
Ίντερνετ καφέ στην αγροτική Κουαζούλου-Νατάλ στη Νότια Αφρική. Εικόνα: Ossewa, Wikimedia Commons (CC BY-SA 4.0 Deed).
Το Διαδίκτυο θεωρείται συχνά ως μια μεταμορφωτική δύναμη, που γεφυρώνει τις διαφορές και ενδυναμώνει δισεκατομμύρια. Πουθενά αυτή η υπόσχεση δεν είναι πιο συναρπαστική όσο στην Αφρική, όπου η αυξανόμενη συνδεσιμότητα έχει τεράστιες δυνατότητες για οικονομική ανάπτυξη, εκπαίδευση και συμμετοχή των πολιτών. Όμως, κάτω από τις υποσχέσεις για ενισχυμένη συνδεσιμότητα στην Αφρική κρύβεται μια περίπλοκη αφήγηση ξένου ελέγχου, περιβαλλοντικών επιπτώσεων, εκμετάλλευσης δεδομένων και περιορισμένης ψηφιακής κυριαρχίας, μια επανάληψη της αποικιακής δυναμικής του 21ου αιώνα, που καλύπτεται από τη ρητορική της «σύνδεσης των ασύνδετων». Προκύπτουν ερωτήματα σχετικά με την ιδιοκτησία, τη βιωσιμότητα και την ισότητα: με ποιο κόστος γεφυρώνουμε το ψηφιακό χάσμα της Αφρικής και ποιος ωφελείται τελικά από αυτές τις πρωτοβουλίες;
Το άνισο κόστος της γεφύρωσης του ψηφιακού χάσματος της Αφρικής
Η Αφρική παραμένει η λιγότερο συνδεδεμένη ήπειρος, με μόνο το 38% του πληθυσμού της να έχει πρόσβαση στο διαδίκτυο το 2024. Αυτή η ανισότητα δεν είναι απλώς τεχνολογική, αλλά βαθιά ριζωμένη σε ιστορικές ανισότητες. Ξένες εταιρείες, όπως η Google και η Meta, καθώς και ευρωπαϊκές εταιρείες τηλεπικοινωνιών, κυριαρχούν στην ψηφιακή υποδομή της ηπείρου. Τα υποθαλάσσια καλώδιά τους, όπως το Equiano της Google και το 2Africa της Meta, μεταφέρουν σχεδόν το 90% της κίνησης στο Διαδίκτυο τοποθετώντας τους ως φύλακες της παγκόσμιας συνδεσιμότητας της ηπείρου. Αυτά τα καλώδια, τα οποία περικυκλώνουν την Αφρική αντί να ενσωματώνονται σε αυτήν, αντικατοπτρίζουν τις αποικιακές εμπορικές οδούς επιτρέποντας στις ξένες εταιρείες να παρακάμπτουν τους τοπικούς κανονισμούς, τις φορολογικές υποχρεώσεις και τις δομές διακυβέρνησης. Αυτό το μοντέλο “hub-and-spoke” διαιωνίζει τις οικονομικές ανισότητες, καθώς οι χώρες χωρίς άμεση πρόσβαση σε αυτά τα καλώδια πρέπει να βασίζονται σε δαπανηρούς μεσάζοντες για να συνδεθούν στο παγκόσμιο δίκτυο.
Αυτός ο μονοπωλιακός έλεγχος διογκώνει το κόστος της πρόσβασης στο διαδίκτυο. Οι τοπικοί πάροχοι υπηρεσιών Διαδικτύου (ISP) επιβαρύνονται με υψηλές χρεώσεις για τη σύνδεση σε αυτά τα καλώδια, ένα κόστος που αναπόφευκτα μετακυλίεται στους καταναλωτές. Η Έκθεση Προσιτότητας 2020 της Συμμαχίας για Προσιτό Διαδίκτυο αναφέρει ότι το μέσο κόστος 1 GB δεδομένων στην Αφρική είναι 5,7% του μηνιαίου εισοδήματος, πολύ πάνω από τον στόχο προσιτότητας του ΟΗΕ του 2%. Αυτό το υψηλό κόστος συνδεσιμότητας επιτείνει τις υπάρχουσες ανισότητες δημιουργώντας ένα ψηφιακό χάσμα, που αντικατοπτρίζει τις ευρύτερες κοινωνικοοικονομικές ανισότητες της Αφρικής.
