
Στη φωτογραφία απεικονίζεται ό,τι έχει απομείνει από την αγορά της Ναμπατίγιε. Στιγμιότυπο από ένα βίντεο που αναρτήθηκε στο X από τον @fouadkhreiss
Μέσα σε λίγες ώρες, δύο ισραηλινές επιδρομές κατέστρεψαν εκατοντάδες χρόνια ιστορίας νότια της Βηρυτού. Η περιοχή Τζάμπαλ Άμελ είναι γνωστή για την ισχυρή παρουσία της σιιτικής κοινότητας με πλειοψηφία Δωδεκατιστών, η οποία θεωρείται από τις παλαιότερες στον κόσμο. Αυτή η ορεινή περιοχή, που διασχίζεται από τον ποταμό Λιτάνι, βλέπει προς τη Μεσόγειο Θάλασσα και συνορεύει με το Όρος Λίβανος, τους λόφους Ουάντι αλ-Ταΐμ και την κοιλάδα της Μπεκάα.
Οι επιθέσεις δεν στοχεύουν μόνο αμάχους: ο στόχος είναι να καταστραφούν οι ρίζες, ο πολιτισμός και η ίδια η ζωή του πληθυσμού τόσο στον Λίβανο όσο και στην Παλαιστίνη. Δεν πρόκειται για παράπλευρες απώλειες: πρόκειται για μια πραγματική στρατηγική εκμηδένισης της ψυχής της περιοχής, της ιστορίας και των κατοίκων της.
Ενώ η γενοκτονία που διαπράττει το Ισραήλ προκαλεί συνεχώς και κατά χιλιάδες θύματα στην Παλαιστίνη και τον Λίβανο, όπου οι επιθέσεις συνεχίζονται, η πιεστική ανάγκη να σωθούν ζωές και να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες του πολέμου συχνά επισκιάζει τις τεράστιες απώλειες, που προκαλεί η συστηματική καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς, της μνήμης και της ιστορίας.
Η καρδιά του Νότου
Ένα από τα αμέτρητα θύματα αυτής της εκστρατείας ήταν η ιστορική αγορά της Ναμπατίγιε, της μεγαλύτερης πόλης της περιοχής Τζάμπαλ Άμελ, ένα πολυσύχναστο κέντρο γεμάτο ζωή και εμπόριο εδώ και γενιές, με κτίρια και καταστήματα παλαιότερα από το ίδιο το Ισραήλ.
Η Ναμπατίγιε αποτελούσε επί μακρόν εμπορικό και πολιτιστικό κόμβο για μια περιοχή που ιστορικά συνέδεε την Ιορδανία, την Παλαιστίνη, τη Συρία και τον νότιο Λίβανο, ένα σημείο συνάντησης όπου συγκεντρώνονταν έμποροι και ταξιδιώτες, ανταλλάσσοντας αγαθά και ιστορίες, διατηρώντας ζωντανή την πολιτιστική και οικονομική ζωογόνο δύναμη της περιοχής.
Η καταστροφή της αγοράς δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό, αλλά μέρος της μακροχρόνιας στρατηγικής του Ισραήλ να στοχοποιεί πολιτιστικά ορόσημα, αντανακλώντας την αποικιοκρατική επιδίωξη να διαγράψει τις ρίζες και τις μνήμες των ανθρώπων, που κατοικούν σε αυτά τα εδάφη.
سوق النبطية قبل وبعد 💔 #لن_نركع pic.twitter.com/XQl0XNwU4G
— 𝓗𝓲𝓼𝓱𝓪𝓶 (@Hisham10452) October 13, 2024
Η αγορά της Ναμπατίγιε πριν και μετά.
Δεν παραδινόμαστε
Σύμφωνα με τον Kamel Jaber, έναν τοπικό δημοσιογράφο που καταγράφει εδώ και καιρό την ιστορία της αγαπημένης του πόλης, «η καταστροφή είναι τόσο ολοκληρωτική που καθιστά αδύνατη την επισκευή των σουκ. Από το 1975, χάνουμε σταδιακά την κληρονομιά μας λόγω των ισραηλινών επιθέσεων, και κάθε φορά, η απάντηση είναι να ξαναχτίσουμε κάτι σύγχρονο, όχι να αναδημιουργήσουμε το παλιό όπως ήταν».
Αμέτρητοι άνθρωποι χρησιμοποίησαν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να καταγράψουν τα πρόσωπα και τις ιστορίες αυτής της αρχαίας αγοράς, ανάμεσά τους και η Badia Hani Fahs, η οποία έγραψε:
Nabatieh’s heart has burned …
Here was the Dimasi sweets shop, the one that left Sidon long ago and settled in Nabatieh. Just a few months ago, they did a new renovation and had a fresh start.
