
Ο Ζαΐρ Μπολσονάρου, πρώην πρόεδρος, κατά τη διάρκεια του εορτασμού της Ημέρας Ανεξαρτησίας τον Σεπτέμβριο του 2022. Φωτογραφία: Antonio Cruz/Agência Brasil. Δίκαιη χρήση
Ένα σχέδιο πραξικοπήματος προετοιμαζόταν στη Βραζιλία για πάνω από ένα χρόνο. Ξεκίνησε με την αμφισβήτηση του εκλογικού συστήματος και την υποκίνηση του κοινού εναντίον του, ενώ περιλάμβανε κι ένα βίαιο σχέδιο για τη δολοφονία και τη σύλληψη πολιτικών αντιπάλων και ενός δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου. Αυτά ήταν στοιχεία, που εντοπίστηκαν σε μηνύματα, ψηφιακά αρχεία και μαρτυρίες, που οδήγησαν τη Γενική Εισαγγελία της Βραζιλίας να προσάψει κατηγορίες στον πρώην πρόεδρο, Ζαΐρ Μπολσονάρου, και σε 33 ακόμα άτομα για απόπειρα διατάραξης του δημοκρατικού συστήματος της χώρας μετά την ήττα τους στις εκλογές του 2022.
Το έγγραφο των 272 σελίδων παρουσιάστηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο στις 18 Φεβρουαρίου του τρέχοντος έτους, δηλαδή μετά από περισσότερα από δύο χρόνια, αφότου οι υποστηρικτές του Μπολσονάρου εισέβαλαν και βανδάλισαν δημόσια κτίρια στη Μπραζίλια, την πρωτεύουσα της χώρας, αμφισβητώντας τη νίκη του Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα.
Μεταξύ των 34 κατηγορουμένων, οι 24 είναι στρατιωτικοί, συμπεριλαμβανομένου του πρώην προέδρου, μια σημαντική λεπτομέρεια για μια χώρα, που υπέμεινε 21 χρόνια στρατιωτικής δικτατορίας, που εγκαθιδρύθηκε με πραξικόπημα και που ποτέ δεν δικάστηκε κανείς για εγκλήματα κρατικής τρομοκρατίας.
Ο Μπολσονάρου δεν έχει ούτως ή άλλως το δικαίωμα εκλογής σε δημόσιο αξίωμα για τα επόμενα οκτώ χρόνια. Παρόλα αυτά, οι κατηγορίες που παρουσιάζονται τώρα θα μπορούσαν να τον οδηγήσουν στη φυλακή, αν κριθεί ένοχος για εγκλήματα όπως η απόπειρα πραξικοπήματος και η κατάργηση του κράτους δικαίου. Η Γενική Εισαγγελία δήλωσε:
A responsabilidade pelos atos lesivos à ordem democrática recai sobre organização criminosa liderada por JAIR MESSIAS BOLSONARO, baseada em projeto autoritário de poder. Enraizada na própria estrutura do Estado e com forte influência de setores militares, a organização se desenvolveu em ordem hierárquica e com divisão das tarefas preponderantes entre seus integrantes.
Η ευθύνη για τις επιβλαβείς πράξεις σε βάρος της δημοκρατικής τάξης βαρύνει την εγκληματική οργάνωση με επικεφαλής τον Ζαΐρ Μεσίας Μπολσονάρου, η οποία βασίζεται σε ένα αυταρχικό σχέδιο εξουσίας. Με βάση την ίδια την κρατική δομή και με ισχυρή επιρροή στους στρατιωτικούς τομείς, η οργάνωση αναπτύχθηκε με ιεραρχική τάξη και καταμερισμό καθηκόντων μεταξύ των μελών της.
Η ομάδα υπεράσπισής του, «σοκαρισμένη και αγανακτισμένη» από τη δήλωση της είδησης, αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες.

Διαδηλωτές υποστηρικτές του πραξικοπήματος και του Μπολσονάρου βανδάλισαν δημόσια κτίρια στις 8 Ιανουαρίου 2023. Φωτογραφία: Joedson Alves/Agência Brasil. Δίκαιη χρήση
Η πλευρά του Μπολσονάρο και των συμμάχων του σχετικά με τα γεγονότα της 8ης Ιανουαρίου 2023 άλλοτε υποστήριζε ότι οι άνθρωποι, που συνελήφθησαν για τις επιθέσεις, ήταν ειρηνικοί ηλικιωμένοι πολίτες, που κρατούσαν τη Βίβλο, και άλλοτε επισήμανε ένα αριστερό σχέδιο, που αποσκοπούσε στην ενοχοποίησή του.
Σύμφωνα με τις κατηγορίες, αυτό ήταν το τελικό στάδιο μιας συνωμοσίας, που ξεκίνησε το 2021. Εκείνη την περίοδο, ο τότε πρόεδρος Μπολσονάρου άρχισε να θέτει υπό αμφισβήτηση το εκλογικό σύστημα και απείλησε να διαταράξει τους νομικούς θεσμούς. Η ρητορική του κλιμακώθηκε μετά από μια απόφαση, που επέτρεψε στον Λούλα, φαβορί των δημοσκοπήσεων, να διεκδικήσει εκ νέου την προεδρία.