Παρά τις σημαντικές επενδύσεις σε υποδομές, πολλές αγροτικές κοινότητες και κοινότητες χαμηλού εισοδήματος παραμένουν αποκλεισμένες από την ψηφιακή οικονομία. Ενώ οι αστικές ελίτ σε πόλεις όπως το Ναϊρόμπι, το Λάγος και το Γιοχάνεσμπουργκ απολαμβάνουν πρόσβαση σε γρήγορο και προσιτό διαδίκτυο, οι αγροτικές κοινότητες παραμένουν αποσυνδεδεμένες. Αυτό το χάσμα έχει εκτεταμένες επιπτώσεις στην εκπαίδευση, την υγειονομική περίθαλψη και τις οικονομικές ευκαιρίες. Για παράδειγμα, τα αγροτικά σχολεία συχνά στερούνται αξιόπιστου Διαδικτύου για ψηφιακή μάθηση στερώντας στο μαθητικό κοινό την πρόσβαση σε διαδικτυακούς πόρους. Οι εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης σε απομακρυσμένες περιοχές αγωνίζονται να εφαρμόσουν λύσεις τηλεϊατρικής. Οι μικρές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν εμπόδια για την πρόσβαση σε ευρύτερες αγορές λόγω του απαγορευτικού κόστους συνδεσιμότητας. Αυτός ο αποκλεισμός διαιωνίζει κύκλους φτώχειας καθιστώντας το ψηφιακό χάσμα ένα νέο όριο ανισότητας.
Εξαγωγή δεδομένων: Τα νέα σύνορα εκμετάλλευσης
Ενώ οι προκλήσεις υποδομής κυριαρχούν στις συζητήσεις για το ψηφιακό χάσμα της Αφρικής, το ζήτημα της εξαγωγής δεδομένων είναι εξίσου ανησυχητικό. Στην ψηφιακή οικονομία, τα δεδομένα έχουν γίνει εξίσου πολύτιμα με τους παραδοσιακούς πόρους όπως το πετρέλαιο ή ο χρυσός. Ωστόσο, όπως και οι φυσικοί πόροι της, τα δεδομένα της Αφρικής εξάγονται, υφίστανται επεξεργασία και αποκτούνται από ξένες εταιρείες, με ελάχιστα οφέλη να επιστρέφουν στην ήπειρο.
Οι δυτικοί τεχνολογικοί γίγαντες αξιοποιούν την κυριαρχία τους στην υποδομή διαδικτύου της Αφρικής για τη συλλογή και τη δημιουργία εσόδων από δεδομένα με ελάχιστο όφελος για τις τοπικές οικονομίες. Προγράμματα όπως το Meta's Free Basics, που διατίθενται στο εμπόριο ως πρωτοβουλίες για τη γεφύρωση του ψηφιακού χάσματος, υπόσχονται δωρεάν πρόσβαση στο Διαδίκτυο για υποεξυπηρετούμενες κοινότητες, αλλά προσφέρουν περιορισμένη πρόσβαση σε ένα επιμελημένο σύνολο ιστότοπων, που συχνά κυριαρχούνται από τις πλατφόρμες της ίδιας της εταιρείας. Οι επικριτικές φωνές υποστηρίζουν ότι τέτοιες πρωτοβουλίες αφορούν λιγότερο τη γεφύρωση των διαφορών και περισσότερο το κλείδωμα των χρηστών σε οικοσυστήματα σχεδιασμένα για εξαγωγή δεδομένων. Αυτό αντικατοπτρίζει ιστορικά πρότυπα εκμετάλλευσης, όπου οι πρώτες ύλες εξάγονταν για κέρδος χωρίς σημαντικές επανεπενδύσεις στις τοπικές κοινωνίες.
Η απουσία ισχυρών πλαισίων προστασίας δεδομένων σε πολλές αφρικανικές χώρες επιδεινώνει το πρόβλημα. Η ανεξέλεγκτη εξαγωγή δεδομένων εδραιώνει τον ρόλο της Αφρικής ως προμηθευτή ακατέργαστων ψηφιακών πόρων, ενώ της αρνείται την ευκαιρία να αξιοποιήσει τα δεδομένα της για τοπική καινοτομία. Αυτή η εξάρτηση όχι μόνο υπονομεύει την οικονομική κυριαρχία, αλλά εγείρει επίσης σημαντικές ανησυχίες για την ιδιωτική ζωή και την ασφάλεια.
