
Αφίσα του «Είμαι ακόμα εδώ». Εικόνα από την Alile Dara Onawale/Videofilmes .
Αν έχετε δει κάτι για το «Είμαι ακόμα εδώ» («Ainda Estou Aqui»), τη βραζιλιάνικη ταινία για μια εξαναγκαστική εξαφάνιση κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας (1964–1985), θα είχατε συναντήσει την παραπάνω φωτογραφία.
Ένα στιγμιότυπο από την ταινία και η εικόνα της επίσημης αφίσας της δείχνει τον Rubens Paiva με τα δύο από τα πέντε παιδιά του και τη σύζυγό του, Maria Eunice, σε μια παραλία στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Ενώ ο Paiva και τα παιδιά χαμογελούν, κοιτάζοντας την κάμερα, η Eunice κοιτάζει προς μια διαφορετική κατεύθυνση και συνοφρυώνεται. Φορτηγά του στρατού περνούν από τον δρόμο κοντά και η ζωή τους πρόκειται να αλλάξει για πάντα.
Ο Paiva είναι ένας από τους 434 νεκρούς και εξαφανισμένους στη Βραζιλία, σύμφωνα με την Εθνική Επιτροπή Αλήθειας. Τον Ιανουάριο του 1971, οι δυνάμεις ασφαλείας πήραν τον Paiva από το σπίτι του για να ανακριθεί από την αστυνομία και τον οδήγησαν στο δικό του αυτοκίνητο. Δεν επέστρεψε ποτέ και το σώμα του δεν βρέθηκε ποτέ.
Η ταινία, σε σκηνοθεσία Walter Salles, βασίζεται σε ένα ομότιτλο βιβλίο που έγραψε ο γιος του Rubens Paiva, Marcelo Rubens Paiva, και αφηγείται την καθημερινή ζωή της οικογένειάς του τη δεκαετία του '70 και πώς αντιμετώπισαν τις μέρες, που ακολούθησαν την απουσία του πατέρα του, θέτοντας ξεχωριστό επίκεντρο στη μητέρα του, Eunice. Τους γονείς του υποδύονται οι ηθοποιοί Selton Mello και Fernanda Torres.
Αφηγείται μια ιστορία του παρόντος παρελθόντος, την ίδια χρονιά με την 60ή επέτειο από το πραξικόπημα που ξεκίνησε τη δικτατορία και ενώ τα εθνικά πρωτοσέλιδα αναφέρουν μια στρατιωτική συνωμοσία για απόπειρα νέου πραξικοπήματος, που θα εμπόδιζε την ορκωμοσία του Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα μετά τις εκλογές του 2022.
Η ταινία ξεπέρασε τα δύο εκατομμύρια θεατές μόνο στη Βραζιλία, περισσότερο από το εθνικό κοινό για υπερπαραγωγές όπως το Wicked, και είναι η υποψηφιότητα της Βραζιλίας για τα Όσκαρ.
Μια αληθινή ιστορία
Η απαγωγή του Rubens Paiva είναι μια εμβληματική περίπτωση από μια από τις πιο σκληρές εποχές για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Βραζιλία. Σύμφωνα με τον γιο του Paiva, τον Marcelo, η Εθνική Επιτροπή Αλήθειας (CNV), που συστάθηκε κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης της Ντίλμα Ρούσεφ, που ήταν κι η ίδια πρώην πολιτική κρατούμενη και μαχήτρια με τους αντάρτες, του έδωσε σημαντικά στοιχεία για το βιβλίο του.
Περίπου δύο χρόνια πριν από την εξαναγκαστική εξαφάνιση του Paiva, το καθεστώς εξέδωσε τον θεσμικό νόμο 5, AI-5, που θα ενίσχυε την καταστολή τον Δεκέμβριο του 1968. Η αναστολή των πολιτικών δικαιωμάτων επεκτάθηκε και «κατέστησε δυνατή τη θεσμοθέτηση της αυθαίρετης κράτησης, των βασανιστηρίων και των εξωδικαστικών φόνων από το καθεστώς», όπως συνοψίζεται στη Βικιπαίδεια.
Όταν το πραξικόπημα ανέτρεψε την κυβέρνηση του Ζουάου Γκουλάρτ, ο Paiva ήταν ένας από τους ανακληθέντες βουλευτές. Μηχανικός και πατέρας πέντε παιδιών, είχε εκλεγεί από την πολιτεία του Σάο Πάολο δύο χρόνια πριν με το κόμμα του Γκουλάρτ. Την 1η Απριλίου 1964, με το πραξικόπημα σε εξέλιξη, μίλησε στην Εθνική Ραδιοφωνία υπερασπιζόμενος τον πρόεδρο και αποκαλώντας την κυβέρνηση του Σάο Πάολο «φασιστική», επειδή υποστήριξε το πραξικόπημα.
