει την πορεία της ως φωτογράφος, ως γυναίκα στην εξορία:
Περιμένω οι μαθητές να καταλαβαίνουν ότι οι φωτογραφίες έχουν ιστορίες. Είμαι φωτογράφος ντοκιμαντέρ. Μου αρέσει το γεγονός ότι μπορείς να αφηγηθείς ιστορίες με την φωτογραφία. Το σκηνικό μου είναι να πάω κάπου, να είμαι με τον κόσμο και να καταγράφω την καθημερινότητά τους, τα προβλήματα και την ευτυχία τους.
Την Taylor ενέπνευσαν εξέχοντες φωτογράφοι όπως ο Steve McCurry από τις ΗΠΑ, ο Βραζιλιάνος Sebastião Salgado και ο Τσεχο-Γάλλος Josef Koudelka λόγω της μοναδικής τους προσέγγισης στην καταγραφή προσφύγων και κρούσεων, καθώς και το καλλιτεχνικό στυλ του Τσέχου φωτογράφου ντοκιμαντέρ Antonín Kratochvíl. Σε σύγκριση με αυτούς περιγράφει το δικό της φωτογραφικό στυλ ως άμεσο και σχεδόν εμπορικό.
Τι χρειάζεται για να είσαι φωτογράφος ντοκιμαντέρ
Η Taylor χρησιμοποίησε διαφορετικές τεχνικές για να παράξει φωτογραφίες για ΜΚΟ ή αντιπροσωπίες του ΟΗΕ, τόσο αυθόρμητες όσο ποζαρισμένες, τραβηγμένες από αμάξι ή στατικές, ατομικές ή ομαδικές. Για τα παιδιά που φωτογράφιζε ήταν διασκεδαστική διαδικασία, καθώς ο “ξανθός λευκός διάβολος με το μηχάνημα” έφερνε κάτι το διαφορετικό στην βαρετή ρουτίνα της καθημερινότητας στο χωριό.
Ένας λόγος που οι άνθρωποι στις φωτογραφίες της φαίνονται ευγενικοί, θερμοί, φιλικοί ή ακόμα και θετικοί παρά τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης, είναι η έμφαση της Taylor στο πόσο σημαντικό είναι να τους κάνει να νιώθουν άνετα.
Όταν δεν μπορείς να επικοινωνήσεις με τη γλώσσα, παίζεις παντομίμα. Γίνεσαι καλλιτέχνης της παντομίμας. Ο κόσμος είναι σε γενικές γραμμές φιλικός, ακόμα και σε μεταπολεμικές καταστάσεις. Όπως στη Ζιμπάμπουε, όπου βίωναν τρομοκρατικές επιθέσεις συνέχεια, ο κόσμος ήταν φιλικός, ανοιχτός και χαμογελαστός. Ή αυτόχθονες στο Μεξικό, σε συνθήκες διαβίωσης, μεγάλες σε ηλικία γυναίκες με τεράστιες τσάντες, που περπατούσαν κάπου ψηλά στα βουνά και τις έχανε το βλέμμα σου, κι αυτές πολύ φιλικές.
Μερικές φορές για να έχεις μια καλή φωτογραφία, έφτανε να βγάλεις τρεις-τέσσερις και ενίοτε η καλύτερη έβγαινε με την πρώτη λήψη. Μια τέτοια τυχερή φωτογραφία, τραβηγμένη στην Κένυα, είναι η αγαπημένη της Taylor.
One from my first trip to Africa, in Samburu land. I took a picture of a kid standing in front of his house. It was amazing. But the film rewound after the last picture. Someone in London stole all my negatives, but I had one print, and this picture even won first prize.
Ένα από τα πρώτα μου ταξίδια στην Αφρική, στη γη των Σαμπούρου. Τράβηξα μια φωτογραφία με ένα παιδί που στεκόταν μπροστά στο σπίτι του. Ήταν καταπληκτική. Αλλά το φιλμ τυλίχτηκε μετά την τελευταία εικόνα. Κάποιος στο Λονδίνο μου έκλεψε όλα τα αρνητικά, αλλά είχα μια εκτύπωση και αυτή η φωτογραφία κέρδισε μέχρι και την πρώτη θέση.

Μια από τις πρώτες φωτογραφίες της Taylor, καθώς και η αγαπημένη της, στα χέρια της. Εικόνα που τραβήχτηκε στην πρώτη της αποστολή στην Αφρική με το ActionAid UK το 1981. «Τα αρνητικά κλάπηκαν, αλλά ευτυχώς είχα μερικές τυπωμένες και αυτή κέρδισε το βραβείο στον διαγωνισμό Face The World στο Ηνωμένο Βασίλειο», μας είπε. Φωτογραφία της Elmira Lyapina, χρησιμοποιείται με άδεια.