Ο Νόμος για την Προστασία Δεδομένων της Κένυας και ο Εθνικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων της Νιγηρίας (NDPR) αντιπροσωπεύουν σημαντικά βήματα προόδου, αλλά παραμένουν εξαιρέσεις και όχι ο κανόνας σε όλη την ήπειρο. Ακόμη και όπου υπάρχουν κανονισμοί, η επιβολή είναι συχνά αδύναμη. Οι ξένες εταιρείες εκμεταλλεύονται αυτά τα κενά εξάγοντας πολύτιμα δεδομένα ενώ φοροδιαφεύγουν και παρακάμπτουν την τοπική ευθύνη.
Το περιβαλλοντικό κόστος της ψηφιακής υποδομής
Η κατασκευή και η συντήρηση υποθαλάσσιων καλωδίων, κέντρων δεδομένων και δικτύων οπτικών ινών έχει σημαντικό περιβαλλοντικό κόστος, το οποίο συχνά βαρύνει τις ευάλωτες κοινότητες. Αυτά τα υποθαλάσσια καλώδια, τα κέντρα δεδομένων και τα δίκτυα οπτικών ινών απαιτούν τεράστιες ποσότητες ενέργειας και πόρων συμβάλλοντας στις εκπομπές άνθρακα και στην υποβάθμιση του περιβάλλοντος.

Στιγμιότυπο οθόνης της υποδομής δικτύου της Google στην Αφρική, από το ιστολόγιο Google Africa. Δίκαιη χρήση.
Οι οικολογικές συνέπειες εκτείνονται πέρα από τις εκπομπές. Μελέτες έχουν δείξει ότι η εγκατάσταση υποθαλάσσιων καλωδίων μπορεί να διαταράξει τα θαλάσσια οικοσυστήματα επηρεάζοντας τη βιοποικιλότητα και αλλάζοντας τα γεωμαγνητικά πεδία, στα οποία βασίζεται η θαλάσσια ζωή. Στην ξηρά, η κατάσταση είναι εξίσου ανησυχητική. Το προγραμματισμένο καλώδιο οπτικών ινών της Google μέσω περιοχών πλούσιων σε ορυκτά στην Αφρική υπογραμμίζει τη διασταύρωση της ψηφιακής υποδομής και της εξόρυξης πόρων. Περιοχές όπως η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, πλούσιες σε κοβάλτιο και λίθιο, αντιμετωπίζουν ήδη τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές συνέπειες της εξόρυξης.
Αυτά τα περιβαλλοντικά κόστη συχνά παραβλέπονται στις συζητήσεις για το ψηφιακό μέλλον της Αφρικής. Ωστόσο, λίγη έρευνα υπάρχει για τις μακροπρόθεσμες οικολογικές επιπτώσεις της ψηφιακής επέκτασης της Αφρικής αφήνοντας αναπάντητα κρίσιμα ερωτήματα. Ποιος διασφαλίζει ότι αυτά τα έργα διεξάγονται με ηθικό τρόπο; Και πώς εξισορροπούμε την ανάγκη για συνδεσιμότητα με την επιταγή της βιωσιμότητας; Χωρίς ουσιαστική ρύθμιση, η ώθηση για συνδεσιμότητα κινδυνεύει να υπονομεύσει την περιβαλλοντική και κοινωνική σταθερότητα της ηπείρου. Απαιτούνται επειγόντως ηθικές και βιώσιμες πρακτικές για να διασφαλιστεί ότι η συνδεσιμότητα δεν θα γίνεται σε βάρος των οικοσυστημάτων και των ευάλωτων κοινοτήτων.
Αποαποικιοποίηση ψηφιακών χώρων
Οι παραλληλισμοί μεταξύ της αποικιοκρατίας και της σύγχρονης ψηφιακής επέκτασης είναι εντυπωσιακοί. Ακριβώς όπως οι αποικιακές δυνάμεις κάποτε θεωρούσαν τα αφρικανικά εδάφη «άδεια» και ώριμα για εκμετάλλευση, οι τεχνολογικοί γίγαντες βλέπουν τώρα τον κυβερνοχώρο της Αφρικής ως σύνορο κέρδους. Υπό το πρόσχημα της γεφύρωσης του ψηφιακού χάσματος, αυτές οι εταιρείες κυριαρχούν στο ψηφιακό μέλλον της ηπείρου παραμερίζοντας συχνά ενδιάμεσα τις τοπικές φωνές.