Ο Paiva πήγε στην εξορία, αλλά επέστρεψε στη Βραζιλία λίγο αργότερα και συνέχισε τη ζωή του δίπλα στην οικογένειά του.
Στις 20 Ιανουαρίου 1971 , σε ηλικία 41 ετών, τον πήραν από το σπίτι του μπροστά στα μάτια της γυναίκας και των παιδιών του, για ανάκριση. Και δεν επέστρεψε ποτέ. Η Eunice και η 15χρονη κόρη τους συνελήφθησαν αμέσως μετά, αλλά δεν τον είδαν στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις, όπου κρατούνταν. Το «Είμαι ακόμα εδώ» εστιάζει στο πώς η γυναίκα του αντιμετώπισε αυτή τη στιγμή και τη βάναυση και ξαφνική εξαφάνισή του, χωρίς να πει πολλά για τη μοίρα του, με τον ίδιο τρόπο που η Eunice δεν μπορούσε να πάρει καμία απάντηση για δεκαετίες για το τι συνέβη στον άντρα της.
Αποκάλυψη του παρελθόντος
Περισσότερες λεπτομέρειες αποκαλύφθηκαν χρόνια αργότερα μέσα από ακροάσεις στις Επιτροπές Αλήθειας, που ξεκίνησαν το 2012 . Η κρατική επιτροπή του Σάο Πάολο έλαβε την ονομασία της μάλιστα προς τιμήν του Paiva.
Το 1986, η Cecilia de Barros Viveiros de Castro, μια γυναίκα που κρατήθηκε στο αεροδρόμιο Galeão, αφότου επισκέφτηκε τον γιο της στη Χιλή, είπε στην αστυνομία ότι αναγνώρισε τον Paiva σε ένα αυτοκίνητο όταν την πήγαν για ανάκριση. Επιστολές από εξόριστους εκεί βρέθηκαν πάνω της και σε μια άλλη γυναίκα. Η μία από τις επιστολές απευθυνόταν στον Paiva.
Έξι μήνες μετά τη σύλληψη του Paiva, τον Ιούνιο του 1971, το στρατιωτικό καθεστώς εξέδωσε ένα έγγραφο, που διαβάστηκε από έναν βουλευτή στο Εθνικό Κογκρέσο, υποστηρίζοντας ότι οδηγούσαν τον Paiva σε μια τοποθεσία για να αναγνωρίσουν το σπίτι του ατόμου που έφερε τις επιστολές, αλλά το αυτοκίνητο αναχαιτίστηκε, σημειώθηκε πυροβολισμός και τράπηκε σε φυγή με ομάδα.
Όπως τονίζει η έκθεση της Εθνικής Επιτροπής Αλήθειας, αυτή η εκδοχή της ιστορίας και η άρνηση της γνώσης του τόπου της επαναλαμβάνονταν από τον στρατό όλα αυτά τα χρόνια παρά τις αντιφάσεις.
Τα επίσημα αρχεία και οι μαρτυρίες που δόθηκαν στις Επιτροπές Αλήθειας την κατέρριψαν. Ο Coronel Ronald Leão είπε στο CNV ότι ο Paiva έφτασε στο DOI της 1ης Στρατιάς (Τμήμα Πληροφοριών) και στη συνέχεια ανακρίθηκε και βασανίστηκε. Ένας αυτόπτης μάρτυρας είπε ότι ο υπεύθυνος διοικητής του μέρους ενημερώθηκε ότι ο Paiva δεν θα επιζούσε από τα βασανιστήρια.
Ο πρώην συνταγματάρχης Paulo Malhães, επίσης σε κατάθεση στο CNV, είπε ότι όσα άτομα πέθαναν στα χέρια της καταστολής συνήθως δεν θάβονταν για να αποφύγουν να αφήσουν ίχνη. Συνέχισε περιγράφοντας τις μεθόδους τους για να κρύψουν τα πτώματα: έσβηναν τα χαρακτηριστικά των θυμάτων, αφαιρούσαν δόντια και δακτυλικά αποτυπώματα και έκοβαν το στομάχι τους για να αποφύγουν τα αέρια, ώστε τα σώματα να μην επιπλέουν στο νερό, αφού τα πετούσαν στα ποτάμια ή τη θάλασσα.