Next to it was Kamel Jaloul’s shop, my cousin, the first men’s shoe store in the market. No groom went to his bride without wearing shoes from Jaloul.
On the corner was the Hijazi bookstore. We all bought our bags and school supplies from there for ourselves and our children. When we were young girls, we used to borrow second-hand novels for just a few liras.
Across from it was Studio Al-Amal. You’d walk in to see Al-Husseini and find photos that are 60 to 70 years old, pictures of your grandparents and their friends.
A bit further down was Baalbaki Pharmacy, run by the family who came as refugees from the Beqaa Valley. Their origins are from the Alou family, but they were given the Baalbaki name, which became their family name.
Turning left, we’d come across the pride of Nabatieh’s industry, Sultan Sweets. The smell of cleanliness, fresh cream, and extra crispy kunafa would fill the air. You couldn’t enter without being offered a sweet and a sip of water.
Continuing on, we’d pass Farol Bookstore, owned by the kind Rafaat Hatit, who fled from Kfeyoun during the Mountain War and settled in Nabatieh, keeping the same bookstore name.
Across from the bookstore were the two most important shops in the market, run by two remarkable women: Hasiba, Umm Rami Al-Amin, and Maha, wife of the activist Afif Qaddih.
Next door was Al-Mashaal Spices, owned by Ali Batata.
Going uphill, you’d find Arnout’s Falafel, the most famous falafel shop in all of the South. Arnouti was originally Albanian, and he lived in Akka, where he learned the craft of making falafel. After the Nakba, he came to Nabatieh, bringing his trade with him, and with every attack on Nabatieh, he was hit by another disaster.
Beside him was Mukhtar Hassan Jaber’s shop, which he inherited from his father, Nizar Jaber. This was the shop where you’d find anything you needed. Those who didn’t know Nizar Jaber had never seen love and kindness embodied in a man.
On the other side was Disco Al-Sha’ar, which made the market dance to the latest music trends from east to west.
This is our heart that burned, not just a block of concrete.
Η καρδιά της Ναμπατίγιε έχει καεί …
Εδώ ήταν το ζαχαροπλαστείο Dimasi, αυτό που έφυγε από τη Σιδώνα πριν από καιρό και μεταφέρθηκε στη Ναμπατίγιε. Μόλις πριν από λίγους μήνες, έκαναν μια νέα ανακαίνιση και μια νέα αρχή.
Δίπλα του ήταν το μαγαζί του Kamel Jaloul, του ξαδέρφου μου, το πρώτο κατάστημα ανδρικών παπουτσιών στην αγορά. Κανένας γαμπρός δεν πήγαινε στη νύφη χωρίς να φορέσει παπούτσια από τον Jaloul.
Στη γωνία ήταν το βιβλιοπωλείο Hijazi. Όλοι αγοράζαμε από εκεί τις τσάντες μας και τα σχολικά είδη για εμάς και τα παιδιά μας. Όταν ήμασταν νεαρά κορίτσια, δανειζόμασταν μεταχειρισμένα μυθιστορήματα για λίγες λίρες.
Απέναντι από αυτό ήταν το Studio Al-Amal. Πήγαινες μέσα για να δεις τον Al-Husseini και έβρισκες φωτογραφίες 60-70 ετών, φωτογραφίες των παππούδων σου και των φίλων τους.
Λίγο πιο κάτω ήταν το φαρμακείο Baalbaki, το οποίο διευθύνει μια οικογένεια που ήρθε ως πρόσφυγας από την κοιλάδα της Μπεκάα. Η καταγωγή τους είναι από την οικογένεια Alou, αλλά τους δόθηκε το όνομα Baalbaki, το οποίο έγινε το οικογενειακό τους όνομα.
Στρίβοντας αριστερά, συναντούσαμε το καμάρι των επιχειρήσεων της Ναμπατίγιε, τα Sultan Sweets. Η μυρωδιά της καθαριότητας, της φρέσκιας κρέμας και του εξαιρετικά τραγανού κιουνεφέ γέμιζε τον αέρα. Δεν μπορούσες να μπεις χωρίς να σου προσφέρουν ένα γλυκό και μια γουλιά νερό.
Συνεχίζοντας, περνούσαμε από το βιβλιοπωλείο Farol, που ανήκει στον ευγενικό Rafaat Hatit, ο οποίος έφυγε από το Κφεγιούν κατά τη διάρκεια του Ορεινού Πολέμου και εγκαταστάθηκε στη Ναμπατίγιε, διατηρώντας το όνομα βιβλιοπωλείου του.