Χωρίς ποτέ να παρουσιάσει κανένα στοιχείο, ο πρώην πρόεδρος άρχισε να ισχυρίζεται ότι το ηλεκτρονικό σύστημα ψηφοφορίας, που χρησιμοποιείται στη Βραζιλία εδώ και 20 χρόνια, και με το οποίο ο ίδιος είχε εκλεγεί πολλές φορές στο Κογκρέσο και ως πρόεδρος, δεν ήταν αξιόπιστο. Πριν από την έναρξη της προεκλογικής περιόδου τον Ιούλιο του 2022, ο Μπολσονάρου κάλεσε ξένους πρέσβεις στο προεδρικό μέγαρο για να παρουσιάσει αυτή την εικασία, ακόμη χωρίς να παρουσιάσει καμία ένδειξη απάτης, σε μια προσπάθεια να απαξιώσει το σύστημα στην κοινή γνώμη, σύμφωνα με τον Γενικό Εισαγγελέα.
Μετά τη νίκη του Λούλα στις εκλογές, οι μπολσοναρίστες κατασκήνωσαν μπροστά από στρατιωτικές μονάδες και στους δρόμους, σε διάφορες περιοχές, διαμαρτυρόμενοι για το εκλογικό αποτέλεσμα. Μετά τις τελευταίες κατηγορίες, η εβδομαδιαία τηλεοπτική εκπομπή Fantastico απέκτησε πρόσβαση σε ηχητικά μηνύματα, που ανταλλάχθηκαν μεταξύ ανθρώπων της κυβέρνησης του Μπολσονάρου και διαδηλωτών, και ανέφερε ότι:
Ενώ άνθρωποι μέσα από την κυβέρνηση προσπαθούσαν να πείσουν τους αρχηγούς του στρατού και της πολεμικής αεροπορίας να συμμετάσχουν στη συνωμοσία, σύμφωνα με τον Γενικό Εισαγγελέα, υπήρξε συζήτηση για ένα σχέδιο με την ονομασία «Πράσινο και Κίτρινο Στιλέτο». Το σχέδιο αφορούσε τη δολοφονία του Λούλα και του Αλεξάντρ ντε Μοράις, δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου, ο οποίος ήταν τότε πρόεδρος του Εκλογοδικείου.
Χωρίς την αναμενόμενη υποστήριξη από ορισμένους αρχηγούς του στρατού, ο Μπολσονάρου αναχώρησε για τις Ηνωμένες Πολιτείες την παραμονή της ορκωμοσίας για να αποφύγει την παράδοση της προεδρικής ζώνης στον Λούλα. Ο γενικός εισαγγελέας διαπίστωσε, ωστόσο, ότι είχε προετοιμάσει ακόμη και μια ομιλία μετά το πραξικόπημα.

Οι υποστηρικτές του Μπολσονάρο περιμένουν να τον δουν, έξω από τα κεντρικά γραφεία του κόμματός του το 2023. Φωτογραφία: Fabio Rodrigues Pozzebom/Agência Brasil. Δίκαιη χρήση
Για τους περισσότερους υποστηρικτές του Μπολσονάρου, οι κατηγορίες, που επιβεβαίωναν όσα αναφέρονταν από τον Τύπο εδώ και έναν χρόνο, δεν αποτέλεσαν έκπληξη, αλλά περισσότερο τη συνέχεια μιας σκευωρίας εναντίον του ηγέτη τους. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι σύμμαχοι και η βάση του προσπάθησαν να απαξιώσουν τις μεθόδους έρευνας.
Ο ίδιος ο πρώην πρόεδρος ανάρτησε στο X (πρώην Twitter) ότι οι κατηγορίες αποτελούν έναν τρόπο να αποσπαστεί η προσοχή από τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η σημερινή κυβέρνηση. Η υπεράσπισή του διαψεύδει τα γεγονότα, που αφηγήθηκε ο Mauro Cid, πρώην βοηθός του που εξελίχθηκε σε πληροφοριοδότη, και σκοπεύει να αιτηθεί την ακύρωσή τους στο δικαστήριο.
Οι μπολσοναρίστες προσπάθησαν να πλασάρουν την ιστορία ότι ο Cid εξαναγκάστηκε και «βασανίστηκε» για να κατηγορήσει το πρώην αφεντικό του και τους υπόλοιπους. Ωστόσο, δύο ημέρες μετά την υποβολή των τελευταίων κατηγοριών, ο δικαστής Μοράις έδωσε στη δημοσιότητα βίντεο, που δείχνουν τη συναισθηματική και σωματική κατάσταση του Cid κατά τη διάρκεια των ακροάσεων, συμπεριλαμβανομένου ενός στιγμιότυπου, όπου ο δικαστής προειδοποιεί τον Cid ότι κινδυνεύει να χάσει τη συμφωνία του ως πληροφοριοδότης, αν δεν πει την αλήθεια.