Σχετικά με τον Paiva, ο Malhães είπε ότι έλαβε την αποστολή να κρύψει το σώμα, αλλά δεν μπορούσε να την ολοκληρώσει λόγω άλλων εργασιών. Μετά τη δολοφονία του Malhães το 2014, η χήρα του ομολόγησε ότι της είπε πως ο Paiva πετάχτηκε σε ένα ποτάμι.
Την ίδια χρονιά, 43 χρόνια μετά την απαγωγή του Paiva, πέντε στρατιωτικοί κατηγορήθηκαν από την Ομοσπονδιακή Εισαγγελία ότι σκότωσαν και έκρυψαν το πτώμα του. Η υπόθεση σταμάτησε στο Ανώτατο Δικαστήριο, με τρεις από τους κατηγορούμενους άνδρες να πεθαίνουν έκτοτε χωρίς να δικαστούν ποτέ.
Το παρελθόν είναι παρόν
Την ίδια στιγμή που η ιστορία του Rubens Paiva γεμίζει τις κινηματογραφικές αίθουσες με Βραζιλιάνους, που μαθαίνουν περισσότερα για την κρατική τρομοκρατία, που κατέστρεψε ζωές και οικογένειες, τα νέα για μια άλλη απόπειρα πραξικοπήματος, στην οποία εμπλέκονται επίσης στρατιωτικοί, έκαναν το παρελθόν ακόμα πιο παρόν.
Στις 21 Νοεμβρίου, η Ομοσπονδιακή Αστυνομία απήγγειλε κατηγορίες στον πρώην πρόεδρο Ζαΐρ Μπολσονάρου και άλλα 36 άτομα για απόπειρα πραξικοπήματος, που θα είχε διαρρήξει το κράτος δικαίου για να τον κρατήσει στην εξουσία μετά την εκλογική νίκη του Λουίζ Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα το 2022. Μεταξύ των κατηγορουμένων, 25 άτομα είναι στρατιωτικοί ή πρώην στρατιωτικοί, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Μπολσονάρου.
Σύμφωνα με την έκθεση 884 σελίδων της έρευνας που δόθηκε στη δημοσιότητα, ο πρώην πρόεδρος ηγήθηκε της εγκληματικής οργάνωσης, που σχεδίαζε το πραξικόπημα. Το έγγραφο αναφέρει, όπως αναφέρει το AP:
Τα στοιχεία που συλλέχθηκαν σε όλη την έρευνα δείχνουν ξεκάθαρα ότι ο τότε Πρόεδρος Ζαΐρ Μεσσίας Μπολσονάρου σχεδίαζε, ενήργησε και γνώριζε άμεσα και αποτελεσματικά τις ενέργειες της εγκληματικής οργάνωσης, με στόχο να εξαπολύσει πραξικόπημα και να εξαλείψει το δημοκρατικό κράτος δικαίου, κάτι που δεν πραγματοποιήθηκε για λόγους άσχετους με την επιθυμία του.
Η υπόθεση θα συνεχίσει τη νομική της διαδικασία με την ομοσπονδιακή εισαγγελία.
Το 2014, ένα άγαλμα εις μνήμην του Paiva τοποθετήθηκε στο Εθνικό Συνέδριο. Ο Μπολσονάρου, βουλευτής τότε που μεγάλωσε στην ίδια περιοχή όπου είχε τη φάρμα της η οικογένεια Paiva, εμφανίστηκε στην τελετή και έφτυσε το άγαλμα μπροστά στα μέλη της οικογένειας Paiva.
Σε μια συνέντευξη κατά την προώθηση της ταινίας, ο σκηνοθέτης Walter Salles είπε:
Ξέρετε, όταν ξεκινήσαμε αυτό, σκεφτήκαμε ότι κάναμε μια ταινία για να αντικατοπτρίσουμε με κάποιο τρόπο ένα κομμάτι από το παρελθόν μας, που δεν είχε καταγραφεί από την κάμερα. Και τότε συνειδητοποιήσαμε ότι αφορά επίσης το παρόν μας και μπορεί επίσης να αφορά το μέλλον μας.
#ImStillHere is about more than just the past. Walter Salles reflects on what it can mean to audiences today. pic.twitter.com/z2gQdCFmRa
— Sony Pictures Classics (@sonyclassics) November 30, 2024
Το #ImStillHere δεν αφορά απλώς το παρελθόν. Ο Walter Salles αναλογίζεται τι μπορεί να σημαίνει για το κοινό σήμερα. pic.twitter.com/z2gQdCFmRa