Απέναντι από το βιβλιοπωλείο βρίσκονταν τα δύο πιο σημαντικά καταστήματα της αγοράς, τα οποία διευθύνουν δύο αξιόλογες γυναίκες: η Hasiba, Umm Rami Al-Amin, και η Maha, σύζυγος του ακτιβιστή Afif Qaddih.
Δίπλα ήταν το Al-Mashaal Spices, που ανήκε στον Ali Batata.
Ανεβαίνοντας την ανηφόρα, έβρισκες το Arnout's Falafel, το πιο διάσημο εστιατόριο φαλάφελ σε όλο τον Νότο. Ο Αρνούτι ήταν αρχικά Αλβανός και έζησε στην Άκκα, όπου έμαθε την τέχνη του φαλάφελ. Μετά τη Νάκμπα, ήρθε στη Ναμπατίγιε, φέρνοντας μαζί του την τέχνη του. Με κάθε επίθεση στη Ναμπατίγιε, τον έβρισκε και μια άλλη καταστροφή.
Δίπλα του ήταν το κατάστημα του Mukhtar Hassan Jaber, το οποίο κληρονόμησε από τον πατέρα του, τον Nizar Jaber. Σε αυτό το μαγαζί έβρισκες ό,τι χρειαζόσουν. Όσοι δεν γνώριζαν τον Nizar Jaber δεν είχαν δει ποτέ την αγάπη και την καλοσύνη να ενσαρκώνονται σε έναν άνθρωπο.
Στην άλλη πλευρά ήταν η Disco Al-Sha'ar, η οποία έκανε την αγορά να χορεύει στις τελευταίες μουσικές τάσεις της Ανατολής και της Δύσης.
Κάηκε η καρδιά μας, όχι απλώς ένα οικοδομικό τετράγωνο.
Αιωνόβια ελαιόδεντρα, ιστορικές αγορές και ολόκληρες κοινότητες. Δεν είναι απλά θύματα πολέμου, αλλά σκόπιμοι στόχοι μιας εκστρατείας για να στερήσουν από τους ανθρώπους την κληρονομιά και την ταυτότητά τους.
Αιωνόβια δέντρα, βαθειές ρίζες
Λίγες ώρες μετά την καταστροφή της αγοράς της Ναμπατίγιε, μια άλλη ισραηλινή αεροπορική επιδρομή έπληξε τη γειτονική πόλη Μαϊφαντούν, εξαφανίζοντας το σπίτι της οικογένειας Ρτάιλ, γνωστό για την αρχαία βελανιδιά του Όρους Θαβώρ, η οποία είναι μάρτυρας της ιστορίας της περιοχής εδώ και αιώνες και είναι γνωστή στην περιοχή ως δέντρο της Μαλούλα. Με ύψος πάνω από 18 μέτρα και κορμό πέντε μέτρων, το δέντρο της Μαλούλα είναι κάτι περισσότερο από ένα μνημείο της φύσης. Έχει πολιτιστική, ιστορική και προσωπική σπουδαιότητα.
Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, το δέντρο ήταν πάντα εκεί. Το 1995, ο Αμπού Ρασίντ Ρτάιλ, ένας από τους πολλούς συντηρητές του στο πέρασμα των αιώνων, διηγήθηκε ιστορίες που πέρασαν από τον πατέρα του, ο οποίος έζησε 100 χρόνια, και από έναν γέροντα της οικογένειας Νάτζντα, ο οποίος έζησε 115 χρόνια, και οι δύο επιβεβαίωσαν ότι το δέντρο έμοιαζε ίδιο καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Με διάρκεια ζωής αιώνων, το δέντρο έγινε ένα ζωντανό μνημείο, ενσαρκώνοντας την κληρονομιά και τη μνήμη των Νάτζντα.
Ο δήμος του Μαϊφαντούν έδωσε το όνομά του στη γειτονιά – «Hay Al Maloula» – σε αναγνώριση της σημασίας του. Σύμφωνα με τον Ρασίντ Ρτάιλ, γιο του Αμπού Ρασίντ, μηχανικοί που το είχαν επισκεφθεί κάποτε για να το επιθεωρήσουν επιβεβαίωσαν την εντυπωσιακή ηλικία του που ξεπερνά τα 500 χρόνια, εκτιμώντας ότι μπορεί να στέκεται για πολύ περισσότερο, ίσως και για 1.100 χρόνια. Η μακροζωία αυτή είναι σπάνια, με τα αρχαία δέντρα να επιβιώνουν λόγω της ανθεκτικότητάς τους στις ασθένειες και το κλίμα.