Η Taylor περιγράφει την προσέγγισή της για τις λήψεις φωτογραφιών για τον ΟΗΕ και άλλους ΜΚΟ.
Έχω ένα ένστικτο, αλλά πρέπει επίσης να συγκεντρώνεσαι πολύ. Δεν είναι απλά ότι παίρνεις την κάμερα και τραβάς. Συνήθως πήγαινα με κάποιο συγγραφέα μερικές φορές, αλλά προτιμούσα να πηγαίνω μόνη μου για να εστιάσω στο να τραβάω φωτογραφίες. Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους αυτούς ήταν πολύ φτωχοί και δεν μιλούσαν αγγλικά, οπότε συχνά βοηθούσε κάποιος ντόπιος. Συχνά, η καλύτερη φωτογραφία βρίσκεται στη στιγμή ανάμεσα στην πόζα και το να συνεχίσεις αυτό που κάνεις. Είναι απρόβλεπτο και δεν το ελέγχω καθόλου. Έχουν υπάρξει περιπτώσεις που φωτογράφιζα για την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες: πρόσφυγες, άτομα σε φυγή, άτομα που έχουν εγκατασταθεί σε άλλη χώρα, φτιάχνανε τη ζωή τους από την αρχή. Έχω πάει στις λίμνες μετά τη γενοκτονία της Ρουάντας. Στέκεσαι εκεί και σκέφτεσαι: Τι στο διάολο συμβαίνει; Είναι σχεδόν βιβλική, η έξοδος αυτή από μια χώρα. Άνθρωποι που έρχονται σε βάρκες, που τους κουβαλούν γιατί είναι πολύ αδύναμοι, μεγάλοι άνθρωποι και παιδιά που κλαίνε, και όλοι είναι βρώμικοι και πεινασμένοι. Και ο κόσμος πρέπει να δει την απελπιστική τους κατάσταση ώστε να βοηθήσει. Γιατί τα λεφτά έρχονται από δωρητές. Είναι κάτι το συναισθηματικό και δύσκολο.
Η Taylor τόνισε πως το να εργάζεται ως φωνή αυτών που χρειάζονται να ακουστούν είναι σημαντικό, καθώς οι άνθρωποι στη Δύση συχνά αποφεύγουν να έρχονται σε σύγκριση με την φτώχεια. Όσον αφορά την αιώνια ερώτηση του αν ενεπλάκη:
Οι εργαζόμενοι αρωγής έχουν προτεραιότητα. Είναι η δουλειά τους. Ξέρουν πώς να το αντιμετωπίσουν και μιλούν την τοπική γλώσσα. Αν έβλεπα κάποιον να καταρρέει, θα τους φώναζα για βοήθεια, αλλά δεν θα μετακινούσα το άτομο αυτό η ίδια, καθώς δεν έχω ιατρική παιδεία. Θυμάμαι στο Κονγκό, μετά τη γενοκτονία της Ρουάντα, ένας φωτογράφος είπε πως δεν μπορούσε να τραβήξει φωτογραφίες, γιατί ήταν πολύ σοκαρισμένος. Μα είμαστε εδώ για να τραβάμε φωτογραφίες. Άλλοι έρχονται να τους ταΐσουν και να τους προσφέρουν ιατρική περίθαλψη.
Παράλληλα πιστεύει πως ο φωτογράφος πρέπει να έχει συμπόνια και ευαισθησία προς τους ανθρώπους, ενώ διαχειρίζεται τις συναισθηματικές του αντιδράσεις.
Από την εξορία στην αριστεία

Εικόνα της Liba Taylor στη Σιέρα Λεόνε. Χρησιμοποιείται με άδεια.
Το 1968, εν μέσω πολιτικής έντασης και με την άφιξη των σοβιετικών δυνάμεων, η 18χρονη Liba Taylor αποφάσισε να αφήσει την Τσεχοσλοβακία. Με την υποστήριξη του πατέρα της έκανε οτοστόπ από τα σύνορα της Αυστρίας μέχρι το Ηνωμένο Βασίλειο αναζητώντας την ελευθερία της. Αφού έφτασε εκεί, παρά τα κακά αγγλικά της, πήγε πανεπιστήμιο, ταξίδεψε στο Μεξικό και ανακάλυψε το πάθος της για τη φωτογραφία.