Ο Φλάβιο, ο μεγαλύτερος γιος του Μπολσονάρου και γερουσιαστής, δηλώνει ότι ο πατέρας του είναι θύμα πολιτικής δίωξης. Ο άλλος γιος του, ο Εντουάρντο, βουλευτής στην Κάτω Βουλή, σε συντηρητική σύνοδο κορυφής στις Ηνωμένες Πολιτείες, προσπάθησε να πείσει ότι ο Μπολσονάρου δεν βρισκόταν στη Βραζιλία, όταν έγιναν οι επιθέσεις της 8ης Ιανουαρίου κι έτσι δεν θα μπορούσε να είναι υπεύθυνος γι’ αυτές. Ο τρίτος απόγονος του Μπολσονάρου, ο Κάρλος, δημοτικός σύμβουλος στο Ρίο τα τελευταία 25 χρόνια, τον οποίο υπέδειξε ο Cid ως τον υπεύθυνο του «γραφείου μίσους», που βρίσκεται πίσω από τις επιθέσεις στο διαδίκτυο, δήλωσε ότι η Βραζιλία δεν είναι πλέον δημοκρατική.
Ο πρώην πρόεδρος χλεύασε τις κατηγορίες εναντίον του κατά τη διάρκεια εκδήλωσης του Φιλελεύθερου Κόμματος, λέγοντας ότι «δεν δίνει δεκάρα για τη φυλακή». Ο ίδιος αλλάζει τόνο από τον Σεπτέμβριο του 2022, όταν, ενώ βρισκόταν σε προεκλογική εκστρατεία, είπε ότι προτιμά «να πεθάνει στην μάχη παρά να επιβιώσει στη φυλακή».
Επίσης, έδωσε μια δίωρη συνέντευξη σε ένα κουτσομπολίστικο κανάλι στο Youtube προσπαθώντας να παρουσιάσει τη δική του πλευρά των γεγονότων, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τις έρευνες, και να προβάλει την 8η Ιανουαρίου ως ένα αριστερό σχέδιο εναντίον του. Όμως, δυσκολεύτηκε να εξηγήσει γιατί δεν κάλεσε τους ανθρώπους, που διαμαρτύρονταν για τις εκλογές, να επιστρέψουν στα σπίτια τους και να καταστήσει σαφές ότι θα υπάρξει διαδοχή στην κυβέρνησή του.

Οι διαδηλωτές απηχούν κίνημα στη Βραζιλία, που απαιτεί να μην δοθεί αμνηστία για την απόπειρα πραξικοπήματος. Φωτογραφία: Rovena Rosa/Agência Brasil. Δίκαιη χρήση
Εν μέσω του τεράστιου όγκου στοιχείων για το σχέδιο πραξικοπήματος, ο Μπολσονάρου και οι σύμμαχοί του διεξάγουν εκστρατεία αμνηστίας σε όσους κατηγορούνται για τις επιθέσεις. Δύο χρόνια μετά, 898 άτομα κρίθηκαν υπόλογοι για αντιδημοκρατικές ενέργειες εκείνης της ημέρας.
Πέρυσι, ο Μπολσονάρου ρώτησε αν ο πρόεδρος Λούλα είχε την ευαισθησία να δώσει αμνηστία στους εμπλεκόμενους. Σε συνέντευξή του τον περασμένο Νοέμβριο, υποστήριξε ότι ο μόνος τρόπος για να ειρηνεύσει η χώρα θα ήταν «κάποιος να υποχωρήσει», γεγονός που θα σήμαινε ότι ο δικαστής Μοράις θα έδινε αμνηστία σε όσους φυλακίστηκαν για τις επιθέσεις.
Από την άλλη πλευρά, η αντιπολίτευση του Μπολσονάρου στο Εθνικό Κογκρέσο, προτρέπει για «καμία αμνηστία», όπως και οι υπόλοιποι στην κοινωνία των πολιτών.
Η βουλευτής του Εργατικού Κόμματος, Μπενεντίτα ντα Σίλβα, με μια αφίσα που γράφει «όχι αμνηστία».
«Θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε μέχρι να πληρώσουν για όλα τα εγκλήματα».
Δύο ημέρες μετά την απαγγελία των κατηγοριών, ο Λούλα δήλωσε σε ραδιοφωνική συνέντευξη ότι το αίτημα του Μπολσονάρου για αμνηστία αποτελούσε «απόδειξη ότι είναι ένοχος». Ο σημερινός πρόεδρος, ο οποίος εξετάστηκε και συνελήφθη ο ίδιος, υποστήριξε το δικαίωμα δίκαιης υπεράσπισης στο δικαστήριο για τον προκάτοχό του και άλλους κατηγορούμενους..
Το επόμενο βήμα είναι η απόφαση επί των κατηγοριών στο Ανώτατο Δικαστήριο. Πέντε δικαστές θα αναλύσουν το έγγραφο, που παρουσίασε ο γενικός εισαγγελέας. Έχει προγραμματιστεί για τις 25 Μαρτίου.
Εν τω μεταξύ, ο Μπολσονάρου και οι σύμμαχοί του κινητοποιούν τους υποστηρικτές του για διαμαρτυρίες υπέρ της αμνηστίας τον Μάρτιο και τον Απρίλιο.