Σε μια συνέντευξή του το 2010, ο Ρασίντ θυμάται πώς το μέγεθός του ήταν πολύ μεγαλύτερο πριν γίνει επανειλημμένα στόχος του ισραηλινού πυροβολικού, καταστρέφοντας πολλά από τα πανύψηλα κλαδιά του. Και με την καταστροφή του σπιτιού του «περισσότερες από μία φορές λόγω της στοχοποίησης της Μαλούλα, αυτό αρνήθηκε να πέσει, ακόμη και μετά την πτώση ενός άλλου αντίστοιχου δέντρου στην πόλη Ντέιρ Σιγιάν κατά την τελευταία επίθεση [στον πόλεμο του 2006], καθιστώντας το το πιο εξέχον αρχαίο δέντρο στην περιοχή της Ναμπατίγιε».
Το δέντρο χρησίμευε ως τόπος συγκέντρωσης για τους ταξιδιώτες και τους προσκυνητές, που κατευθύνονταν στη Ναμπατίγιε για τον ετήσιο εορτασμό της Ασούρα, ενός διάσημου γεγονότος, που τιμά τον μαρτυρικό θάνατο του Ιμάμ Χουσεΐν στη μάχη της Καρμπάλα. Συνδέοντας τη Ναμπατίγιε και το Μαϊφαντούν μέσω κοινών παραδόσεων και αποτελώντας σιωπηλό μάρτυρα των σημαντικότερων τελετουργιών της περιοχής. Τα κλαδιά του κάποτε φιλοξενούσαν το γέλιο των παιδιών κατά τη διάρκεια των γιορτών και η σκιά του πρόσφερε ξεκούραση στους κουρασμένους ταξιδιώτες και τους ντόπιους.
Μια ισραηλινή αεροπορική επιδρομή εναντίον αυτού του αιωνόβιου και μεγαλοπρεπούς ζωντανού όντος και του σπιτιού της οικογένειας Ρτάιλ που βρισκόταν δίπλα του για γενεές, μετέτρεψε το σπίτι σε ερείπια και κατέστρεψε το δέντρο που επέζησε αιώνες και ίσως μια χιλιετία, μπορεί όμως να χάθηκε οριστικά από αυτή την τελευταία ισραηλινή επίθεση.
Η καρδιά του Mayfadoun 💔😥
Το σπίτι του αείμνηστου Χατζ Τουφίκ Ρτάιλ, πατέρα του Χατζ Ρασίντ Ρτάιλ και του Χατζ Μοχάμαντ Ρέντα Ρτάιλ. Το σημείο όπου βρίσκεται το δέντρο Μαλούλα.
Συστηματική καταστροφή
Η καταστροφή τέτοιων πολιτιστικών και ιστορικών συμβόλων εκφράζει ένα γενικότερο αποικιοκρατικό σκεπτικό. Το δέντρο της Μαλούλα, το σπίτι των Ρτάιλ και η αγορά της Ναμπατίγιε, όπως και αμέτρητα άλλα ορόσημα και τοποθεσίες, δεν είναι απλώς υλικές δομές, αλλά ενσαρκώνουν την αντοχή, την ιστορία, τους δεσμούς και τον πολιτισμό της κοινότητας. Η ύπαρξή τους αψηφά το αφήγημα της εξάλειψης που προσπαθεί να επιβάλει το Ισραήλ. Για αιώνες και χιλιετίες, αυτή η γη κατοικείται, με τους ανθρώπους της να διατηρούν πλούσια ιστορία, να χτίζουν πόλεις και να διατηρούν κοινότητες που συνεχίζουν να ζουν, να δημιουργούν και να αντιστέκονται.
Καθώς θρηνούμε την απώλεια αυτών των αναντικατάστατων ορόσημων και την απώλεια ζωών, βρίσκουμε παρηγοριά στη δύναμη της μνήμης και της κοινότητας. Η αγάπη που συνδέει τους ανθρώπους με τη γη τους, την ιστορία τους και ο ένας τον άλλον παραμένει αδιάσπαστη. Αυτή η αγάπη, αυτή η μνήμη, θα τους επιτρέψει να αναγεννηθούν, να ανοικοδομήσουν και να συνεχίσουν να ζουν. Οι τόποι και οι ιστορίες υπάρχουν στη μνήμη, από αυτή τη μνήμη, οι άνθρωποι – και η φύση – θα αναγεννηθούν, όπως έκαναν εδώ και γενιές.