Οι προσπάθειες για την αποαποικιοποίηση των ψηφιακών χώρων πρέπει να δίνουν προτεραιότητα στην ενδυνάμωση της κοινότητας σε σχέση με τις εταιρικές ατζέντες. Αυτό περιλαμβάνει την υποστήριξη δικτύων, που ανήκουν στην κοινότητα, και τεχνολογιών ανοιχτού κώδικα, που επιτρέπουν τον τοπικό έλεγχο και την καινοτομία. Για παράδειγμα, οι πρωτοβουλίες, που παρέχουν πρόσβαση στο Διαδίκτυο σε αυτόχθονες γλώσσες, μπορούν να συμβάλουν στη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς ενισχύοντας παράλληλα τη συμμετοχή. Η αποαποικιοποίηση των ψηφιακών χώρων της Αφρικής απαιτεί την αμφισβήτηση της αφήγησης, που τοποθετεί την ήπειρο ως παθητικό αποδέκτη της τεχνολογικής βοήθειας.
Προς την ψηφιακή κυριαρχία
Για να απελευθερωθεί από αυτές τις εκμεταλλευτικές δυναμικές, η Αφρική πρέπει να δώσει προτεραιότητα στην ψηφιακή κυριαρχία: τον έλεγχο της διαδικτυακής υποδομής, των δεδομένων και των ψηφιακών πολιτικών της. Η Ρουάντα και η Κένυα προσφέρουν πολλά υποσχόμενα παραδείγματα για το πώς θα μπορούσε να μοιάζει αυτό. Η Ρουάντα έχει επενδύσει σε τοπικά κέντρα δεδομένων και δίκτυα οπτικών ινών δημιουργώντας θέσεις εργασίας και μειώνοντας την εξάρτηση από ξένες εταιρείες. Η Κένυα έχει υποστηρίξει τους τοπικούς ISP μέσω ρυθμιστικών μέτρων ενισχύοντας τον ανταγωνισμό και μειώνοντας το κόστος του Διαδικτύου.
Ισχυροί νόμοι περί προστασίας δεδομένων, όπως ο νόμος NDPR της Νιγηρίας και ο νόμος περί προστασίας δεδομένων της Κένυας, είναι κρίσιμοι για τη διασφάλιση ότι τα αφρικανικά δεδομένα παραμένουν εντός των συνόρων της. Αυτά τα πλαίσια μπορούν να περιορίσουν τις πρακτικές εκμετάλλευσης και να προωθήσουν τη δίκαιη χρήση δεδομένων. Ωστόσο, η επίτευξη ψηφιακής κυριαρχίας απαιτεί κάτι περισσότερο από μεμονωμένες προσπάθειες. Η συνεργασία μεταξύ των αφρικανικών εθνών είναι απαραίτητη για τη δημιουργία κοινών έργων υποδομής και τη διαπραγμάτευση δίκαιων όρων με ξένες εταιρείες.
Οι διαδικασίες χάραξης πολιτικής πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν περιθωριοποιημένες φωνές για να διασφαλιστεί ότι η ψηφιακή πρόοδος καλύπτει διάφορες ανάγκες. Τα προγράμματα ανάπτυξης ικανοτήτων μπορούν να ενδυναμώσουν τις γυναίκες, τις αγροτικές κοινότητες και άλλες υποεκπροσωπούμενες ομάδες, ώστε να συμμετάσχουν στη διαμόρφωση του ψηφιακού μέλλοντος της Αφρικής.
Διαμορφώνοντας ένα ψηφιακό μέλλον χωρίς αποκλεισμούς
Το ταξίδι προς την ψηφιακή ένταξη είναι πολύπλοκο, αλλά είναι απαραίτητο για την προώθηση ενός μέλλοντος, όπου το Διαδίκτυο θα εξυπηρετεί πραγματικά τους ανθρώπους που συνδέει. Η πορεία προς τα εμπρός δεν είναι απλώς η κατασκευή περισσότερων υποδομών. έχει να κάνει με το να ξανασκεφτούμε ποιος το ελέγχει, πώς λειτουργεί και ποιανού συμφέροντα εξυπηρετεί. Η Αφρική είναι έτοιμη να αξιοποιήσει το μετασχηματιστικό δυναμικό της συνδεσιμότητας, αλλά πρέπει να αντιμετωπίσει τις συστημικές ανισότητες, που είναι ενσωματωμένες στο τρέχον ψηφιακό τοπίο της.