Ο David Hurn από το Magnum με ρώτησε στα εγκαίνια μιας έκθεσης στο Μπρίστολ αν όλοι οι Τσέχοι είναι φωτογράφοι, καθώς ήταν φίλος του Joseph Koudelka και με προσκάλεσε να πάω στη σχολή φωτογραφίας ντοκιμαντέρ του στο Νιούπορτ στην Ουαλία που μόλις είχε ιδρύσει και είχε περίπου δέκα άτομα… Πέντε χρόνια πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και κατέληξα να είμαι άνεργη φωτογράφος, γιατί έπρεπε να γίνω ελεύθερη επαγγελματίας [γελάει]. Και δεν υπήρχε ενδιαφέρον για τους φωτογράφους, με εξαίρεση τις εφημερίδες, οι οποίες όμως είχαν τους δικούς τους.
Απέδειξε όμως την ικανότητά της δουλεύοντας για διάφορους ΜΚΟ του Ηνωμένου Βασιλείου, την προσκάλεσαν αντιπροσωπείες του ΟΗΕ, μεταξύ αυτών η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και η UNICEF, για να τραβήξει εντυπωσιακές εικόνες για τις εκστρατείες τους. Αναλογιζόμενη το ταξίδι, η Liba αναφέρει ότι η ίδια, ως Τσέχα εξορισμένη στην Αγγλία, ήταν εκ των πραγμάτων πρόσφυγας, αλλά με διαφορετικό επίσημο στάτους και καλύτερες συνθήκες από αυτές που αποτύπωνε.

Λιβεριανή πρόσφυγας στον καταυλισμό ανθρωπιστικής βοήθειας Τομπάντα, στην Κενέμα της Σιέρα Λεόνε. Εικόνα της Liba Taylor, χρησιμοποιείται με άδεια.
Όταν ερωτήθηκε πως την έβλεπε ο κόσμος που φωτογράφιζε, αποκρίθηκε:
Ήμουν λευκή λόγω των αντιδράσεων. Για τα παιδιά, μερικές φορές ήμουν το πρώτο λευκό άτομο που είχαν αντικρύσει. Τα μεγαλύτερα το έβρισκαν ξεκαρδιστικό. Τα μικρά παιδάκια ούρλιαζαν, θεωρώντας ότι ήμουν κάποιος λευκός διάβολος καθώς, δεν είχαν δει ποτέ κάποιον λευκό.
Η Taylor είδε την ανθρωπότητα στα χειρότερά της σε κρίσεις, με ασύλληπτα βάσανα και θάνατο. Τονίζει την ανάγκη για συμπόνια και ευαισθητοποίηση σε παγκόσμια ζητήματα, αντιπαραβάλλοντας την κατανόηση του Ηνωμένου Βασιλείου αναφορικά με την αποικιακή ιστορία, με τον φόβο και την ξενοφοβία που συνάντησε σε μετακομμουνιστικές κοινωνίες. Πιστεύει πως χρειάζεται χρόνος για τέτοιες κοινωνίες να εξελιχθούν και να γίνουν πιο ανοιχτές και αποδεκτικές.
Η Taylor εξήγησε ότι επέστρεψε στην Τσεχία λόγω των αλλαγών στην βιομηχανία της φωτογραφίας με την εμφάνιση της ψηφιακής μηχανής, έχοντας φτάσει σε μια ηλικία όπου οι περισσότεροι φίλοι της είχαν είτε πεθάνει ή συνταξιοδοτηθεί, και λόγω της αγάπης της για τη χώρα της. Όταν επέστρεψε μόνιμα, βίωσε πολιτισμικά σοκ, καθώς κάποιοι Τσέχοι δεν κατανοούσαν πλήρως την δουλειά της, έχοντας περιορισμένη έκθεση στον κόσμο πέραν διακοπών.
Συνειδητοποιείς πως 40 χρόνια κομουνισμού εδώ έχουν δημιουργήσει ένα συγκεκριμένο στυλ ανθρώπου. Χρειάζεται πολύς καιρός ώστε μια κοινωνία να αλλάξει, να εξελιχθεί και να βαδίσει σε έναν διαφορετικό κόσμο.
Για τη δύναμη των γυναικών
Καθώς μοιράζεται ιστορίες από την περιπετειώδη ζωή της, η Taylor ανέφερε ότι ταξίδεψε με αεροπλάνο μεταφοράς φορτίου στη Σομαλία και τη Σομαλιλάνδη για τη UNICEF, όπου ήταν μάρτυρας των καταστροφικών επιπτώσεων του πολέμου, αλλά πως ακόμα και εκεί έβρισκε δυνατές γυναίκες.
Οι Σομαλοί είναι όμορφοι άνθρωποι με φανταστικά πρόσωπα. Μετά τον πόλεμο πήγα στη Σομαλιλάνδη αρκετές φορές και γνώρισα την υπέροχη Edna Adan. Δούλεψε στην Ευρώπη με τον ΠΟΥ, ξέρει φανταστικά αγγλικά με τέλεια βρετανική προφορά. Μετά τον πόλεμο επέστρεψε στην Σομαλιλάνδη, η οποία είχε καταστραφεί, οι άνθρωποι δεν είχαν τίποτα να φάνε και πέθαιναν, οπότε αποφάσισε να επενδύσει όλες τις οικονομίες της σε ένα νοσοκομείο. Έχτισε ένα τεράστιο μαιευτήριο, μόνο για μητέρες και μωρά, και βοήθησε κι άλλους που είχαν ανάγκη. Η Edna ταξίδεψε τον κόσμο και πέρασε τη ζωή της κάνοντας συμβολαιογραφικές ανταλλαγές και αναζητώντας χορηγίες για το νοσοκομείο αυτό. Είναι ένας από τους πιο απίστευτους ανθρώπους στον κόσμο, πάντα δραστήρια και εύγλωττη, αλλα ποτέ δεν πουλάει τίποτα, παρά μόνο λέει τις ιστορίες των ανθρώπων. Πολύ συγκινητικό. Ζήτησε φάρμακα και τα έλαβε και ήταν δυσεύρετα, όπως και όλα τα άλλα.

Νεογέννητο μωρό στο Νοσοκομείο στη Χαργκέισα της Σομαλιλάνδης. Φωτογραφία της Liba Taylor, χρησιμοποιείται με άδεια.
Όταν ερωτήθηκε αν διακρίνει κάποια ξεχωριστή δύναμη στις γυναίκες σε μεταπολεμικές κοινωνίες, καθώς οι γυναίκες και τα παιδιά αποτελούν συχνά υποκείμενα των φωτογραφιών της, η Taylor είπε:
Η δύναμη των γυναικών, ναι, απ’ όταν δούλευα [πάντα ως ελεύθερη επαγγελματίας] για αντιπροσωπείες αρωγής και τον ΟΗΕ, εστίαζαν κυρίως στις γυναίκες. Οι γυναίκες έκαναν την περισσότερη δουλειά, ενώ οι άνδρες κάθονταν και έπιναν τα ποτά της περιοχής.
Ο κόσμος με ρωτά συχνά για μια άλλη δυνατή γυναίκα, την Αντζελίνα Τζολί, την οποία γνώρισα σε μερικές από τις αποστολές μου. Η Αντζελίνα ήταν υπέροχη: νέα, σεμνή και ειλικρινά ενδιαφερόταν για τον κόσμο. Καθόταν με τους ντόπιους για ώρες στη σκιά του δέντρου και έκανε ερωτήσεις. Συγκέντρωσε μεγάλη φιλανθρωπική υποστήριξη.

Η Αντζελίνα Τζολί με νέους από τη Σιέρα Λεόνε. Φωτογραφία της Liba Taylor, χρησιμοποιείται με άδεια.
Η Taylor ολοκληρώνει:
Τα δεδομένα έχουν αλλάξει αρκετά και πλέον φαίνεται πιο πολύπλοκο, καθώς τα στιγμιότυπα χρησιμοποιούνται λανθασμένα. Θυμάμαι τον κόσμο να λέει: «Έρχεστε εδώ, τραβάτε φωτογραφίες και φεύγετε και οι άνθρωποι που βλέπουν τις φωτογραφίες νομίζουν ότι ζούμε φτωχικά, αλλά κανείς δεν έρχεται να μας βοηθήσει». Το σύνθημα είναι: «Βοηθάς τον εαυτό σου. Σας βοηθούμε να βοηθήσετε τους εαυτούς σας». Και ξέρετε, αυτοί οι άνθρωποι δεν χασομεράνε περιμένοντας βοήθεια, αλλα σε μερικές καταστάσεις, όταν δεν υπάρχουν συνθήκες επιβίωσης, δεν έχουν άλλη επιλογή. Αν δεν τους βοηθήσουν, θα πεθάνουν. Εμείς είμαστε που μοιραζόμαστε την ευθύνη, συμπεριλαμβανομένης και της κλιματικής αλλαγής.

Μια μητέρα με το παιδί της στο Cheperoni της Γκάνα. Φωτογραφία της Liba Taylor, χρησιμοποιείται με άδεια.
Οι φωτογραφίες της Liba Taylor είναι κάτι παραπάνω από δουλειά, αναθέσεις, αναμνήσεις της ή στιγμιότυπα ζωών. Είναι η ιστορία ανθρώπων, τοπίων ή ακόμα και πόλεων, που πλέον δεν υπάρχουν.